«Αβραάμ…ή «έχετε ένα ευρώ», ένας πραγματικά ξεχωριστός άνθρωπος»

Γιώργος Αντωνάκης
Γιώργος Αντωνάκης

" – Πότε θα παίξω; μου έλεγε."

Του Γιώργου Αντωνάκη, Καλλιτεχνικού Διευθυντή Δ.Η.

 

Με αφορμή το άρθρο του κυρίου Νίκου Φλεμετάκη «Η ξεχωριστή περίπτωση του κυρίου Αβραάμ ή…έχετε ένα ευρώ» στο site σας, θα ήθελα κι εγώ με την σειρά μου να προσθέσω μερικά γεγονότα φωτίζοντας περισσότερο την προσωπικότητα ενός ανθρώπου που έζησε στην πόλη μας και που τον χαρακτήριζε η ευγένεια και η προσφορά.

Με τον Αβραάμ είχαμε μία ιδιαίτερη σχέση. Περίμενε από μένα να τον βγάλω στο «σανίδι». Του άρεσε το τραγούδι αλλά και το θέατρο. Γνώριζε σχεδόν όλα τα κλασσικά Ελληνικά και Ξένα θεατρικά έργα, τους μεγάλους ρόλους, τους κορυφαίους ηθοποιούς. Η Κυβέλη, η Κοτοπούλη, ο Βεάκης, ο Κατράκης και η Παξινού ήταν οι αγαπημένοι του. 

  – Πότε θα παίξω; μου έλεγε                                                                                                                          

 Κι εγώ δεν του χάλασα το χατίρι. Δύο φορές σε εκδηλώσεις στο Πολύκεντρο τον ανέβασα στη σκηνή. Στην πρώτη προσπάθησε να ερμηνεύσει απόσπασμα από το «Ημερολόγιο ενός Τρελού» του Νικολαϊ Γκόγκολ που του είχα δώσει και είχαμε κάνει αρκετές πρόβες στο γραφείο μου. Αφού είπε τις πρώτες παραγράφους – με δικά του λόγια βεβαίως – σταμάτησε γιατί δεν θυμόταν τη συνέχεια. Ο κόσμος τον καταχειροκρότησε και αυτός το χαιρόταν δεόντως υποκλινόμενος πολλές φορές.

Άλλη μία φορά πάλι, είχαμε τους «Χαΐνηδες» στο Πολύκεντρο και κάποια στιγμή ο Δημήτρης Αποστολάκης φώναξε στη σκηνή– όπως είχαμε συμφωνήσει – τον Αβραάμ, που περίμενε καρτερικά για να συνεχίσει το πρόγραμμα. Η χαρά του ήταν μεγάλη καθώς ανέβηκε στη σκηνή. Είπε 2 τραγούδια, καταχειροκροτούμενος και δεχόμενος τους επαίνους του Αποστολάκη που είχε ενθουσιαστεί.

Στην Όαση τον είχα συχνά. Ερχόταν νωρίς και έφευγε επίσης νωρίς για το Γηροκομείο. Πήγαινε και κολλούσε στη σκηνή. Τραγουδούσε μαζί με τους καλλιτέχνες. Σε μία συναυλία του Μάριου Φραγκούλη ενθουσιάστηκε. Πλησίασε στη σκηνή και άρχισε να τραγουδάει. Τον πήρε είδηση ο Φραγκούλης, ο οποίος τον ενθάρρυνε να τραγουδήσουν μαζί. Ήταν από τις καλύτερες στιγμές του. Πάντα με ρώταγε αν στις εκδηλώσεις μας είχαμε συμπεριλάβει τον Φραγκούλη.

Αυτό όμως που θα θυμάμαι πάντα και θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας είναι ότι κάποτε – πάνε 15 χρόνια από τότε – ήρθε στο γραφείο και μου είπε ότι θα ήθελε να μου δώσει 50.000€ για να βοηθήσω νέους καλλιτέχνες που έχουν ανάγκη.   Του εξήγησα ότι αυτό δεν μπορώ να το κάνω μόνος μου και ότι θα έπρεπε να το κάνει ο Δήμος μέσω του Δημοτικού Συμβουλίου. Δεν του άρεσε αυτό. Ήθελε εγώ ο ίδιος να το κάνω και μάλιστα να μην το πω σε κανέναν γιατί φοβόταν ότι κάποιο κοντινό σ’ αυτόν πρόσωπο αν το μάθαινε θα τον απέτρεπε. Φώναξα τότε τον Αντιδήμαρχο Οικονομικών και του εξήγησα την προσφορά του Αβραάμ. Αυτός μου είπε ότι δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό, καταρχήν που τα έχει τα 50.000€, αυτός ζητιανεύει ένα ευρώ και έχει τόσα λεφτά; Και έπειτα πρέπει να γίνει η διαδικασία πρώτα της αποδοχής από το Δημοτικό Συμβούλιο. Όταν ενημέρωσα τον Αβραάμ για το Συμβούλιο απογοητεύτηκε. Θα το μάθουν όλοι μου είπε, Άστο θα δω τι θα κάνω.

Η ζωή του Αβραάμ Μιστίλογλου ήταν σαν μυθιστόρημα.

Ο φίλος σκηνοθέτης Θέμης Μουμουλίδης, ένα βράδυ που βρισκόμασταν στο «Παγοποιείο» διαβάζοντας στα «σουπλά» (που είχε επιμεληθεί τότε ιδιαίτερα η Χριστιάννα Καρέλλη) την ιστορία του χώρου και της οικογένειας Μιστίλογλου, μου ζήτησε να γνωρίσει τον Αβραάμ.

Από τότε υπήρξαν πολλές συζητήσεις του Θέμη με τον Αβραάμ. Ο Θέμης είχε ξετρελαθεί με την ιστορία του. Σκεφτόταν να γράψει ένα θεατρικό έργο με την περιπετειώδη ζωή του. Μου διηγούνταν κάποια γεγονότα που του είχε εμπιστευτεί, συγκλονιστικά. Την τελευταία χρονιά τον έψαξε αλλά ο Αβραάμ είχε φύγει. Έμεινε ατελείωτο το έργο. Μένει μόνο να διηγείται την ζωή του Αβραάμ στις παρέες ως μία ανεπανάληπτη ιστορία ενός αστού Μικρασιάτη με φοβερές ευαισθησίες, μία πολύ σκληρή παιδική – νεανική ηλικία κι ένα όνειρο για έναν κόσμο που ποτέ δεν έζησε.

Και σε μας μένει να θυμόμαστε πάντα με απέραντο σεβασμό έναν άνθρωπο που έζησε στην πόλη μας, που φορούσε το ρούχο του ζητιάνου και στην πραγματικότητα ήταν ένας ευγενής, πολιτισμένος και αλληλέγγυος Άνθρωπος με Α κεφαλαίο.

                                                                                               


Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ