ΑΠΟΨΕΙΣ
Στην αγορά του Αλ Χαλίλι
Η Κρήτη σήμερα βρίσκεται μπροστά σε ένα πελώριο κίνδυνο οριστικού αφανισμού του τοπιακού, ιστορικού και περιβαλλοντικού της αποθέματος αν υιοθετηθεί το υπάρχων μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης
Του ΚΩΣΤΗ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ (*)
Ε λοιπόν αυτός που είπε με τον φιλοσοφικό στόμφο που τον διέκρινε ότι «τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις» θα πρέπει να ήταν βαθειά νυχτωμένος. Όχι γιατί δεν παρακολουθούσε την τοπική ειδησεογραφία της Κρήτης, αλλά γιατί δεν αφουγκραζόταν τις αγωνίες και τις βυσσόφρωνες θεωρίες των πολιτικών ειδημόνων της, από τον ανύπαρκτο κίνδυνο του αναδυόμενου υπερτουρισμού. Βέβαια οι πολιτικοί ειδήμονες αυτοί, πάντα ήταν σε εγρήγορση για να καταδείξουν τον υπερτουρισμό στο νησί, κάτι σαν ασύμμετρη απειλή. Και μη φανταστείτε ότι οι άνθρωποι αυτοί λιγοψύχησαν. Όχι. Ανέμεναν το νέο ειδικό χωροταξικό πλαίσιο για να δείξουν ότι δεν αστειεύονται. Γιατί (λέει) οι άνθρωποι αυτοί θα κάνουν τα πάντα διαβάζω στην τοπική ειδησεογραφία, προκειμένου να μην χαλάσει η πιάτσα του τουρισμού στην Κρήτη. Ο μύθος του υπερτουρισμού (λέει) για αυτούς τους επαναστάτες (με αιτία) δεν αφορά στην Κρήτη! Όχι. Στην Κρήτη οι ξενοδοχειακές μονάδες, μεγάλες, μεσαίες και μικρές ευρίσκοντας σε περιοχές με σύγχρονα πολεοδομικά σχέδια, δεν έχουν μετατρέψει ρέματα σε δρόμους για την κυρία προσπέρασή τους, δεν πλημμυρίζουν με μια βροχόπτωση αιχμής, δεν έχουν καταπατήσει ή μπαζώσεις αιγιαλούς και παραλίες, δεν έχουν αλλοιώσει το αποτύπωμα της μνήμης του τόπου, δεν αναπτύχθηκαν ασφυκτικά σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές με μοναδικό φυσικό, περιβαλλοντικό, ιστορικό και αρχαιολογικό αποταμίευμα, δεν, δεν,…
Υπήρξε πριν λίγες ημέρες μια πολιτική σύναξη των αυτοδιοικητικών και περί του τουρισμού και της χωροταξίας Σοφών στο Ηράκλειο, για να συσκεφτούν και να επιβεβαιώσουν ότι στην Κρήτη, εδώ και δεκαετίες, όλα βαίνουν καλώς με τον τουρισμό και ότι δεν χρειάζονται διορθωτικές κινήσεις με το νέο θεσμικό πλαίσιο που είναι σε δημόσια διαβούλευση από την Πολιτεία.
Ασφαλώς και στην Κρήτη η μέχρι σήμερα τουριστική διόγκωση διαπνέεται από τις αρχές των παραδειγματικών κανόνων της βιωσιμότητας και της αειφορίας, που εδώ και τουλάχιστον για τρεις δεκαετίες αποτελούν δεσπόζοντες στόχους σε όλες τις κλίμακες της πολιτικής. Λίγο πολύ αφού αναμάσησαν με τον γνωστό πολιτικό μηρυκασμό τα άγνωστα οφέλη του τουρισμού για το νησί μας, κάνοντάς μας σοφότερους, κατέληξαν στο εντυπωσιακό συμπέρασμα ότι ο υπερτουρισμός δεν αφορά στην Κρήτη και ότι δεν χρειάζονται διορθωτικές κινήσεις όσον αφορά τις κορεσμένες τουριστικά περιοχές.
Όλοι αυτοί οι Σοφοί που συνάχτηκαν, στην πλειονότητά τους δεν διαθέτουν πανεπιστημιακές και ακαδημαϊκές περγαμηνές για τη χωροταξία και την περιφερειακή ανάπτυξη. Διαθέτουν όμως όλοι τους κάτι πολύ σημαντικότερο: Ελέγχουν κεφάλια, πολλά κεφάλια μέσω της κάλπης και είναι δόκτορες στο επικερδές άθλημα του λαϊκισμού και της παραπλάνησης των πολλών.
Και βέβαια διαβάζω πάλι από την ειδησεογραφία, ότι είναι διατεθειμένοι μέχρι και στο ΣτΕ να προσφύγουν αναδεικνύοντας τα επαναστατικά καλλιστεία τους απέναντι στη βούληση του συντεταγμένου κράτους να βάλει (επιτέλους) μια τάξη για το που πάει ο τουρισμός στο νησί μας.
Και για να σοβαρευτούμε λιγάκι: Ο λαϊκισμός και το κυνήγι μαγισσών, είναι ένα προσφιλές άθλημα, όλων εκείνων που ελλείψει τεκμηριωμένων επιχειρημάτων και λόγου, προσπαθούν να προκρίνουν τις απόψεις τους, είτε στα μικρά είτε στα μεγάλα θέματα. Άθλημα παλαιό όσο και οι άνθρωποι. Εν πολλοίς σύνηθες και αποδοτικό.
Σε λίγο καιρό η χώρα καλείται να αποκτήσει ένα νέο ειδικό πλαίσιο για τον τουρισμό. Αναπόφευκτα αυτό θα αφορά και στην επικαιροποίησή του για τη μεγαλόνησο. Πριν από σχεδόν μια δεκαετία όταν πάλι είχε επιχειρηθεί η αναθεώρηση του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΠΠΧΣΑΑ) της Κρήτης, μια συνέντευξη από την επικεφαλή της πολυπληθούς μελετητικής ομάδας, την χωροτάκτη – πολεοδόμο Ράνια Κλουτσινιώτη που έλεγε κατηγορηματικά ότι «η Κρήτη δεν χρειάζεται ούτε νέα μεγάλα ξενοδοχεία, ούτε τουριστικά χωριά, αφού είναι υπερκορεσμένη»(1) είχε ανοίξει τον ασκό του Αιόλου. Προφανώς η Κλουτσινιώτη «δεν ανακάλυπτε την Αμερική» με τη δήλωσή της αυτή, αφού δεν χρειάζεται να είναι κανείς χωροτάκτης ή πολεοδόμος για να εκτιμήσει αυτή την οικτρή πραγματικότητα. Η στρεβλή τουριστική ανάπτυξη της Κρήτης, (για την οποία άλλωστε γινόταν λόγος και στο προηγούμενο ΠΠΧΣΑΑ το 2003) πρέπει άμεσα να σταματήσει. Η αποφόρτηση των κορεσμένων και προβληματικών ζωνών της βόρειας ακτογραμμής του νησιού, και με τα νέα δεδομένα της κλιματικής κρίσης, πρέπει να αντικατασταθεί και να δώσει έμφαση σε «μια ολοκληρωμένη προγραμματική παρέμβαση για την αντιμετώπιση του τεράστιου προβλήματός της, που είναι η ερήμωση του ορεινού όγκου της, αφού έχουμε την τύχη να υπάρχει στα ορεινά της το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4 που ξεκινά από το Καστέλλι Κισσάμου, περνά από τα Λευκά Ορη, τον Ψηλορείτη, τη Δίκτη και καταλήγει στη Ζάκρο» (2).
Για το αληθές του επιθέτου «υπερκορεσμένη» της βόρειας ακτογραμμής του νησιού που της προσάπτεται, δεν χρειάζονται περαιτέρω ερμηνείες. Οι θεσμισμένοι διεθνώς κανόνες μέτρησης της «φέρουσας ικανότητας», του δείκτη που σχετίζεται με τον προσδιορισμό της ικανότητας μιας περιοχής να αντέξει το μεγαλύτερο δυνατό επίπεδο τουριστικής ανάπτυξης χωρίς να προκαλείται ατίμωση του φυσικού και πολιτιστικού αποθέματος, και αλλοίωση του οικονομικού και κοινωνικού περιβάλλοντός της, είναι πλέον δοκιμαζόμενοι. Στη βόρεια Κρήτη, μόνο αυτή η ικανότητα, έχει προ πολλού υπερκεραστεί και είναι φυσικό «άρκτου παρούσης να μην αναζητούμε ίχνη».
Η Κρήτη σήμερα βρίσκεται μπροστά σε ένα πελώριο κίνδυνο οριστικού αφανισμού του τοπιακού, ιστορικού και περιβαλλοντικού της αποθέματος αν υιοθετηθεί το υπάρχων μοντέλο τουριστικής ανάπτυξης που μόνον εκείνοι που πάσχουν από την μυωπική καχεξία της λιμασμένης βουλιμίας που απορρέει από μια ισοπεδωτική αντίληψη για την οικονομία και την περιφερειακή ανάπτυξη δεν μπορούν να το δουν. Ο τόπος δεν μπορεί και δεν πρέπει να ρυμουλκείται μόνον από τους κανόνες της Αγοράς και του κέρδους.
Αλήθεια, ποιοι είναι εκείνοι οι παράγοντες του τουρισμού και της αυτοδιοίκησης που προτάσσουν με υστερία τον λαϊκισμό τους και θέλουν να μεγεθύνουν το συντελεσμένο εδώ και χρόνια κακούργημα της τουριστικής «ανάπτυξης» της βόρειας Κρήτης; Της γενικευμένης κακοποίησης παρθένων παραλιών και του τοπιακού συμπλέγματος με απύθμενης κακογουστιάς και ανομολόγητης πρόκλησης στον αμφιβληστροειδή παρεμβάσεις;
Ποιοι είναι εκείνοι που νομίζουν ότι καλύπτονται από την ασυλία που απορρέει από τον λαϊκισμό τους (που μόνον εκείνο ξέρουν να υπηρετούν) έτσι ώστε να υποθηκεύουν τη βιωσιμότητα της Κρήτης, και το μέλλον των επόμενων γενεών;
Ποιοι είναι όλοι εκείνοι που επιχειρούν να χειραγωγήσουν κανόνες βιωσιμότητας ενός λαού καθιστώντας τον απλό παρατηρητή και γλάστρα, εγκληματικό αυτουργό και συνένοχο σε εξόφθαλμα λαθεμένες στρατηγικές επιλογές τους για τη μεγαλόνησο;
Όλοι εκείνοι που συνεχίζουν να επιμένουν ότι η βόρεια Κρήτη είναι τουριστικά υπερκορεσμένη, προφανώς και δεν είναι «ψεκασμένοι» κατά τον Σοφό της συνάθροισης που χαρακτήρισε τους έχοντες αυτή την άποψη.
Ποιος δεν γνωρίζει σήμερα, ότι η βόρεια Κρήτη βιάζεται κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση, ότι έχουν απολεσθεί προ πολλού τοπίο, φύση και γεωγραφικός χώρος, ολόκληρη η σύνθετη ιστορική συνέχεια και συγκατοίκηση ορατών τε και αοράτων; Ποιος άραγε δεν γνωρίζει περιοχές που έχουν «ξεκοιλιαστεί» ως εφιαλτικός βανδαλισμός, δίκην ανάπτυξης, ολόκληρες πλαγιές λοφοσειρών με θέα το γαλάζιο που φαίνονται πια και από το διάστημα; Ποιος άραγε, εντός και εκτός Κρήτης, δεν γνωρίζει σήμερα ότι σχεδόν ολόκληρο το βόρειο παράλιο μέτωπό της βρίθει στο μεγαλύτερο βαθμό από βαρβαρικά πελώριες, φαραωνικές, ξενοδοχειακές μονάδες, που με τον πιο ανομολόγητο τρόπο μπαζώνουν ασύστολα θάλασσες, κλείνουν παραλίες (με ΦΕΚ…) ως απομονωμένα γκέτο, καταλαμβάνουν με θράσος χιλίων πιθήκων αιγιαλούς, περιοχές αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, ακόμη και περιοχές ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους και δασικές εκτάσεις; Ποιός άραγε δεν ξέρει τους παράλιους και μεσόγειους οικισμούς που έχουν «αναπτυχθεί» με εγκληματική κρατική αδιαφορία και που στερούνται στοιχειώδους πολεοδομικού σχεδιασμού και βασικών δημοσίων υποδομών ως «δορυφορικές φαβέλες» των απομονωμένων γκέτων πολυτελείας, που προσβάλουν πολλαπλά την ανθρώπινη αξιοπρέπεια σε όρους διαβίωσης; Ποιος δεν γνωρίζει ότι καταφέραμε να «καταστρέψουμε ολόκληρη τη βόρεια Κρήτη, από άκρη σε άκρη: Τερατώδη σε μέγεθος ξενοδοχειακά συγκροτήματα, διεθνοποιημένα, απρόσωπα, προορισμένα για ευτελέστατα «πακέτα» χύδην τουρισμού. Κι από κοντά, συνωστισμός αυτοσχέδιων Rooms to Let, πρωτόγονης καλαισθησίας που τη βαφτίζουμε «γραφικότητα»; (3) Ποιός άραγε εντός και εκτός Κρήτης δεν γνωρίζει (κι ας μην το ομολογεί) ότι «κάθε στοιχειώδους καλλιέργειας άνθρωπος, οποιασδήποτε φυλής, εθνότητας, καταγωγής, σίγουρα θα προτιμούσε δεκαπέντε μέρες εγκλεισμού στον Κορυδαλλό παρά διακοπών στα Μάλια ή στη Χερσόνησο»; (4)
Το να είσαι σήμερα εκλεγμένο θεσμικό πρόσωπο και να καλείσαι να παίρνεις αποφάσεις που κρίνουν τον προσανατολισμό του πιο παραγωγικού κλάδου της περιφερειακής ανάπτυξης, έχοντας απτά δεδομένα συντριβής και κατάρρευσης ενός ψοφοειδούς μοντέλου τουριστικής ανάπτυξης δεκαετιών, που απειλεί ευθέως τη βιωσιμότητα και το μέλλον της Κρήτης, σημαίνει και αποδοχή των βαρειών ευθυνών που αυτό συνεπάγεται για σένα. Τελικά η Ιστορία είναι ο κριτής των πάντων. Αρκεί όμως ένας ολόκληρος λαός να μην περάσει από το ταμείο της συμφοράς που θα τον στείλουν. Ή, εκτός κι αν για κάποιους δεν υπάρχουν κόκκινες γραμμές και όλα χωράνε κάτω από τις ερπύστριες μιας συλλογικής αυτοκτονίας…
(1), (2) Συνέντευξη Ράνια Κλουτσινιώτη, (Καθημερινή 17.10.2015)
(3), (4) Επιφυλλίδα Χρήσου Γιανναρά, (Καθημερινή 05.01.2013)
(*) Ο κ. Κωστής Ε. Μαυρικάκης είναι Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ.