ΑΠΟΨΕΙΣ
Οδός Λασθένους, η αρχαία Μάχη της Κρήτης
Κανείς δεν υποψιάζεται ότι αυτός ο κεντρικός μικρός δρόμος έχει ένα όνομα μεγάλο, όσο το νησί της Κρήτης με τη μακραίωνη Ιστορία του.
Στην πρωτεύουσα του νομού Λασιθίου, στον Άγιο Νικόλαο, υπάρχει ένας μικρός παράλληλος δρόμος πίσω από το λιμάνι, που τελειώνει στα απομεινάρια της Ρωμαϊκής Αγοράς του επίνειου της αρχαίας Λατούς.
Κανείς δεν υποψιάζεται όμως ότι αυτός ο κεντρικός μικρός δρόμος έχει ένα όνομα μεγάλο, όσο το νησί της Κρήτης με τη μακραίωνη Ιστορία του. Ούτε εγώ το ήξερα. Μετά διαπίστωσα ότι, εκτός από τον Άγιο Νικόλαο, και η Νεάπολη είχε Οδό Λασθένους. Και το Ηράκλειο και τα Χανιά. Όλη η Κρήτη είχε παντού αυτό το όνομα. Ακόμα και ο δρόμος που μας βάζει στην Ιεράπετρα, και φτάνει μέχρι την πρώτη πλατεία, λέγεται Οδός Λασθένους.
Ποιός να ’ναι αυτός ο Λασθένης, αναρωτήθηκα. Πρέπει να είναι σπουδαίος για να τον έχει όλη η Κρήτη. Γρήγορα ανακάλυψα ότι η σημερινή Κρήτη τον έχει «όνομα στους δρόμους της», αλλά δεν τον ξέρει. Δυο λόγια βρήκα στις εγκυκλοπαίδειες, δυο λόγια μου είπαν Έλληνες επιστήμονες - της Αρχαιολογίας ο Κωστής Δαβάρας και της Ιστορίας ο Μανώλης Μικρογιαννάκης - αλλά εκείνο που καταλάβαινα ήταν ότι ο πολύς κόσμος δεν ήξερε τίποτα γι’ αυτόν.
Τελικά, με τη βοήθεια κυρίως Γάλλων αρχαιολόγων και ανακαλύπτοντας στιγμές της παρουσίας του σε αρχαία βιβλία, όπως του Διόδωρου του Σικελιώτη και του Γάιους Φλώρους, σχημάτισα μια πρώτη εικόνα που με συγκλόνισε, λες κι έβλεπα κινηματογραφική ταινία από τις παλιές υπερπαραγωγές του Χόλυγουντ. Το ίδιο θα νιώσετε κι εσείς όταν θα μπω στις λεπτομέρειες - και σε περιγραφές που εντυπωσιάζουν. Κι όμως, πρόκειται για απλή εξιστόρηση γεγονότων, που συγκροτούν έως τώρα μια χαμένη σελίδα της Ιστορίας της Κρήτης.
Ήταν τότε που η Οδός Λασθένους δεν ήταν ένας απλός δρόμος κάποιας κρητικής πόλης όπως σήμερα, αλλά οδηγούσε τους Κρητικούς κατευθείαν στη Ρώμη! Όταν κάποτε τα παιδιά μας θα μαθαίνουν στο σχολείο πιο επισταμένα την Ιστορία του τόπου τους, θα μάθουν και για τον Λασθένη. Τον αρχιστράτηγο στη στεριά και ναύαρχο στην θάλασσα, που το 80 πριν τη βίαιη αναχρονολόγησή μας, ενώ οι τρομερές σε δύναμη ρωμαϊκές λεγεώνες σάρωναν αήττητες στα μέρη της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής, ενώ η Ελλάδα είχε υποκύψει ολόκληρη πριν από εξήντα έξη χρόνια και ενώ μόνο ο βασιλιάς του Πόντου Μιθριδάτης αντιστεκόταν ακόμα, αυτός θέλησε με τους Κρητικούς του να πατήσει στην ίδια την Ρώμη!
Παλιός επαγγελματίας τοξότης ο Λασθένης από την ελληνιστική Κνωσσό, αλλά με μυαλό που έκοβε σαν του μυθικού Οδυσσέα, όταν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση είχε ξεχωρίσει και είχε γίνει ο γενικός αρχηγός όλων των πόλεων του νησιού. Ο δεύτερος που ακουγόταν μετά απ’ αυτόν ήταν ο Πανάρης από την Κυδωνία, τα αρχαία Χανιά.
Οι εξελίξεις στην εποχή τους ήτανε ραγδαίες. Η συνέλευση των γερόντων Κόσμων, όπως ονομάζονταν, είχε μάθει ότι ο Πομπήιος ετοιμαζόταν με μεγάλο στόλο να χτυπήσει την Κρήτη και γι’ αυτό είχε κηρύξει Συγκρητισμό. Στο παγκρήτιο συνέδριο στην Κνωσσό ακούστηκαν διάφορες προτάσεις αντιμετώπισης του προβλήματος.
Ιδιαίτερη εντύπωση, τότε, έκανε στους Κρητικούς η πρόταση του Λασθένους. Αν δεν ήξεραν όλοι την τόλμη του που συνδυαζότανε με τη σύνεσή του, θα λέγανε πως ήτανε τρελός: Καλούσε τους Κρητικούς να χτυπήσουνε πρώτοι. Κι αφού οι ρωμαϊκές λεγεώνες ήταν ανίκητες, να δώσουνε τη μάχη στην θάλασσα και να εφαρμόσουν τη δική τους τακτική, τον αιφνιδιασμό. «Να πάμε μακριά από το νησί, να χτυπήσουμε την ίδια τη Ρώμη. Εκεί δεν μας περιμένουν» ήταν τα αναπάντεχα λόγια του.
Η συνέλευση του Συγκρητισμού άκουσε με προσοχή όλες τις σύμφωνες και τις αντίθετες γνώμες. Και, στο τέλος, αποφάσισε να υποστηρίξει το απίστευτο σχέδιο του Λασθένους. Ο αρχιστράτηγος δεν ζητούσε πολλά πράγματα. Μόνο να κρατηθεί η απόφαση μυστική και να ανακληθούν οι Κρητικοί που υπηρετούσαν σε άλλα μέρη του κόσμου. Βρίσκονταν σε ξένους στρατούς, όπου ήταν μισθοφόροι κυρίως τοξότες και μόνο όταν κινδύνευε η Κρήτη, η μητρίδα όπως την έλεγαν, τα παρατούσαν και γύριζαν πίσω. Άκουγαν μόνο την προσταγή του Συγκρητισμού. Ήταν πάντα οι πιο φημισμένοι, οι καλύτεροι του καιρού τους. Ήταν τρομεροί σκοπευτές και πετούσαν τα βέλη τους σε διπλάσια απόσταση από τους άλλους τοξότες. Και με ακρίβεια. Από την παιδική τους ηλικία μάθαιναν να ιππεύουν και να ρίχνουν με τόξο. Κι όταν πατούσαν τα είκοσι, έπαιρναν τα πέλαγα και πολεμούσαν, μέχρι να γεράσουν, στους ξένους στρατούς.
Ο Λασθένης έστειλε μήνυμα παντού με την εντολή του Συγκρητισμού: Η Κρήτη κινδύνευε. Δεν πέρασαν πολλές μέρες και οι πρώτοι τοξότες πάτησαν στην πατρική γη. Κάλεσε επίσης τους Κάρες και τους Κίλικες πειρατές. Μόνοι τους οι Κρητικοί, όσο σπουδαίοι και να ήτανε, δεν είχαν καμιά τύχη: Πενήντα μικρά στενόμακρα και γι’ αυτό ευκίνητα και γρήγορα καράβια και πάνω τους κάπου δύο χιλιάδες διαλεχτοί τοξότες. Τώρα, με συμμάχους τους πειρατές από τη Μικρά Ασία, τα καράβια γίνονταν σχεδόν χίλια. Ο αριθμός αυτός είχε μέσα του την ελπίδα. Όμως το πραγματικό όπλο δεν ήταν όλος αυτός ο συρφετός. Ήταν ο αιφνιδιασμός. Να μη μάθουν οι Ρωμαίοι, με τους κατασκόπους τους, τί επιχειρείται. Γι’ αυτό, όλος ετούτος ο παράξενος στόλος, τελικά, δεν συγκεντρώθηκε στους όρμους της Κρήτης, αλλά πέρα, στην Πελοπόννησο, στα νερά της Πύλου.
Με ρότα βορεινά, ανηφόρησαν το Ιόνιο Πέλαγος κι ύστερα πέρασαν με σπάνια τύχη και ταχύτητα, μέσα σ’ ένα μερόνυχτο, στην άλλη πλευρά. Ανέβηκαν έξω από τις δυτικές ακτές της Ιταλίας μέχρι το ύψος της Ελέας και της Ποσειδωνίας, αλλοτινές ελληνικές αποικίες ρημαγμένες πια και οι δύο. Εκεί έκαναν εικονική απόβαση και μιάμισυ μέρα πλιάτσικο, για να ξεγελαστούν οι ειδοποιημένοι Ρωμαίοι και να νομίζουν ότι σαν πειρατές είχαν έλθει ως εκεί πέρα. Να μη καταλάβουν ότι πηγαίνανε για την ίδια την Ρώμη.
Έτσι κι έγινε. Κοντινή στρατιωτική δύναμη ήρθε να υπερασπιστεί την περιοχή. Όμως ο στόλος των «επιδρομέων» είχε ανοιχτεί προς το πέλαγος. Το σχέδιο του Λασθένους προχωρούσε κατά γράμμα.
Τότε ξαφνικά, ο καιρός έγινε σύμμαχος των Ρωμαίων. Ξέσπασαν, απροσδόκητα, τραχιά μελτέμια. Μια ολόκληρη μέρα παράδερναν στο ίδιο θαλάσσιο μέρος. Οι Ρωμαίοι από την ακτή έβλεπαν ότι κάπου αλλού προς τα βόρεια προσπαθούσαν να πάνε.
Είχανε χάσει το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Οι Κάρες και οι Κίλικες θεώρησαν ότι χάθηκε η υπόθεση - κι εγκατέλειψαν τους Κρητικούς. Ξαναθυμήθηκαν ότι ήταν πειρατές, έκαναν έφοδο σε νοτιότερες ανυπεράσπιστες παραθαλάσσιες πόλεις και, φορτωμένοι πλιάτσικο, έφυγαν πίσω στις πατρίδες τους.
Παρ’ όλα αυτά, ο Λασθένης με σφιγμένη καρδιά συνέχισε. Αυτός και οι δικοί του, μέσα στα πενήντα καράβια τους, για την ελευθερία της πατρίδας τους είχαν έρθει εδώ πέρα. Ταξιδεύοντας την νύχτα και αράζοντας τη μέρα σε απάνεμους όρμους, έφτασαν στα μέρη της Ρώμης. Από τη στεριά οι Ρωμαίοι τους παρακολουθούσαν.
Όταν φάνηκαν στην Όστια, στον «Πειραιά» της Ρώμης, η φρουρά του Λιμανιού έκανε πως δεν είδε, αλλά έστειλε ειδοποίηση στην Επτάλοφη Πόλη.
Ο Λασθένης καταλάβαινε πως δεν θα μπορούσε με τόσους λίγους τοξότες να πολιορκήσει την Ρώμη. Δεν ήθελε όμως και να φύγει. Δεν ήθελε να πάει χαμένη τόση προσπάθεια. Θα μάτωνε τουλάχιστον τον Τίβερη.
Έβγαλε τους στρατιώτες του στη στεριά και δόθηκε σκληρή μάχη πλάι στον ποταμό. Οι Ρωμαίοι επικεφαλής της ισχυρής δύναμης που είχε σπεύσει από την ίδια την Ρώμη, νόμισαν ότι η μικρή αυτή απόβαση είχε σκοπό να καλύψει κάποια μεγάλη, που θα γινόταν νοτιότερα. Ότι αυτοί οι λίγοι Κρητικοί ήταν αντιπερισπασμός. Πρόσταξαν λοιπόν τον στρατό τους να υποχωρήσει ανατολικά, προς τα τείχη.
Ο Λασθένης έκαψε τις παράλιες εγκαταστάσεις της Όστιας και τα καράβια που πρόλαβε στο πολεμικό λιμάνι. Ύστερα, ανέβηκε σε ένα μικρό ύψωμα και αντίκρισε την περίφημη Ρώμη. Είδε όμως ταυτόχρονα ότι κι άλλες ρωμαϊκές δυνάμεις πλησίαζαν από τα νότια. Κατέβηκε λοιπόν αμέσως, έμπηξε όπως είχε υποσχεθεί το κοντάρι του στην όχθη και αμέσως μετά έδωσε εντολή στα καράβια, για να φύγουν.
Τότε όμως φάνηκε ο ειδοποιημένος ρωμαϊκός στόλος του Αιγαίου και τους έκλεισε όλο τον θαλάσσιο ορίζοντα! Εκατόν πενήντα τεράστια καράβια, πεντήρεις και μεταγωγικά! «Τί κάνουμε τώρα, Λασθένη;» τον ρώτησαν με αγωνία οι δικοί του. Εκείνος είδε ότι τα ογκώδη ρωμαϊκά πλοία είχαν αποστάσεις ασφαλείας μεταξύ τους και δεν ήταν κολλητά το ένα στ’ άλλο. «Περάστε από ανάμεσα!»
Τότε άρχισε η πραγματική μάχη σε έναν χώρο που τον ξέρανε καλύτερα οι Κρητικοί: Στην θάλασσα. Ευκίνητα και μακρόστενα τα δικά τους καράβια και, φυσικά, κατά πολύ μικρότερα, χώθηκαν γρήγορα ανάμεσα στους αργοκίνητους κολοσσούς. Και περνώντας, χιλιάδες βέλη αναμμένα καρφώνονταν στα πλευρά τους - που ήταν αλειμμένα με διάφορες ουσίες για καλύτερη στεγανοποίηση - κι έτσι το ξύλο τους άρπαζε αμέσως φωτιά!
«Προστατέψτε το πυρ!» ήταν η νέα εντολή του Λασθένους. Δηλαδή όποιος προσπαθεί να σβήσει την φωτιά, τοξεύετε τον! Μόνο εννέα ρωμαϊκά πλοία γλύτωσαν από την κόλαση της φωτιάς. Ολοσχερής καταστροφή του στόλου του Αιγαίου. «Ήταν σαν αστέρια που έσχιζαν τον ουρανό» θα πει αργότερα ένας Ρωμαίος ναύαρχος. Εκατόν σαράντα πλοία έγιναν παρανάλωμα του πυρός, ενώ οι Κρητικοί έχασαν συνολικά τέσσερα καράβια σε όλη την εκστρατεία.
Όταν γύρισαν πίσω, τους υποδέχτηκαν με δάκρυα χαράς γιατί πριν από μέρες είχαν περάσει από το νησί οι Κάρες και οι Κίλικες που επέστρεφαν στα μέρη τους και τους είχαν πει να μην περιμένουν τους δικούς τους. Η Κρήτη καταλήφθηκε τώρα από ενθουσιασμό. «Έμαθα τους Κρητικούς να μη φοβούνται τους Ρωμαίους» ήταν το περήφανο σχόλιο του Λασθένους. Έγιναν θυσίες στους θεούς και μεγάλες γιορτές. Ο Λασθένης πήγε σε όλες τις πολιτείες του νησιού και οι γέροντες τον στεφάνωσαν σαν νικητή κι άξιο της μητρίδας Κρήτης. Έχει βρεθεί, ανάμεσα σε αρχαιολογικά ευρήματα, χαραγμένο το όνομά του.
Στην Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια διαβάζουμε μια σχετική αναφορά του Μανώλη Γιαλουράκη: «Την εποχή της Ρωμαϊκής Ανόδου η Κρήτη αποκτάει πάλι ναυτική δύναμη και χάρη σ’ αυτήν κατορθώνει να απωθήσει τους Ρωμαίους και να καταστήσει το νησί ορμητήριο τολμηρών επιδρομών κατά των ιταλικών παραλίων. Κρήτες ναυτικοί μπήκαν στον Τίβερη και απήγαγαν γυναικόπαιδα ευγενών από την Όστια». Λόγια φανερά επηρεασμένα από τις διαστρεβλωτικές σκοπιμότητες των μετέπειτα νικητών Ρωμαίων, όπως του φιλορωμαίου ιστορικού Πολύβιου που προσπάθησε να χαρακτηρίσει της επιτυχία εκείνη της Μεγαλονήσου πειρατική. Είδαμε όμως ότι οι πειρατές της Καρίας και της Κιλικίας δεν ήταν με τους Κρητικούς του Λασθένους στην τελική φάση.
Πολλοί μεταγενέστεροι ιστορικοί παραδέχονται ότι η Κρήτη άντεξε χάρη στην ναυτική αυτή επιδρομή. Με την τόλμη του Λασθένους η πατρίδα του έμεινε απείραχτη για άλλα ένδεκα χρόνια. Και, όπως αφηγείται ο Ρωμαίος Γάιος Φλώρους: «Συμπάσης της Γης υπό των Ρωμαίων κυριευθείσης, η Κρήτη ελευθέρα διετέλη». Η Κρήτη συνέχιζε να είναι ελεύθερη.
Τί απέγινε ο Λασθένης; Τί απέγινε ύστερα απ’ αυτό η Κρήτη;
Έξη χρόνια μετά το εντυπωσιακό γεγονός στην Όστια, δηλαδή το 74 πριν από τη βίαιη αναχρονολόγησή μας, ο πατέρας του γνωστού Μάρκου Αντωνίου - που λεγόταν κι αυτός Μάρκος Αντώνιος και που ήταν ύπατος της Ρώμης - προσπάθησε με καινούργιο στόλο να καταλάβει την Κρήτη. Τότε, για άλλη μια φορά, νίκησε τους Ρωμαίους ο Λασθένης, που τους αντιμετώπισε με τα ευκίνητα κρητικά καράβια μπροστά στο νησάκι Δία, στην θαλάσσια περιοχή του σημερινού Ηρακλείου. Ο Μάρκος Αντώνιος πατέρας πέθανε ντροπιασμένος, ύστερα από λίγους μήνες.
Πέρασαν ακόμα πέντε χρόνια ελευθερίας, αλλά και έντονων διπλωματικών διαβουλεύσεων. Στη διάρκειά τους, οι Ρωμαίοι ακυρώσανε τη συνθήκη του Μάρκου Αντωνίου με τους Κρητικούς, γιατί ατίμαζε το ρωμαϊκό όνομα, και άρχισαν να ετοιμάζονται σοβαρά για να τιμωρήσουν τους ατίθασους νησιώτες.
Το 71 πριν από τη βίαιη αναχρονολόγησή μας οι Κρητικοί, για να προλάβουν τον κίνδυνο, έστειλαν μια τριανταμελή πρεσβεία στη Ρώμη. Εκεί, όμως, οι Ρωμαίοι - επηρεασμένοι από την οργή του συγκλητικού Λέντουλου Σπινθήρα - πρότειναν βαρείς όρους ειρήνευσης («μη επιθέσεως» θα το λέγαμε σήμερα): (α) παράδοση του στόλου (β) τετρακόσιους ομήρους, ανάμεσά τους τον Λασθένη και τον Πανάρη (γ) 4.000 ασημένια τάλαντα.
Σκόπιμα, για ν’ απορριφθούν από τους Κρητικούς, όπως και έγινε.
Δύο χρόνια μετά - δηλαδή το 69 πριν από τη βίαιη αναχρονολόγησή μας - ο Κόιντος Καικίλιος Μέτελλος αποβιβάζεται με τρεις λεγεώνες στο νησί κοντά στην Κυδωνία, στα αρχαία Χανιά. Εκεί αντιπαρατάσσονται 24.000 Κρητικοί με επικεφαλής τον αρχιστράτηγο Λασθένη και τον τοπικό αρχηγό τους τον Πανάρη, αλλά ο αγώνας στη στεριά είναι άνισος και η γενναιότητα δεν μετράει. Ο Πανάρης μπαίνει στην Κυδωνία, όπου πολιορκείται από τον Μέτελλο και παραδίνεται με συνθήκη, ενώ ο Λασθένης πηγαίνει στην Κνωσσό για να συνεχίσει τον αγώνα. Εκεί, κάνει άμυνα όσο μπορεί. Μετά καίει τους θησαυρούς της πόλης για να μην πέσουνε στα χέρια του Μέτελλου και καταφεύγει στην Ιεράπυτνα, στη σημερινή Ιεράπετρα, όπου ενώνεται με τους 4,000 Κρητικούς του Αριστίωνα.
Έχουν περάσει ήδη δύο χρόνια αγώνων σε όλο το νησί. Ο Λασθένης, όταν καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να κρατήσει άλλο κι ότι εδώ στην Ιεράπυτνα θα είναι το τέλος της καταδίωξης, στέλνει μήνυμα στον Μέτελλο ότι θα παραδοθεί. Η συνέχεια όμως του μηνύματός του λέει ότι δεν θέλει να παραδοθεί σ’ αυτόν, αλλά στον Πομπήιο! Έτσι, βάζει τους δυο Ρωμαίους στρατιωτικούς να τσακωθούν μεταξύ τους και μ’ αυτόν τον ελιγμό γλυτώνει την υπαγωγή του σε «θρίαμβο», που σημαίνει ατίμωση πέρα εκεί στην Ρώμη.
Μέχρι εδώ φτάνουν τα αποτελέσματα της έρευνάς μου. Η αρχαιολόγος Βάσω Ζωγραφάκη προσθέτει ένα στοιχείο ακόμα - βρίσκοντάς τον ελεύθερο, εκτός Κρήτης.
Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι ο Λασθένης εκφράζει την τελευταία ελευθερία στην Κρήτη. Μετά απ’ αυτόν θα ακολουθήσει η Ρωμαιοκρατία, η Βυζαντινοκρατία, η Αραβοκρατία, η Ενετοκρατία, η Τουρκοκρατία, για να απελευθερωθεί τελικά η Κρήτη με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Για τέτοιον Κρητικό μιλάμε. Και τώρα αντιλαμβανόμαστε γιατί ένα οδωνύμιο, όπως η Οδός Λασθένους που κάποτε οδήγησε στην ίδια τη Ρώμη, έχει την ισχυρή έννοια του τοπωνυμίου - αφού αφορά ολόκληρη την ίδια την Κρήτη. Με την αληθινή υπόστασή της, την ελευθερία.