Η επέτειος του «ΟΧΙ» στα χρόνια της Κατοχής

Θανάσης Γιαπιτζάκης
Θανάσης Γιαπιτζάκης

Το πρώτο "ΟΧΙ" εμφανίστηκε σ’ αυτήν την εφημερίδα της εποχής, στις 30 Οκτωβρίου 1940

Του Θανάση Γιαπιτζάκη

 

Επειδή η Ελλάδα είχε «παραδοθεί» με υπογραφή του Τσολάκογλου και οι Έλληνες, ενώ πολεμούσαν ακόμα τους Ιταλούς και τους Γερμανούς στο Μέτωπο, ειδοποιήθηκαν να παραδώσουν τις θέσεις τους - παρά την πίκρα τους τότε που επέστρεφαν στα σπίτια τους, ήξεραν ότι ήταν νικητές.

Αυτή η ψυχολογία τους - πολύ πριν δημιουργηθεί η Αντίσταση (αν εξαιρέσουμε το μοναδικό στο είδος του αντιστασιακό επίτευγμα δύο φοιτητών της Ανωτάτης Εμπορικής, του Σάντα και του Γλέζου, να κατεβάσουν τον Μάιο του 1941 την χιτλερική σημαία από την Ακρόπολη) η ψυχολογία των Ελλήνων, λοιπόν, ήταν ακόμα πολύ ανεβασμένη.

Γι’ αυτό, η επέτειος του «ΟΧΙ» για πρώτη φορά γιορτάστηκε στον πρώτο κιόλας χρόνο της Κατοχής. Πώς κατορθώθηκε και πώς έγινε αυτό; Την 28η Οκτωβρίου του 1941 πραγματοποιήθηκε ένας «πρώτος τρόπος εορτασμού» με τους φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών να κάνουν σχετικές σύντομες ομιλίες εκεί μέσα στον προαύλιο χώρο, μπροστά στο κεντρικό κτίριο. Ο καθηγητής τους Κωνσταντίνος Τσάτσος, που έμελλε να γίνει ο δεύτερος Πρόεδρος της Δημοκρατίας στη Μεταπολιτευτική Περίοδο, μίλησε την παραμονή της επετείου (για να κρατήσει και τα προσχήματα) για το τί έγινε εκείνη τη μέρα, επικεντρώνοντας τη διδασκαλία του στον ελληνοϊταλικό πόλεμο.

Όμως, στην επόμενη μέρα, φανερώθηκε σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια και στην ελληνική του αποκοτιά - και αρνήθηκε να κάνει μάθημα ανήμερα στη μέρα της επετείου. Απευθύνθηκε στους φοιτητές του και τους συνέστησε ομαδικά να καταθέσουν άνθη στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη (τελικά, λόγω της φρούρησης του χώρου, η κατάθεση πραγματοποιήθηκε στο άγαλμα του Σολωμού στον Εθνικό Κήπο). Η στάση του αυτή είχε το αποτέλεσμα να απολυθεί από το Πανεπιστήμιο.

569060950895

Στη δεύτερη επέτειο - πάλι ανήμερα της 28ης Οκτωβρίου, αλλά τώρα στο 1942 - η αλλοτινή πολεμική αντίσταση των Ελλήνων μνημονεύτηκε σαν τωρινή αντίσταση στην πόλη. Ο «εορτασμός» έγινε με πρωτοβουλία της Ενιαίας Πανελλαδικής Οργάνωσης Νέων (ΕΠΟΝ) και της  Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιζόμενων Νέων (ΠΕΑΝ) στο κεντρικότερο μέρος της Αθήνας, στην Πλατεία Συντάγματος. Υπήρχε η ανησυχία για το πώς θα αντιδράσουν οι ιταλικές δυνάμεις Κατοχής, αυτές όμως δεν πρόλαβαν να παρέμβουν.

Βρήκα από το ημερολόγιο της Μαρίκας Αντωνοπούλου (ανιψιάς του Καμπά της γνωστής Οινοποιίας) μια εναργή αναφορά της στη δεύτερη εκείνη επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1942:

«Η πόλη ξημερώθηκε με τους τοίχους της γεμάτους από μεγάλα ΟΧΙ, γραμμένα παντού με χέρι σταθερό και αποφασισμένο. Απ’ το πρωί η πλατεία του Άγνωστου Στρατιώτη εζώστηκε με φύλαξη γερή, και επιτρέψανε για λίγην ώρα να πάει, όποιος ήθελε, να αφήσει δυό λουλούδια στο μαρμαρένιο μνήμα. Όμως, σαν είδανε πως ήταν πολλοί αυτοί που το θέλαν αυτό, κι αρχίσανε τα λουλούδια, τα στεφάνια, οι δάφνες να σωριάζονται, βγάλαν καινούργια προσταγή: Κανείς να μην περάσει..Κορδόνι πυκνό οι αστυφύλακες κλείσανε την πλατεία και γύρω κι αντίκρυ στα πεζοδρόμια οι καραμπινιέροι σκορπούσαν τον κόσμο.                                                   

Το μεσημέρι, οργανωμένη από πριν και αποφασισμένη, πηχτή συνοδεία από παλικάρια και κοπέλες - Πανεπιστήμιο, Γυμνάσια, όλες οι Οργανώσεις- όρμησε καταπάνω κι έσπασε της φύλαξης τη ζώνη.

Οι καραμπινιέροι τα ’χασαν και σκορπίσανε σαν τα πουλιά. Οι αστυφύλακες κόψανε το κορδόνι τους. Η συνοδεία τρέχοντας, έφτασε στην πλατεία, τη γέμισε κι όλα τα παιδιά μαζί, σα νάταν ένα σώμα, πέσαν στα γόνατα και ψάλανε τον Ύμνο, όσο δυο παλληκάρια και δυο κοπέλες σκεπάζανε το μνήμα με άσπρα τριαντάφυλλα και δάφνες. Ενός λεπτού σιγή.

Βγήκαν αντλίες, πολυβόλα, θωρακισμένα αυτοκίνητα και καραμπινιέροι με τα ναπολεόντεια τρικαρντά, για να διαλύσουμε τα νιάτα της Ελλάδας που προσκυνούσανε τη σημερινή μεγάλη μέρα του ΟΧΙ. Μα ώσπου να μαζευτούνε οι τρομερές δυνάμεις, τα Ελληνόπουλα σκορπίσανε με την ίδια γρηγοράδα που είχαν μαζευτεί, και μόνο την καταφρόνια τους αντίκρισαν οι εχθροί».

Παρόμοιες εκδηλώσεις έγιναν και σε άλλες πόλεις. Στον Πειραιά, για παράδειγμα, πραγματοποιήθηκαν «ολιγοπληθείς συγκεντρώσεις» όπως χαρακτηρίστηκαν. Ανέβαινε κάποιος σε μια καρέκλα, έβγαζε ένα σύντομο λόγο, και κατόπιν όλοι μαζί διαλύονταν για να αποφύγουν επέμβαση των καραμπινιέρων. Καμιά σχέση δηλαδή, με τις σημερινές πολυπληθείς παρελάσεις, το Τότε, που «το έσκιαζε η φοβέρα και το πλάκωνε η σκλαβιά».

 Τα πράγματα γίνανε δυσκολότερα όταν ανέλαβαν τον δικό τους αμείλικτο έλεγχο οι Γερμανοί το 1943, στην πιο σκοτεινή χρονιά της Κατοχής. Γι’ αυτό, δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες τί έγινε στην 28η Οκτωβρίου του 1943. Σύμφωνα με τον συγγραφέα Ηλία Βενέζη, η επέτειος γιορτάστηκε στο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας, στην πλατεία Κοτζιά (ο Βενέζης ήταν τότε υπάλληλος της Τράπεζας). Κατέφθασαν όμως οι Γερμανοί, που είχαν την ευθύνη της αστυνόμευσης πλέον, υποχρέωσαν όσους συμμετείχαν, να σταθούν με τα χέρια ψηλά μέχρι το βράδυ, ενώ έστειλαν και είκοσι περίπου από τα άτομα αυτά σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Κάποιοι δεν γύρισαν.

Το τέλος της Κατοχής (που οριοθετείται ιστορικά με την απελευθέρωση της Αθήνας από τους Γερμανούς στις 12 Οκτωβρίου του 1944) δηλαδή λίγες μέρες πριν την επόμενη επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, βρήκε τους Έλληνες να πανηγυρίζουν στους δρόμους. Το ελληνικό κράτος γιόρτασε την 28η Οκτωβρίου επίσημα για πρώτη φορά, με παρέλαση μπροστά στον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου. Από τότε έχει καθιερωθεί σαν επέτειος του «ΟΧΙ», με την χώρα μας να γιορτάζει την είσοδό της στον Πόλεμο και να μη γιορτάζει το τέλος του Πολέμου. Αν και ιστορικά, απ’ ό,τι φαίνεται, αυτή η ημερομηνία επικράτησε λόγω της νίκης μας επί των Ιταλών, το λεγόμενο «Έπος του Σαράντα», που ήταν και η μεγάλη νίκη των Ελλήνων ενάντια στον Φασισμό.

565677667                                                                   
Αυτή ήταν η εικόνα της Ελλάδας που αντίκρισαν οι Ιταλοί το Φθινόπωρο του 1940 και τον Χειμώνα του 1941 - Από την επίσημη φράση του Έλληνα δικτάτορα Μεταξά «Λοιπόν, έχουμε πόλεμο» και από την κραυγή «Αέρα» των Ελλήνων πολεμιστών στα αλβανικά βουνά, δημιουργήθηκε το «Όχι»   

Γιατί στις τρεις η ώρα, το πρωί της 28ης Οκτωβρίου όταν επιδόθηκε το τελεσίγραφο από την τότε ιταλική κυβέρνηση που ζητούσε την ελεύθερη διέλευση του στρατού της από τα ελληνοαλβανικά σύνορα, προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία της Ελλάδας (λιμάνια, αεροδρόμια, κλπ) για ανάγκες ανεφοδιασμού του προς Αφρική, ας μην ξεχνάμε ότι ήταν αντικριστά, πάνω από το κατάπτυστο έγγραφο, δυό φασίστες, ο Ιταλός πρέσβης Εμμανουέλε Γκράτσι και ο Έλληνας δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς. Κι όμως ο Γκράτσι στα απομνημονεύματά του, που τα εξέδωσε το 1945,  λέει: «Χωρίς άλλα λόγια του έδωσα το κείμενο.

Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει. Τα χέρια που κρατούσαν το χαρτί έτρεμαν ελαφρά, και μέσα από τα γυαλιά έβλεπα τα μάτια του να βουρκώνουν, όπως συνήθιζε όταν ήταν συγκινημένος. Όταν τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο και μου είπε με φωνή λυπημένη, αλλά σταθερή φωνή: «Alors, c'est la guerre!»(Λοιπόν έχουμε πόλεμο)».

Εκδηλώνοντας έτσι την αρνητική θέση επί των ιταλικών αιτημάτων, ο Μεταξάς εκείνη τη στιγμή είχε εκφράσει το ελληνικό λαϊκό συναίσθημα, την άρνηση της υποταγής. Κι αυτή η άρνηση πέρασε στον τότε ελληνικό δημοσιογραφικό τύπο με την λέξη «ΟΧΙ». Σημειώνεται πως αυτούσια η λέξη «ΟΧΙ» παρουσιάσθηκε για πρώτη φορά σαν τίτλος στο κύριο άρθρο της εφημερίδας «Ελληνικό Μέλλον» του Ν. Π. Ευστρατίου, στις 30 Οκτωβρίου του 1940. Μετά, υιοθετήθηκε σαν σύνθημα κι από άλλες εφημερίδες, αλλά και για άλλες περιστάσεις που ακολούθησαν - όπως το εξώφυλλο της εφημερίδας «Βραδυνή» στις 6 Απριλίου 1941,  με αφορμή την Γερμανική εισβολή στην Ελλάδα.
54656566

Τελειώνοντας, θα αναφερθώ όχι σε κορυφαίες στιγμές της, αλλά και στη μοναδικότητα της Ελλάδας. Είναι η μόνη που βάζει χαρούμενη μουσική πάνω σε θλιμμένους στίχους ( θυμηθείτε το «Βράχο βράχο τον καημό μου τον μετράω και πονώ» ή «Φεύγω για τα Ξένα, για την ξενιτιά και μην κλαις για μένα, αγάπη μου γλυκειά»). Είναι η μόνη που, ενώ έχει τον σταυρό μέσα στη σημαία της, τον βάζει και πάνω στο κοντάρι. Και για να ’ρθω στο τωρινό μας θέμα, είναι η μόνη που γιορτάζει την αρχή του πολέμου.

Συνήθως σε μια εθνική επέτειο, γιορτάζεται κάτι ευχάριστο. Η απελευθέρωση ενός λαού, η ίδρυση ενός κράτους - ή, στην περίπτωση των Άγγλων, η αποφυγή της ανατίναξης της Βουλής των Λόρδων(!) Η 28η Οκτωβρίου όμως δεν είναι μια τέτοια επέτειος. Είναι η επέτειος της εισόδου της Ελλάδας στον πόλεμο. Η ημέρα που ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς, είπε το «ΟΧΙ» (με διαφορετικά λόγια) στους Ιταλούς.

Αρκετές χώρες της Ευρώπης καθιέρωσαν εθνική εορτή σε σχέση με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως η Γαλλία, που γιορτάζει την νίκη επί των Γερμανών στις 8 Μαΐου, η Ιταλία που γιορτάζει το τέλος του Φασισμού στις 25 Απριλίου ή η Ολλανδία που στις 5 Μαΐου γιορτάζει το τέλος της Γερμανικής Κατοχής. Όλες οι παραπάνω λοιπόν, γιορτάζουν το τέλος του πολέμου. Γιατί η Ελλάδα γιορτάζει την αρχή του; Το θέμα είναι λίγο πολύπλοκο και έχει να κάνει με ιστορικά γεγονότα.

Σύμφωνα με ιστορικούς, ο εορτασμός της νίκης κατά των Ιταλών, ξεκίνησε από την επόμενη χρονιά κιόλας, το 1941, και μάλιστα μπροστά στα μάτια των Γερμανών. 

54095608560

Η νίκη επί των Ιταλών εξύψωσε το φρόνημα του ελληνικού λαού και υπήρξε μια στιγμή ενότητας, ύστερα από τα δύσκολα χρόνια της Μικρασιατικής Καταστροφής. Κι αυτό συνέβη, ακόμα κι αν επισκιάστηκε από την Γερμανική Κατοχή που ακολούθησε. Αλλά αυτή η χαρά δεν κράτησε για πολύ. Γιατί ήρθε ο Εμφύλιος Πόλεμος, μέχρι το 1949. Με άλλα λόγια, η απελευθέρωση από τους Γερμανούς δεν σήμανε και το τέλος του Πολέμου για την Ελλάδα. Είναι ευκαιρία να πω τέσσερεις αριθμούς. Δείτε τον κατάλογο: Στα πεδία των μαχών Έλληνες νεκροί: (1912-13) 12.000 (1919-22) 37.000 (1940-41) 15.000 (1946-49) 70.000. Βλέπουμε ότι, στις αληθινές μάχες με τους εχθρούς των Βαλκανικών Πολέμων και του Αλβανικού Μετώπου, οι Έλληνες που χάθηκαν ήταν κατά πολύ λιγότεροι από τους Έλληνες που σκοτώθηκαν σαν Βασιλικοί και Βενιζελικοί στην πολιτική φαγωμάρα μας στα χρόνια 1919-22 και σαν Δεξιοί και Αριστεροί στον εμφύλιο σπαραγμό στα χρόνια 1946-49. «Η Διχόνοια που κρατάει ένα σκήπτρο η δολερή…» του Σολωμού.

Γι’ αυτό, κλείνω με τα λόγια του Νίκου Παγώνη:                                                                                                                                                

«Πέρα από μια ακόμα καλοδεχούμενη αργία και τις παρελάσεις που σπάνε τη ρουτίνα και προσδίδουν μια φαντασμαγορική ατμόσφαιρα, τί άλλο βγαίνει από το να θυμόμαστε ένα μοναδικό γεγονός στο Παγκόσμιο Γίγνεσθαι; Η νίκη του Δαυίδ εναντίον του Γολιάθ είναι βεβαίως πάντοτε κάτι το σημαντικό, αλλά σε τί προσφέρεται στη σημερινή συγκυρία της οικονομικής κρίσης και του κοινωνικού ξεχαρβαλώματος; Ιδιαίτερα όταν γιορτάζεται η αρχή του πολέμου και όχι η νικητήριος έκβασή του;

Θα τολμούσα να πω ότι ουδεμία σύγκριση μπορεί να γίνει μεταξύ του Τότε και του Τώρα. Και το λέω αυτό, χωρίς διάθεση για γκρίνια και μουρμούρα. Κινδυνεύοντας να κατηγορηθώ και πάλι (από μερικούς) για έλλειψη κατανόησης, θα πω τα εξής: Ξημερώνοντας η 28η Οκτωβρίου και υπό την απειλή υποδούλωσης της χώρας ο πατριωτισμός όλων έλαμψε και άστραψε!                                                                                                                                                         

Οι οποιεσδήποτε διαφορές μπήκαν στο περιθώριο, τα πολιτικά πάθη και τα μίση.

Και νίκησε, όχι γιατί ήταν τυχερή ή έτυχε, αλλά γιατί κυριάρχησε η ομοψυχία, η ομόνοια, η αλληλεγγύη, ο ενθουσιασμός και η αποφασιστικότητα. Νίκησε γιατί δεν       μεμψιμοίρησε, δεν δείλιασε, δεν κράτησε κρατούμενα, δεν υπολόγισε συμφέροντα, δεν έβαλε πάνω από το γενικό καλό το ατομικό. Και όταν ένα ολόκληρο Έθνος μάχεται ως μια γροθιά, ελάχιστες πιθανότητες έχει να χάσει. Πρόσθεσε τώρα και την παραδοσιακή αγάπη του Έλληνα για την ελευθερία, το εθνικό φιλότιμο και την πολεμική αρετή και τότε οι σιδερόφραχτες μεραρχίες γίνονται ζάφτι και οι επίλεκτες εχθρικές μονάδες τρέπονται σε φυγή».

 

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ