ΑΠΟΨΕΙΣ
Σημεία αναφοράς
"Κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι, ψυχαναλυτές, πολιτικοί, καλλιτέχνες, άνθρωποι της Εκκλησίας, δημοσιογράφοι και διανοούμενοι έχουν μιλήσει για τα αρνητικά αυτά φαινόμενα και προσπαθούν να τα ερμηνεύσουν και να δώσουν λύσεις"
Του Γιάννη Γ. Τσερεβελάκη
Ξανά μαύρη η επικαιρότητα. Μαύρη από τα γεγονότα που συμβαίνουν, απανωτά πλέον, στη χώρα μας. Τα παιδιά σκοτώνουν τους πατεράδες, ο πατέρας τα παιδιά, ο σύντροφος τη σύντροφο, ο θείος βιάζει την ανεψιά, η βία των ανηλίκων σε έξαρση, η οπαδική βία το ίδιο, οι γονείς αδιάφοροι για τα παιδιά τους, τα φύλα μπερδεύτηκαν. Ένα σύννεφο σκοτεινό σκεπάζει τη χώρα, μια οσμή ανυπόφορη έχει ξεχυθεί κι ένας πνιγηρός αέρας δηλητηριάζει τις ψυχές. Είναι επόμενο να διερωτάται κανείς γιατί συμβαίνουν όλα αυτά. Τι έχει γίνει και παρουσιάζονται σωρευτικά τέτοια αρνητικά φαινόμενα; Θα πει ίσως κάποιος ότι πάντα συνέβαιναν τέτοια γεγονότα, τα οποία όμως έμεναν κρυφά και δεν έφταναν στο ευρύ κοινό, επειδή αφενός μεν ο κοινωνικός έλεγχος λειτουργούσε, αφετέρου δε δεν υπήρχαν τα μέσα ενημέρωσης στον βαθμό και την ποικιλία που υπάρχουν σήμερα, ώστε οι ειδήσεις να διαδίδονται στο κοινωνικό σύνολο. Ωστόσο, το σίγουρο είναι ότι, από την έναρξη της πανδημίας κι έπειτα, το κακό έχει δείξει το πιο δύσμορφο πρόσωπό του και η ελληνική κοινωνία έχει απωλέσει την ελπίδα και την αισιοδοξία της κι έχει βυθιστεί σε ένα κλίμα πεσιμισμού. Ταυτόχρονα, έχει αναφανεί ένας υλισμός δίχως όρια, στον οποίο έχει δοθεί η κοινωνία μας, «από μεγάλου έως μικρού αυτών», όπως λέγει η Γραφή (Εβρ. 8,11). Και δεν είναι παράδοξη μια τέτοια εξέλιξη, διότι ο φόβος της ασθένειας και του θανάτου γεννά τέτοιες καταστάσεις, όπως πρώτος είχε επισημάνει ο Θουκυδίδης, όταν κατέγραφε τις ηθικές συνέπειες του λοιμού: «Πρώτα- πρώτα», γράφει, «η αρρώστια έγινε αφορμή να αυξηθεί η ανομία και σε άλλα θέματα. Διότι πολύ πιο εύκολα τολμούσε κάποιος να κάνει όσα πρωτύτερα έκρυβε και δεν τα έκανε, παρόλο που τον ευχαριστούσαν» (Ιστοριών, Β΄, 53). Επομένως, πρόκειται για ένα φαινόμενο, όχι καινοφανές βέβαια, αλλά πολύ σημαντικό, επειδή επηρεάζει την κοινωνία στο σύνολό της, η οποία βλέπει να εξαπλώνεται ένα κύμα ανομίας και ασέβειας όχι απλώς απέναντι σε θεμελιώδεις θεσμούς, αλλά έναντι της ίδιας της ανθρώπινης ζωής.
Κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι, ψυχαναλυτές, πολιτικοί, καλλιτέχνες, άνθρωποι της Εκκλησίας, δημοσιογράφοι και διανοούμενοι έχουν μιλήσει για τα αρνητικά αυτά φαινόμενα και προσπαθούν να τα ερμηνεύσουν και να δώσουν λύσεις. Ωστόσο, αυτά, αντί να λύνονται, θεριεύουν, ίσως γιατί εκείνοι που είναι υπεύθυνοι για τη λύση τους δεν φτάνουν στη ρίζα τους. Π.χ. η οπαδική βία δεν λύνεται απλώς με τα παιχνίδια σε άδεια γήπεδα ή με τη σκλήρυνση των νόμων, παρόλο που και αυτά είναι μέτρα ορθά. Τα προβλήματα έχουν βαθύτερες ρίζες που, αν δεν φτάσουμε σ’ αυτές, ποτέ δεν θα βρεθεί η λύση τους. Βεβαίως, δεν πρέπει να είμαστε αφελείς και να πιστεύουμε ότι το κακό θα εξαλειφθεί ποτέ από τις κοινωνίες. Το κακό υπήρχε και θα υπάρχει, όσο στη θέση του δεν βάζουμε το καλό, όσο δεν αντικαθιστούμε στις ψυχές των ανθρώπων το κακό με το αγαθό, την κακία με την αρετή, τον διάβολο με τον Θεό. Πρέπει να πιστέψουμε ότι το κακό υπάρχει μεν, αλλά δεν έχει υπόσταση, ότι δηλαδή υπόσταση έχει μόνο το αγαθό και ότι όπου υπάρχει το αγαθό, από εκεί αυτομάτως εξαφανίζεται το κακό. Είναι όπως συμβαίνει σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, όπου, μόλις ανάψουμε το φως, το σκοτάδι εξαφανίζεται, γιατί το σκοτάδι δεν είναι τίποτε άλλο από την απουσία του φωτός. Έτσι και το κακό δεν είναι τίποτε άλλο από την απουσία του καλού, του αγαθού. Αν προβάλλουμε, λοιπόν, το καλό, τότε υπάρχει ελπίδα να χαθεί στο σκοτάδι του το κακό.
Σύμφωνα με όσα εκθέσαμε, θα πρέπει καταρχήν να παραδεχτούμε ότι πρόκειται για ένα θέμα με πνευματικές ρίζες, ένα θέμα που αφορά στα σημεία αναφοράς μας, στα πνευματικά μας ερείσματα. Κι όταν λέμε «σημείο αναφοράς», εννοούμε κάποιο πρόσωπο ή κάποια ιδέα ή αξία όπου ανατρέχουμε, όταν θέλουμε την πρωταρχική και εμπεριστατωμένη άποψη πάνω σε ένα θέμα, οπότε το πρόσωπο αυτό ή η ιδέα ή η αξία γίνεται μέτρο σύγκρισης για καθετί άλλο. Έτσι το σημείο αναφοράς αποτελεί ό, τι πιο σημαντικό για την ρύθμιση της συμπεριφοράς μας και της στάση μας έναντι των συνανθρώπων μας και του κόσμου που μας περιβάλλει, για την πολιτική μας τοποθέτηση, για καθετί που σχετίζεται με τη ζωή μας ατομική και συλλογική. Κοντολογίς, τα σημεία αναφοράς σχετίζονται με τον αξιακό μας προσανατολισμό, δηλαδή τι θεωρούμε σημαντικό και τι ασήμαντο, ποια πράγματα ή ιδέες ή πρόσωπα θεωρούμε ότι έχουν αξία για τη ζωή μας και ποια όχι. Τελικά, με τα σημεία αναφοράς σχετίζεται αυτό που εμείς θεωρούμε ως αληθές.
Αν κάνουμε μια αναδρομή σε κάπως παλιότερες εποχές, θα διαπιστώσουμε ότι τα σημεία αναφοράς της ελληνικής κοινωνίας ήταν πολύ πιο σταθερά από αυτά που υπάρχουν σήμερα. Η Εκκλησία, για παράδειγμα, και η πίστη στον Θεό, όπως και η πατρίδα, αποτελούσαν σταθερά σημεία αναφοράς των ατόμων και της κοινωνίας. Το ίδιο και η οικογένεια, η παράδοση ή ο σχολικός θεσμός. Έτσι, η συμπεριφορά των ανθρώπων ρυθμιζόταν από την πίστη τους, από την αγάπη τους προς την πατρίδα, από την παράδοση και από το σχολείο και για τον λόγο αυτόν ο παπάς, ο δάσκαλος, οι εθνικοί ήρωες και οι γεροντότεροι αποτελούσαν με τη σειρά τους πρότυπα των νεοτέρων. Με όλα αυτά δεν θέλω να εξιδανικεύσω το παρελθόν, διότι και τα αρνητικά δεν έλειπαν. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι οι «σταθερές» αυτές απέτρεπαν τον μηδενισμό, αφού έδιναν ελπίδα και ο άνθρωπος δεν αισθανόταν μόνος, χωρίς έρεισμα πνευματικό. Γιατί οι άνθρωποι θέλουμε να νιώθουμε ότι υπάρχει κάτι στο οποίο μπορούμε να στηριχτούμε και να νιώσουμε ασφαλείς ηθικά και πνευματικά.
Τι γίνεται σήμερα; Υπάρχουν σημεία αναφοράς των νέων ανθρώπων και αν ναι, ποια είναι αυτά; Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι τα παραδοσιακά σημεία αναφοράς που προανέφερα πολύ λίγο υιοθετούνται από τους νέους και, ως εκ τούτου, δεν αποτελούν μέτρο σύγκρισης για τη ρύθμιση της συμπεριφοράς τους. Εκκλησία, σχολείο, παράδοση, αγάπη προς την πατρίδα έχουν υποχωρήσει στις συνειδήσεις των νέων (και όχι μόνο) και τη θέση τους έχουν πάρει άλλα πράγματα, όπως το χρήμα, η ποδοσφαιρική ομάδα, η δημοσιότητα, η μόδα, το κινητό τηλέφωνο, ο ηλεκτρονικός υπολογιστής κ.τ.ό. Θα πει κάποιος ότι κάθε εποχή έχει τις αξίες της και συνεπώς τα σημεία αναφοράς της, πράγμα αληθές. Το ζήτημα όμως δεν είναι να υπάρχουν σημεία αναφοράς αλλά η ποιότητά τους. Από τα σημεία αναφοράς των σημερινών νέων απουσιάζει η πνευματικότητα, αφού όλα έχουν σχέση με υλικά πράγματα, πολλές φορές ευτελή και επικίνδυνα. Η αγάπη προς την πατρίδα και η πίστη στον Θεό, για παράδειγμα, έβγαζαν τον άνθρωπο από το κέλυφος της ατομικότητάς του και τον ενέτασσαν σε ένα ευρύτερο σύνολο, ενώ η πίστη του άνοιγε τη σφαίρα του μεταφυσικού, δίνοντάς του το πιο δυνατό στήριγμα για τις οριακές στιγμές της ζωής του. Αντίθετα, ποιο πνευματικό στήριγμα προσφέρει στον νέο η ποδοσφαιρική ομάδα ή το τάμπλετ; Το ίδιο και η οικογένεια, ως ο χώρος μέσα στον οποίο ανατρέφονται και αναπτύσσονται τα νέα μέλη της κοινωνίας. Στο πλαίσιό της, με την καθοδήγηση της μητέρας και του πατέρα, τα παιδιά αφήνουν πίσω τους τα άγρια ζωώδη ένστικτα, αποκτούν μια σαφή εικόνα του εαυτού τους και μαθαίνουν στην αλληλοβοήθεια, την συντροφικότητα, την αγάπη. Έτσι ολοκληρώνονται ηθικά, εντάσσονται σωστά στην οικογένεια και κατ’ επέκταση γίνονται χρηστά μέλη του κοινωνικού συνόλου. Σήμερα που ο ρόλος της οικογένειας έχει υποχωρήσει και τη θέση των γονέων έχουν καταλάβει το κινητό, το τάμπλετ και η τηλεόραση και που η συμπεριφορά των παιδιών διαμορφώνεται από το ανεξέλεγκτο διαδίκτυο, οι ψυχές τους από υποδοχείς θετικών συναισθημάτων γίνονται «σκουπιδότοποι» όπου αποτίθενται κάθε λογής «απορρίμματα». Το αποτέλεσμα είναι τα παιδιά να μην αποκτούν μια καθαρή εικόνα για τον εαυτό τους και την κοινωνία κι έτσι, ηθικά και αξιακά ανερμάτιστα, χωρίς σημεία αναφοράς και σαφή προσανατολισμό, να παρασέρνονται από τους ανέμους της εποχής και να μπαίνουν σε δρόμους επικίνδυνους όχι μόνο για την ηθική τους υπόσταση αλλά και για την ίδια τη ζωή τους. Γι’ αυτό βλέπουμε μια νέα επιδρομή των ενστίκτων και των αβασάνιστων επιθυμιών στην κοινωνία μας, που εμφανίζεται με τη μορφή της νεανικής βίας, η οποία γίνεται όλο και πιο άγρια και πιο ανεξέλεγκτη.
Αλλά και ο ρόλος του σχολείου έχει υποχωρήσει σημαντικά: οι βανδαλισμοί, η ασέβεια απέναντι στους δασκάλους, τα κρούσματα βίας εντός των σχολικών χώρων αποτελούν σημάδια ότι το σχολείο και ο δάσκαλος μικρό ρόλο παίζουν ως σημεία αναφοράς των παιδιών και των νέων. Όσον αφορά την Εκκλησία, κι αυτής η επίδραση σήμερα είναι μικρή σε σχέση με παλαιότερες εποχές. Τι μένει, λοιπόν; Μένουν οι διάφορες μικρές ή μεγαλύτερες συλλογικότητες (π.χ. οι ποδοσφαιρικές ομάδες, τα κόμματα ή οι παρέες), συλλογικότητες όμως που υπηρετούν σκοτεινά οικονομικά ή άλλα συμφέροντα και που χρησιμοποιούν τους νέους για την επίτευξή τους. Πρότυπα των νέων είναι πλέον ο ποδοσφαιριστής, ο ηθοποιός, ο τραγουδιστής, αυτός που κερδίζει πολλά χρήματα, άσχετα με τον τρόπο που τα κερδίζει. Και η κοινωνία, με τετρωμένους τους θεσμούς, χωρίς τις συνεκτικές δυνάμεις που θα την κρατήσουν ενωμένη, έχει κομματιαστεί σε μικρές ομάδες που αγωνίζονται και διαγκωνίζονται για τα δικαιώματά τους. Όλα αυτά είναι επόμενο ότι οδηγούν αναπόδραστα στον μηδενισμό, αφού τελικά οι συλλογικότητες αυτές δεν διαθέτουν κανένα αξιακό περιεχόμενο. Και τι μένει; Ένα φουσκωμένο Εγώ, ένα άτομο που το μόνο για το οποίο ενδιαφέρεται είναι η ικανοποίηση των ακόρεστων επιθυμιών του.
Στο πλαίσιο αυτό νομίζω ότι λειτουργούν και τα ατομικά δικαιώματα. Και ναι μεν, στη δημοκρατία τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να προστατεύονται με τον νόμο, ωστόσο όταν ταυτόχρονα δεν υπάρχει το ανάλογο μέτρο σύγκρισης που παρέχουν τα σημεία αναφοράς, ώστε να τίθενται όρια στις επιθυμίες, τότε όλα καταλήγουν σε μια διαρκή απαίτηση για πολλαπλάσια δικαιώματα. Τούτο όμως με τη σειρά του στην ουσία τα ακυρώνει εκ των πραγμάτων. Διότι, για παράδειγμα, σε μια κοινωνία όπου η οικογένεια είναι δυσλειτουργική, γιατί το παιδί να μη θεωρεί δικαίωμά του να μην υπακούει στους γονείς του; Και σε μια κοινωνία όπου το σώμα και οι σωματικές ηδονές θεωρούνται απόλυτο σημείο αναφοράς, γιατί οι παιδόφιλοι να μην απαιτούν το δικαίωμα να ιδρύουν συλλόγους, όπως γίνεται στην Ολλανδία; Και σε μια κοινωνία όπου η πατρίδα δεν είναι σημείο αναφοράς, γιατί οι νέοι να μη θεωρούν δικαίωμά τους να μην υπηρετούν στρατιωτική θητεία; Κι άλλα παραδείγματα μπορεί να σκεφτεί κανείς, που δείχνουν ότι η απουσία ποιοτικών σημείων αναφοράς διαστρέφει και τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Για να λυθούν, λοιπό, ή να αμβλυνθούν τα αρνητικά φαινόμενα που παρατηρούνται σήμερα, η κοινωνία μας θα πρέπει να ξαναβρεί έναν υψηλό αξιακό προσανατολισμό, να στραφεί σε σταθερά πνευματικά ερείσματα και σημεία αναφοράς με υψηλό περιεχόμενο. Πρόκειται για έργο δύσκολο, για μια αληθινή επανάσταση των συνειδήσεων. Γιατί, αν το σκεφτεί κανείς βαθύτερα, μόνο όταν αλλάξουν οι συνειδήσεις, μπορεί να αλλάξει ο κόσμος.