ΑΠΟΨΕΙΣ

Ο νόστος ενός ραψωδού της κρητικής λογοτεχνίας και του ενετικού κόσμου της

Ο Dr. A. Vincent, είναι ίσως, ο τελευταίος μιας γενιάς επιστημόνων μεγάλων κρητολόγων, που έχουν αφιερωθεί ή μάλλον αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στα Κρητικά Γράμματα.

No profile pic

Του ΚΩΣΤΗ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ

Όταν μιλήσαμε για πρώτη φορά στο τηλέφωνο, συμπτωματικά είχε κατέβει από το πλοίο της γραμμής από τον Πειραιά, και μόλις έφτανε στην Κρήτη. Στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής η φωνή ζεστή, φιλική, οικεία. Γνώριμη τόσο από παλαιότερες διαλέξεις, όσο και από τους σχολιασμούς του στο ομογενειακό πρόγραμμα του ραδιοφωνικού σταθμού SBS του Σύδνεϋ. Με άπταιστα ελληνικά, αλλά με προφορά που υποδήλωνε την αγγλοσαξωνική του προέλευση, και που σε κάποιες λίγες λέξεις και συλλαβές διέκρινες την ακουστική ενός βαρύφθογγου κρητικού ιδιώματος. Παρότι στο ένα χέρι κρατούσε ακόμη τις βαλίτσες και στο άλλο το τηλέφωνο, αυτό δεν το θεώρησε κουραστικό. Ευγενικός και υπομονετικός, παρόλη την ακούσια τηλεφωνική μου όχληση σε μια τεχνικά δύσκολη στιγμή, η πρώτη κουβέντα κράτησε σχεδόν ένα ημίωρο! Βρήκε εξαιρετικά ενδιαφέρον, παρότι άνθρωπος των θετικών επιστημών, ότι είχα διαβάσει πριν μια 20ετία στο περιοδικό του Ελληνικού Ινστιτούτου της Βενετίας, την εργασία του για μια άγνωστη αλλά ενδιαφέρουσα τραγικο-κωμωδία, ενός βενετσιάνου διανοούμενου της εποχής, που αφορούσε τους ψαράδες του Μιραμπέλλου στην ανατολική Κρήτη ή την υπόθεση μιας απόπειρας φόνου στα Χανιά το 1615 από κάποιο κλάδο της οικογένειας των Καλλέργηδων που κατέληξε και σε εξορία στη Σπιναλόγκα.

Κλείνοντας σκέφτηκα, ότι ένας αθεράπευτα εραστής της Κρήτης, μέσα από τα πνευματικά έργα της μεσαιωνικής και αναγεννησιακής λογοτεχνίας υπό τη βενετική επιρροή, ένας πανεπιστημιακός δάσκαλος και ερευνητής που έχει αφιερώσει τη ζωή του σ’ εκείνη τη μοναδική μείζονα ιστορική περίοδο του ελληνισμού, μόνο πάνω από τα κύματα θα μπορούσε να ζυγώσει τα πρωινά, τον τόπο που «του έδωσε το ωραίο ταξίδι»: Με τον τρόπο που εικάζεται μέσα από το έργο του και την εποχή που πραγματεύεται· όπως και οι επισκέπτες του βενετσιάνικου Χάνδακα, τον προσέγγιζαν με τις γαλέρες με τα φουσκωμένα πανιά, που το μελτέμι του Αιγαίου τις πρυμολαλούσε κατά το λιμάνι του. Να αγναντεύει την Κρήτη από το ύψος του καταστρώματος του πλοίου, με τα νεφοστεφή βουνά και τη σιλουέτα της, να αναδύονται μολυβένια στο πρωινό θάμπος.

Ο φιλέλληνας, φίλος της Κρήτης και ακαδημαϊκός με την ευρεία έννοια του πανεπιστημιακού δασκάλου και ερευνητή, κ. Alfred Vincent, γιατί περί αυτού πρόκειται, έχει έρθει δεκάδες φορές στη μεγαλόνησο. Από τότε που μοιραία, μια σύμπτωση στο πανεπιστήμιο του Cambridge, να του ανατεθεί για διδακτορική διατριβή ένα δύσκολο νεοελληνικό θέμα, στάθηκε η αφορμή. Έκτοτε, ουσιαστικά η Κρήτη έγινε μια τρίτη πατρίδα του, αφού η δεύτερη είναι η Αυστραλία που ζει εγκατεστημένος από το 1973. «Ο καλύτερος τρόπος να φτάνεις στην Κρήτη είναι το πλοίο, κάτι που προσφέρει το ρυθμό και τη διάσταση που χρειάζεται ο ταξιδιώτης για να συλλάβει αυτό που βλέπει» έγραψε ένας άλλος συμπατριώτης του, ρομαντικός ταξιδευτής και νέος Οδυσσέας, ο Λόρενς Ντάρελ, που κι εκείνος τη λάτρεψε  περίσσεια και αφιέρωσε πάμπολλα κείμενα γεμάτα λυρισμό και αγάπη γι’ αυτήν.

Δεν μπορείς όταν μιλάς ή όταν συναντάς έναν άνθρωπο του μεγέθους του Dr. Alfred Vincent να μην κάνεις συνειρμούς για τις παρελθούσες ανεκτίμητες υλικές ή πνευματικές προσφορές συμπατριωτών του στη μεγαλόνησο. Από τους περιηγητές όλων των εποχών, μέχρι την ουτοπική αξίνα του σερ Άρθουρ Έβανς που έφερε στο φως έναν από τους πρώτους πολιτισμούς του δυτικού κόσμου, ή την παθιασμένη αγάπη και προσφορά του Πάτρικ Λη Φέρμορ στην αντίσταση του κρητικού λαού και στους αγώνες του για την ελευθερία. Ή του τελευταίου, μεγάλου εραστή των βραχοθέμελων βουνών της, των δαντελωτών ακρογιαλιών της, των αρχαιοτήτων της, των ανθρώπων και των χωριών της, του μποέμ και κοσμοπολίτη Λόρενς Ντάρελ.

Γεννημένος στην πόλη Coalville, την καρβουνόπολη στα ελληνικά, της βορειοδυτικής κομητείας του Leicestershire της κεντρικής Αγγλίας, μια «πόλη που κανείς δεν την ξέρει» όπως από μετριοφροσύνη συστήνεται, από πολύ μικρός βρέθηκε και μεγάλωσε στα περίχωρα του Nottingham.O Dr. Alfrend Vincent, με κλασικές σπουδές αρχαίων ελληνικών, λατινικών, ιστορίας και  φιλοσοφίας, όταν τον ρωτάς πως βρέθηκε στην επικράτεια της κρητικής λογοτεχνίας, λέει ότι «η απάντηση είναι πολύ πεζή».

Την εποχή που όντας φοιτητής των κλασικών σπουδών, αποφάσισε να μάθει και νέα ελληνικά παρακολουθώντας «περισσότερο ως τουρίστας» τις παραδόσεις του λέκτορα του Cambridge Στ. Παπασταύρου που δίδασκε στο τμήμα «other languages» του πανεπιστημίου όπου ήταν ενταγμένα τα Νέα Ελληνικά, τον προέτρεψε να του δώσει ένα νεοελληνικό θέμα. Ο Παπασταύρου, του πρότεινε το δύσκολο θέμα της αναγεννησιακής κωμωδίας του Μαρκαντώνιου Φώσκολου, ο «Φορτουνάτος», στέλνοντάς τον με γενναιόδωρη διάθεση στους κορυφαίους ειδικούς και «γκουρού» για την εποχή και το αντικείμενο. Στον Λ. Πολίτη στη Θεσσαλονίκη, τον Στυλ. Αλεξίου στην Κρήτη, και στους Μ. Μανούσακα και Ν. Παναγιωτάκη στο Ελληνικό Ινστιτούτο της Βενετίας. Χωρίς να το καταλάβει από τότε, βρέθηκε στην αγκαλιά και την απέραντη επικράτεια της κρητικής μεσαιωνικής και αναγεννησιακής λογοτεχνίας.

Έτσι από το 1973 στάθηκε ο πρώτος διδάσκων που στελέχωσε, το ανεξάρτητο και περιζήτητο τότε, Τμήμα των Νεοελληνικών Σπουδών στο πανεπιστήμιο του Σύδνεϋ, όταν του προσφέρθηκε η θέση αυτή. Ο Dr. Alfrend Vincent υπηρέτησε για 25 χρόνια το συγκεκριμένο Τμήμα, του οποίου είναι και ομότιμος καθηγητής, ενώ έχει κατά καιρούς διδάξει σε άλλα πανεπιστημιακά ιδρύματα μεταξύ των οποίων και το Πανεπιστήμιο Κρήτης, ενώ έχει πλούσια επιστημονική και συγγραφική δραστηριότητα. Μετά την συνταξιοδότησή του, ασχολείται με την ιστορία, τη γλώσσα και τη λογοτεχνία της Κρήτης και άλλων περιοχών υπό ενετική επιρροή. Είναι ιδιαίτερα γνωστός στο επιστημονικό και ευρύτερο κοινό της Κρήτης, από τη μοναδική έκδοση των απομνημονευμάτων του βενετοκρητικού άρχοντα Τζουάνε Παπαδόπουλου «Στον καιρό της σχόλης. Αναμνήσεις από την Κρήτη του 17ου αι.» που μεταφράστηκε στα ελληνικά και κυκλοφόρησε πριν λίγα χρόνια από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. Το 2002 αναγορεύτηκε σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου Κρήτης για την ερευνητική προσφορά του.

Είναι μέλος της εκδοτικής επιτροπής του περιοδικού Κρητικά Χρονικά και της Επιστημονικής Επιτροπής του 12ου Κρητολογικού Συνεδρίου. Έχει δώσει διαλέξεις και σεμινάρια σε πολλά τριτοβάθμια και πολιτιστικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των πανεπιστημίων του Σύδνεϋ, της Νέας Νότιας Ουαλίας, της Μελβούρνης, της Αδελαΐδας, της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, της Κρήτης, της Βενετίας, του Καίμπριτζ, του Λονδίνου και του Βουκουρεστίου. Είναι μέλος της επιτροπής του Ελληνικού Φεστιβάλ και του Ελληνικού Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Σύδνεϋ. Ακόμη μέλος της επιτροπής Σύδνεϋ της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Νίκου Καζαντζάκη από τη σύστασή του το 2000 μέχρι το 2015, εκδότης του σχετικού ενημερωτικού δελτίου και  μέλος, επί σειρά ετών, της Διεθνούς Συντονιστικής Επιτροπής της Εταιρείας.

Ο Dr. A. Vincent έδωσε την περασμένη Τετάρτη 13 Ιουνίου, με πρωτοβουλία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηρακλείου και της προϊσταμένης της κ. Βασ. Συθιακάκη, μια διάλεξη με θέμα  «Η αγροτική κοινωνία στα κείμενα των κρητικών συγγραφέων της βενετοκρατίας». Στην ισόγεια θολωτή αίθουσα των προβολών του φρουρίου Κούλε, στην άλλοτε ανήλιαγη και φρικτή ειρκτή του βενετσιάνικου Χάνδακα, ο βρετανός φιλέλληνας, φίλος της Κρήτης και ακαδημαϊκός, παρισταμένων των αντιδημάρχων Π. Ινιωτάκη και Στ. Αρχοντάκη, παρουσίασε στην κατάμεστη αίθουσα με ένα μοναδικό τρόπο αποσπάσματα από κείμενα όπως την «Πανώρια» του Γ. Χορτάτζη.  Ακόμη από τον Λεον. Ντελλαπόρτα, την «Αφήγηση παράξενη» του Στέφ. Σαχλίκη, τη «φυλλάδα του Γαδάρου» και τη «Βοσκοπούλα» αγνώστων ποιητών. Κείμενα του Βιτσ. Κορνάρου, του Αντ. Πάντιμου, του Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή, του Τζουάνε Παπαδόπουλου. Μια μοναδική παραπομπή στην επικράτεια του γοητευτικού βενετσιάνικου παρελθόντος της Κρήτης, σ’ ένα συναρπαστικό ταξίδι ολοζώντανης ανάπλασης της καθημερινότητας μέσα από κείμενα έμμετρου λόγου της εποχής και ιστορικών αναφορών.

Πίσω από τα γυαλιά με τους χοντρούς φακούς, δυο μικρά, καλοσυνάτα και  ευθύβολα εκφραστικά μάτια κοιτούσαν το κοινό - ή τον συνομιλητή του αφού ακολούθησαν και ερωτήσεις,- χαμογελώντας ενίοτε χαλαρά. Με ένα ελαφρά κοκκινόχρωμο πρόσωπο, κλασική όψη βρετανού πανεπιστημιακού δασκάλου, με σπαστά γκριζοάσπρα μαλλιά σε παραδοσιακή γραμμή μισοχαλασμένης χωρίστρας με μακριές και αραιές φαβορίτες, με την κυματιστή φωνή και το εκλεπτυσμένο και πλούσιο χιούμορ που σε κέρδιζε αυτοστιγμής. Εκ φύσεως ευγενικός, απλός, καταδεκτικός, προσηνής και φιλικός σου μεταφέρει εκείνη την ακαταμάχητη γοητεία μετάγγισης και όσμωσης της γνώσης των παλιών πανεπιστημιακών δασκάλων. Κάθε συνομιλία μαζί του είναι σοφία που τη βρίσκεις από τη γνώση και που δεν τη χάνεις στην πληροφόρηση, όπως γράφει και ο εκ των μεγάλων και παγκόσμιων συμπατριωτών του, ο T.S. Elliot στα κουαρτέτα του.

Ο Dr. A. Vincent, είναι ίσως, ο τελευταίος μιας γενιάς επιστημόνων μεγάλων κρητολόγων, που έχουν αφιερωθεί ή μάλλον αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στα Κρητικά Γράμματα. Ήδη, είναι στη φάση ολοκλήρωσης συγγραφής ενός νέου βιβλίου για την περίοδο εκείνη, που θα κυκλοφορήσει την επόμενη χρονιά. Είναι ένας από τους λιγοστούς που ενσαρκώνουν το δημιουργικό πνεύμα του παρελθόντος της Κρήτης και των γραμμάτων της, της μεσαιωνικής και αναγεννησιακής λογοτεχνίας. Αυτή η ξεχωριστή εικόνα της Κρήτης της Βενετοκρατίας, που έστω και ξεθωριασμένη μετά από τόσους αιώνες, αλλά και τόσο μαγική και νοσταλγική, αντέχει ως αρχέτυπο του θαύματος που σφυρηλατήθηκε από το ανθρώπινο πνεύμα στην κρητική γη. Ο Dr. A. Vincent είναι από τους ελάχιστους που αναπλάθει το παρελθόν της πιο μεγάλης πνευματικής ακμής του νησιού. Ανύσταχτος μελωδός μιας οριστικά χαμένης εποχής, με πρίγκιπες, ευγενείς, άρχοντες και  βοσκοπούλες που ερωτεύονται, αγγαρικούς, φεουδάρχες, μπιστικούς βοσκούς, γαιοκτήμονες, αρχοντορωμαίους, και αρκαδικά τοπία, βγαλμένα από τον κόσμο του Ησίοδου και του Θεόκριτου, εξακολουθούν να συναρπάζουν σα να αναδύονται μέσα από τα παραμύθια ενός χαμένου εδεμικού παράδεισου. Σ’ αυτόν οφείλουμε σήμερα, στην εποχή των εκπτώσεων του πνεύματος και της γενικότερης παρακμής, τη γενναιόδωρη ανάταση μιας σημαντικής περιόδου του πολιτισμού της.

Η Κρήτη των χαμένων πολιτισμών από τα βάθη των καιρών, η Κρήτη των Θεών και των μύθων που έχουν πια αποχωρήσει, των αειθαλών και φωτεινών δημιουργημάτων του νου, η Κρήτη του Ζορμπά με την ταλανισμένη καρδιά και φρόνιμη κουζουλάδα, η Κρήτη των καλοσκαρπελοσκαλισμένων σαν τις πρόζες του Καζαντζάκη, και τους δεκαπεντασύλλαβους του Χορτάτζη ανυπόταχτων βουνών της, που άλλοτε μοιάζουνε σαν βυζαντινές αγιογραφίες και άλλοτε σαν πετρωμένους θεούς, η Κρήτη των ρόδινων ακρογιαλιών που ξεθαλασσώνουν ερωτιάρηδες θεοί μεταμορφωμένοι σε ταύρους, η Κρήτη των λιγνόμεσων μινωικών πριγκίπων που κρατούνε χορό ανεμίζοντας τα κρινοστόλιστα στέμματά τους, η Κρήτη με τους αρίφνητους πολέμους και αγώνες για την ελευθερία, η Κρήτη με το φωτοπερίχυτο ουρανό του Χένρυ Μίλλερ και τις αστροστόλιστες νύχτες του Καζαντζάκη, του οφείλει ως ελάχιστη ένδειξη ευγνωμοσύνης, την απονομή του τίτλου του επίτιμου δημότη της αλλοτινής ξακουσμένης πόλης, της Κάντια των βενετσιάνων.

[email protected]

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση