ΑΠΟΨΕΙΣ
Χωρίς ρεύμα και νερό ανήμερα των Φώτων
Αυτά τα Χριστούγεννα γνώρισα μια οικογένεια που όπως φαίνεται έζησε πραγματικά και αληθινά Χριστούγεννα, κατάλαβε και από Χριστό πρόσφυγα, και από Χριστό που κρύωνε και από Χριστό πεινώντα και διψώντα και πένητα και γυμνό και ξένο
του Κωνσταντίνου Γκαντάτσιου
Ανήμερα Θεοφανείων σε κάποιο χωριό της ενδοχώρας του Ηρακλείου δύο γνωστοί συζητούν. Ο ένας άνεργος, προ καιρού εποχιακά εργαζόμενος, αναγγέλλει χαμηλόφωνα τα νέα στον συνομιλητή του: " ξέρεις μου έκοψαν το ρεύμα και το νερό..."
Ανήμερα των Φώτων, 2017, τι ειρωνεία ε; Γιορτή αγιασμού των υδάτων και ένας ακόμη άνθρωπος-συμπολίτης μας βρέθηκε να είναι χωρίς ρεύμα και χωρίς νερό, "ξέρεις, του λέει, Παλεύω, παλεύω να σταθώ όρθιος" όσο τα έλεγε αυτά ό συνομιλητής του παρατηρούσε το πρόσωπό του, ήταν γαλήνιο, δίχως γρίνια, χωρίς ίχνος παραπόνου και αγκομαχητού, χωρίς καμία ένδειξη αναζήτησης βοήθειας ή ελεημοσύνης.
Συνεχίζει: "το λέω μόνο σε εσένα", του είπε, "Χθες πέρασε ο παπάς να φωτίσει κι εγώ τον άκουσα και μπήκα στο πιο μέσα δωμάτιο, ξαναχτύπησε την πόρτα, κρύφτηκα πιο βαθειά σαν κυνηγημένος, κρύφτηκα και συνάμα ντράπηκα, αν του άνοιγα θα καταλάβαινε πως δεν είχα ρεύμα...", "δεν ήθελα να υποχρεωθώ, μια φωνή μου έλεγε να του ανοίξω και να του πω τι περνώ μέρες τώρα και ίσως να με βοηθούσε, αλλά ξέρεις τώρα ποιον πρώτα και πόσο μπορεί να βοηθήσει, όλοι τώρα περνούν λίγο πολύ δύσκολα..."
Δεν είχε ρεύμα, ούτε νερό, "κομμένα" και τα δυο από τις τελευταίες μέρες του 2016 (υποθέτω πως θα ήταν αρκετές) μέχρι και τις πρώτες μέρες του 2017. Για αυτόν ίσως να ήταν το ίδιο, σαν να μην άλλαξε ο χρόνος, ο συνομιλητής του περιεργάστηκε τους στολισμένους δρόμους με τα λαμπιόνια, τις γιρλάντες των δρόμων και τις πασπαλισμένες βιτρίνες των καταστημάτων με ψεύτικο χιόνι από φελιζόλ. Κλισέ ευχές, κρύα χαμόγελα, τυπικές χαιρετούρες, όλα "δήθεν". Οι κάδοι ήταν γεμάτοι με σκουπίδια, περιτυλίγματα δώρων, σακούλες και χαρτιά από χασαπιά παρέα με μπόλικα αποφάγια εορταστικών τραπεζιών ικανά να ταΐσουν τις γάτες της γειτονιάς. Στο δρόμο επικρατούσε ησυχία, ησυχία της καλοπέρασης των τελευταίων χορτάτων που ίσως ακόμη δεν ήρθε η σειρά τους, αυτών που μάλλον δεν κατάλαβαν Χριστούγεννα, αυτών που έμειναν στις ευχές των χειλέων και στα περιτυλίγματα των δώρων.
Κλείνοντας θα σας πω λίγα μόνο από αυτά που μου επιτρέπεται να σας μεταφέρω για το τέλος αυτής της ιστορίας.
Αυτά τα Χριστούγεννα γνώρισα μια οικογένεια που όπως φαίνεται έζησε πραγματικά και αληθινά Χριστούγεννα, κατάλαβε και από Χριστό πρόσφυγα, και από Χριστό που κρύωνε και από Χριστό πεινώντα και διψώντα και πένητα και γυμνό και ξένο. Μακριά από παχιά λόγια, ψεύτικες κλισέ ευχές, τυπικότητες και σαχλαμάρες.
Μια οικογένεια λοιπόν που έπεσε στην αντίληψή της η πραγματική ανάγκη ενός συνανθρώπου της, τον πλησίασε αθόρυβα και διακριτικά και του πρόσφερε στέγη. Ναι, καλά ακούατε στέγη μέχρι να βρεθεί μια οριστική λύση ρυθμίζοντας ο ίδιος τις εκκρεμότητες για το δικό του σπίτι. Του εξασφάλισε για όσο χρειαστεί και στέγη και τροφή περιμένοντάς τον καθημερινά να καθίσουν και οι τέσσερίς τους γύρω από το ίδιο τραπέζι της οικογένειας ως ένα ακόμη μέλος της οικογένειάς τους, σαν να είναι ο αγαπημένος τους αδελφός, ο συγγενής, ο εκλεκτός τους φίλος.
Παιδιά να σας πω κάτι, δεν θέλω να σας το κρύψω, αλλά τους ζήλεψα πραγματικά για το μεγαλείο της ψυχής τους.