"Πες μου Μαμά, τι γίνεται με εκείνα τα (κανονικά) παιδιά";

Εμμανουέλα Φασομυτάκη
Εμμανουέλα Φασομυτάκη

Όχι Μαμά, δεν είναι καταραμένα τα Τέμπη. Είναι ακόμα ένα σημείο συλλογικού θρήνου. Άλλο ένα ματωμένο μάθημα σε μία χώρα ανεπίδεκτη μαθήσεως.

"Τα κανονικά  παιδιά 

Γεννιούνται κανονικά

Μεγαλώνουν κανονικά 

Ονειρεύονται κανονικά 

Ερωτεύονται κανονικά

Πεθαίνουν κα νο νι κά. 


Πες μου μαμά

Πες μου τι γίνεται με εκείνα τα παιδιά 

Που αν και γεννιούνται κανονικά 

Δεν μεγαλώνουν κανονικά

Δεν ονειρεύονται κανονικά 

Ουτ' ερωτεύονται κανονικά. 

 

Πες μου μαμά, πες μου αν πεθαίνουν κανονικά".

 

Τρύπες, "Τρύπες στον Παράδεισο", 1990 


Ξέρεις Μαμά υπήρξαμε και εμείς κάποτε κανονικά παιδιά

Γεννηθήκαμε, μεγαλώσαμε, ονειρευτήκαμε, ερωτευτήκαμε, ζήσαμε κανονικά. Μία σφαίρα χρειάστηκε για να διαλύσει τη φούσκα μας και την όποια κανονικότητα ζούσαμε μέχρι τότε.  Εκείνη τη σφαίρα που καρφώθηκε στην εφηβική καρδιά του Αλέξανδρου, τη τόσο ίδια με τη δική μας καρδιά κι από τότε τίποτα δεν είναι ίδιο. Η "χαμένη γενιά" μας αποκαλούν. Όχι μαμά, είμαστε μία λαβωμένη γενιά. Που κουβαλάμε ένα συλλογικό τραύμα. Εκείνο που εύκολα αναγνωρίζουμε ο ένας στον άλλον και το οποίο φροντίζουμε με ευλάβεια. Να μην ανοίξει ξανά, κι αν συμβεί, να κλείσει γρήγορα. Να μη πονάει άλλο. Όχι πάλι. 

Κι όσα παιδιά δεν διάλεξαν τον δρόμο της ξενιτιάς, παλεύουν να επιβιώσουν στην Ελλάδα του "Πάμε κι όπου βγεί".

Αυτή τη γενιά βλέπω τις τελευταίες ώρες στα πρόσωπα των παιδιών, φωτογραφίες των οποίων αναρτούν οι δικοί τους, με την ελπίδα να τους βρουν ζωντανούς στα συντρίμμια του τρένου. 

Παιδιά που έφυγαν για το τριήμερο και δεν θα επιστρέψουν ποτέ, φοιτητές που γύριζαν για να συνεχίσουν τις σπουδές τους, άνθρωποι - τόσοι άνθρωποι σε αυτά τα βαγόνια, με όνειρα, κούραση, αναμνήσεις, σχέδια, που ήθελαν απλώς να επιστρέψουν..σπίτι τους. 

Τι να σου πω Μαμά για εκείνα τα παιδιά που μοιάζουν και σε εμένα.

Άνθρωποι, αφημένοι στη τύχη τους. Παρατημένα φορτία πάνω σε ένα τρένο φάντασμα, μίας κοινωνίας που άγεται και φέρεται ανάμεσα στα "θα" του χθες, τα "γιατί" του σήμερα και τα "φτου κι απ' την αρχή" του αύριο. 

Μίας κοινωνίας που δεν πιστεύει στην αλλαγή, στην ουσιαστική αλλαγή. Παραδομένη λοιπόν αρνείται πεισματικά να δώσει ελπίδες σε όσους ήρθαν, έρχονται και θα έρθουν. Μας θέλουν πιόνια,  πιόνια στοιβαγμένα σε ένα βαγόνι. Να υπακούμε, να μην αντιδράμε, να μην μιλάμε κι όταν παρεκκλίνουμε από τις ράγες του ωχαδερφισμού, του νεποτισμού και του "πάμε κι ΄που βγει", όταν συγκρουόμαστε για κοινωνική αλλαγή, συνέπεια και ευθύνη, τότε περνάμε στην Ά θέση και γινόμαστε σμπαράλια

Άκουσες Μαμά;

Βγήκαν οι ετυμηγορίες: "Ανθρώπινο λάθος". Το αφήγημα "αποποίησης ευθυνών" ίδιο και απαράλλαχτο και σ'αυτή τη προδιαγεγραμμένη τραγωδία. Δοξασίες για το μέρος, για να δικαιολογηθεί η χρόνια ανεπάρκεια. Η απουσία πρόληψης και του ελάχιστου σχεδιασμού. Πολιτικά παιχνίδια και  επικοινωνιακά σόου που με μαθηματική ακρίβεια στήνονται κάθε φορά πάνω στα ζεστά ακόμη σώματα ανθρώπων που χάνονται άδικα.

Όχι Μαμά, δεν είναι καταραμένα τα Τέμπη. Είναι ακόμα ένα σημείο συλλογικού θρήνου. Άλλο ένα ματωμένο μάθημα σε μία χώρα ανεπίδεκτη μαθήσεως.

Σκέφτομαι εκείνους τους γονείς, τους συγγενείς και τους συντρόφους που στιβαγμένοι έξω απ τα νοσοκομεία αναζητούν τους δικούς τους ανθρώπους. Παραδομένοι κι αυτοί στον χρόνο που δεν αφήνει περιθώρια ελπίδας, περιμένουν εκείνο το καθοριστικό τηλέφωνο για να παραλάβουν..ό,τι απέμεινε.

Σιωπή.

Αυτή είναι η γενιά μου, Μαμά. Αυτή που "πεθαίνει" ξανά και ξανά.

Από κρατική, εγκληματική αδιαφορία.

Ήμασταν παιδιά Μαμά, που παραλάβαμε στάχτες κι αποκαΐδια. Κι όμως, στο πεδίο των τραυμάτων μας παλέψαμε για να φυτρώσει μια μέρα άλλη. Και τι βρίσκουμε πάντα απέναντι; ΜΑΤ, γκλομπ και δακρυγόνα.

Ένα σύστημα  βουτηγμένο στη διαφθορά. Έναν κρατικό μηχανισμό σμιλεμένο στην αδράνεια, μία οικονομία στο manual των ιδιωτικοποιήσεων και των απευθείας αναθέσεων. Ηγεσίες με έλλειμμα ικανότητας και ευθιξίας να δώσουν εξηγήσεις, έχοντας κάνει κανόνα την ατομική ευθύνη και εξαίρεση,την παραίτηση.

Κουράστηκα Μαμά.

Θα νιώσω ποτέ ασφαλής Μαμά;

Τα κέρδη τους οι ζωές μας, Μαμά. 

Ακούς Μαμά;




Κεντρική Φωτογραφία: Σκίτσο του Δημήτρη Γεωργοπάλη

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ