ΑΠΟΨΕΙΣ
Στον πάτο ή στον απόπατο;
Δυστυχώς ή ευτυχώς, η δημοκρατία έχει ένα αδύνατο σημείο, που, ωστόσο, αποτελεί και το μεγαλείο της: ανέχεται ακόμη και τους εχθρούς της.
Του Γιάννη Γ. Τσερεβελάκη
Ανατρέχοντας κανείς σε σκοτεινές περιόδους της ιστορίας, όταν κάποιοι, για τους δικούς τους λόγους, επιδιώκουν να φιμώσουν τον ελεύθερο λόγο ή να καταστρέψουν την εθνική συνείδηση, θα διαπιστώσει ότι οι πρώτοι που διώκονται και εξοντώνονται (ηθικά, κοινωνικά ή και βιολογικά) είναι οι άνθρωποι του πνεύματος: διανοούμενοι, ιερείς, δάσκαλοι. Και τούτο, γιατί οι άνθρωποι αυτοί αποτελούν τους φορείς ιδεών, που μπορεί να αποδειχτούν επικίνδυνες για όσους βρίσκονται απέναντί τους (βέβαια, οι διώξεις είναι ανάλογες με τις επιδιώξεις των διωκτών).
Παραδείγματα η ιστορία έχει να μας δώσει πολλά. Το ναζιστικό καθεστώς κατεδίωξε και εξεδίωξε από τη Γερμανία τους κορυφαίους διανοουμένους της χώρας, αλλά και πλήθος εκπαιδευτικών, γιατί ήταν αντίθετοι με τα εθνικοσοσιαλιστικά οράματα του Χίτλερ. Στη Σοβιετική Ρωσία πλήθος διανοουμένων, ιερέων και καθηγητών διώχθηκαν ως μέλη της «αστικής μπουρζουαζίας» και εχθροί της επανάστασης. Το ίδιο έγινε και σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη στα οποία είχε επικρατήσει το σοβιετικό μοντέλο. Στο Σαν Σαλβαδόρ δολοφονήθηκε από ακροδεξιές «ομάδες θανάτου» το 1977 ο αρχιεπίσκοπος Όσκαρ Ρομέρο, μέσα στον καθεδρικό ναό, την ώρα που τελείωνε το κήρυγμά του.
Στις ΗΠΑ δολοφονήθηκε το 1968 ο μαύρος πάστορας Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, «ειρηνιστής και οπαδός της δράσης μέσω της παθητικής αντίστασης, ηγέτης του Αφροαμερικανικού Κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα των έγχρωμων ανθρώπων» (Wikipedia). Την περίοδο της Τουρκοκρατίας εκατοντάδες ήταν οι κληρικοί που διώχθηκαν, βασανίστηκαν ή εκτελέστηκαν από τους Τούρκους. Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα οι Βούλγαροι κομιτατζήδες, στην προσπάθειά τους να εκβουλγαρίσουν την Μακεδονία, «άρχισαν να εκτελούν και να βασανίζουν ιερείς, δασκάλους, τοπικές προσωπικότητες», όπως διαβάζουμε στη Wikipedia (λήμμα: «Μακεδονικός Αγώνας).
Και στην Ελλάδα, μετά τον Εμφύλιο αλλά και κατά την περίοδο της επταετούς δικτατορίας, οι διώξεις και ο έλεγχος των αντιφρονούντων διανοουμένων και εκπαιδευτικών ήταν συνήθης τακτική. Στην Τουρκία σήμερα έχει στηθεί μια «βιομηχανία» δίωξης διανοουμένων (εφημ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 28/12/2005), ενώ και σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου, όπου επικρατούν ανελεύθερα καθεστώτα, οι διώξεις είναι σχεδόν κανόνας.
Όλα αυτά, βέβαια, συνέβησαν και συμβαίνουν, όπως είπαμε, σε ολοκληρωτικά καθεστώτα ή σε περιόδους εμφυλίων συγκρούσεων, πολέμων, πολιτικής ανωμαλίας και κοινωνικών αναστατώσεων. Έτσι, θα περίμενε κανείς ότι σε περιόδους κοινωνικής ηρεμίας και ειρήνης και σε δημοκρατικά πολιτεύματα το φαινόμενο θα είχε εκλείψει, επειδή το δημοκρατικό πολίτευμα είναι πολίτευμα των ήπιων ηθών, της ανεκτικότητας, της μετριοπάθειας, της ελευθερίας της έκφρασης, στο πλαίσιο πάντοτε του Συντάγματος και των νόμων. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αυτονόητο. Δυστυχώς ή ευτυχώς, η δημοκρατία έχει ένα αδύνατο σημείο, που, ωστόσο, αποτελεί και το μεγαλείο της: ανέχεται ακόμη και τους εχθρούς της.
Αυτό- δυστυχώς-αφήνει περιθώρια εμφάνισης αντιδημοκρατικών εκδηλώσεων και επιθέσεων εκ μέρους όσων δεν σέβονται τη δημοκρατία και την ελεύθερη έκφραση, εναντίον όσων θεωρούν ως «εχθρούς» των. Και ο κατεξοχήν χώρος ελεύθερης έκφρασης σε μια δημοκρατία είναι ο χώρος της Εκπαίδευσης, εκεί όπου τα παιδιά και οι νέοι μυούνται στο πνεύμα της ελευθερίας και της νομαρχίας, δηλαδή της πίστης στην αξία των νόμων και της τήρησής των.
Έτσι είδαμε με φρίκη τούτες τις μέρες δυο απεχθή, ανατριχιαστικά, ντροπιαστικά για τη δημοκρατία και εξευτελιστικά για το ανθρώπινο πρόσωπο γεγονότα, που αφορούν εκπαιδευτικούς. Το πρώτο στη Γαλλία με τον αποκεφαλισμό του Γάλλου καθηγητή Σαμιέλ Πατί, και το δεύτερο στην Ελλάδα με την τραμπούκικη επίθεση κατά του Πρύτανη της ΑΣΟΕ. Πρόκειται για δυο γεγονότα που δείχνουν ότι κάποιοι βλέπουν την πραγματικότητα μέσα από παραμορφωτικό καθρέπτη: στη Γαλλία ο θρησκευτικός φανατισμός, στην Ελλάδα το τυφλό μίσος προς τον καθένα που αντιτίθεται στις έκνομες ενέργειες κάποιων μειοψηφιών, που θέλουν δια της βίας να επιβάλουν τις απόψεις τους στους πανεπιστημιακούς χώρους. Δεν είναι τυχαίο ότι επιλέχτηκαν άνθρωποι της Εκπαίδευσης. Ήταν άνθρωποι που ήθελαν να εκφράζονται και να δρουν ελεύθερα στο πλαίσιο μιας ευνομούμενης πολιτείας. Ο πρώτος δίδασκε στους μαθητές του την ελευθερία έκφρασης, ο δεύτερος στήριζε την ελευθερία και τη νομιμότητα για όλους τους φοιτητές. Αυτή τους η στάση στάθηκε η αφορμή θανάτου και διαπόμπευσης. Διότι ο ελεύθερος δάσκαλος είναι επικίνδυνος για κάθε φανατικό, για κάθε άνθρωπο τυφλωμένο από ιδεολογικές εμμονές. Ο ελεύθερος δάσκαλος (και οποιοσδήποτε ελεύθερος πνευματικός άνθρωπος) ενσαρκώνει την αξία της ελευθερίας και, ως εκ τούτου, λειτουργεί ως παράδειγμα και πρότυπο ζωής. Αυτό, όμως, είναι επικίνδυνο- και γι’ αυτό μη ανεκτό- από όσους δεν πιστεύουν στις αξίες της ελευθερίας και του νόμου. «Ήθελε, λέει, να’ ναι ελεύθερος. Σκοτώστε τον…», γράφει ο Ν. Καζαντζάκης στο μυθιστόρημά του «Οι αδερφοφάδες».
Στην πατρίδα μας όλα όσα συμβαίνουν στο χώρο της Εκπαίδευσης, από τη Μεταπολίτευση και εντεύθεν, μόνο θλίψη μπορούν να προκαλούν. Οι καταλήψεις των σχολείων και των Πανεπιστημίων, οι τραμπουκισμοί σε βάρος των πανεπιστημιακών καθηγητών, οι καταστροφές των χώρων της Εκπαίδευσης αποτελούν σημάδια παρακμής, μιας παρακμής για την οποία υπεύθυνοι είναι πρωτίστως οι πολιτικοί που άφησαν το πράγμα να ξεφύγει (αν δεν το υποκίνησαν ή δεν το επικρότησαν σιωπηρά). Υπεύθυνη όμως είναι και η ίδια η κοινωνία, που η αντίδρασή της ήταν και είναι χαλαρή απέναντι στο φαινόμενο. Πολιτεία και κοινωνία πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι ανάγκη να στηριχθεί με κάθε μέσο και τρόπο ο δάσκαλος όλων των βαθμίδων, διότι αν δεν το πράξουμε κι αν δεν καταλάβουμε ότι ο δάσκαλος είναι πολύ παραπάνω από δημόσιος υπάλληλος, τότε η εθνική υπόθεση που λέγεται «Εκπαίδευση» έχει χαθεί.
Είναι πλέον καιρός να ληφθούν μέτρα από την Πολιτεία (πάντα στο πλαίσιο των νόμων) για την προστασία της Εκπαίδευσης γενικά και του Πανεπιστημίου ειδικότερα, διότι η κατάσταση δείχνει ότι έχουμε πιάσει πάτο. Ωστόσο, αυτό που συνέβη με τον Πρύτανη της ΑΣΟΕ είναι σαφής ένδειξη ότι μάλλον έχουμε πέσει στον απόπατο…