Της Μαρίας Λιονάκη
Υπάρχουν κάποια σχολεία που τα λένε Εσπερινά, όχι μόνο για το ωράριο τους υποθέτω. Μα γιατί εκεί ξεβράζει το κύμα της ζωής, της γεμάτης βάσανα, σκοτεινής, μεταφορικά Εσπερινής ζωής, το κύμα της εποχής, της δύσκολης, οικονομικά, κοινωνικά, εποχής, κάθε περίπτωση ανθρώπου, παιδιού, μαθητή που δεν του ήρθαν στη ζωή του όλα βολικά. Που ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ στη ζωή του όλα στρωτά, φωτεινά, ημερήσια, ευκολοδιάβατα. Δυο γονείς με δουλειά, που να νοιάζονται, κυρίως να μη μαλώνουν, ένα σπιτικό με φαγητό, ζεστασιά, θαλπωρή, αγάπη. Νηπιαγωγείο, δημοτικό, Γυμνάσιο, όλα στην ώρα τους, όλα φροντισμένα. Όλα φροντισμένα; Υπάρχουν άραγε παιδιά που δεν τα έχουν όλα φροντισμένα; Μα, ας τα πάρουμε από την αρχή…
Λίγες μέρες πριν, η καθηγήτρια στο τμήμα αυτό αναζητούσε μαθητές, ορεξάτους, εξωστρεφείς, με θεατρικές δεξιότητες και θάρρος έκθεσης στους συμμαθητές τους να ενσαρκώσουν ρόλους σε θεατρικό δρώμενο, με αφορμή τη γιορτής της 28ης Οκτωβρίου που της είχε ανατεθεί. Γιορτή που έπρεπε να ετοιμαστεί με όλα τα πρωτόκολλα, τα στάνταρ επιτυχίας, γιατί αλλάξανε και οι διευθυντές στα σχολεία και αυτή δεν ήταν καθηγήτρια ο,τι κι ο,τι. Ήταν καθηγήτρια καθωσπρέπει και θα έκανε το καλύτερο δυνατό. Ετσι γεμάτη γλύκα, ασυνήθιστη λίγο για αρχή σχολικού έτους πλησίαζε τον κάθε μαθητή. Δύο δημοσιογράφους έψαχνε, στην ανάγκη μία κι έναν καλεσμένο που είχε πολεμήσει στον πόλεμο του 40 και θα διηγούνταν ντοκουμέντα εποχής, εστιασμένα στη συμβολή των γυναικών στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Μετά θα έπεφτε από τον υπολογιστή το βίντεο «Γυναίκες Ηπειρώτισσες» της Μαρινέλλας και στην καλύτερη των περιπτώσεων, ενώ το φως θα είχε λιγοστέψει, γυναίκες με φορεσιές εποχής γεροντικές, φορτωμένες δέματα, θα ανέβαιναν σκυφτές κι αργά τα βουνά της Πίνδου, τα σκαλοπάτια προς τη σκηνή, θα βάδιζαν με δυσκολία πάνω στη σκηνή. Μετά το χειροκρότημα των μαθητών ήταν δεδομένο και μάλλον και το χαμόγελο επιβράβευσης της διευθύντριας. Έλα όμως που άλλαι αι βουλαι της καθηγήτριας κι άλλες των μαθητών. Ουδείς δεν ενδιαφερόταν , ενώ οι δικαιολογίες έπεφταν βροχή, σαν αυτή που λαχταρούμε και δεν πέφτει.
Ώσπου ένας μαθητής μαυριδερός, μιση μερίδα, αδύνατος, με μαλλιά αφάνα και ντύσιμο απλό, με βλέμμα πολύ συνεσταλμένο είπε με ένα πολύ όμορφο χαμόγελο: « Εγώ!» . Στα αυτιά της δεν πίστευε η κυρία, μα δεν έχασε λεπτό… Έβγαλε τη φωτοτυπία από το μανίκι της και την προέταξε στο θρανίο, με ύφος : τώρα που τον βρήκαμε να μην τον χάσουμε. ‘Ισα ίσα όμως κουτσοδιάβαζε ο μαθητής της, αλλά αυτή με διπλωματία το είπε το « μπράβο» και το άφησε λίγο στο άγνωστο και υποθετικό το θέμα του θεατρικού. « Κυρία –της εμπιστεύτηκε στο διάλειμμα ένας συμμαθητής του- το παιδί αυτό έχει χάσει και τους δυο γονείς του και ζει με τη γιαγιά του. Δε νομίζω να μπορέσει να παίξει» « Εντάξει, θα δω πως θα το χειριστώ, ευχαριστώ. Να τον έχετε το νου σας, να τον βοηθάτε…» « Ναι κυρία το κάνουμε!»
Πέμπτη, 5 Οκτωβρίου, Παγκόσμια Ημέρα Εκπαιδευτικών, μα λίγο τώρα τελευταία, δεν τα πήγαινε καλά η φιλόλογος της ιστορίας μας με τα κλισέ και τις Παγκόσμιες Ημέρες. Στο Εσπερινό σχολείο μας οι μαθητές ετοιμάζονταν για εκλογές δεκαπενταμελών συμβουλίων , εκλογές επίκαιρες λόγω των ημερών. Είχε ετοιμαστεί το ψηφοδέλτιο, σε λίγο θα χτυπούσε το κουδούνι και θα συγκεντρώνονταν οι μαθητές στο στοιχειωδώς φωτισμένο προαύλιο να παρουσιαστούν στους συμμαθητές τους. Η βραδιά ήταν γλυκιά, ζεστή γενικά, ανυποψίαστη για το κρύο, το χιόνι, τη βαρυχειμωνιά στις ζωές κάποιων μαθητών. Κενό είχε τη δεύτερη ώρα η καθηγήτρια της Ιστορίας μας και είχε στήσει συντροφική κουβέντα με το θεολόγο που διήγαγε επίσης κενό, κουβέντα περί ανέμων και υδάτων.
Όταν η πόρτα άνοιξε με βία και εισήλθαν στο γραφείο των καθηγητών τρεις μαθητές και η διευθύντρια. Μετέφεραν μαθητή που είχε σχεδόν λιποθυμήσει από αφαγία. Ένωσαν δυο καρεκλάκια και τον ξάπλωσαν, εντοπίζοντας κατευθείαν τα αίτια της κατάστασης τους, από δικές του γεμάτες ντροπή εκμυστηρεύσεις. Δεν είχε φάει! εξομολογήθηκε σε συμμαθητή του , ενώ η κινητοποίηση όλων, της διευθύντριας, ήταν άμεση για τη συνδρομή του. Τρέχοντας έτρεξε στο φουρνο- ζαχαροπλαστείο της γειτονιάς η καθηγήτρια που αναγνώρισε τον πρόθυμο μαθητής της για το θεατρικό. Με λύπη γέμισε μια τσάντα με όσα μπόρεσε κι έτρεξε πίσω γρήγορα. Να προλάβει να του δώσει να φάει να νιώσει καλύτερα, ενώ ήδη από το γραφείο της διευθύντριας του είχε χορηγηθεί χυμός. Στη βιάση της πάνω δεν πήρε ούτε καν ζακέτα, μα δεν κρύωνε για αυτό. Κρύωνε για όλα αυτά τα τόσο διαφορετικά από τη δική της ζωή. Αυτά που δεν μπορούσε σε τέτοιο βαθμό να φανταστεί, αυτά που δεν ξέρει σε ποιο βαθμό μπορεί να λύσει… Μέσα στο άγχος της γέλασε με ένα χαμόγελο πικρό.
Παγκόσμια Ημέρα Εκπαιδευτικών και σίγουρα θα βρέθηκαν οι κακεντρεχείς, που θα μίλησαν για διακοπές Χριστουγέννων Πάσχα, καλοκαιριού , απροθυμία για αξιολογήσεις για χίλια δυο. « «’Αστους να λένε!» σκέφτηκε: « Δεν ξέρουν τι σημαίνει αλήθεια να είσαι εκπαιδευτικός…»