Μαύρες μέρες για τον Ελληνισμό

Δημήτρης Καρατζάνης
Δημήτρης Καρατζάνης

Το μόνο που έβλεπαν τα θολωμένα από τα δάκρυα μάτια στρατιωτών και πολιτών, ήταν η Σμύρνη, που την φαντάζονταν ως το μοναδικό λιμάνι της σωτηρίας τους.

του Δημήτρη Καρατζάνη

Ενενήντα τέσσερα χρόνια από τότε που ο Μικρασιατικός Ελληνισμός ανέβαινε τούτες τις μέρες τον πιο πικρό τον πιο ματωμένο Γολγοθά της ιστορίας του. Κι ενώ τα πάντα κατέρρεαν ένας άνθρωπος, ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος παρέμενε όρθιος στις Μικρασιατικές επάλξεις  σε μια  απελπισμένη προσπάθεια να περισώσει ότι μπορούσε από τον Μικρασιατικό Ελληνισμό.

Λίγο  πριν είχε αρνηθεί πεισματικά να ακολουθήσει το δρόμο της σωτηρίας δια της φυγής,όπως του είχαν προτεινει Βρετανοί και Αμερικανοί διπλωμάτες. Παρα την τραγικότητα των στιγμών  διατηρούσε ακόμα στην ψυχή του  μια ελπίδα. Μια ελπίδα που την ενσαρκώνει ο μέγιστος Έλληνας της εποχής του, ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Γι αυτό και καταφεύγει σ αυτόν απευθύνοντας του το τελευταίο του γραπτό  μήνυμα. Μια επιστολή  που ξεχειλίζει από αγωνία, πόνο, αλλά κι ελπίδα για  τον απειλούμενο θανάσιμά  ελληνισμό της Ιωνίας

 ''Αγαπητέ φίλε και αδελφέ Ελευθέριε Βενιζέλε'' ,γράφει, ''επέστη η μεγάλη  στιγμή της μεγάλης εκ μέρους σας χειρονομίας. Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας,το ελληνικόν κράτος,αλλά και σύμπαν το ελληνικόν  Εθνος  καταβαίνει πλέον εις τον Αδην από του οποίου καμιά πλέον δύναμις δεν θα δυνηθεί να το αναβιβάσει και να το σώσει....Και νυν φίλτατε αδερφέ, Σε μόνον θεωρούμεν τον από μηχανής Θεόν ,Σε βράχον ,Σε ελπίδα Σε σωτήρα και Μεσσία μας...'' Και κλείνει την επιστολή του με μια δραματική έκκληση που αποκαλύπτει την πυρετική κατάσταση που βίωνε και  την αγωνία του για ένα  ποίμνιο που αντιλαμβάνεται πως ήδη έχει πάρει το δρόμο του Γολγοθά του.

''...Περίζωσε την ρομφαία του λόγου σου ''γράφει '' και κατευοδού προς ημάς και κόψον τον άλυτον διά την διπλωματίαν μέχρι σήμερον δεσμόν του Ανατολικού ζητήματος.
Πίπτων επί του τραχήλου Υμών, περιλούω Υμάς δι απείρων φιλήμάτων σεβασμού και αγάπης. Ο Σμύρνης Χρυσόστομος.

Κανένας όμως πια δεν μπορούσε να περισώσει τον ελληνισμό της Μικρασίας .Οι άτακτες φάλαγγες στρατιωτών και πολιτών που υποχωρούσαν , είχαν πάρει τη μορφή καταστροφικού κύματος , που παρέσερνε τα πάντα, καταστρέφοντας σπίτια περιουσίες ''ιερά και όσια ''αιώνων ελληνισμού.

Το μόνο που έβλεπαν τα θολωμένα από τα δάκρυα μάτια στρατιωτών και πολιτών, ήταν η Σμύρνη, που την φαντάζονταν ως το μοναδικό λιμάνι της σωτηρίας τους.
Κάθε τόσο βέβαια ,αρκετοί απ αυτούς εγκατέλειπαν αιμόφυρτοι την πορεία, ύστερα από τις αιφνιδιαστικές και ανελέητες επιθέσεις που δέχονταν από τους Τσέτες, που παρακολουθούσαν μέρα -νύχτα αθέατοι και άγρυπνοι σαν τα τσακάλια, την κάθε τους κίνηση, αναζητώντας την ευκαιρία για να χτυπήσουν.

Κι όταν οι φάλαγγες των εξουθενωμένων στρατιωτών άρχισαν να μπαίνουν στη Σμύρνη ''χυνόντουσαν στην πόλη, σαν ένα ατέλειωτο ποτάμι με κατεύθυνση το σημείο της ακτής,όπου είχε αποσυρθεί ο ελληνικός στόλος.

 Βάδιζαν σιωπηλοί σα φαντάσματα , χωρίς να κοιτούν ούτε δεξιά , ούτε αριστερά. Και κάπου κάπου  κάποιος κατέρρεε από εξάντληση στο πεζοδρόμιο ή στο κατώφλι μιας πόρτας''.

''Οι περισσότεροι δεν είχαν πάρει συσσίτιο τις τελευταίες δώδεκα μέρες. Ήταν καταβεβλημένοι ,πεινασμένοι ,μερικοί ξυπόλυτοι...δεν υπήρχαν αξιωματικοί , ούτε κανονισμοί ,ούτε ζυγοί, παρά μόνο στρατιώτες που σέρνονταν ανα ζεύγη ή τετράδες, όσο πιο γρήγορα τους επέτρεπαν τα κουρασμένα τους πόδια.''

Ανάλογη ήταν και η εικόνα των πολιτών που πλημμύρισαν την πόλη και κατέλαβαν κάθε διαθέσιμο χώρο από δρόμους και πλατείες μέχρι προαύλια εκκλησιών ,ξενοδοχεία, άσυλα ,σχολεία, σπίτια και  αυλές. Όπου υπήρχε ελεύθερο κομμάτι γης, μια πέτρα για να καθίσουν, να ξαποστάσουν μόνο κι όχι να κοιμηθούν.

 Γιατί τις τραγικές εκείνες ώρες ο ύπνος δεν έβρισκε καταφύγιο για να κουρνιάσει. Ούτε καν στα βλέφαρα των επι μέρες άυπνων, απελπισμένων και πανικόβλητων προσφύγων της ενδοχώρας και των Σμυρνιών..... (Από το βιβλίο του Δ, Καρατζάνη, ''Η εξομολόγηση ήταν μισή'')

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ