Του Κώστα Α.Μπογδανίδη
Ενσταντανέ της εποχής: Ο τύπος παραμονεύει έξω από το μίνι μάρκετ και καλεί τον συγχωριανό του να βγει έξω. Με το που βγαίνει, χωρίς δεύτερη κουβέντα τον εκτελεί με την καραμπίνα. Χωρίς λόγο και αιτία, για τους τράφους, για το δρόμο. Για ένα άδειο πουκάμισο. Φτηνή ζωή.
Σε άλλη σκηνή: Δύο νέα παιδιά που έπιναν κούπες όλη νύχτα τα ξημερώματα καρφώνονται σε ένα αυτοκίνητο. Ακόμη πιο φτηνή η ζωή.
Αλλά νάτα πάλι τα σύνορα . Αυτά οδήγησαν δύο μαγκουροφόρους να ανοίξουν ο ένας την κεφαλή του άλλου. Φτηνά τη γλίτωσαν γιατί τα όπλα ήταν ακόμη στο αυτοκίνητο.
Ακολουθούν οι φωτογραφίες του «μη μου ‘γκίζεις μρε», το «ντουλαπάτσι του αυτοτσινήτου, ο άλλος που καλεί τσι …παναζίες , τσι χριστούς για τους γείτονα τις αίγες…
Αυτή είναι η σοβαρή πλευρά του δράματος. Διότι υπάρχει και ο κλαυσίγελως. Μια σειρά "άντριδι" μπροστά στον μυστακοφόρο λυράρη να καταπίνουν κούπες, η φωτογραφία του ακομβίωτου μαυροπουκαμισά υποψηφίου που σηκώνει το χέρι φωνάζοντας…τζαρρ , λες και είναι έτοιμος να μας δείρει !
Ξεχωρίζω κι άλλες φωτογραφίες: της παπαδιάς, του τύπου με τις επιδοτήσεις, την κουμπαροκατάσταση, όλα τα λουλούδια που ανθίζουν με τις εκλογές!
Από τα πιο τραγικά περιστατικά μέχρι τα κωμικά της καθημερινότητάς μας η Κρήτη μοιάζει συχνά να μπαίνει στο κάδρο της φαιδρότητας.
Είναι όμως αυτή η εικόνα μας; Είναι μια πραγματική αποτύπωση ή ένα στιγμιότυπο που μας αδικεί; Μήπως υπάρχει ένα φωτεινότερο πρόσωπο που χάνεται στη γκρίζα διαδρομή που ακολουθεί τις τελευταίες δεκαετίες ο τόπος μας;
Δεν είμαι σίγουρος για την απάντηση. Θα έλεγα ότι είναι πλασματικές εικόνες που μας αδικούν, αλλά σίγουρα πολλές φορές δίνουν τον τόνο. Κι επειδή δεν βλέπουμε την καμπούρα μας, ρωτήστε έναν (σοβαρό) παρατηρητή, ένα «κσένο» που μας αγαπά και μας βλέπει με καλή διάθεση.
Η αντίφαση των ανθρώπων, οι περίεργες σχέσεις, η αρνητική αύρα που έχουμε με την ιστορία μας ενίοτε μας οδηγεί σε παρερμηνείες, σε κακοτοπιές που δεν φανταζόμαστε. Μια κοινωνία, που ενώ όλος ο κόσμος τρέχει με χίλια μοιάζει να έχει δέσει χειρόφρενο , αρκετές φορές πάει με όπισθεν!
Ο Καζαντζάκης έλεγε πως «η Κρήτη δεν θέλει νοικοκυραίους, θέλει κουζουλούς. Αυτοί οι κουζουλοί την κάνουν αθάνατη». Αλλά είπε…κουζουλούς όχι παράουρους. Κι αυτό κάνει τη διαφορά.