Στις 21 Αυγούστου 1866 δίνεται η πρώτη επίσημη προκήρυξη της Γενικής Συνέλευσης των Κρητών στο χωρίο Ασκύφου και μερικές μέρες αργότερα στις 2 Σεπτεμβρίου ξεσπά η επανάσταση που έληξε τρία χρόνια αργότερα χωρίς να φέρει το πολυπόθητο αποτέλεσμα.
«…Εμμένοντες καρτερικώς εις τον όρκον ημών του 1821, εμπνεόμενοι από το εθνικόν αίσθημα του ελληνικού μεγαλείου και της εθνικής ενότητος και έμπλεοι ελπίδος εκ του δικαίου αγώνος ημών, απορρίπτομεν πάσαν προσφοράν και θαρραλέως διακηρύττομεν ενώπιον Θεού και ανθρώπων ως τον μόνον ομόθυμον και διαρκή πόθον ημών την ένωσιν μετά της μητρός Ελλάδος, καθικετεύοντες τον Ύψιστον να ευλογή τα όπλα ημών διά πληρεστάτης επιτυχίας...»
Αιτία κατ΄αρχήν ήταν η βαριά φορολογία και η καταπίεση που υφίσταντο οι Kρητικοί χριστιανοί από την οθωμανική εξουσία. Προκλήθηκε η Επανάσταση του 1866-1869,αποκορύφωμα της οποίας ήταν η ηρωική θυσία στο Aρκάδι. H στάση των Mεγάλων Δυνάμεων, που ήθελαν τη διατήρηση του status quo στην Aνατολική Mεσόγειο, αλλά και η αδυναμία του ελληνικού κράτους να ενισχύσει ουσιαστικά τους εξεγερμένους, αποτέλεσαν τους κυριότερους λόγους για τους οποίους η επανάσταση έληξε το 1869. Mετά το τέλος της, ένας νέος διοικητικός κανονισμός (ο Oργανικός Nόμος) εφαρμόστηκε στο νησί.
Η επανάσταση, που εξερράγη τον Αύγουστο του 1866, πήρε αμέσως μεγάλες διαστάσεις.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή :
Η έκρηξη νέας επανάστασης στην Κρήτη δημιούργησε γενικό εθνικό ενθουσιασμό στην άλλη Ελλάδα. Στην Αθήνα ιδρύθηκε η «Κεντρική υπέρ των Κρητών Επιτροπή» και στη Σύρο η «Ειδική επί των Αποστολών Επιτροπή», για την ενίσχυση του κρητικού αγώνα με αποστολές όπλων, χρημάτων και εφοδίων, αλλά και εθελοντών που έσπευδαν από παντού να ενισχύσουν τους Κρήτες.
Βέβαια, ήταν σε όλους φανερό ότι ο πατριωτισμός και ο ενθουσιασμός δεν αρκούσαν για να αντισταθμίσουν τις κατά πολύ υπέρτερες τουρκικές δυνάμεις. Το μεγάλο όμως πρόβλημα ήταν ο άμαχος πληθυσμός, που έμενε τις περισσότερες φορές ανυπεράσπιστος στην εκδικητική μανία του εχθρού και έπρεπε να καταφεύγει στα βουνά ή στον εκπατρισμό. Η μεγάλη αυτή επανάσταση έμελλε να εξελιχθεί σε αληθινή τραγωδία, που την αντιμετώπισε εντούτοις ο κρητικός λαός με αξιοθαύμαστη αποφασιστικότητα και καρτερία.
Τα πολεμικά γεγονότα άρχισαν τον Αύγουστο του 1866 με συγκρούσεις στην περιοχή των Χανίων. Ο σουλτάνος ανέθεσε το έργο της καταστολής της επανάστασης στον Μουσταφά Πασά, που και άλλοτε είχε πολεμήσει στην Κρήτη και είχε λάβει την επωνυμία «Γκιριτλής». Ο Μουσταφά πασάς κάλεσε με προκήρυξή του τους Κρήτες να καταθέσουν τα όπλα, με την υπόσχεση της ικανοποίησης των δίκαιων αιτημάτων τους. Την απάντηση έδωσε η Γενική Συνέλευση των Κρητών: «Το σύνθημα "Ένωσις ή Θάνατος", το οποίον άπασα η Κρήτη ανακήρυξε, δίδει την πρέπουσαν απάντησιν».
Τη γενική αρχηγία του αγώνα είχαν αναλάβει παλαίμαχοι στρατιωτικοί, ενώ λόγιοι ιερωμένοι ανέλαβαν το λεπτό και δυσχερές έργο της αλληλογραφίας με τους ξένους Προξένους και τη διπλωματική διαχείριση του αγώνα. Οργανώθηκε επίσης «Προσωρινή Κυβέρνησις Κρήτης», χωρίς μόνιμη έδρα. Η διαρκής μετακίνηση της έδρας της στα βουνά, ανάλογα με τις ανάγκες του αγώνα, ήταν η αιτία να της δοθεί η επωνυμία «Κυβέρνησις του βουνού». Με κινητό τυπογραφείο εξέδιδε προκηρύξεις προς τον Κρητικό λαό και επίσημη εφημερίδα, την πρώτη ελληνόφωνη εφημερίδα στο νησί, με τον τίτλο «Κρήτη» και τον υπότιτλο «Ένωσις ή Θάνατος».
Κατά τους πρώτους μήνες της επανάστασης διεξάγονταν επικές μάχες σε όλη την Κρήτη. Τα γεγονότα του πρώτου έτους κορυφώθηκαν με την πολιορκία και το ολοκαύτωμα της ιστορικής Μονής Αρκαδίου (8 Νοεμβρίου 1866).
Παρά τις στρατιωτικές επιτυχίες των Τούρκων, η επανάσταση διατηρήθηκε ζωντανή σε όλη την Κρήτη. Η Υψηλή Πύλη, έχοντας να αντιμετωπίσει την κατακραυγή της διεθνούς κοινής γνώμης και την πρόσκαιρη μεταστροφή της γαλλικής διπλωματίας υπέρ των Κρητών, προέβη σε μια κίνηση εντυπωσιασμού. Τον Ιανουάριο του 1867 απέστειλε στην Κρήτη αντιπρόσωπο του σουλτάνου, με δύο κύριες προτάσεις: α) την κατάπαυση των εχθροπραξιών και β) την αποστολή στην Κωνσταντινούπολη δύο αντιπροσώπων, ενός χριστιανού και ενός μουσουλμάνου, οι οποίοι θα συνεργάζονταν με την Υψηλή Πύλη για την αντιμετώπιση της κρίσης. Παράλληλα, ανακάλεσε τον Μουσταφά πασά και διόρισε στη θέση του ως σερασκέρη της Κρήτης τον Ομέρ, που είχε τη φήμη ενός από τους καλύτερους στρατηγούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Ο Ομέρ έφτασε στην Κρήτη το Μάρτιο του 1867 και άρχισε αμέσως εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Εντούτοις, οι επιτυχίες του δεν έφεραν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Απέδειξαν απλώς ότι οι επαναστάτες δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν τον τακτικό τουρκικό στρατό. Όμως, η μονιμοποίηση της τουρκικής κατοχής στις διάφορες περιοχές δεν ήταν εφικτή. Μόλις αποχωρούσε ο τουρκικός στρατός, οι επαναστάτες επέστρεφαν από τα απρόσιτα κρησφύγετά τους. Ένας αληθινός φαύλος κύκλος είχε δημιουργηθεί και η επανάσταση είχε εξελιχθεί σε τραγωδία, με κύριο θύμα τον άμαχο πληθυσμό.
Η ευρωπαϊκή διπλωματία αναζητούσε πολιτική λύση στο Κρητικό ζήτημα. Ήδη οι αποστολές εθελοντών, εφοδίων και όπλων από την Ελλάδα είχαν εξαγριώσει την Τουρκία. Με τελεσίγραφο της η Τουρκία στα τέλη Δεκεμβρίου 1868 κατηγορούσε την Ελλάδα για ενεργό ανάμειξη στην κρητική επανάσταση και επέσειε την απειλή ενός ελληνοτουρκικού πολέμου, ο οποίος αποφεύχθηκε μόνο με την επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων. Η Ελλάδα, υπό την πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων, αναγκάστηκε να δεχθεί τους όρους του τουρκικού τελεσιγράφου και να σταματήσει τις αποστολές εθελοντών και εφοδίων στην Κρήτη. Η Τουρκία από το άλλο μέρος υποχώρησε στις υποδείξεις της Αγγλίας και πρότεινε στους επαναστάτες μια έντιμη λύση, με την παραχώρηση γενικής αμνηστίας και νέων προνομίων στον κρητικό λαό.
Τον Ιανουάριο του 1869 τα γεγονότα εξελίχθηκαν ραγδαία. Η ευρωπαϊκή διπλωματία είχε πια οριστικά στραφεί υπέρ της Τουρκίας. Οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν με τη Συνθήκη των Παρισίων (9-20 Ιανουαρίου) να απαγορευθεί στην Ελλάδα ο σχηματισμός εθελοντικών σωμάτων για δράση στα τουρκικά εδάφη, καθώς και ο εφοδιασμός από τα ελληνικά λιμάνια πλοίων «προορισμένων να βοηθήσουν υπό οιανδήποτε μορφήν πάσαν απόπειραν εξεγέρσεως εις τας κτήσεις της Α. Μ. του σουλτάνου».
Η επανάσταση είχε πλέον εκπνεύσει, χωρίς να πραγματοποιηθεί ο πόθος των Κρητών για ελευθερία και εθνική αποκατάσταση. Οι ανθρώπινες απώλειες και οι υλικές καταστροφές υπήρξαν για την Κρήτη ανυπολόγιστες, αλλά και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το γόητρο υπέστη ανεπανόρθωτο πλήγμα, καθώς φάνηκε ανίκανη να δαμάσει ένα νησί, παρά τον τρομακτικό όγκο των δυνάμεών της σε άνδρες και οπλισμό.
Ο «Οργανικός Νόμος της Κρήτης»
Ήδη από τις αρχές Σεπτεμβρίου 1867 ο σουλτάνος είχε διατάξει διακοπή των εχθροπραξιών για πέντε εβδομάδες, προτείνοντας γενική αμνηστία και πολιτική λύση στο Κρητικό Ζήτημα. Αργότερα, έστειλε στην Κρήτη τον πρωθυπουργό του, τον μεγάλο βεζίρη Ααλή πασά, κομιστή διοικητικών και άλλων παραχωρήσεων, που αποτέλεσαν τη βάση ενός νέου καταστατικού χάρτη διοίκησης της Κρήτης, του λεγόμενου «Οργανικού Νόμου».
Οι βασικές διατάξεις του Οργανικού Νόμου ήταν οι εξής:
Η Κρήτη αποτελούσε ένα βιλαέτι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, διοικούμενο από Γενικό Διοικητή (βαλή) μουσουλμάνο, τον οποίο διόριζε ο σουλτάνος.
Το νησί διαιρέθηκε σε πέντε διοικήσεις και είκοσι επαρχίες.
Στην κεντρική και στις επαρχιακές διοικήσεις θα μπορούσαν να διορίζονται και χριστιανοί υπάλληλοι.
Στη σύνθεση των δικαστηρίων θα μετείχαν χριστιανοί και μουσουλμάνοι, ενώ αιρετοί σύμβουλοι θα μετείχαν στο κεντρικό συμβούλιο της Γενικής Διοίκησης και στα διοικητικά συμβούλια των νομών και των επαρχιών.
Αναγνωρίστηκε η ισοτιμία των δύο γλωσσών.
Θεσμοθετήθηκαν διάφορες φορολογικές ελαφρύνσεις.
Τα σκιώδη αυτά προνόμια του Οργανικού Νόμου, που έθεταν το Κρητικό Ζήτημα σε νέες βάσεις, αποτέλεσαν στο εξής σταθερό σημείο αναφοράς για όλα τα επόμενα απελευθερωτικά κινήματα του νησιού, ως την αυτονομία.
Kατά τη διάρκεια της Kρητικής επανάστασης, οι απώλειες και για τις δύο πλευρές ήταν μεγάλες. Σύμφωνα με τον Kριάρη, 8.000 αγωνιστές χάθηκαν και τριπλάσιοι τραυματίστηκαν, ενώ σύμφωνα με το Σταυράκη, οι απώλειες ανέρχονταν σε 30.000. Xιλιάδες σπίτια είχαν καταστραφεί, η παραγωγική βάση του νησιού υπέστη ισχυρό πλήγμα και 50.000 γυναικόπαιδα αναγκάστηκαν να καταφύγουν ως πρόσφυγες στην Eλλάδα.
Tα αίτια της αποτυχίας της επανάστασης πρέπει, κυρίως, να αναζητηθούν στη στάση των Mεγάλων Δυνάμεων, οι οποίες δεν επιθυμούσαν τη μεταβολή του status quo στην Aνατολική Mεσόγειο, στην αδυναμία του ελληνικού κράτους να υποστηρίξει το επαναστατικό κίνημα, εξαιτίας της δεινής οικονομικής θέσης στην οποία είχε περιέλθει, στις έριδες και στις διαφωνίες των αρχηγών των επαναστατών, που εμπόδισαν την ανάδειξη γενικού αρχηγού, στην πλημμελή οργάνωση του αγώνα, με συνέπεια την έλλειψη τροφίμων και πολεμοφοδίων, που ήταν απαραίτητα για την επιτυχή έκβαση του αγώνα, στη μη εφαρμογή, στην πράξη, της ελληνοσερβικής συνθήκης συμμαχίας
Aναμφίβολα, όμως , ο αγώνας των επαναστατών πρόβαλε έντονα σε όλο τον κόσμο το κρητικό ζήτημα, το οποίο έμελλε να βρει οριστικά τη δικαίωσή του μετά τη λήξη των βαλκανικών πολέμων, όταν η Kρήτη ενώθηκε με την Eλλάδα (1913). Eπίσης, η παραχώρηση και εφαρμογή του "Oργανικού Nόμου" θα πρέπει να συμπεριληφθεί στα θετικά αποτελέσματα της Kρητικής επανάστασης του 1866-1869.
ΠΗΓΕΣ:
edu.gr
Wikipedia.gr
Sanshmera.gr
e-sfakia.gr
Cretalive.gr