ΑΠΟΨΕΙΣ
Από την Υμνολογία της Μεγάλης Εβδομάδας
Θα ήταν ευχής έργο, αν ο καθένας έσκυβε με αγάπη πάνω σ’ αυτόν τον ποιητικό πλούτο
Του Γιάννη Γ. Τσερεβελάκη
Τούτες τις μέρες της Μ. Εβδομάδας, της Εβδομάδας των Παθών του Κυρίου και Θεού μας, για να τις νιώσει κανείς, πρέπει να συμμετέχει στις εκκλησιαστικές ακολουθίες. Εκεί, στους ναούς της Ορθοδοξίας, μέσα στο κλίμα της κατάνυξης που δημιουργούν οι ύμνοι και τα αναγνώσματα, μεταρσιώνεται, μετεωροπορεί και μεταφέρεται νοερώς στον τόπο όπου ο Χριστός έπαθε, σταυρώθηκε, θυσιαζόμενος ως εθελόθυτο θύμα υπέρ του κόσμου, και αναστήθηκε από τους νεκρούς, νικητής και τροπαιούχος κατά του Άδη και του θανάτου, του οποίου το βασίλειο κατέλυσε. Κυρίως οι ύμνοι είναι εκείνοι που, με την ποιητική τους δύναμη, τον λυρισμό τους, τη δραματικότητά τους, τον ποιητικό τους λόγο και την εξαίσια μουσική τους, συνεπαίρνουν τον συμμετέχοντα στις ακολουθίες και τον βοηθούν στη βίωση, βήμα-βήμα, του θείου δράματος, με αποκορύφωμα τον σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού. Διότι στην περίπτωση των ύμνων της Μ. Εβδομάδας οι υμνογράφοι διέθεσαν όλο το ποιητικό τους τάλαντο, προκειμένου να συνθέσουν ύμνους αντάξιους των γεγονότων που εξυμνούσαν. Μάλιστα πρέπει να τονίσουμε ότι στα πρόσωπα των υμνογράφων έχουμε την ευτυχή συνάντηση του ποιητή, του μουσικού και του θεολόγου. Υμνογράφοι, όπως ο άγιος Κοσμάς ο Μελωδός, ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός ή η Κασσιανή, οι οποίοι συνέθεσαν τους περισσότερους από τους ύμνους της Μ. Εβδομάδας, κατείχαν άριστα την θεολογία της Εκκλησίας, την ποιητική τέχνη, την ελληνική γλώσσα και συγχρόνως ήταν άριστοι μουσικοί, επειδή οι ύμνοι συνετίθεντο μαζί με τη μουσική τους επένδυση. Από τον λειμώνα των ύμνων αυτών επέλεξα κάποια μουσικά και ποιητικά άνθη, τα οποία και παραθέτω σε μετάφραση, με ένα σύντομο σχόλιο. Ο πρώτος ύμνος είναι ο ειρμός της ε΄ ωδής από τον Κανόνα της Μ. Πέμπτης (ψάλλεται το βράδυ της Μ. Τετάρτης σε ήχο πλ. β΄), ποίημα του σπουδαιότερου των υμνογράφων, αγίου Κοσμά του Μελωδού:
«Οι Απόστολοι, έχοντας συνδεθεί με τον σύνδεσμο της αγάπης,
αφιέρωσαν στον βασιλέα των όλων, τον Χριστό, τον εαυτό τους
και με πόδια πλυμένα κι έτοιμα ξεκίνησαν,
κηρύσσοντας σε όλους το ευαγγέλιο της ειρήνης.»
Για να γίνει κανείς κήρυκας και απόστολος της ειρήνης, όπως οι Απόστολοι του Χριστού, λέει ο υμνογράφος, απαιτούνται ως προϋποθέσεις ο συνδετικός κρίκος της αγάπης, η αφιέρωση στον Χριστό και η κάθαρση της ψυχής. Αλήθεια, ποιος μπορεί ειλικρινά να γίνει ειρηνοποιός, όταν λείπει από μέσα του η αγάπη; Και ποιος μπορεί να αγαπά αληθινά την ειρήνη, όταν απορρίπτει Αυτόν που είναι η ειρήνη του Θεού, η πάντα νουν υπερέχουσα, Αυτόν που κατά τη Γέννησή Του οι άγγελοι έψαλαν το «καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη», Αυτόν που είπε «μακάριοι οι ειρηνοποιοί, ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται» ; Και πώς μπορεί κάποιος να θεωρεί τον εαυτό του ειρηνοποιό, όταν η καρδιά του είναι μαύρη και σκοτεινή από τα πάθη; Γι’ αυτό και πολύ συχνά οι κατά καιρούς «ειρηνοποιοί» αποκαλύπτονται ως υποκριτές, σκληροί δικτάτορες και πολεμοκάπηλοι.
Ο δεύτερος ύμνος είναι ένα τροπάριο από την ε΄ ωδή του ίδιου Κανόνα:
«Ο Δεσπότης Χριστός υποδεικνύει στους μαθητές
της ταπείνωσης το υπόδειγμα.
Κι Αυτός που περιζώνει τον ουρανό με σύννεφα,
Αυτός που στα χέρια Του τη ζωή όλων των όντων έχει,
ζώνεται μια πετσέτα και γονατίζει,
τα πόδια δούλων για να πλύνει.»
Όλο το θέμα εδώ είναι η ταπείνωση, όπως την υπέδειξε στους μαθητές Του ο Χριστός, όταν έπλυνε τα πόδια τους. Ο παντοδύναμος Χριστός, ο Δημιουργός του κόσμου, Αυτός που δίδει τη ζωή σε όλα τα όντα, ταπεινώνεται μπροστά στους μαθητές Του, γίνεται ο ίδιος δούλος, βάζοντας τους μαθητές στη θέση του κυρίου. Η ταπείνωση βρίσκεται στο κέντρο όχι μόνο της πνευματικής αλλά και της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Κι όταν μιλάμε για ταπείνωση, εννοούμε την υπέρβαση της εγωιστικής και αλαζονικής συμπεριφοράς, αυτής που δεν αναγνωρίζει όρια στις διεκδικήσεις έναντι των άλλων, που δεν διακονεί αλλά εξουσιάζει, που παραθεωρεί και περιφρονεί την θυσιαστική αγάπη και αποζητά την εξουσιάζουσα δύναμη. Πρέπει να τονίσουμε ότι η ταπείνωση δεν δηλώνει αδυναμία. Αντίθετα, ταπείνωση είναι η δύναμη της αδυναμίας, της αδυναμίας που νικά τους ισχυρούς, της «αδυναμίας» του Χριστού που νίκησε τους ισχυρούς του κόσμου, όντας ταπεινός και γαλήνιος. Γιατί χρειάζεται δύναμη για να σταθείς με θάρρος μπροστά στην εξουσία, να δείξεις υπομονή και καρτερία, να μείνεις ανυποχώρητος, όταν όλοι νομίζουν ότι το παιχνίδι για σένα έχει χαθεί.
Ένα «αντίφωνο» από τον Όρθρο της Μ. Παρασκευής (ψάλλεται το βράδυ της Μ. Πέμπτης σε ήχο πλ. δ΄) είναι ο επόμενος ύμνος:
«Πάνω στον σταυρό ο ληστής ένα σύντομο είπε λόγο
Βρήκε όμως μεγάλη πίστη, με μια μικρή πράξη σώθηκε
και πρώτος άνοιξε του Παραδείσου την πόρτα και μπήκε.
Δοξασμένος να είσαι, Κύριε, που τη μετάνοιά του δέχτηκες!»
Συχνά οι άνθρωποι ζητούμε από τον Θεό να ικανοποιήσει διάφορα αιτήματά μας, κυρίως σε στιγμές δύσκολες. Και ο ληστής βρέθηκε στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής του, σε μια στιγμή οριακή, καθώς αντιμετώπιζε κατάματα ένα πολύ οδυνηρό θάνατο. Εκείνη τη στιγμή όμως, αντί να ακολουθήσει το ένστικτο της επιβίωσης, που τον πρόσταζε να ζητήσει την σώσει την όποια ζωή του, όπως έπραξε ο έτερος ληστής, απευθύνει προς τον Χριστό τη γνωστή φράση «μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλεία Σου». Μια φράση μικρή, που όμως στάθηκε αρκετή για να γίνει ο πρώτος ένοικος του παραδείσου. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, πολλά λόγια ο Θεός, δεν χρειάζεται βαττολογίες. Χρειάζεται δυνατή πίστη, βαθιά επίγνωση των αστοχιών μας και μετάνοια αληθινή. Ο ληστής λίγες λέξεις είπε, λέξεις όμως που έβγαιναν από μια καρδιά που εμπιστεύθηκε τον Θεό, που αποζητούσε νόημα στον θάνατο, που έδινε απάντηση στο υπαρξιακό πρόβλημα που έχουμε όλοι οι άνθρωποι, όταν βρισκόμαστε ενώπιον των στιγμών εκείνων της ζωής μας, όπου κρίνονται τα πάντα από το «ναι» ή το «όχι» μας.
Ο επόμενος ύμνος είναι ένα τροπάριο από τη ν θ΄ ωδή του Κανόνα του όρθρου της Μ. Παρασκευής (ψάλλεται την Μ. Πέμπτη το βράδυ σε ήχο πλ. β΄):
«Βασιλέα του κόσμου,
Σε περικύκλωσαν οι Εβραίοι σαν αγέλη σκυλιών,
χτύπησαν το σαγόνι σου με ράπισμα,
σου ανέκριναν, ψευδομαρτυρούσαν εναντίον Σου.
Αλλά εσύ υπέμεινες τα πάντα και έσωσες τους πάντες.»
Ο ύμνος είναι μια περιληπτική περιγραφή των παθών του Χριστού και του τρόπου με τον οποίο τα υπέμεινε. Το πιο χαρακτηριστικό σημείο του ύμνου είναι η παρομοίωση των σταυρωτών του Χριστού με αγέλη άγριων σκυλιών. Ο ποιητής άγιος Κοσμάς ο Μελωδός, θέλοντας να δείξει το μένος των Ιουδαίων (κατά βάση των Αρχιερέων, των Φαρισαίων και των Γραμματέων), χρησιμοποιεί το σχήμα της παρομοίωσης, παραθέτοντας και όλα όσα, σαν αγριεμένα σκυλιά, έπραξαν κατά του Χριστού, προβάλλοντας έτσι καλύτερα τη δική Του στάση, μια στάση υπομονής και καρτερίας. Όμως αυτή η στάση ήταν που έφερε το σωτήριο για τους ανθρώπους αποτέλεσμα. Ο Χριστός δεν τιμωρεί, δεν εκδικείται, δεν υβρίζει, δεν αντιδικεί, αλλά υπομένει από αγάπη προς τον άνθρωπο, γιατί η αγάπη, όπως γράφει ο απόστολος Παύλος, «εκείνος που αγαπάει έχει μακροθυμία, έχει καλοσύνη….δεν είναι εγωιστής ούτε ευερέθιστος, δεν μνησικακεί, δεν χαίρεται για το στραβό που γίνεται, αλλά μετέχει στη χαρά για το σωστό‧ εκείνος που αγαπάει όλα τα ανέχεται, σε όλα εμπιστεύεται, για όλα ελπίζει, όλα τα υπομένει.» Αυτό τον δρόμο της αγάπης και της υπομονής μάς δείχνει ο Χριστός με τη στάση Του.
Ο τελευταίος ύμνος είναι ένα τροπάριο από τον Κανόνα του Όρθρου του Μ. Σαββάτου που ψάλλεται σε ήχο πλ. β΄, την Μ. Παρασκευή το βράδυ στον Όρθρο, ποίημα του αγίου Κοσμά του Μελωδού.
«Με τον θάνατό Σου μεταβάλλεις τη θνητότητα σε αθανασία,
με την ταφή Σου μεταφέρεις στην αφθαρσία το φθαρτό ανθρώπινο γένος,
όπως είναι πρέπον στον Θεό,
κάνοντας έτσι αθάνατη την ανθρώπινη φύση που προσέλαβες.
Γιατί το σώμα σου, Δέσποτα, έμεινε άφθαρτο,
αλλ’ ούτε και ψυχή σου εγκαταλείφθηκε στον Άδη,
σαν να ήταν ξένη προς τη θεότητά Σου.»
Ο λίαν θεολογικός και δογματικός ύμνος αυτός αναφέρεται στον θάνατο και την εις Άδου κάθοδο του Χριστού. Το Μ. Σάββατο η Εκκλησία εορτάζει «τὴν θεόσωμον Ταφήν, καὶ τὴν εἰς ᾍδου Κάθοδον τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἑορτάζομεν δι' ὧν τῆς φθορᾶς τὸ ἡμέτερον γένος ἀνακληθέν, πρὸς αἰωνίαν ζωὴν μεταβέβηκε», όπως διαβάζουμε στο συναξάρι της ημέρας. Ποιος ο λόγος του θανάτου και της ταφής του Χριστού; Ο Χριστός με τον θάνατο και την ταφή Του, που δείχνουν ότι ήταν αληθινός άνθρωπος, χαρίζει το μεγαλύτερο δώρο στον άνθρωπο: την νίκη κατά του θανάτου. Η θνητή και φθαρτή ανθρώπινη φύση, καθώς προσελήφθη από τον Χριστό και ενώθηκε με τη θεία φύση, γίνεται αθάνατη και άφθαρτη. Το δείχνει το γεγονός ότι η σάρκα του Χριστού δεν διαλύθηκε στα «ἐξ ὧν συνετέθη», όπως συμβαίνει με τα σώματα των ανθρώπων, ενώ και η ψυχή Του, που κατέβηκε στον Άδη, δεν παρέμεινε δέσμια εκεί, όπως συμβαίνει με τις ψυχές των ανθρώπων. Αυτή τη δυνατότητα της αφθαρσίας και της αθανασίας χάρισε ο Χριστός σε μας τους ανθρώπους, καθώς η εκ νεκρών Ανάστασή Του είναι η εγγύηση της δικής μας αθανασίας, υπό την προϋπόθεση ότι ζούμε τη ζωή του Χριστού.
Με αυτή την πολύ σύντομη περιδιάβαση στο χώρο των ύμνων της Μ. Εβδομάδας δώσαμε μια μικρή εικόνα του υμνολογικού πλούτου των ημερών. Θα ήταν ευχής έργο, αν ο καθένας έσκυβε με αγάπη πάνω σ’ αυτόν τον ποιητικό πλούτο, όχι απλώς για να τον γνωρίσει, να γνωρίσει τους δημιουργούς του και να πάρει μια γεύση από τον πλούτο της ποιητικής τους γλώσσας, αλλά προπάντων να βιώσει τα σωτηριώδη γεγονότα της Μ. Εβδομάδας, κάτι που είναι και το κυρίως ζητούμενο για κάθε ορθόδοξο χριστιανό.