ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Τράπεζες: Φρένο στις αυξήσεις επιτοκίων στις καταθέσεις
Οι εναλλακτικές με υψηλότερες αποδόσεις για τους καταθέτες
Τη διατήρηση των επιτοκίων στις καταθέσεις στα τρέχοντα επίπεδα τουλάχιστον έως το τέλος της εφετινής χρονιάς, έχουν αποφασίσει οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που διατύπωσαν κατά τις πρόσφατες τηλεδιασκέψεις τους με αναλυτές, ο βαθμός προσαρμογής τους τα επόμενα τρίμηνα στις μεταβολές των διατραπεζικών δεικτών euribor, θα παραμείνει χαμηλός.
Από τη μία πλευρά στους λογαριασμούς Ταμιευτηρίου δεν αναμένονται μεταβολές, ενώ στα προϊόντα προσυμφωνημένης διάρκειας, αν υπάρξουν, θα είναι περιορισμένης κλίμακας.
Την ίδια στιγμή όμως τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν λανσάρει πλήθος επενδυτικών προϊόντων με μηδενικό ρίσκο για το αρχικό κεφάλαιο, που υπό προϋποθέσεις μπορούν να προσφέρουν σημαντικά υψηλότερο κέρδος σε σύγκριση με τις προθεσμιακές καταθέσεις.
Πρόκειται ένα θέμα που συζητήθηκε στην πρόσφατη συνάντηση που είχε το προεδρείο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών με τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη, κατά την οποία συμφωνήθηκε η διενέργεια ενημερωτικών καμπανιών για τις εναλλακτικές μορφές αποταμίευσης.
Στόχο των τραπεζών με αυτήν τη στρατηγική αποτελεί η εξοικονόμηση πόρων που θα επιτρέψει τη διατήρηση των επιτοκίων στις χορηγήσεις σε όσο το δυνατόν χαμηλότερα επίπεδα, στο τρέχον περιβάλλον αυστηρής νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ.
Άλλωστε, ήδη έχουν παγώσει τις δόσεις στο σύνολο των εξυπηρετούμενων ενυπόθηκων στεγαστικών και επισκευαστικών δανείων, ενώ επιδοτούν στα ευάλωτα νοικοκυριά το 50% της επιβάρυνσης από την αύξηση των δεικτών euribor.
Ταυτόχρονα, έχουν περιορίσει τις αναπροσαρμογές στο κόστος των νέων χρηματοδοτήσεων, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση τα σταθερά επιτόκια στη στεγαστική πίστη, τα οποία παραμένουν τους τελευταίους μήνες αμετάβλητα. Από την άλλη στα κυμαινόμενα έχουν μειωθεί τα spreads.
Με τον τρόπο αυτό από τη μία πλευρά στηρίζουν τους πελάτες τους που έχουν δανειοδοτηθεί στο παρελθόν και από την άλλη διατηρούν σε όσο το δυνατόν πιο ελκυστικά επίπεδα γίνεται, τα επιτόκια στις νέες χορηγήσεις.
Μέσω αυτής της πολιτικής στοχεύουν να κρατήσουν ζωντανή την αγορά των δανείων, ειδικά στη λιανική τραπεζική που συνεχίζει τις χαμηλές πτήσεις στις εκταμιεύσεις.
Τα επιτόκια σήμερα
Το κόστος των παραπάνω κινήσεων αντισταθμίζεται από τη συγκράτηση των αποδόσεων στους λογαριασμούς προθεσμίας.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος, τον Ιούνιο το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο για φυσικά πρόσωπα διαμορφώθηκε στα προϊόντα διάρκειας έως και 1 έτους στο 1,42%, ενώ για μεγαλύτερες περιόδους έφτασε το 1,75%.
Σε σχέση με τον περασμένο Φεβρουάριο το πρώτο έχει αυξηθεί κατά 38 μονάδες βάσης και το δεύτερο έχει μειωθεί κατά 16 μονάδες βάσης.
Ωστόσο, όπως προαναφέρθηκε, τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν διευρύνει τις επιλογές των καταθετών, καθώς στο τρέχον νομισματικό περιβάλλον είναι δυνατή η δημιουργία ελκυστικών αποταμιευτικών προγραμμάτων.
Πρόκειται για τα εξής:
1. Προϊόντα εγγυημένου κεφαλαίου
Προσφέρουν 100% προστασία στο αρχικό κεφάλαιο και σε ορισμένες περιπτώσεις εξασφαλίζουν για τον επενδυτή μία ελάχιστη απόδοση. Η διάρκειά τους συνήθως δεν ξεπερνά τους 18 μήνες.
Το τελικό κέρδος είναι συνάρτηση της πορείας συγκεκριμένων χρηματοοικονομικών δεικτών.
Για παράδειγμα αυτήν την περίοδο διατίθενται προγράμματα με επιτόκιο που φτάνει ως το 3,5% ανάλογα με την πορεία της ισοτιμίας ευρώ – δολαρίου ή με απόδοση ίση με το 50% της ανόδου ενός ευρωπαϊκού μετοχικού δείκτη.
Απευθύνονται σε επενδυτές που δεν θέλουν να αναλάβουν κανένα ρίσκο, αλλά επιζητούν μία υψηλή απόδοση, με μόνο κίνδυνο να χάσουν τους τόκους που θα κέρδιζαν εάν τοποθετούσαν τα χρήματά τους σε μία προθεσμιακή κατάθεση.
2. Ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια με μέρισμα
Πρόκειται για προϊόντα που συστήνονται σε όσους έχουν επενδυτικό ορίζοντα τουλάχιστον 3 ετών, αν και πλέον διατίθενται προγράμματα με μικρότερη διάρκεια (18 μήνες).
Αποτελούν μία σχετικά ασφαλή επιλογή, λόγω της διασποράς του χαρτοφυλακίου τους και της επένδυσης σε τίτλους με διάρκεια ίση με το χρόνο ζωής του αμοιβαίου κεφαλαίου.
Με την προοπτική δε, της έναρξης του κύκλου αποκλιμάκωσης των ευρωπαϊκών επιτοκίων κάποια στιγμή από το 2024 και αργότερα, μπορούν να δώσουν υψηλές κεφαλαιακές υπεραξίες, πέραν των ετήσιων τοκομεριδίων.
Εξάλλου, πλεονέκτημά τους συνιστά το γεγονός ότι υπό προϋποθέσεις δημιουργούν τακτικό εισόδημα, μέσω της επιστροφής κεφαλαίου στους μεριδιούχους.
3. Αμοιβαία κεφάλαια με εγγύηση στο αρχικό κεφάλαιο της επένδυσης
Προσομοιάζουν με τα προϊόντα εγγυημένου κεφαλαίου, καθώς παρέχουν πλήρη προστασία στο αρχικό κεφάλαιο της επένδυσης, παρ΄ ότι η απόδοσή τους είναι συνδεδεμένη με μετοχικούς ή ομολογιακούς τίτλους.
Η διάρκειά τους ωστόσο είναι μεγαλύτερη και μπορεί να φτάνει ως τα 10 έτη.
4. Καλάθια αμοιβαίων κεφαλαίων
Διατίθενται χωρίς προμήθειες εισόδου και εξόδου και απευθύνονται σε όσους επιθυμούν να κάνουν τακτική αποταμίευση, που μπορεί να ξεκινά ακόμη και από τα 50 ευρώ το μήνα.
Στην προκειμένη περίπτωση η επένδυση γίνεται σε διαφορετικές τιμές.
Έτσι, εξομαλύνονται οι επιπτώσεις από τις διακυμάνσεις των αγορών σε σύγκριση με την εφάπαξ τοποθέτηση σε μια τυχαία στατιστικά χρονική στιγμή.
5. Συνδυασμός αμοιβαίων κεφαλαίων με προθεσμιακές καταθέσεις
Ο λόγος γίνεται για καλάθια που συνδυάζουν την τοποθέτηση σε προθεσμιακές καταθέσεις με έως και διπλάσια επιτόκια από τις συμβατικές και σε αμοιβαία κεφάλαια.
Στα προγράμματα αυτά, τα χρήματα που τοποθετούνται στην προθεσμιακή είναι απολύτως εξασφαλισμένα. Από εκεί και πέρα η τελική απόδοση εξαρτάται από την πορεία των αμοιβαίων κεφαλαίων.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το γεγονός ότι υπάρχει πληθώρα επιλογών ως προς τα αμοιβαία κεφάλαια (μετοχικά, ομολογιακά, μεικτά, fund of funds).
6. Αμοιβαία κεφάλαια χρηματαγοράς
Είναι τα πλέον ασφαλή αμοιβαία κεφάλαια, καθώς επενδύουν αποκλειστικά σε προθεσμιακές καταθέσεις και σε έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου.
Η μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη των διαχειριστών σε σχέση με ένα μεμονωμένο καταθέτη, αυξάνει κατά κανόνα τα επιτόκια που εξασφαλίζονται.
Συνιστώνται για περίοδο διακράτησης ενός έτους.
Πηγή ΟΤ