ΑΠΟΨΕΙΣ
Σεισμοί στη χώρα του Επιμηθέα
Αλλεπάλληλα σεισμικά γεγονότα λαβώνουν οικτρά τις τελευταίες δεκαετίες τη χώρα. Σεισμοί που κόστισαν σε ανθρώπινες ζωές και ξεριζωμούς από τις εστίες. Μια ανελέητη προσφυγιά στον ίδιο σου τον τόπο, χωρίς πόλεμο.
Του Κωστή Ε. Μαυρικάκη*
Πριν από αρκετά χρόνια σ’ ένα συνέδριο της Ένωσης Ελλήνων Γεωφυσικών σε μια περιφερειακή ελληνική πόλη, που έτυχε να παρακολουθήσω, με εντυπωσίασε ο χαιρετισμός του τοπικού Δεσπότη. Είπε τότε ο εκπρόσωπος της εκκλησίας: «Έχω δει φωτογραφίες από μακριά της Γης, του Άρη, της Αφροδίτης, της Σελήνης. Πόσο όμως πιο ωραία είναι η γη μας! Μια καλλονή! Με τα ωραία βουνά, τις όμορφες πεδιάδες, τις γαλανές θάλασσες και ...τους ξαφνικούς σεισμούς της!». Αν αυτό απηχεί, ίσως μια προσέγγιση του σεισμού ως φυσικού φαινομένου δίκην «θεολογικής αδείας», ωστόσο, προσδιορίζει και τη φυσική ερμηνεία του, που δείχνει την αέναη δράση της γης μας. Που αποδεικνύει ότι ο πλανήτης μας, είναι ένας ολοζώντανος και ζωηρός οργανισμός, που με την έκφραση των φυσικών δυνάμεων, τον κάνει φιλόξενο και για τον άνθρωπο. Αλλιώς, δεν θα υπήρχαμε και εμείς. Αναμφίβολα οι σεισμοί αποτελούν μέρος της διαδικασίας της ζωής και της εξέλιξης της γης.
Συνεπώς, μπορούμε να διατυπώσουμε τον υπαινιγμό ότι ο σεισμός σαν φυσικό φαινόμενο, είναι «αναγκαίο» για την ίδια τη γη. Αυτό βέβαια ίσως, προκαλεί απορία, γιατί τι «αναγκαίο» μπορεί να είναι ένα φαινόμενο που από μόνο του, προκαλεί τέτοιες καταστροφές; Η απάντηση είναι ότι, δεν είναι ο σεισμός εκείνος που μας βλάπτει. Είναι τα δικά μας δημιουργήματα. Είναι τα έργα των χειρών μας, και των τεχνικών μας κατασκευών.
Τούτη η βασική φιλοσοφία για την αντιμετώπιση των σεισμών, δεν έχει ανατραπεί ούτε έχει αναιρεθεί από τη σύγχρονη επιστημονική αντιμετώπιση και τη διαχρονική εμπειρία από αυτούς. Και ατυχώς, στην Ελλάδα και στην Κρήτη, από τους ιστορικούς χρόνους, τους έχουμε σχεδόν μόνιμους. Τόσους, που κοντεύαμε να ξεχάσουμε πια ολοκληρωτικά αυτόν το μόνιμο βραχνά μας.
Μέσα σε αυτή τη λήθη, οι περισσότεροι θα θυμούνται εκείνο το επίγραμμα των περασμένων δεκαετιών που συνοψίζεται στην επιτακτική προστακτική των επτά λέξεων, που προσδιορίζει το σεισμό σαν αναπόσπαστο συστατικό των ζωών μας: «Να μάθουμε να ζούμε με τους σεισμούς». Επίγραμμα που παρότι απηχούσε τη γυμνή αλήθεια, ποτέ δεν εκλήφθηκε από τους νεοέλληνες -άρχοντες και αρχόμενους- ως πρώτιστος υπαινιγμός για μακροπρόθεσμη πρόνοια που θα μείωνε τις συνέπειές του, αλλά χρησιμοποιήθηκε ως άλλοθι και συγχωροχάρτι για τις ευθύνες όλων των κυβερνήσεων. Είναι χιλιοειπωμένο ότι σχεδόν ολόκληρη η χώρα βρίσκεται πάνω στα μόνιμα ναρκοπέδια σύγκρουσης των λιθοσφαιρικών πλακών και το ποσοστό της σεισμικής ενέργειας που απελευθερώνεται εδώ, είναι πολύ πιο πάνω από εκείνο που εκτονώνεται σε ολόκληρη την υπόλοιπη Ευρώπη. Το ξέρουν μέχρι και οι πέτρες αυτό. Και μόνο αυτό, είναι ο λόγος που έπρεπε να επιτάσσεται μια μόνιμη «εμπόλεμη» κατάσταση της χώρας με τις πλουτώνιες δυνάμεις.
Η Ελλάδα έπρεπε να είναι πρωτοπόρος στον κόσμο στον τομέα της προσεισμικής τεχνογνωσίας και της πολιτικής άμυνας του πληθυσμού από τη σεισμική δραστηριότητα. Η Πολιτεία έκανε τον ΟΑΣΠ το 1983 υποτίθεται γι’ αυτό, μετά από τους ισχυρούς σεισμούς που έπληξαν τρία μεγάλα αστικά κέντρα (Θεσσαλονίκη 1978, Βόλος 1980, Αθήνα 1981), με στόχο το σχεδιασμό και την υλοποίηση της αντισεισμικής πολιτικής της.
Ένας οργανισμός που επιδεικνύει ερευνητικό ακαδημαϊκό κυρίως έργο, και όχι εκείνο της επιχειρησιακής αφύπνισης της κοινωνίας στον τομέα της προσεισμικής άμυνας. Υπάρχουν και λειτουργούν στον Οργανισμό οι πολυάνθρωπες μόνιμες επιστημονικές επιτροπές, μεταξύ πολλών άλλων, «κοινωνικής αντισεισμικής άμυνας» και «εκτίμησης σεισμικής επικινδυνότητας και αξιολόγησης σεισμικού κινδύνου» που έχουν σκοπό τη διαχείριση της σεισμικής διακινδύνευσης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο καθώς και την εξασφάλιση ετοιμότητας του οργανισμού και του πληθυσμού. Δυστυχώς όμως οι φιλόδοξοι αυτοί στόχοι δεν προσαρμόζονται προς τον τελευταίο αποδέκτη των συνεπειών του σεισμού το κοινωνικό σύνολο, με τη διενέργεια τακτικών περιοδικών ασκήσεων ετοιμότητάς του. Η παιδεία των Ελλήνων σε μέτρα αυτοπροστασίας από φυσικές καταστροφές, -και με την επερχόμενη κλιματική κρίση ένας λόγος παραπάνω- πρέπει επιτέλους να πάρει πια μια υποχρεωτική θέση στην εκπαίδευση. Η Πολιτεία ως όφειλε με μια Προμηθεϊκή οπτική, δεν πήρε ποτέ υπόψιν της στα σοβαρά τη μόνιμη εφαρμογή μιας επιχειρησιακής ετοιμότητας στην εκπαίδευση του πληθυσμού και την προσεισμική παιδεία. Μια διαρκή Πολιτική Άμυνα για πρόληψη, προπαρασκευή, ανταπόκριση, σχεδίαση, εκπαίδευση και περιορισμό των επιπτώσεων από σεισμικά συμβάντα που καραδοκούν συνέχεια κάτω απ’ όλη τη χώρα.
Έχουν περάσει πολλά χρόνια που η Ελλάδα κτυπιέται ανελέητα, ακόμη και σε περιοχές που απουσίαζαν από την επικινδυνότητα των σεισμικών χαρτών. Αλλεπάλληλα σεισμικά γεγονότα λαβώνουν οικτρά τις τελευταίες δεκαετίες τη χώρα. Σεισμοί που κόστισαν σε ανθρώπινες ζωές, σε ξεριζωμούς από τις εστίες. Μια ανελέητη προσφυγιά στον ίδιο σου τον τόπο, χωρίς πόλεμο. Ένας σπαραξικάρδιος αποχωρισμός, χωρίς εξορία, από τις εστίες σου. Εκατόμβες ανθρωπίνων ζωών, και αποδεκατισμοί της οικονομίας. Τα τραγικά γεγονότα των ισχυρών σεισμών μετά τη δεκαετία του ’80 όσο αυστηρό κι αν ακούγεται, δεν δίδαξαν ποτέ τη χώρα. Τη χώρα που συνηθίζει να ξεχνά πολύ γρήγορα, ακόμη κι αν πρόκειται για την ίδια της την επιβίωση.
Ενεργά τεκτονικά ρήγματα και ρηγματογενείς ζώνες της Κρήτης και της ευρύτερης περιοχής της. Το νησί στην κυριολεξία βρίσκεται πάνω σε απασφαλισμένες χειροβομβίδες στον υποθαλάσσιο και χερσαίο χώρο του. [Χάρτης των καθ. Ν. Φυτρολάκη και Μ. Δερμιτζάκη, Ερευνητικό Πρόγραμμα ΟΑΣΠ, 1996].
Μείναμε δραματικά και επικίνδυνα πίσω. Σε αυτό το φρικτό γεωτεκτονικό ναρκοπέδιο που είναι θεμελιωμένη η Ελλάδα, οι καιροί ήρθαν σήμερα να προσθέσουν και άλλες μόνιμες «πληγές του Φαραώ»: Η ραγδαία εξελισσόμενη διασυνοριακή κλιματική κρίση, με ό,τι τραγικές συνέπειες έχει στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας, μεγεθύνει μια επικείμενη δαντική κόλαση διαρκείας που θα βιώνει τα επόμενα χρόνια η πατρίδα μας, και που συνοψίζεται στο ρητορικό τρίπτυχο «σεισμοί, λοιμοί, καταποντισμοί»…
Το πρόσφατο τραγικό σεισμικό συμβάν στο Αρκαλοχώρι ήρθε να μας υπενθυμίσει ότι κάθε περιοχή, είναι διαρκώς υποψήφια στο μάτι του κυκλώνα. Είμαστε όλοι ανά πάσα στιγμή εν δυνάμει πρόσφυγες στον ίδιο μας τον τόπο. Και κυρίως η Κρήτη που είναι πάνω στους πιο φοβερούς βρυχηθμούς του ελληνικού τεκτονικού τόξου. Είμαστε ζωσμένοι από γνωστά και άγνωστα ρήγματα, στην ξηρά και τη θάλασσα, με τις ζωές μας να κάθονται πάνω σε απασφαλισμένες χειροβομβίδες. Κι ενώ βρισκόμαστε στην καρδιά μιας θάλασσας που γέννησε θεούς και πολιτισμούς, έχουμε την ταυτόχρονη ατυχία να βιώνουμε συνεχώς την προαιώνια φαγωμάρα της ευρωπαϊκής και της αφρικανικής πλάκας. Είμαστε πάνω από ένα συνεχές πεδίο μάχης των πλουτώνιων δυνάμεων. Και το ‘χουμε πληρώσει ακριβά στους αιώνες: Μήπως δεν ήταν ο εγκέλαδος που μετέτρεψε σε στάχτη ένα λαμπρό πολιτισμό του θαλασσοκράτορα Μίνωα; Είναι δεκάδες οι ιστορικές αναφορές που περιγράφουν αυτά τα τρομακτικά γεγονότα στο νησί μας. Η επιστήμη της γεωλογίας με την ανάπτυξη της θεωρίας των λιθοσφαιρικών πλακών, η οποία θεωρείται για τις γεωεπιστήμες ό,τι η θεωρία της εξέλιξης για τη βιολογία, ερμηνεύει πλέον πλήρως την ενεργό τεκτονική δράση.
Το γεγονός αυτό που εντάσσει τη γεωλογία και τη σεισμολογία στην κιβωτό των ώριμων επιστημών, μας γεμίζει με ελπίδες μέσα από το ταξίδι της φυσικής γνώσης που ανακαλύπτουμε καθημερινά από τις πλουτώνιες δυνάμεις της γης, ότι θα φτάσουμε κοντά στη μέρα του ρεαλιστικού στόχου της βραχυχρόνιας πρόβλεψης.
Σήμερα η έρευνα, οι δυνατότητες αποτύπωσης, ο χαρακτηρισμός των ρηξιγενών ζωνών και οι βάσεις δεδομένων των ενεργών ρηγμάτων της Ελλάδας και της Κρήτης είναι σε αξιοζήλευτη εξέλιξη. Δυνατότητα που μας παρέχει όσο περνούν τα χρόνια περισσότερο ακριβείς εκτιμήσεις του σεισμικού κινδύνου, που μπορεί λίγα λεπτά πριν το γεγονός να μας έρχεται ως alert από την Πολιτική Προστασία στα κινητά μας τηλέφωνα.
Όλες οι περιοχές της Κρήτης είναι σίγουρο, αργά ή γρήγορα θα στοχοποιηθούν από τον εγκέλαδο. Αυτό μπορεί να μεταφραστεί σε τραγικές επιπτώσεις στον κοινωνικό, οικονομικό, διοικητικό και αναπτυξιακό τομέα. Η ανυπαρξία πληροφοριών σχετικά με το αν και κατά πόσο θωρακισμένη είναι μια πόλη, οι λειτουργίες και οι υποδομές της, το πόσο ενήμεροι είναι οι κάτοικοί της, κάνει ακόμη δυσμενέστερη την εμπειρική εκτίμηση για το πώς μπορεί να είναι η «επόμενη μέρα» μετά από ένα ισχυρό γεγονός. Υπάρχει δυστυχώς, ανεφάρμοστη και σκονισμένη στα συρτάρια, μελέτη του ΤΕΕ/ΤΑΚ που είχε παραδοθεί από το 1996 στους φορείς των ΟΤΑ των νομών Ηρακλείου και Λασιθίου με θέμα την «αντιμετώπιση των συνεπειών ενός σεισμού στα μεγάλα αστικά κέντρα». Η μελέτη περιλάμβανε κοστολογημένες προτάσεις χωριστά για κάθε πόλη, και στόχευε στην αντισεισμική θωράκιση, δηλαδή στο σύνολο των ενεργειών και των έργων που πρέπει να γίνουν προσεισμικά για το μετριασμό των επιπτώσεων ενός μεγάλου μεγέθους σεισμού και αφετέρου στις ενέργειες που πρέπει να γίνουν αμέσως μετά το σεισμό σε βάθος χρόνου για την καλύτερη επούλωση του πλήγματος. Δυστυχώς 25 χρόνια μετά, δεν έχει ποτέ επικαιροποιηθεί έτσι ώστε να είμαστε πανέτοιμοι, ιδιαίτερα για το πιο ύποπτο και το πιο πολυάνθρωπο αστικό συγκρότημα του νησιού, εκείνο της πόλης του Ηρακλείου, με τη δεδομένη σεισμική τρωτότητα που το διακρίνει.
Η εντύπωση, ότι η επόμενη καταστροφή είναι ένα μακρινό ενδεχόμενο, δημιουργεί μια ψευδαίσθηση ασφαλείας. Και αυτό, γιατί συχνά πυκνά, στα ύπουλα κτυπήματά του, ο σεισίχθονας και γαιοκράτης εγκέλαδος κάτω από την Κρήτη, έρχεται σε ώρες ανύποπτες για να ταράξει τον αλαζόνα ύπνο μας και να μας προσγειώσει στη βιαιότητα της «εύσειστης» ζωής μας με μια ασύλληπτη συλλογική τραγωδία. Οι λογαριασμοί του εγκέλαδου με τους από πάνω του στο νησί μας, είναι παντοτινά ανοιχτοί. Μας μένει μόνο ένα πράγμα: Η πρόνοια και η διαρκής επιστράτευση της υποψίας, που ισοδυναμεί με απόλυτη βεβαιότητα, ότι ο επόμενος σεισμός είναι εδώ. Πρέπει επί τέλους, συλλογικά και ατομικά, να μάθουμε να δρούμε ως Προμηθείς, και όχι ως Επιμηθείς…
(*) Ο κ. Κωστής Ε. Μαυρικάκης είναι Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ.