ΑΠΟΨΕΙΣ

Η νέα περίοδος της πολιτικής εξουσίας στην Τουρκία

Απέναντι στον μέχρι πρότινος κυβερνητικό συνασπισμό, πολιτικές εξελίξεις που οδήγησαν στη νέα πολιτική επικράτηση με νέα δεδομένα για τον Τούρκο Πρόεδρο, ενώ νέοι παράγοντες που προέβαλαν κατά την διάρκεια της τουρκικής προεκλογικής περιόδου, έρχονται να θέσουν νέα στοιχεία.

Η νέα περίοδος της πολιτικής εξουσίας στην Τουρκία

Έχοντας περάσει μια εικοσαετία, σε μια εναλλασσόμενη ιεραρχία εξουσίας, αξιωμάτων Πρωθυπουργού και Προέδρου της Δημοκρατίας, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, καλείται να αντιμετωπίσει συνέπειες και επιδραστικές επιπτώσεις, τόσο στο εσωτερικό, ως και στις εξωτερικές σχέσεις της Άγκυρας. Απέναντι στον μέχρι πρότινος κυβερνητικό συνασπισμό, πολιτικές εξελίξεις που οδήγησαν στη νέα πολιτική επικράτηση με νέα δεδομένα για τον Τούρκο Πρόεδρο, ενώ νέοι παράγοντες που προέβαλαν κατά την διάρκεια της τουρκικής προεκλογικής περιόδου, έρχονται να θέσουν νέα στοιχεία.


Άρθρο του Γιώργου Α. Ζερβάκη *
Όλο το κλίμα που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία είκοσι έτη, επιτείνει  ερωτήματα. Τι μπορεί να σημάνει για την πολιτική διαδρομή του Ερντογάν, με τις αντιλήψεις που έχει για την Δημοκρατία, τους θεσμούς της, με τις μεθοδεύσεις του στην Δικαιοσύνη, στην ενημέρωση, αλλά και την πολιτική αντιπαράθεση με τα κόμματα της Αντιπολίτευσης. Και σε ποιο βαθμό, μπορεί αυτή η νέα μετεκλογική περίοδος να δημιουργήσει εξελίξεις.
Ο Ερντογάν έχει συγκεντρώσει πλήθος εκτελεστικών εξουσιών, με ένα δημοψήφισμα το 2017 αφαίρεσε πολιτική εξουσία από το Κοινοβούλιο, ενισχύοντας την ηγεμονία του, μέσα από μια αναθεωρητική λογική, που επηρεάζει την εσωτερική πολιτική, αλλά και την εξωτερική πολιτική, στο ευρύτερο περιφερειακό περιβάλλον.
Στην ηγεμονική αυτή περίοδο του Ερντογάν, η Τουρκία επέλεξε την βαθμιαία απομάκρυνση της από τον ευρωπαϊκό της δρόμο, κατευθύνθηκε σε μια ριζοσπαστικοποιημένη αντίληψη, σε τέτοιο βαθμό που υπονόμευσε ακόμα και τον ανεξάρτητο χαρακτήρα της Τουρκικής Κεντρικής Τράπεζας. 
Με τις λογικές του εθνικισμού και του λαϊκισμού να έχουν σταθερή παρουσία στον δημόσιο βίο της Τουρκίας, σε κοινωνικές αναφορές, σήμερα διαμορφώνουν μια εικόνα εσωστρεφή και φοβική, που θέλει την Τουρκία να αποτελεί στόχο.
Η Τουρκία οφείλει να επαναπροσδιορίσει τον ευρύτερο περιφερειακό της ρόλο, να εγκαταλείψει την ασύμμετρη παρουσία της στα μέτωπα χωρών, όπως η Λιβύη και η Συρία, αλλά και την αναθεωρητική τακτική της σε όλη τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο.

Η Τουρκική Δημοκρατία, χρειάζεται μια εσωτερική και εξωτερική μετατόπιση πολιτικών. Μια αποφασιστική και εξελικτική πολιτική για το ίδιο το δημοκρατικό πολίτευμα, την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και την ισχυροποίηση των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων. Την αποφυγή επικίνδυνων αναθεωρητισμών για την ευρύτερη περιοχή, να διαμορφώσει μόνιμους και ειλικρινείς κανόνες καλής γειτονίας και συνεργασίας με τις χώρες της περιοχής.
Το αποτύπωμα των μετεκλογικών αναδιπλώσεων Ερντογάν, τις εμφανίζει κινούμενες τόσο προς το πεδίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων, όσο και προς την κατεύθυνση των σχέσεων με την Δύση, κυρίως με την Ατλαντική Συμμαχία. Αναδιπλώσεις που εφόσον συνεχιστούν, αποτυπώνουν το αλληλένδετο των ελληνοτουρκικών διμερών σχέσεων αλλά και της ολικής ΝΑΤΟϊκής επαναφοράς της Άγκυρας, με την μετατόπιση που επέδειξε κατ’ αρχήν στο ζήτημα του ενταξιακού καθεστώτος της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Η περιχαρακωμένη και αμυντική θέση της τουρκικής πολιτικής ως προς την Σουηδική ένταξη, η διαρκής επιθετική συμπεριφορά κατά της Ελλάδος, δεν θα μπορούσαν να διατηρούνται άλλο, με τις εντάσεις που δημιουργούσαν, πλήττοντας την σταθερότητα, την συνεργασία και την ασφάλεια. 
Η Άγκυρα δείχνει να έχει κατανοήσει τους εγκλωβισμούς που την έχουν περικυκλώσει, όπως τις στάσεις της υπέρ του καθεστώτος της Μόσχας, επιθυμώντας την απαγκίστρωση της από αυτούς, ειδικά από την στιγμή που έχουν επιφέρει δυσβάστακτο κόστος ως προς το οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό σκέλος των σχέσεων της με την Αμερική, το ΝΑΤΟ, την ΕΕ.
Από την στιγμή που η Ελλάδα είναι η χώρα που ως μέλος της ΕΕ μπορεί να επιφέρει έως και την επανεκκίνηση της Τελωνειακής Ένωσης της Τουρκίας, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει στον επανακαθορισμό των ελληνοτουρκικών σχέσεων, η Τουρκία θα κριθεί εάν συνειδητά μπορεί να εγκαταλείψει οριστικά την επιθετικότητα, να κατανοήσει την αναγκαιότητα ενός ειλικρινούς διαλόγου για την επίλυση των διαφορών μας, ως προς την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και των θαλασσίων ζωνών, αποδεχόμενη τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.
Η Τουρκία των μονομερών επιθετικών διεκδικήσεων και αμφισβητήσεων, όπως αυτές εκδηλώνονται για 10ετίες, με πολεμικές απειλές εις βάρος της εθνικής μας κυριαρχίας σε νησιά του Αιγαίου κατά παράβαση των διεθνών συνθηκών, οφείλει να κατανοήσει ότι ένα είναι το βασικό και μείζον ζήτημα που μπορεί να δεχθεί επίλυση: η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η κατεύθυνση της Ελλάδος ως προς την ειρηνική διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών, την τήρηση των αρχών της διεθνούς έννομης τάξης, έχοντας τις ρίζες της από την συγκρότηση της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή το κρίσιμο καλοκαίρι του 1974, κάτι που είχε μια διαχρονική μεταπολιτευτική υποστήριξη, θέτει νέα δεδομένα στο διμερές ελληνοτουρκικό πεδίο. Με την ιδιαίτερη σημασία του πολιτικού διαλόγου, όπου θα αποτυπωθεί πόσο ουσιαστικά υπεύθυνη και συνεπής είναι η τουρκική στάση, από τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, εάν μπορέσει να φθάσει διπλωματικά έως το ζήτημα του καθορισμού των θαλασσίων ζωνών και της υφαλοκρηπίδας. Γιατί σήμερα, πιο καθοριστικά, η διαρκής ειρήνη, η συνεργασία, αποτελεί μια εθνική, διπλωματική αντίληψη μακράς πνοής.   

*    Ο κ. Γιώργος Α. Ζερβάκης, είναι εκπρόσωπος των Ευρωπαίων Φεντεραλιστών Κρήτης, το άρθρο έχει γραφεί για τον ιστότοπο Cretalive.gr 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση