​ Δεν είναι που οι γυναίκες είναι απροστάτευτες…Είναι που οι φόβοι τους θέλουν καθησυχασμό!

Και είναι η εικόνα που έχει η γυναίκα για τον εαυτό της, ο καθρέφτης της. Αυτόν κοιτούν οι άλλοι και της φέρονται. Κι αν είναι μαθημένη το φόβο να φοβάται, κάποιος θα βρεθεί να τη φοβίσει κι εκείνη να σκεφτεί πως καλά κάνει και τρομάζει

Της Μαριέττας Κόντου*

Υπάρχουν λογιών λογιών γυναίκες κι όλες για μένα αγαπημένες. Κι όλες κουβαλούνε επάνω τους τον τρόπο που μεγάλωσαν, τη μάνα που τις γέννησε, τον πατέρα που τις κανάκεψε ή και όχι. Κουβαλούνε ιδέες για το τι σημαίνει γυναίκα, συμπεριφορές για το πώς πρέπει να φέρεται, «γρατζουνιές» για το πώς μαθαίνει να θεραπεύεται, χαμόγελα για το πώς αντέχει να σηκώνεται ή ενίοτε και να σαγηνεύει, θλίψεις για το πώς πενθεί και αξιοπρέπεια για το πώς στέκεται όρθια ή και όχι…

Κάθε γυναίκα και είναι όχι μόνο μια ιστορία αλλά πολλές. Η δικιά της πάνω απ’ όλα, αλλά και της μητέρας, της γιαγιάς και της μιας και της άλλης και της προγιαγιάς, του χωριού, της πόλης, της πατρίδας και της εποχής που την αγκάλιασε. Κι όλες αυτές οι ιστορίες μαζί φτιάχνουν μια νέα, συνθετική, όχι πάντα συμμετρική, ούτε απαραίτητα και ολοστρόγγυλη όμως δική της. Αλλά και όλες οι υπόλοιπες, στις αποσκευές και στις βαλίτσες της να τις κουβαλά, άλλοτε να τη βαραίνουν κι άλλοτε να της δίνουνε φτερά. Και είναι εκείνη που επιλέγει κάθε φορά στη ζωή της αν θα μπουσουλήσει, αν θα περπατήσει, αν θα κολυμπήσει ή αν θα πετάξει. Μπορεί στο αυτί κάθε φορά να της ψιθυρίζουνε οι άλλες οι φωνές οι μαθημένες, τι να κάνει, μα είναι εκείνη που στο τέλος θα επιλέξει το δρόμο, το ρυθμό, το βάδισμα και την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει και θα είναι όλη η ευθύνη και το βάρος της χαράς ή της λύπης της επιλογή, κι αυτά όλα δικά της. Μοναδικά αλλά ατόφια.

Και είναι στις μαθημένες τις φωνές, από τις πιο δυνατές, εκείνη που υπαγορεύει πως η γυναίκα είναι αδύναμη, λειψή και ανεπαρκής, πως χρειάζεται δεκανίκια, παρηγοριά στα δύσκολα και εύκολα την τρομάζεις, την απειλείς, τη φιμώνεις, της κόβεις τα φτερά και την «κλειδώνεις» σε σπίτια, τοίχους, κουζίνες και ανασφάλειες. Και όταν αυτές οι φωνές είναι δυνατές και ξεκουφαίνουν, δυο δρόμοι ανοίγονται μπροστά της, εκείνος της επιβεβαίωσης και ο άλλος της διάψευσης της αδυναμίας της. Ο πρώτος είναι εύκολος στην αρχή, περπατητός, γνωστός, οικείος και συχνά «φιλόξενος». Η γυναίκα που σαγηνεύει μόνο, που υποτάσσεται μόνο, που φοβάται μόνο, που παραδέχεται πως δε μπορεί, μόνο… Ο άλλος πιο δύσκολος στην αρχή, ζητά υπερβάσεις, εξαιρέσεις, καθάρια ματιά των θέλω και μπορώ. Όμως οι δρόμοι στο χρόνο αλλάζουν και ο φαρδύς στενεύει και πνίγει, μα ο στενός ανοίγει, πλαταίνει και αποκαλύπτει…

Και είναι η εικόνα που έχει η γυναίκα για τον εαυτό της, ο καθρέφτης της. Αυτόν κοιτούν οι άλλοι και της φέρονται. Κι αν είναι μαθημένη το φόβο να φοβάται, κάποιος θα βρεθεί να τη φοβίσει κι εκείνη να σκεφτεί πως καλά κάνει και τρομάζει κι έτσι να ζήσει της ζωή της φοβισμένη και στην πραγματικότητα μισή. Μα αν αλλάξει τρόπο να κοιτά το φόβο, σπάει ο καθρέφτης και η χιονάτη πια δεν περιμένει πρίγκιπες για να τη σώσουν, μα ούτε και κακές μητριές για να δικαιολογήσουν τις δικές της αστοχίες, παραδέχεται γενναία τα λάθη και σώζει η ίδια τον εαυτό της, για να θυμάται πως οι ηρωίδες για να σώσουν πρέπει πρώτα να σωθούν οι ίδιες. Χωρίς δεκανίκια. Μα με μώλωπες, γρατζουνιές και μνήμες. Και τις βάζουν και αυτές στη βαλίτσα, για να τις κληρονομήσουν στις δικές τους κόρες, όχι τις γρατζουνιές τους αλλά την ανάμνηση πως ήταν ικανές να θεραπευτούνε μονάχες τους. Χωρίς παραμύθια αλλά φτιάχνοντας μύθους.

Και πάντα μα πάντα δικαιούται κάθε γυναίκα να αλλάξεις δρόμο, διαδρομή, περπατησιά και προορισμό, μα κυρίως να γυρίσει σελίδα και παραμύθι ή μύθο, όπου εκείνη επιλέγει ότι ταιριάζει καλύτερα. Ελεύθερη.

*Η Μαριέττα Κόντου είναι:

●Ψυχολόγος με μετεκπαίδευση στη Συστημική Θεραπεία Ζεύγους και Οικογένειας, και εξειδίκευση στην Kλινική Ύπνωση και Βιοθυμική ψυχοθεραπεία.

●Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου

●Συγγραφέας

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ