ΑΠΟΨΕΙΣ

Ο κόμης Καποδίστριας επιστρέφει στην Ελλάδα, ενώ οι Άγγλοι τον παρακολουθούν

Ο νόστος του Καποδίστρια μέσα από ένα άγνωστο βρετανικό ναυτικό ημερολόγιο

Ο κόμης Καποδίστριας επιστρέφει στην Ελλάδα, ενώ οι Άγγλοι τον παρακολουθούν

 

«24 Δεκεμβρίου 1827. Τέταρτη μέρα που ταξιδεύουμε. Μια άπνοια από χτες, μας κρατάει καθηλωμένους στη μέση της Αδριατικής στο ύψος ανάμεσα στο στενότερο μπουγάζι μεταξύ Ιταλίας & 'Αλβανίας. Λίγο πιο ψηλά από τη νοητή γραμμή Μπάρι–Αυλώνας».

Έτσι ξεκινά τις σημειώσεις του ημερολογίου του ο Άγγλος υποπλοίαρχος Ed. Glenn της βρετανικής αυτοκρατορικής φρεγάτας «Wolf» τέσσερεις μέρες αφότου αυτή είχε αποπλεύσει από το λιμάνι της Ανκόνας στην Ιταλία για να μεταφέρει στην πατρίδα τον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδας, τον κόμη Ιωάννη Καποδίστρια

Σκεπασμένος μ’ ένα βαρύ γούνινο ρωσικό παλτό πάνω από το διπλωματικό του φράκο και σφιχτοδεμένος μ’ ένα εξίσου χοντρό κασκόλ γύρω από το γνώριμο φουλάρι του, ο 52χρονος διαφορετικός επιβάτης της εγγλέζικης φρεγάτας, πάλευε να ζεσταθεί στο κατάστρωμα από τη δαιμονισμένη υγρασία της μέρας που αχνόφεγγε στην Αδριατική. Ο μεσήλικας που ξεχώριζε για την αριστοκρατική του εμφάνιση ακουμπισμένος στην κουπαστή κοίταζε με την παρέα του κατά τ’ ανατολικά καρτερώντας να φανούν οι ακτές της Κέρκυρας. Το τσίτωμα των πανιών και ο δαιμονισμένος άνεμος που σφύριζε στα ξάρτια, τους έκανε να μιλούν δυνατά για να ακούγονται… Πλην όμως άκουγε και ο Άγγλος αξιωματούχος που βαφτίστηκε «υποπλοίαρχος» για την περίσταση, αλλά στην ουσία ήταν ο εντεταλμένος της Αγγλικής Κυβέρνησης που παρακολουθούσε διακριτικά τον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδος. 

Ο Κόμης πάνω από ενάμισι μήνα περίμενε στο λιμάνι της Ανκόνας πότε θα φαινόταν στο πέλαγος το αγγλικό πλοίο που του είχαν τάξει ότι θα τον παραλάμβανε για να τον μεταφέρει στην Ελλάδα.

Ανυπόμονος όλο αυτό το διάστημα στην ιταλική πόλη, ανέβαινε πολλές φορές καθημερινά στο καμπαναριό της Βασιλικής του Αγίου Γρηγορίου που δεσπόζει στο λόφο του Αγίου Κυριάκου και να αγναντεύει κατά το πέλαγος μήπως και φανούν τα βρετανικά πανιά που καθυστερούσαν αδικαιολόγητα. Οι Άγγλοι είχαν τους λόγους τους για να τον εκνευρίζουν ακόμη και μετά τη Συνθήκη του περασμένου Ιουλίου (1827) στο Λονδίνο αλλά και της μετέπειτα υπογραφής του πρωτοκόλλου του Νοεμβρίου 1828 όταν η Αγγλία έπεισε τους συμμάχους να το υπογράψουν και με το οποίο αυτοί έθεταν υπό την προσωρινή τους εγγύηση μόνο την Πελοπόννησο και τις Κυκλάδες. Ο Καποδίστριας αρνήθηκε να το εφαρμόσει, παρά τις επίμονες πιέσεις του διπλωματικού αντιπροσώπου της Αγγλίας στην Ελλάδα Ed. Dawkins, ο οποίος ζήτησε την αναστολή των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Στερεά Ελλάδα και την ανάκληση των στρατευμάτων στην Πελοπόννησο. Οι Άγγλοι φοβόταν ότι ο κόμης Καποδίστριας εξυπηρετούσε, παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις του, τα ρωσικά συμφέροντα και ήταν σαφώς εχθρικοί στην επιθυμία του για την επέκταση των ελληνικών συνόρων. Κατά τον Ουέλλιγκτον, πρωθυπουργό της Αγγλίας στο μεγαλύτερο μέρος της καποδιστριακής περιόδου, ένα ισχυρό ελληνικό κράτος θα ανέτρεπε την ισορροπία δυνάμεων στην Ανατολή, θα ανταγωνιζόταν μελλοντικά τη βρετανική ναυτική δύναμη και αναπόφευκτα θα εξαρτιόταν από τη Ρωσία. Ο Καποδίστριας με τη σειρά του, δεν έκρυβε την απέχθειά του για τους Άγγλους και φαίνεται ότι με δυσκολία τηρούσε τα διπλωματικά προσχήματα για να μην το δείχνει. Θεωρούσε ταυτόσημη με προδοσία κάθε μορφής ανεπίσημη συνεργασία των Ελλήνων με την Αγγλία, επειδή απροκάλυπτα επιδίωκε τον περιορισμό των ελληνικών συνόρων. Όλα αυτά όμως τώρα έπρεπε να τα «καταπιεί»: Μια βρετανική φρεγάτα είχε επιφορτιστεί με την ευθύνη  της μεταφοράς του στην Ελλάδα για να αναλάβει πλέον την πολύπαθη μοίρα της…

 

Η βρετανική φρεγάτα «Warspite» που μετέφερε μέσω Μάλτας τον Καποδίστρια στην Ελλάδα
Η βρετανική φρεγάτα «Warspite» που μετέφερε μέσω Μάλτας τον Καποδίστρια στην Ελλάδα

 

 

Όταν μέσα στη σκληρή περίοδο της καραντίνας από την πανδημία, ξαναέπεσε στα χέρια μου το έργο «Η Κυρά της Ύδρας» του έλληνα λογοτέχνη της γενιάς του ’30, Θανάση Πετσάλη-Διομήδη που πρωτοδημοσιεύτηκε στα 1968, στο οποίο περιγράφεται το άγνωστο ημερολόγιο του άγγλου «υποπλοιάρχου» Ed. Glenn, αποφάσισα να ερευνήσω περισσότερο αυτή την υπόθεση.  Στα βρετανικά αυτοκρατορικά ναυτικά αρχεία εκείνης της περιόδου και στα ημερολόγια των πλοίων «Wolf» με κυβερνήτη τον Sr John Hayes και το «Warspite» με κυβερνήτη τον Sr William Parker οι πηγές μας -που δεν μπορούν να κατονομαστούν- επιβεβαιώνουν ότι σώζονται εκτενείς ημερολογιακές αναφορές, για τη μεταφορά του υψηλού επιβάτη στην Ελλάδα. Τα ημερολόγια αυτά έχουν μεταφερθεί και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των αρχείων του Foreign Office που σχετίζονται με τη δολοφονία Καποδίστρια.

Αξίζει για την Ιστορία η παράθεση αυτών των ημερολογιακών αναφορών, που αρχίζουν μεσοπέλαγα, μετά την παραλαβή του Καποδίστρια από την Ανκόνα. Ας αφεθούμε όμως στο ημερολόγιο με το ύφος και τη γραφή του «υποπλοιάρχου» Ed. Glenn:

«Βρίσκομαι, επιβάτης, πάνω στην κορβέτα της Αυτής Βρετανικής Μεγαλειότητας «Wolf» με κυβερνήτη τον Sr John Hayes με ειδική εντολή να ακολουθώ (και να παρακολουθώ υπό τις διαταγές του φυσικά), τον κόμητα Κάπο ντ' Ίστρια ως τη στιγμή που θα πατήσει το πόδι του στην Ελλάδα.

Ο κόμης Κάπο ντ' Ίστρια, πηγαίνει στην Ελλάδα για να αναλάβει τη διακυβέρνηση του τόπου. Η εκλογή του έγινε πριν οχτώ μήνες, αν δε γελιέμαι. Στο αναμεταξύ, ένα καινούργιο κράτος δημιουργήθηκε στο Λονδίνο (που αλλού;) τον περασμένο Ιούλιο, με κάποια Συνθήκη του Λονδίνου, καθώς τη λένε.

Ο κόμης Κάπο ντ' Ίστρια είναι ένας πραγματικός αριστοκράτης,  θα μπορούσε να ήταν και Άγγλος! Τι κολακευτικότερο να πει κανείς; Λίγο ψυχρός, αλλά πολύ συγκρατημένος. Τον συνοδεύει ακολουθία από εννέα ανθρώπους. Τρεις Ελβετοί νομίζω, και οι άλλοι Έλληνες. Ελβετός είναι ο ιδιαίτερος γραμματέας του, ο κ. Βétant, ένας νέος εικοσιπέντε χρόνων –σαν και μένα– έξυπνος και συμπαθητικός (δεν πάνε πάντοτε μαζί αυτά τα δύο). Ελβετοί είναι και οι δύο βαλέδες. Οι έξι Έλληνες είναι: Ένας ιστορικός, ο συντοπίτης του Κερκυραίος λόγιος κ. Ανδρέας Μουστοξύδης, ο κ. Ρίζος Νερουλός, ο κ. Ιωάννης Δομπόλης (δεν ξέρω τι κάνουν αυτοί οι δύο), ένας μηχανικός ο κ. Σταμάτης Βούλγαρις, και ο κ. Νικόλαος Μακρομύτης.

Όλοι αυτοί μιλούν αδιάκοπα, με πολλές φωνές, πολλές χειρονομίες και πολλά γέλια ηχηρά. Υπηρετώ πέντε χρόνια σε τούτα τα νερά, Ιόνιο και Αιγαίο. Έζησα σε ελληνικά λιμάνια, συναναστράφηκα Έλληνες, και καταλαβαίνω μέσες-άκρες τη γλώσσα τους. Αλλά αυτοί εδώ μόνο πολιτικά συζητούνε. Τσακώνονται και θυμώνουν αναμεταξύ τους. Προτιμώ τον Ελβετό. Ο Κόμης μιλάει λίγο, ήρεμα και χαμηλόφωνα.

Τα γράφω αυτά, κρατώ τούτες τις πρόχειρες σημειώσεις, τόσο από καθήκον, αλλά και γιατί με έπνιξε η ανία, η φοβερή ανία της ζωής του καραβιού, όταν πέσει ολότελα ο άνεμος και όλα μοιάζουν νεκρά γύρω σου, για να μη νεκρωθούν μέσα μου τα πάντα.

 

25 Δεκεμβρίου

 

Χριστούγεννα! Χριστούγεννα! Πέμπτη φορά μακριά από την πατρίδα! Συλλογίζομαι το σπίτι μας, στο Hamstead, τη μητέρα, τη μικρότερη αδελφή μου, που είναι δώδεκα χρονών και διαβάζει βιβλία για ταξίδια και ονειρεύεται ταξίδια όπως τα θέλει η φαντασία της, ενώ εγώ, ο αδελφός της, τα ζω τα ταξίδια μες στη σκληρή πραγματικότητα και ξέρω τι θα πει θάλασσα, τι θα πει καράβι, τι θα πει ξενιτιά, τι θα πει να είσαι μόνος, μόνος, όταν τα πανιά κρέμονται στα κατάρτια σαν άθλια και άχρηστα κουρέλια.

Δόξα σοι ο Κύριος όμως! Από τα μεσάνυχτα χτες σηκώθηκε ελαφρύς άνεμος γαρμπής. Το σκαρί μας ταξιδεύει με αργή βρετανική μεγαλοπρέπεια!

Λίγο μετά που ξημέρωσε, οι βίγλες αναγγείλανε ένα καράβι. Ερχόταν από τη μεριά της Κέρκυρας. Μας είδε, ως φαίνεται, γιατί γύρισε κατά πάνω μας. Με το κανοκιάλι ο καπετάνιος το αναγνώρισε. Ήταν το «Warspite», η δίκροτη φρεγάτα της Αυτού Βρετανικής Μεγαλειότητας, που ερχόταν από τη Μάλτα, να παραλάβει τον κόμητα Κάπο ντ' Ίστρια. Άργησαν, όπως πάντοτε, οι διαταγές από το Τουρίνο (πρωτεύουσα του Βασιλείου της Σαρδηνίας) προς το ναύαρχο Κόδριγκτων, και ερχόταν μόλις τώρα. Ενάμισι μήνα περίμενε ο Κόμης στην Ανκόνα. Ώσπου ξεκίνησε με τούτη την κορβέτα το «Wolf». Κι' εγώ μαζί. Ανυπομονησία. Κερδίσαμε οπωσδήποτε δύο μέρες. Το «Warspite» πλησίασε. Άρχισαν τα σινιάλα, οι χαιρετισμοί. Αριστερά μας ορθώνεται άγρια η Αλβανία. Σκοτεινά βουνά. Κάπου δέκα μίλια ανατολικά μας, το νησί Σάσων. Στ' ανοιχτά του νησιού συναντηθήκαμε με το «Warspite». Ήταν φουσκοθαλασσιά και τα δύο καράβια αναγκάστηκαν να σταθούν αρκετά μακριά το 'να από τ' άλλο. Κόπος και φασαρία για να μεταφερθούμε από το «Wolf» στο «Warspite». Πηγαινέλα οι βάρκες. Φωνές και φασαρία από τους δυο βαλέδες του Κόμητα, να μη βραχούνε τα πράματα. Ο Κόμης όμως ατάραχος.

Δεν αργοπορήσαμε άλλο. Τα δύο καράβια αντιχαιρετίστηκαν κατά τους κανονισμούς. Ξεκινήσαμε. Το «Wolf» πήρε μια μεγάλη βόλτα και μάκρυνε, να γυρίσει στην Ανκόνα. Εμείς ρότα για τη Μάλτα. Ψηλά στη μετζάνα του «Warspite» κυματίζει τώρα η ελληνική σημαία.

 

Η αναλυτική περιγραφή της άφιξης του Καποδίστρια από τη «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος» στις 14 Ιανουαρίου 1828.
Η αναλυτική περιγραφή της άφιξης του Καποδίστρια από τη «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος» στις 14 Ιανουαρίου 1828.

 

 

26 Δεκεμβρίου

 

Ταξίδι ομαλό. Άνεμος πουνέντες μέτριος. Σηκώσαμε και τους τρείς φλόκους. Νύχτα αργά αφήσαμε στα δεξιά τον κάβο Πάσσερε της Σικελίας.

 

27 Δεκεμβρίου

 

Τίποτε άξιο λόγου. Συνεχίζουμε ομαλά. Ο καιρός ψήλωσε. Το «Warspite» καβατζάρει τα κύματα και κόβει 7 μίλια την ώρα.

 

28 Δεκεμβρίου

 

Φτάσαμε ξημερώματα στη Μάλτα. Περιμέναμε αρόδου να πάει η ώρα οχτώ. Έτσι όρισαν για να μπούμε στο λιμάνι της Βαλέτας. Αμέσως ξεμπαρκάραμε.

Ο Κόμης πήγε πρώτα να δει το Διοικητή του νησιού. Ο στρατηγός Passomby τον δέχτηκε επίσημα στο Διοικητήριο. Τυπικότητες. Ωστόσο, από το σφίξιμο του χεριού και από τα λίγα λόγια που άρπαξα, τους ενώνει ως φαίνεται, αμοιβαία εκτίμηση.

Στη συνέχεια ο κόμης Κάπο ντ' Ίστρια πήγε να δει το Ναύαρχο Κόδριγκτων. Τον συνόδευσα και εκεί, αλλά όταν κλείστηκαν στο γραφείο του Ναυάρχου αποσύρθηκα.

Μαθεύτηκαν μολαταύτα μερικά πράματα. Ο Ναύαρχος είναι στενοχωρημένος, είναι ανήσυχος. Ύστερα από τη ναυμαχία του Ναυαρίνου, όπου πήρε σοβαρή πρωτοβουλία με βαρύτατες συνέπειες, περιμένει να του τα ψάλουν τώρα και επίσημα από το Λονδίνο! Το Ναυαρχείο φαίνεται (ή κάνει ότι είναι) οργισμένο! Κάποια έκφραση δυσμένειας αν όχι κάποια τιμωρία, θα έρθει από κει. Οπωσδήποτε οι δύο άντρες τα είπαν επί μιάμιση ώρα. Πολύ, για λιγόλογους ανθρώπους, μετρημένους.

Πριν βραδιάσει, πήγαμε και στο Ρώσο Ναύαρχο Λογγίνο Χέϋδεν, που έλαβε κι' εκείνος μέρος στο Ναυαρίνο με τα καράβια του. Σίγουρα, θα περιμένει και αυτός «νέα» από την Αγία Πετρούπολη.

 

29 Δεκεμβρίου

 

Νέα συνάντηση του κόμητα Κάπο ντ' Ίστρια με τον Κόδριγκτων. Έμαθα ότι ο Ναύαρχος έστειλε δύο γράμματα σχετικά. Ένα προς τον σερ Άνταμ, τον Αρμοστή των Επτά Νησιών στην Κέρκυρα. Το άλλο στο Λονδίνο, για τον Βασιλικό Πρίγκιπα… 

 

30 Δεκεμβρίου

 

Ο Κόμης πέρασε την ημέρα του γράφοντας. Δεν δέχτηκε κανέναν. Έφτασε από την Ελλάδα το μπρίκι «Έκτωρ». Είναι ψαριανό. Πλοίαρχος ο Νικόλαος Γιαννίτσης. Ήρθε σταλμένο από την 'Αντικυβερνητική Επιτροπή (που κυβερνά προσωρινά την Ελλάδα) για να φέρει το χαιρετισμό της πατρίδας στον κόμητα. Δεν πρόκαμε όμως καλά-καλά να φουντάρει. Κάτι Μαλτέζοι έμποροι του κάμανε κατάσχεση, λέγοντας (και δείχνοντας τα σχετικά χαρτιά) ότι κάνει να λαμβάνουν από την Ελληνική Κυβέρνηση.

Ντροπή και τραγική γελοιοποίηση!

 

31 Δεκεμβρίου 1827

 

Παραμονή Πρωτοχρονιάς. Το βράδυ επίσημο γεύμα στο Διοικητήριο. Ειπώθηκαν ευγένειες, φιλοφρονήσεις και ευχές. Ο Κόμης είναι γόης. Κέρδισε και το Διοικητή και το Ναύαρχο και όλους τους άλλους καλεσμένους! Φαντάζομαι και τις κυρίες τους!

Το αυτί μου πήρε και τούτα τα λόγια του Κόδριγκτων: «Εξοχότατε, είπε στον Κόμητα, θα είμαι πάντοτε θερμός και ειλικρινής φίλος σας, εφ' όσον θα ενεργείτε σύμφωνα με την Συνθήκη του Λονδίνου!».

Τα μεσάνυχτα σέρβιραν ένα πελώριο Christmas pudding ζωσμένο μέσα στις φλόγες και όλα τα καθιερωμένα. Τραγουδήσαμε όλοι Christmas carols.

 

Το Ναύπλιο την εποχή του Καποδίστρια
Το Ναύπλιο την εποχή του Καποδίστρια

 

 

1 Ιανουαρίου 1828

 

Ας δώσει ο Θεός να είναι ο Καινούργιος Χρόνος ευτυχισμένος και δοξασμένος για την Αγγλία, για το Βασιλέα και για τους δικούς μας.

Αύριο σαλπάρουμε. Ο Κόμης πέρασε όλη την ημέρα σκυμμένος στο γραφείο του. Πότε-πότε σηκώνεται και κόβει βόλτες. Και ξανά σκυμμένος στα χαρτιά του. Ως αργά το βράδυ. Πρωτοχρονιά. Η Πρωτοχρονιά του.

 

2 Ιανουαρίου

 

Σαλπάραμε. Μπροστά πήγαινε το «Έκτωρ». Ο Διοικητής έδωσε την άδεια να ακυρώσουν την κατάσχεσή του. Πίσω του το «Warspite» μεγαλόπρεπο, με όλα τα πανιά του φουσκωμένα, με τη βρετανική σημαία στην πρύμη του και την ελληνική στη μετζάνα. Όσο προχωρούμε ο καιρός φρεσκάρει. Σηκώθηκε άνεμος γαρμπής, ο γνωστός δεκεμβριάτικος λίβας.

 

3 Ιανουαρίου

 

Αλήθεια πλέουμε ή πετούμε; Λαμπρός άνεμος γαρμπής πάντοτε, μας δίνει φτερά. Τα πανιά τσιτωμένα γίνονται φτερά. Λησμόνησα να σημειώσω, ότι στο «Warspite» επιβιβάστηκαν-φορτώθηκαν ταιριάζει καλύτερα να πω- εκατόν είκοσι Έλληνες κουρσάροι, που σάπιζαν στα μπουντρούμια της Μάλτας. Ο Διοικητής τους έδωσε χάρη. Αβρότητα και τούτη προς τον κόμητα Κάπο ντ' Ίστρια. Οι άνθρωποι αυτοί κείτονται σωριασμένοι κάτω στ' αμπάρια. Είναι χαρούμενοι ωστόσο και τραγουδούνε. Γυρίζουν στην πατρίδα! Στην πατρίδα! Ελεύθεροι πια!

 

4 Ιανουαρίου

 

Άλλαξε μονομιάς ο διάκοσμος. Ο νοτιοδυτικός άνεμος μάς έφερε γρήγορα στο Τσιρίγο, καβατζάραμε κιόλας την Ελαφόνησο... Τι ήταν αυτό ξαφνικά; Κύματα, κύματα, κύματα άγρια, θυμωμένα, ορθώθηκαν μπροστά μας, δίπλα μας, πίσω μας, βαλθήκανε να μάς χτυπούνε κατάπλωρα μανιασμένα. Άγρια τραμουντάνα έχει καβατζάρει, βέβαια θα είναι από μέρες τώρα στο Αιγαίο. Σκληρός, βίαιος άνεμος μας ταλανίζει, μας παιδεύει αλύπητα, όλο και πιο άγρια. Κατεβάσαμε όλα τα πανιά. Μόνο ο μεγάλος φλόκος παραμένει για την ώρα. Σκαμπανεβάζουμε. Πέφτουμε βαριά κάτω και θαρρείς κάθε φορά ότι θ' ανοίξει το σκαρί, θα διαλυθεί σε χίλια κομμάτια. Ώρες και ώρες και ώρες. Ώσπου πλάκωσε η νύχτα. Άγρια νύχτα, λυσσασμένη τραμουντάνα, κόλαση τα πάντα. Κανένας δεν έκλεισε μάτι.

 

5 Ιανουαρίου

 

Το ίδιο κακό. Δεν προχωράμε πια. Το σκαρί μας παλεύει με τα μανιασμένα κύματα.

 

6 Ιανουαρίου

 

Τα ίδια πάντοτε. Λες και γίνεται ένας παράξενος αγώνας: να καβαλήσει το καράβι το κύμα και το κύμα το καράβι. Αγωνία. Τρίζουν και σφυρίζουν τα πάντα. Εμένα μ' αρέσει ετούτο.

 

7 Ιανουαρίου, ημέρα Σάββατο

 

Δε μένει πια άλλο. Αντί να πάμε ίσια στην Αίγινα, την πρωτεύουσα του νέου Βασιλείου, θα φουντάρουμε στο Ναύπλιο. Όσο να κοπάσει το κακό. Μπήκαμε στον κόλπο του Ναυπλίου, αργολικό τον λένε οι Έλληνες. Ανασάναμε. Το «Warspite» ηρέμησε. Το «Έκτωρ» έχει ποδίσει από προχτές στη Μαλβουαζία. Μόλις φουντάραμε στο λιμάνι του Αναπλιού, μάς αναγνώρισαν αμέσως. Απάνω από το κάστρο της Ακροναυπλίας μας χαιρέτησαν με δεκαπέντε κανονίδια. Μαθεύτηκε έτσι σ' όλη την πόλη από την μια στιγμή στην άλλη η μεγάλη είδηση: ήρθε ο Κυβερνήτης! ήρθε ο Κυβερνήτης! Πότε πρόλαβε και συνάχτηκε όλος αυτός ο κόσμος στην προκυμαία κάτω; Μαυρολογούσε η πλατεία και οι δρόμοι γύρω. Μια ανθρωποθάλασσα που σάλευε και πηγαινοερχόταν. Πότε πρόκαμαν και σήκωσαν παντού τις σημαίες; Μέχρι το καράβι αχολογούσαν οι φωνές και τα ζήτω. Όμως ήταν αργά πια, νυχτώνει γρήγορα τώρα, βράδιασε, νύχτωσε μονομιάς. Ο κόμης Κάπο ντ' Ίστρια δεν βγήκε στην κουβέρτα. Αύριο είπε, αύριο.

 

8 Ιανουαρίου, ημέρα Κυριακή

 

Μέρα περίλαμπρη, πεντακάθαρη, ελληνική. Λιακάδα του Γενάρη. Ο βοριάς ξεκαθάρισε τα πάντα. Ξέφεξε ο κόσμος όλος, διάφανος.

Πρωί-πρωί ανέβηκε ο Κόμης στη γέφυρα, για ν' αντικρίσει το Ναύπλιο. Η προκυμαία άδεια ακόμα. Μόνο κάτι ψαράδες. Μα δεν άργησε να μαζευτεί κόσμος. Απ' όλες τις μεριές, απ' όλους τους δρόμους, σαν τα ποτάμια που πάνε να χυθούν στη θάλασσα.

Άξαφνα ακούστηκε μια καμπάνα, ένα μοναχικό χτύπημα, ένα άλλο δυνατό, και μονομιάς, σα να το περίμεναν -γιατί το περίμεναν- ξέσπασαν όλες μαζί οι καμπάνες της χώρας, να χτυπάνε ζωηρά, γρήγορα, χαρούμενα, δίχως σταματημό, συνέχεια, ώρα πολλή.

Κι' όταν σταμάτησαν, όλες μαζί πάλι, ακούστηκε ξώμεινε θα ταίριαζε καλύτερα να πει κανείς, ένα απόμαχο καμπάνισμα, ωσάν χλωμός και μισοσβησμένος αντίλαλος, κάποια εκκλησούλα ξεχασμένη, χαμένη μέσα στον κάμπο, που κάνει του κεφιού της. Με τούτο το χαρμόσυνο όμως καμπάνισμα, θαρρείς και ξύπνησαν ολονών τα αίματα, ξεχύθηκε πια όλος ο λαός, όλο το Ανάπλι κατά την προκυμαία, έπηξε η προκυμαία από λαό, άντρες, γυναίκες, παιδιά, και μες στο πλήθος ξεχώριζαν τα κόκκινα φέσια, οι γαλάζιες ζώνες, τα λευκά πουκάμισα. Ώσπου ανέβηκε στην κουβέρτα ο Κόμης, κι' αμέσως τον αναγνώρισε ο λαός από τη στεριά πέρα, λες και τον έβλεπε από χρόνια. Και ξέσπασαν τα ζήτω και οι φωνές και τα μαντίλια σειόντανε και τα χέρια.

Έτσι πάτησε για πρώτη φορά χώμα ελληνικό ο Κυβερνήτης, ύστερα από την Κέρκυρα όπου γεννήθηκε, ύστερα από τόσα χρόνια. Κανόνια πέφτανε. Δάκρυα κυλούσαν. Γέλια, κραυγές, σπρωξίματα.

Σχηματίσαμε πομπή κι ανηφορίσαμε μες από το πλήθος ως τον Αϊ Γιώργη, τη Μητρόπολη του Αναπλιού. Εκεί έγινε λειτουργία. Εκεί έπρεπε να δεις κλάματα και αναφιλητά, όλα από χαρά μεγάλη.

Ύστερα ο Κόμης πήγε στο σπίτι του Εμμανουήλ Ξένου, και δέχτηκε όποιον ήθελε να τον χαιρετήσει. Στέναζαν οι ξύλινες οι σκάλες από το πολύ το βάρος, δεν έπεφτε βελόνα μέσα στα δωμάτια, ανώγι και κατώγι. Όλοι ήρθαν. Μόνο ο ρουμελιώτης αρχηγός Γρίβας δεν έστερξε να κατέβει από το Παλαμήδι που το κρατούσε. Έχουνε στήσει πόλεμο μεταξύ τους οι Έλληνες από καιρό. Ο Γρίβας κρατάει το κάστρο του Παλαμηδιού, ο Στράτος κρατάει την Ακροναυπλία, το Ιτς Καλέ. Όμως ό Κυβερνήτης μήνυσε του Γρίβα, ότι ο Στράτος παράδωσε τα κλειδιά της Ακροναυπλίας και τότε δέχτηκε κι ο Γρίβας να παραδώσει τα κλειδιά του Παλαμηδιού. Ωσάν παιδιά κάνουν ετούτοι οι Έλληνες. Τσακώνονται, πεισματώνουν, χτυπιούνται μονάχοι τους, βγάζουν τα μάτια τους με τα ίδια τους τα χέρια .

Ολημερίς βάσταξε η χαρά τους σήμερα. Τους βρήκε το σκοτάδι πάνω στο χαροκόπι.

 

9 Ιανουαρίου

 

Σαλπάραμε για την Αίγινα. Απομεσήμερο.

 

10 Ιανουαρίου

 

Βραδυπορούμε. Έπεσε ο αέρας, μόλις και με τη βία παίζει μέσα στα πανιά μια ξέπνοη αύρα. Παραπλέουμε ακτές ρομαντικές, μικρά ξερονήσια πεντάμορφα.

 

11 Ιανουαρίου

 

Απόγευμα φουντάραμε στο λιμάνι της Αίγινας. Μας υποδέχτηκε το κανονίδι των ελληνικών καραβιών (δύο είναι όλα κι όλα, η φρεγάτα «Ελλάς» και η κορβέτα «Ύδρα») και της γαλλικής φρεγάτας «Ήρα». Άσπρα σπιτάκια γελαστά. Καταγάλανη θάλασσα. Γαλάζιος ουρανός. Άσπρα συννεφάκια ανάερα! Λευκά και γαλάζια όλα. Η ελληνική σημαία. Παντού η ελληνική σημαία. Ο λαός έτρεξε και στριμώχτηκε στην ακρογιαλιά, για την υποδοχή, για το χαιρετισμό, για τη χαρά. Με μια βάρκα ήρθε η Αντικυβερνητική Επιτροπή (Μαυρομιχάλης, Νάκος, Μηλαΐτης) και ανέβηκε στο «Warspite» να δηλώσει υποταγή στον Κυβερνήτη.

Βγήκαμε επιτέλους στη στεριά. Εδώ περίμεναν οι άλλοι επίσημοι, Γραμματείς της Επικρατείας (Υπουργοί), Στρατηγοί, Μητροπολιτάδες. Ο Κωλέτης υποσχέθηκε να βοηθήσει για τον κατευνασμό των παθών ανάμεσα στους Έλληνες, όλο καλές προθέσεις αλλά ποιος τον πιστεύει.

Έπειτα πια ο Κόμης και οι επίσημοι σχηματίσανε πάλι πομπή και προχωρήσανε για την εκκλησία, όπου θα γινόταν η δοξολογία. Ο δρόμος όλος ήταν στρωμένος δάφνες. Ο λαός ακολουθούσε συγκινημένος, μία ψυχή όλοι!

Στο ναό της Παναγίας στη Μητρόπολη, που ο αυλόγυρός της χρησιμεύει και για Βουλευτήριο ήταν κιόλας πλήθος αμέτρητο ο λαός. Μόλις μπόρεσε να περάσει ο Κόμης. Αμέσως άρχισε το «Ευλογητός ο Θεός» και ο λαός σταυροκοπιότανε όλη την ώρα, σκύβοντας τα κεφάλια.

Ο Κόμης, όρθιος μπροστά στο θρόνο του. Ο θρόνος ένα λιτό, απλό ξύλινο στασίδι. Αυτός είναι ο θρόνος του πρώτου ηγεμόνα της αναστημένης Ελλάδας: Ένα κοινό στασίδι, όπως όλων των απλών ανθρώπων!

 

12 Ιανουαρίου 1828

 

Η αποστολή μου τελείωσε. Περιμένω...

 

Σήμερα σχεδόν δυο αιώνες μετά τη δολοφονία του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας, τα βρετανικά σχετικά αρχεία του Foreign Office παραμένουν επτασφράγιστο μυστικό. Η γνωστοποίησή τους στη χώρα μας, μαζί με την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο, πρέπει να αποτελέσει εξίσου ένα άλλο μεγάλο εθνικό στόχο που θα δικαιώσει τη Μνήμη και την Ιστορία.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση