Το χρέος στην ράτσα

Είναι γεγονός, ότι ο λαός που γνωρίζει την Ιστορία του, κρίνει σχεδόν πάντα σωστά αυτά που συμβαίνουν στο σήμερα, αλλά και προβλέπει ασφαλέστερα αυτά που θα συμβούν στο μέλλον.

Αγαπητό Cretalive,

Αύριο Τετάρτη 3 Οκτωβρίου ο Καλλικράτης παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας Άκη Παυλόπουλου, θα ανακηρυχθεί ως μαρτυρικό χωριό και με την ευκαιρία αυτή  θεώρησα χρήσιμο να υπενθυμίσω, μέρος έστω της ένδοξης ιστορίας του χωριού που γεννήθηκα και αγαπώ.

Όλες οι κοινωνίες συντηρούν έναν θησαυρό ιστοριών και μύθων, που αθροιστικά προσδίνουν ιστορικό νόημα στην ύπαρξη τους. 

Οι ιστορίες αυτές αποτελούνται συνήθως από ένα μείγμα αληθινών και φανταστικών γεγονότων, που ενισχύονται από την συλλογική αίσθηση θριάμβου και υπερηφάνειας αυτών που παραμένουν και τα διηγούνται. 

Ιστορίες που όπως συμβαίνει πάντα είναι αδύνατον να ξεφύγουν από τα στερεότυπα, τις γενικεύσεις και τις υποθέσεις, ειδικά όταν αναφέρονται σ εποχές κατά τις οποίες η καταγραφή των γεγονότων είναι σχεδόν ανύπαρκτη. 

Πολλές από τις γνώσεις αυτές βασίζονται σε προφορικές παραδόσεις που διασώθηκαν από ιστορικούς, από ιστοριοδίφες και φιλόλογους σε μεταγενέστερες περιόδους, και που ελλείψει άλλων πηγών ελάχιστα έχουν ελεγχθεί ως προς την ακρίβεια τους. 

Προφανώς υπάρχουν πλήθος ατομικών γενναίων στιγμών και  ιστοριών, που συνθέτουν την μεγάλη εικόνα των μεγάλων γεγονότων. 

Και για μένα θα ήταν πιο ενδιαφέρον να ακούσω ή να διαβάσω τέτοιες ανείπωτες ιστορίες, πράγμα όμως δύσκολο. 

Θα περιοριστώ λοιπόν σε ότι είναι καταγεγραμμένο και σχεδόν τεκμηριωμένο προκειμένου να είμαι όσο γίνεται  αξιόπιστη. 

Είναι γεγονός, ότι ο λαός που γνωρίζει την Ιστορία του, κρίνει σχεδόν πάντα σωστά αυτά που συμβαίνουν στο σήμερα, αλλά και προβλέπει ασφαλέστερα αυτά που θα συμβούν στο μέλλον.

Στα νότιο-ανατολικά των λευκών Ορέων λοιπόν, υπάρχει μια ράτσα με αξία και συμπεριφορά αντάξια των αρχαίων προγόνων της. 

Μια ράτσα ανυπότακτων μαχητικών ορεσίβιων, που τιμούν την ελευθερία τους περισσότερο από οποιαδήποτε αγαθό. 

Η ράτσα των Σφακιανών

Αδέσμευτο , αυθαίρετο, ατίθασο , αλλά και αληθινά ελεύθερο , ορθώνεται το γένος  των Σφακιανών. Η ασφάλεια, η τάξη και  η ευμάρεια, δεν  αποτελούν γι αυτούς την ουσία της ευδαιμονίας των ανθρώπων.

Έχουν αιώνων τρόπαια οι Σφακιανοί, που μέσα στην μνήμη τους, γίνονται  νόμοι άγραφοι και επιβάλλουν την περιφρόνηση της κακουχίας και του κινδύνου, για την υπεράσπιση υψηλών ιδανικών όπως η ελευθερία και η τιμή, όχι μόνο την δική των, αλλά και των άλλων. 

Εξού και η εθελοντική συμμετοχή Σφακιανών σε πλήθος απελευθερωτικών αγώνων και άλλων περιοχών της πατρίδας μας και όχι μόνο.

Οι θρύλοι, οι παραδόσεις, η μακραίωνη ένδοξη ιστορία, τα ήθη και τα έθιμα, το άγριο και επιβλητικό φυσικό περιβάλλον, συνθέτουν την ταυτότητα των Σφακίων, αναγνωρίσιμη στα πέρατα του κόσμου.

Τα  Σφακιά είναι ένας τόπος άγριος, τραχύς, σχεδόν απάνθρωπος. Δεν μοιάζει με καμιά άλλη περιοχή της Κρήτης.

Από την μιαν άκρη τους ως την άλλη ένας βράχος γυμνός, κοφτερός, χαρακωμένος από τον ήλιο και τις καταιγίδες, που αρχινά από το Λυβικό πέλαγος και υψώνεται και σβήνει στην μεγάλη και άδενδρη Σφακιανή Μαδάρα.

Ούτε νερό και συχνά  ούτε ίσκιος δένδρου να ξαποστάσει λίγο το κορμί και να ημερέψει η καρδιά και το πνεύμα.

Ζώντας σε έναν τέτοιο τόπο η ζωή καταλήγει να΄ναι συχνά ένας πόλεμος κι η καρδιά του ανθρώπου, θέλοντας και μη δεν μπορεί παρά να σκληρύνει σαν την πέτρα που αντιμάχεται.

Αυτή η τραχύτητα της ζωής είναι απεικονισμένη και στα πετρόχτιστα σπίτια των Σφακιανών. Άλλωστε την αρχέγονη ανάγκη θέλει να καλύψει το δομήσιμο υλικό. Να στεγάσει τον άνθρωπο.

Και δεν είναι μόνο η τραχύτητα της ζωής που τον κάνει να παραμελεί κάθε διάκοσμο, μα είναι και το ίδιο το περιβάλλον που του εμπνέει  αυτή την ασκητική  λιτότητα και τον  υποχρεώνει να προσαρμόζει ανάλογα την ζωή του.

Συχνά δεν μπορείς να διαχωρήσεις το ανθρώπινο κατάλυμα από το βουνό.Τόσο έχει ταυτιστεί το κλειστό χωρίς παραθύρια και χρώματα Σφακιανό κτίσμα με το βράχο που το περιζώνει.

Με τούτα τα βουνά έχει δεθεί άρρηκτα η ζωή του Ορεσίβιου.

Στην άφθαρτη μεγαλοπρέπεια τους νοιώθει να ενσαρκώνεται το ιδανικό της ανθρώπινης λεβεντιάς. Σε αυτά τέλος καταφεύγει τώρα και αιώνες για να περισώσει την λευτεριά του.

Είναι στα όρη που βρίσκει ό,τι συντηρεί το κορμί του και εμψυχώνει το πνεύμα του.

Ένα από τα χωριά των Σφακίων είναι και Καλλικράτης, μια υπερήφανη πέτρινη  αετοφωλιά κτισμένη στα 750 μέτρα υψόμετρο, στο ομώνυμο οροπέδιο, των  Νότιο-Ανατολικών  Λευκών Ορέων.

Λέγεται ότι Το 19ο αιώνα κατοικούνταν από 120 περίπου οικογένειες.

Είναι ένα χωριό σχεδόν 100% κτηνοτροφικό με διπλοκάτοικους ακόμη και σήμερα. Το καλοκαίρι δηλαδή  μένουν στο χωριό και το χειμώνα κατεβαίνουν για ξεχειμώνιασμα στα κοντινά παραθαλάσσια χωριά του Λυβικού πελάγους, Πατσιανό, Καψοδάσο, Σκαλωτή, Αργουλέ, κ.α..

Μάλιστα στο χωριό υπήρχε έως και πρόσφατα, πριν περίπου 20 χρόνια, η ας την πούμε πρωτοτυπία, το σχολείο να κάνει διακοπές το χειμώνα αντί το καλοκαίρι. Σήμερα το σχολείο δεν λειτουργεί καθόλου ελλείψει παιδιών…..δυστυχώς.

Οι Καλλικρατιανοί ως αγωνιστές της λευτεριάς θα πληρωθούν με ποταμούς αίματος.

Η θέση του χωριού είναι μια  από τις τρεις εισόδους των Σφακιών αυτή από την μεριά του Ρεθύμνου, κι αυτό έκανε το χωριό πρώτο στόχο για τον εκάστοτε κατακτητή. Για να μπει στα Σφακιά έπρεπε πρώτα να καταστρέψει αυτό το οχυρό.

Το όνομα του το χωριό εικάζεται ότι  το οφείλει στον Σφακιανό Ναύαρχο Μανούσο Καλλικράτη, ο οποίος ηγήθηκε εκστρατευτικού σώματος αποτελούμενο από 1.500 Κρήτες εθελοντές, και πήγαν να συνδράμουν στην υπεράσπιση της Κωνσταντινούπολης.

Αξίζει να δούμε πως περιγράφονται σε δυο-τρία μικρά αποσπάσματα τα γεγονότα εκείνα στο χειρόγραφο του 1460, που βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου του Αγίου Όρους, και συντάχθηκε με βάση τις διηγήσεις ενός εκ των διασωθέντων Κρητικών, του Πέτρου Κάρχα ή Γραμματικού.

Διαβάζουμε λοιπόν στο χειρόγραφο:

«…Ο Δρουγγάριος, Μανούσος Καλλικράτης, μέγας καραβοκύρης, αρχηγός των Σφακιών και άρχοντας του Σελίνου, ηλικίας τότε ογδοήντα χρόνων, επήρε άξαφνα Βασιλικόν μήνυμα, χρυσόβουλον, όπου του έλεγε να υπάγη το ογρηγορώτερον με τα καράβια του και με όσους εμπόρει περισσότερους άντρας εις την Βασιλεύουσαν, όπου εκιντύνευε. Ο Καπετάν-Μανούσος επήρε τότες τέσσερις δρόμωνεις και ένα διάρμενον, ( τύποι καραβιών). Τα καράβια εξεκίνησαν και τα πέντε ομάδι εις τση δεκαοχτώ Μαρτίου από το λιμάνι της Σούδας. Εως τα Δαρδανέλλια εταξείδεψαν χωρίς να συναπαντήσουν Αγαρηνον.

Αλλά ο μεγάλος και τρομερός κίνδυνος τους ανάμενε μέσα εις την Προποντίδα όταν τα καράβια έπλεγαν δίπλα από το Προκονήσι. Τότες εφάνηκαν ξαφνικά εμπρός των πάνω από εξήντα Αγαρηνά πλοία μικρομέγαλα, που ήρχονταν από την Αρτάκην, όπου ήσαν πηγαιμένα δια τάρταλα και σκλάβους και προπάντων δια γυναίκες….»

Σε αυτό το σημείο και βλέποντας ο Μανούσος Καλλικράτης τον πιθανό κίνδυνο να μην μπορέσουν να φτάσουν στην πόλη, αποφασίζει να θυσιαστεί και προσκαλεί εθελοντές, (ανταποκρίνονται 7), να τον ακολουθήσουν εις την απόφαση του αυτή και να θυσιαστούν μαζί του.

Τι έκαμε; Εκμεταλλευόμενος την μεγάλη κακοκαιρία που επικρατούσε στην περιοχή  και τον συνωστισμό πολλών πολεμικών καραβιών, έστρεψε 2 καράβια προς άλλη κατεύθυνση.

Οι Τούρκοι παραπλανώνται και τους καταδιώκουν κι έτσι τα υπόλοιπα καράβια ξέφυγαν και μπόρεσαν να φθάσουν στον προορισμό τους. Ο Μανούσος Καλλικράτης με τους 7 εθελοντές που τον ακολούθησαν έγιναν παρανάλωμα των Τούρκων.

Και διαβάζουμε παρακάτω στο χειρόγραφο:

«….Όταν οι δυό δρόμωνες μας έφθασαν εις την Πόλη και εμπήκαν μέσα εις τον Κεράτιον χωρίς κανένα εμπόδιο, ο Μεγάλος Δομέστικος των Κάστρων εχώρισε τους πολεμάρχους σε δύο τούρμες και τη μια, με αρχηγούς τον Ανδρέαν, τον Γρηγόρη και τον Γραμματικόν, έβαλε να φυλάξη τους τρεις Πύργους-του Βασιλείου, του Λέοντος και του Αλεξίου,-και την άλλη τούρμα να φυλάξη την Ωραία Πύλη, που είναι κάτω από τους πύργους αυτούς, με αρχηγό, τον Καπετάν Παυλή


Ακολουθεί στο χειρόγραφο η περιγραφή των ηρωϊκών μαχών στους πύργους της πόλης που υπερασπίζονταν οι Κρήτες εθελοντές και καταλήγει:

 

«…και, όταν έπεσεν η Πόλη και οι Τούρκοι εμπήκαν μέσα, ως διακόσες χιλιάδες περίπου. Ταχτικοί και Αταχτοι, άλλοι από την Κιρκοπορτα και άλλοι από το ρήγμα του Αγ. Ρωμανού, και όλοι οι Πολέμαρχοι εγκατάλειψαν τας θέσεις των, δια να σωθούν, εις τα πλοία ή οπουδήποτε αλλού, μονάχα η τούρμα της Κρήτης, όσοι εζούσαν, με αρχηγόν τον Καπετάν-Γραμματικόν, εσκέφτηκε, ότι θα ήταν καλύτερον να μείνη στα πόστα της και να εξακολουθήση να πολεμά, μέχρις ότου σκοτωθούν ούλοι παρά να παραδώσουν τα όπλα. Και όταν προς το βράδυ πλέον ο Σουλτάνος είδε και εκατάλαβεν, ότι εμείς δεν είχαμεν σκοπόν να παραδοθούμε, έστειλεν ένα Πασά με δυό αξιωματικούς, που ο ένας εκρατούσε λευκή σημαία και ο άλλος ήταν δραγουμάνος, και μας είπε: - Οτι, επειδής λέγει ο Σουλτάνος εκτιμά την αντρειά μας, μας αφίνει ελεύθερους να φύγωμε για το νησί μας με τα όπλα μας και με ένα από τα καράβια μας.

Τότες αλάβωτοι και λαβωμένοι, το όλον εκατόν εβδομήντα, εκατεβήκαμεν από τους πύργους μας, με τα άρματά μας και εμπήκαμεν εις ένα δρομώνι, που μας έδωκαν. Και όταν εβγαίναμε από το λιμάνι είχεν ειδοποιηθή ο Τούρκικος Στόλος να μη μας πειράξη.

Οταν όμως εβγήκαμεν από τα Δαρδανέλλια και εγώ είδα πως δεν ήταν δυνατόν νʼ ανθέξω, ως πού να φθάσωμεν εις Κρήτη διότι ίσως θα εκάναμεν και οχτώ και δέκα μέρες ακόμη, δια να φθάσωμεν, ζήτησα από τον Καπετάν-Χαλκούσην να βάλη πλώρη στο Αγιον Ορος και να με αφίσει εμένα εκεί, στο μοναστήρι του Βατοπεδίου, όπου ήξερα, ότι υπήρχε πάντα γιατρός, δια να περιποιηθή τση πληγές μου. Και αυτό και έγινε


Σύμφωνα με την λαϊκή παράδοση στους εορτασμούς της επιστροφής των χορεύτηκε για πρώτη φορά ο "ο «συρτός χανιώτικος», ο «βασιλιάς» των Κρητικών χορών.

Έτσι καταγράφεται η ηρωϊκή δράση του Μανούσου Καλλικράτη και των Κρητών εθελοντών υπερασπιστών της Πόλης, και που προς τιμή του, όπως το θέλει η παράδοση, δόθηκε στο χωριό μας το όνομα του.

Στην συνέχεια τώρα και κατά την διάρκεια της Τούρκικης σκλαβιάς, οι Καλλικρατιανοί συμμετείχαν μαζί με τους υπόλοιπους Σφακιανούς σχεδόν σε όλες τις επαναστατικές ενέργειες  που γίνονταν ενάντια στον Κατακτητή με αποκορύφωμα την Επανάσταση του Δασκαλογιάννη το 1770.

Στο πρόσωπο του Δασκαλογιάννη πήρε σάρκα και οστά το όραμα για την αποτίναξη του Τούρκικου ζυγού. Οι Σφακιανοί δεν είχαν, φαινομενικά λόγους να επαναστατήσουν, καθώς απολάμβαναν ένα ειδικό καθεστώς ημιαυτονομίας, με ελάχιστους φόρους κι είχαν αναπτύξει μεγάλο εμπόριο διά θαλάσσης.

Πολύ δεν περισσότερο δεν είχε λόγους να επαναστατήσει ο Δασκαλογιάννης, που όπως αναφέρουν οι Ιστορικοί, ήταν πλούσιος πλοιοκτήτης μεγάλων πλοίων που διέπλεαν όλη την Μεσόγειο  κι έφταναν ως τον Εύξεινο πόντο.

Όμως δεν άντεχαν αυτοί να ζουν σε ευμάρεια και οι αδερφοί τους Κρήτες και υπόλοιποι Έλληνες να ζουν σε καθεστώς σκλαβιάς.

Από αλληλεγγύη και για την αγάπη προς την ελευθερία λοιπόν μπήκαν σε αυτήν περιπέτεια.

Η Επανάσταση αυτή, έμελλε να αποτύχει για πολλούς και διάφορους λόγους. Ένα είναι σίγουρο όμως, ότι οι Σφακιανοί μόνοι σχεδόν, με περίσιο ηρωϊσμό  αγωνίσθηκαν έως εσχάτων. 

4.000 κάτοικοι από τους 11.000 που αριθμούσε ο πληθισμός των Σφακίων εκείνο τον καιρό απέμειναν στα Σφακιά.

Οι απώλειες αυτές μαζί με τις μετέπειτα που ακολούθησαν, ουδέποτε αναπληρώθηκαν και είχαν ως αποτέλεσμα εν πολλοίς και τη  σημερινή πραγματικότητα των Σφακίων , αυτή της ανθρώπινης ερήμωσης.

Αλλά και οι Τούρκοι είχαν  πολυάριθμες απώλειες αφού πάνω από 6.000 έχασαν την ζωή τους .

Το δένδρο της  ελευθερίας ποτίστηκε τότε και με το αίμα των Καλλικρατιανών καθώς κάηκε ολοσχερώς από τους Τούρκους το χωριό  προς αντεκδίκηση για την συμμετοχή του Παπά Σήφη ή Δασκαλόπαπα από τον Καλλικράτη, στην ηγετική ομάδα του Δασκαλογιάννη.

Το χωριό το ξαναέκαψαν και πάλι ολοσχερώς οι Τούρκοι αργότερα το 1821 για την συμμετοχή του στην Επανάσταση του Έθνους.

Επί Κρητικής πολιτείας τα Σφακιά ήταν ο 5ος Νομός της Κρήτης. Και ο Καλλικράτης ήταν όπως μας πληροφορεί το σχετικό διάταγμα σύστασης: «Δήμος Καλλικράτους έχων έδραν το ομώνυμον χωρίον και περιλαμβάνων τα χωρία Καλλικράτη, Ασφένδους, Κολοκάσια, Πατσανό, Φραγκοκάστελον, Αργουλέ, Σκαλωτήν και Καψόδασος και την Μονήν Αγ. Χαραλάμπους».

Στις πρώτες  εκλογές μάλιστα του 1879 είχαν εκλεγεί οι εξής στον Δήμο Καλλικράτους: Δήμαρχος Ανδρέας Ν. Μανουσελάκης Α’ Δημαρχιακός Πάρεδρος Στρατής Παπαδάκης. Β’ Δημαρχιακοί Πάρεδροι, Ανδρέας Παπαδοπετράκης, Νικόλαος Καλανιγάκης.

 

Δημοτικοί Σύμβουλοι: Ιωάννης Μπελιβανάκης, Εμμανουήλ Κ. Βολουδάκης, Πέτρος Α. Μανουσελάκης, Ιωάννης Μπου γιουκαλάκης, Γύπαρης Τσιγδονάκης, Γεώργιος Μπρετσουλής, Ανδρέας Π. Μανουσελάκης, Γεώργιος Λεδάκης.

Και φτάνουμε τώρα στο Μακεδονικό αγώνα.

Όταν το Μάϊο του 1903 ο Παύλος Μελάς παίρνει επιστολή από τον μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη, με την οποία του ζητάει την αποστολή μιας ομάδας για να χτυπήσει τα εξαρχικά χωριά της περιοχής του, εκείνος απευθύνεται για βοήθεια στον ανθυπολοχαγό και φίλο του Σφακιανό Γιώργο Τσόντο (μετέπειτα καπετάν Βάρδα), ο οποίος ανταποκρίνεται και στρατολογεί δέκα γνωστούς του Σφακιανούς, οι 5 από  τον Καλλικράτη, τους οποίους ακολούθησαν 377 εθελοντές.

Τα Κρητικά εθελοντικά σώματα, ήταν τα πολυπληθέστερα όλων, (3.000 σε σύνολον 6.000 ήταν Κρήτες), και κατέφθασαν  πρώτα για να συνδράμουν τον μακεδονικό Αγώνα. Γιατί άραγε; Οι παρακάτω στίχοι του Ασή Γωνιώτη Μακεδονομάχου Παύλου Γύπαρη δίδουν την απάντηση:

«Αχ, όποιος έζησε σκληρά,  σ’ αγέρα σκλαβωμένο, κι έφαγε μ’ αίμα το ψωμί και δάκρυα ζυμωμένο, όποιος της μαύρης της σκλαβιάς δοκίμασε τον πόνο, σκλαβιά και πόνος τι θα πει, εκείνος ξέρει μόνο».

Τούτος ο προαιώνιος κληρονομικός έρωτας των Κρητικών για τη λευτεριά ήταν η κινητήρια δύναμη, που τους έσπρωξε να σπεύσουν να βοηθήσουν τους αδελφούς Μακεδόνες.

Και φθάνουμε τώρα στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο όπου κι εδώ η δράση των Καλλικρατιανών και κατά τον πόλεμο και στην διάρκεια της αντίστασης ήταν μεγάλη. Γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα για μια ακόμη φορά το ολοκαύτωμα του, από τους Γερμανούς το 1943 και την εκτέλεση 29 κατοίκων ανδρών-γυναικών και παιδιών.

Η καταστροφή του χωριού περιγράφεται γλαφυρότατα  στην έκθεση για την καταγραφή των γερμανικών ωμοτήτων στην Κρήτη , η οποία συστάθηκε γι αυτό τον σκοπό το 1945 με κυβερνητική απόφαση

Η επιτροπή αποτελούνταν από τους δυο διακεκριμένους καθηγητές, τον Ιωάννη Καλιτσουνάκη, & Ι. Κακριδή καθώς  επίσης τον  Νίκο Καζαντζάκη, κι έναν φωτογράφο τον  Κώστα Κουτουλάκη.

Η έκθεση που συνέταξαν τα μέλη της επιτροπής , παραδόθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών, αλλά δεν δημοσιεύτηκε ποτέ από το πρωτότυπο. Αντίθετα, δημοσιεύθηκε το αντίγραφο που είχε στείλει ο Καζαντζάκης στον Παντελή Πρεβελάκη.

Περίπου 40 μέρες διήρκεσε η περιοδεία της Επιτροπής (29/7 έως 6/8-1945).

Σε αυτή την Επιτροπή ο Καζαντζάκης, εχτελώντας τη θητεία του στη ράτσα και τους προγόνους, ανέλαβε να αναδείξει όσα έγιναν, όσα χάθηκαν κάτω από τα συντρίμμια κι όσα η λησμονιά του χρόνου θα έσβηνε λίγο αργότερα.

Ήξερε πως παρά τις δυσχέρειες αναλάμβανε ένα σημαντικό έργο, εκπληρώνοντας ένα ιστορικό χρέος

Διαβάζουμε λοιπόν στην εισαγωγή της έκθεσης που συνέταξε η παραπάνω επιτροπή

«Η παρούσα έκθεσις είναι, ελπίζομεν, απολύτως αντικειμενική. Αι  παρεχόμεναι εκασταχού πληροφορίαι εξηλέγχοντο πρώτον αμέσως επί τόπου, καθ΄όσον η Επιτροπή κατά κανόνα δεν απευθύνετο εις μεμονωμένα άτομα, αλλά καλούσα τας αρχάς εκάστου χωρίου, (τον πρόεδρον της κοινότητας, τον Ιερέα, τον διδάσκαλον κ.τ.λ.) και άλλους ευηπόληπτους πολίτας, ήκουεν την έκθεσιν των και συχνά, επί αμφισβητούμενων σημείων, προεκάλει συζήτησιν μεταξύ αυτών.

 Έπειτα, τας ούτως συγκεντρωμένας πληροφορίας , ιδίως προκειμένου περί του αριθμού ανά τα διάφορα χωρία εκτελεσθέντων ανδρών και των καταστροφισών οικιών, εζήτησε πάντοτε να τας εξελέγξει

παραβάλουσα προς τα υπό των επισήμων αρχών (Νομαρχών, Διοικήσεων χωροφυλακής κ.τ.λ.), παρεχόμενα στοιχεία

Όπου υπήρξε ασυμφωνία, η επιτροπή προέκρινε την μετριωτέραν πάντοτε εκδοχήν. Οφείλει πάντως να ομολογήσει ότι σπανιώτατα συνέβη οι υπό ιδιωτών παρασχεθείσαι πληροφορίαι ν΄αποδειχθούν υπερβολικαί.

Εξ΄άλλου είναι βέβαιον, ότι, ό,τι και να λεχθεί διά τα παθήματα της Κρήτης και των ηρωϊκών κατοίκων της κατά το διάστημα της κατοχής, θα είναι πολλοστημόριον των όσων πραγματικά υπέστησαν….»

Και συνεχίζοντας για την περίπτωση του Καλλικράτη η επιτροπή καταγράφει:

«…ο αρχηγός της κεντρικής Κρήτης Εμμανουήλ Μπαντουβάς πιεζόμενος ετράπη προς δυσμάς, καταδιωκόμενος υπό πολυάριθμων Γερμανικών αποσπασμάτων. Συγκρουσθείς μετ΄αυτών παρά το χωριό Καλή Συκιά της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης και απαγκειστρωθείς κατέφυγεν εις την περιφέρειαν Καλλικράτους Σφακίων.

Οι Γερμανοί συνέχισαν την καταδίωξιν της ομάδας Μπαντουβά στα Σφακιά. Την 6/10/43 δύναμις εκ 500 περίπου Γερμανών εισήλθεν εις τον Καλλικράτην ρίπτουσα σφοδρούς πυροβολισμούς προς εκφοβισμόν των κατοίκων και παρεμπόδισιν της διαφυγής των.

Παρά ταύτα το πλείστον των ανδρών κατόρθωσε να διαφύγει χάρις εις το ορεινόν και δασώδες της περιοχής.

Οι υπολειφθέντες - περί τους 30 άνδρες και τα γυναικόπαιδα συνελήφθησαν και εκρατήθησαν εις τον περίβολον της εκκλησίας. Ενισχυθέντες οι Γερμανοί και διά της αφίξεως άλλου στρατού ως και της περιβοήτου ομάδας του Σούμπερτ, ήρχισαν να λεηλατούν το χωρίον και να ανακρίνουν τους κατοίκους κατηγορούντας αυτούς επί συνεργασία μετά του Μπαντουβά

Έπειτα εκμανέντες διά την διαφυγήν τούτου εφόνευσαν πρώτον περί τους 10 άνδρας μετά φοβερών βασάνων εντός ερειπωμένης οικίας, τους δε λοιπούς εις τας οδούς ή εντός  των αυλών των οικιών τους. Εν συνόλω εξετελέσθησαν την 8 / 10/ 43,  άτομα 29

Συγχρόνως με τας εκτελέσεις ελεηλάτησαν και έπειτα  επυρπόλησαν τον Καλλικράτην. Εκ των οικιών εκάησαν περί τας 80 . Εκ των γυναικών συνέλαβαν 20 πάσης ηλικίας, τας οποίας εφυλάκισαν επί έναν μήνα στην Αγιάν

Επειδή δε μετά τούτα ένα τμήμα του στρατού των οδεύον προς νότον εβλήθη υπό ομάδας ανταρτών, οι Γερμανοί συνέλαβαν άλλας 3 γυναίκας εις το χωριό  Καλλικράτης, τας εφόνευσαν εντός οικίας και έπειτα ανετίναξαν αυτή

Η περιοχή εκηρύχθη απαγορευμένη ζώνη, εγκατασταθέντος και μονίμου φυλακίου, τα δε γυναικόπαιδα διεσπάρησαν εις τα βουνά, τα δάση και τα γειτονικά χωρία».

Ο Ιστορικός Ι. Μουρέλος στην Ιστορία της  Κρήτης γράφει: «εμείς οι άλλοι οφείλομεν ευγνωμοσύνη στο λαό των Σφακίων που τόσες φορές εθυσιάστηκε για τους άλλους».

Τα στοιχεία της συλλογικής ευθύνης και της κοινωνικής αλληλεγγύης που χαρακτήριζαν τους Κρητικούς και ιδιαίτερα τους Σφακιανούς, σήμερα εκλείπουν  σε παγκόσμιο επίπεδο,  και είναι από τους λόγους που έχουμε οδηγηθεί στην οδυνηρή πραγματικότητα που βιώνουμε κι εμείς στη χώρα μας.

 

Αδιαφορία για το παγκόσμιο γίγνεσθαι, αδιαφορία για το γίγνεσθαι στην Πατρίδα μας, στη γειτονιά μας στο κοινωνικό και φιλικό μας περιβάλλον, ακόμη και στο ίδιο το σπίτι μας.

 

Κάθε μέρα που περνάει γινόμαστε όλο και περισσότερο ατομιστές, ως που μια μέρα φοβάμαι πως θα εξαφανιστούμε μέσα στον μικρό μας εαυτό.

 

Φτάσαμε στον καιρό όπου η φωτεινή  πλευρά της ράτσας μας εξασθενίζει και παραχωρεί την θέση της στην σκοτεινή πλευρά. Αδυνατούμε σήμερα να κάνουμε όνειρα, να ενθουσιαστούμε από ιδέες, και να προσπαθήσουμε συλλογικά για την πραγματοποίηση τους.

 

Οι λόγοι εκτός των προαναφερομένων είναι και πολλοί άλλοι. Κυρίως όμως η έλλειψη ηγετών όπως ήταν ο Δασκαλογιάννης και πολλοί άλλοι κατά το παρελθόν.

 

Ηγέτες  που να μας εμπνεύσουν, να μας εμψυχώσουν να μας κάνουν πιστέψουμε στον εαυτό μας και στις δυνάμεις μας και να μας πείσουν ότι όλοι μαζί μπορούμε να κάνουμε τα αδύνατα δυνατά.

Οι Σφακιανοί, ευτυχώς ακόμη και σήμερα συνεχίζουν να κρατούν ψηλά τη σημαία της  λεβεντιάς, του  πατριωτισμού, της ευγένειας και της  φιλοξενίας. Η αίγλη τους συνεχίζει να αναγνωρίζεται και από τους  υπόλοιπους Κρητικούς, τόσο ώστε, οι περισσότεροι από τους κατοίκους του  νησιού, να ισχυρίζονται με καμάρι ότι έχουν προγονική ρίζα από τα Σφακιά!

«Σ΄όσους με ξερωτήσανε ποιας μάνας είμαι γέννα, είπα΄ντως πως μ΄ανάστησε των Σφακιανό το αίμα…»

 

Ας υποκλιθούμε για μια φορά ακόμη  στην ράτσα μας, ας κρατήσουμε άσβεστη την μνήμη τους , να την μεταλαμπαδεύσουμε και στις επόμενες γενεές και να είναι πάντα φάρος οδηγός τους , στην οδό της τιμής, του  χρέους και της ευθύνης.

 

Ιδιαίτερα σήμερα που οι αρχές και οι αξίες, τις οποίες πρώτοι εμείς οι Έλληνες διδάξαμε στους λαούς του κόσμου, βρίσκονται σε μεγάλο κίντυνο, είναι επιβεβλημένο τα ηρωϊκά επιτεύγματα των προγόνων μας, να προβάλλονται και να αναδεικνύονται προκειμένου  να αναβαπτιζόμαστε όλοι μας στο παράδειγμα τους.

 

Το χρέος στην ράτσα είναι η ευχή που συνοδεύει τα Κρητικόπουλα και αποδίδεται καταπληκτικά στο παρακάτω κείμενο:

 

«´Ο παππούς γέρο Σήφακας έβαλε τη χερούκλα του, απάνω από το κεφάλι του εγγονού που θα πήγαινε στην πρώτη τάξη του σχολείου:

-Να μας ξεπεράσεις όλους εγγονέ, είπε. Εμείς οι Κρητικοί πρέπει να ξέρεις, δεν είμαστε σαν τους άλλους ανθρώπους, έχουμε δουλειά διπλή.

Στον αποδέλοιπο κόσμο, είσαι βοσκός; Δεν έχεις το νου σου παρά στα πρόβατα.

  Είσαι ζευγάς; Στα βόδια, στη βροχή, στα σπαρμένα.

Είσαι έμπορος; Στις πραμάτιες σου.

Μα ο Κρητικός έχει στον νου του και την Κρήτη! Κι αυτή ’ναι μεγάλος μπελάς, σου το λέω και να το κατέχεις”.

Πρόκειται όπως καταλάβατε για το μεγάλο γιο της Κρήτης, το Νίκο Καζαντζάκη, και τα λόγια αυτά είναι του Παππούς του προς αυτόν.

 

Ο μεγάλος αυτός Κρητικός με την σειρά του, μας δίνει την δική του ως του παράγγειλε κι αυτουνού ο Παππούς του παραγγελιά:

 

«Ν΄αγαπάς την ευθύνη. Να λες εγώ μοναχός μου έχω χρέος να σώσω τον κόσμο. Αν δεν σωθεί ο κόσμος εγώ θα φταίω».

 

Ελένη Βουγιούκαλου,

Πρόεδρος του Ανοιχτού Λαϊκού Πανεπιστημίου

 

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ