ΑΠΟΨΕΙΣ
Γονεϊκή προσκόλληση
Δεν υπάρχουν σχολές γονέων. Ο καθένας λειτουργεί με βάση το ένστικτό του και κάθε γονιός κάνει λάθη, καθώς δεν υπάρχει ο τέλειος γονιός. Καθώς κι ο γονιός είναι άνθρωπος με προτερήματα, ελαττώματα, αδυναμίες.
της Μαρίας Λιονάκη
Γονεϊκή προσκόλλησηΤο πιο πηγαίο γέλιο μας ποιος το προκαλεί; Το πιο εύστοχο πείραγμα, που ποτέ δεν παρεξηγείται; Την πιο καυστική κριτική, την καλοδεχούμενη όμως, την καλοπροαίρετη, ποιος μας την ασκεί; Ποιος είναι ήλιος και φεγγάρι στη ζωή μας, η Πούλια κι ο Αυγερινός, η Μεγάλη κι η Μικρή Άρκτος, οι Πλειάδες και όλοι οι υπόλοιποι αστερισμοί μαζί; Ο χρυσός της ζωής μας; Το σύμπαν ενός γονιού ποιες συντεταγμένες έχει; Η Πατρίδα κι η Θρησκεία του πώς ορίζονται; Οι χειμώνες και τα καλοκαίρια του;
Είναι μέρες τώρα που διάβασα ένα άρθρο στον ηλεκτρονικό τύπο. Που πολύ με προβλημάτισε. Στη σχέση παιδιών και γονιών αναφέρονταν. Διάσημοι ψυχολόγοι, από Πανεπιστήμια του εξωτερικού, της Ελλάδας, μετά από έρευνες αποφαίνονταν. Πως τα παιδιά επιβαρύνονται συναισθηματικά, όταν νιώθουν ότι οι γονείς είναι προσκολλημένοι πάνω τους. Πως τα παιδιά κουράζονται να είναι φίλοι των γονιών τους, να τους κάνουν παρέα, ιδίως όταν οι γονείς εκμυστηρεύονται προσωπικά τους θέματα σε αυτά ή είναι μοναχικοί, εσωστρεφείς. Πως χάνουν τη παιδικότητά τους και πως επωμίζονται ένα ρόλο που δεν τους ανήκει. Που τον νιώθουν δυσβάστακτο. Που τους μαυρίζει άδικα την ψυχή. Που τους κάνει να θέλουν να απομακρυνθούν από την οικογένεια, αλλά παράλληλα βιώνουν τύψεις, όταν το κάνουν. Πως ακόμη τα παιδιά καταπιέζονται και αντιδρούν αρνητικά, όταν νιώθουν ότι οι γονείς είναι υπερπροστατευτικοί ή αδιάκριτοι. Όταν τους λένε συνεχώς, καταιγιστικά, τι να προσέχουν, όταν κρίνουν τις επιλογές τους.
Έκπληξη ακολούθησε την ανάγνωση αυτού του άρθρου, που επειδή με σύγχυσε δεν το αποτέλειωσα. Είναι δυνατόν να συμβαίνουν στον κόσμο μας τέτοια πράγματα; Είναι ο Έλληνας γονιός τέτοιος άνθρωπος; Από εκείνους; Ανακατεύεται σε όλες τις φάσεις της ζωής του παιδιού του στη ζωή του; Όχι μόνο στην παιδική ηλικία που είναι απαραίτητο, στην εφηβική που είναι λιγότερο, μα είναι, αλλά και μετά; Παρακολουθεί πού, πώς αφιερώνει το χρόνο του, ποιες παρέες κάνει, πόσα μαθήματα χρωστάει σα φοιτητής, πότε σχολάει κάθε βράδυ από το Πανεπιστήμιο; Όπως σχολούσε από το Δημοτικό; Θέλει το παιδί του, ακόμα κι όταν πατήσει τα –αντα κοντά του, να του μαγειρεύει, να του σιδερώνει, να του βάζει το θερμόμετρο στον πυρετό; Για να δουλεύει απερίσπαστο;
Αποζητά την παρέα του για ένα σινεμά, μια ταβέρνα, έναν καφέ, ένα ταξίδι; Θεωρεί ύψιστη τιμή, σαν του προέδρου Δημοκρατίας, όταν τον πάρει το παιδί του τηλέφωνο; Και δε θέλει να τελειώσει ποτέ αυτή η ευδαιμονία; Θέλει να του είναι χρήσιμος ως γονιός και μετά το γάμο του; Να του πει τη γνώμη του για το γάμο του; Λέει στο παιδί του δικούς του καημούς; Γκρινιάζει για την πλήξη, τη ρουτίνα της δικής του ζωής;
Βρίσκουμε άραγε όλοι μας σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό τον εαυτό μας σε όλο αυτό; Επενδύουμε άραγε πάρα πολύ στα παιδιά μας, φορτώνοντας τα με τα δικά μας ανεκπλήρωτα κι αυξάνοντας το άγχος τους να επιτύχουν; Σεβόμαστε και στηρίζουμε τις όποιες επιλογές τους; Τους λέμε την άποψη μας, κινδύνους και παραμέτρους κάθε εγχειρήματός τους που με την πείρα μας εκτιμάμε, χωρίς να επαναλαμβάνουμε όμως τα ίδια και τα ίδια συνεχώς , καθώς οι πολλές συζητήσεις και επαναλήψεις τα απωθούν και φέρνουν συχνά από αντίδραση την αντίθετη συμπεριφορά; Τα φορτώνουμε με τις φοβίες μας; Λειτουργούμε ως θετικά πρότυπα γι’ αυτά; Διδάσκουμε δηλαδή με το δικό μας παράδειγμα, αθόρυβα, χωρίς κατηχήσεις την αγάπη μας για τα βιβλία, τη μόρφωση, την τέχνη, το περιβάλλον, τη σωστή οδήγηση, τη σωστή συμπεριφορά προς τους ηλικιωμένους, την ψύχραιμη διαχείριση κρίσεων, τη γρήγορη επάνοδο μετά από μια θλίψη; Μας βλέπουν ευτυχισμένους, δημιουργικούς ως γονείς ή να αργοσερνόμαστε με τις πυτζάμες από καναπέ σε καναπέ, δειλοί και μοιραίοι αντάμα κι άρα νιώθουν ότι πρέπει να μας νταντέψουν, πως όλη η πηγή ευτυχίας μας είναι αυτά και μόνο αυτά κι άρα πρέπει να τη συντηρούν; Έχουμε ζωή πέρα απ’ αυτά; ‘Η γυρνάμε κάποια στιγμή και τους λέμε ότι θυσιαστήκαμε να τα μεγαλώσουμε; Ήθελαν αυτά να θυσιαστούμε; Επιδεικνύουμε τη σχέση μας με αυτά, τα ταλέντα τους για να αποδείξουμε πόσο πετύχαμε στο ρόλο μας ως γονείς; Καμαρώνουμε γι’ αυτά, ακόμα κι αν δεν πέτυχαν για διάφορους λόγους τον πιο υψηλό τους στόχο; Γκρινιάζουμε αν δε γνωρίζουμε τα πάντα για τη ζωή τους, αν δεν μας προτιμούν σαν παρέα; Θα προτιμούσατε εσείς ως παρέα έναν άνθρωπο θλιμμένο, αδιάκριτο, φορτικό; Που λέει σαν μαγνητοταινία όλο τα ίδια και τα ίδια; Που δεν έχει άλλο ενδιαφέρον πέρα από το καθάρισμα και το μαγείρεμα; ‘Η από το να σχολιάζει τους γύρω του; Έναν άνθρωπο που του φταίνε όλοι για τις αποτυχίες του, που όλα τα φοβάται;
Δεν υπάρχουν σχολές γονέων. Ο καθένας λειτουργεί με βάση το ένστικτό του και κάθε γονιός κάνει λάθη, καθώς δεν υπάρχει ο τέλειος γονιός. Καθώς κι ο γονιός είναι άνθρωπος με προτερήματα, ελαττώματα, αδυναμίες. Φοβίες που αυξάνονται με την ηλικία. Κούραση από τα άσχημα, τις δυσκολίες που έχει βιώσει. Δεν πρέπει όμως να σέρνει το παιδί του στον κόσμο της θλίψης του, των αρνητικών συναισθημάτων, των φόβων του. Ούτε να αγκιστρώνεται σαν τον άνθρωπο που πνίγεται απ’ αυτό. Τα παιδιά χαίρονται να βλέπουν τους γονείς τους ευτυχισμένους. Με δράσεις, χόμπι, παρέες, βόλτες, ταξίδια. Δίπλα τους, αλλά όχι ασφυκτικά. Ο γονιός ξαναγεννιέται στο αντάμωμά του με τη δροσιά της νεολαίας, του παιδιού του, βάζει φρένο στα άγχη του, χρώματα στη ζωή του, γελάει με την καρδιά του με τον χιουμοριστικό τρόπο που η νεολαία βλέπει τα πάντα, τον κόσμο και βρίσκει λύσεις. Δανείζεται από τους νέους τη ζωντάνια, την αισιόδοξη ματιά, το ξεκίνημα μετά από κάθε τέλος. Εμπιστεύεται την κρίση και τις επιλογές του παιδιού που με έγνοια, φροντίδα μεγάλη και πολλή αγάπη μεγάλωσε.
-Τη Δευτέρα θα έρθει η μανούλα να σε δει! Θα πάμε μαζί στα Μουσεία, βόλτες, για γρήγορο φαγητό, όπως όταν ήσουν μικρή;
-Τη Δευτέρα έχω δικαστήριο μαμά! Υπερασπίζομαι κάποιον για υπεξαίρεση χρημάτων…
-Δε γίνεται παιδάκι μου… να πεις στον Πρόεδρο του Δικαστηρίου πως έρχεται η μανούλα; Πως θα λείψεις μια μέρα να τη δεις; Να την αναβάλλεται τη δίκη;… δικάζετε άλλη μέρα, δε χάθηκαν οι μέρες πια!!