ΑΠΟΨΕΙΣ

Διορισμοί Προέδρων και Εισαγγελέων των Ανωτάτων Δικαστηρίων

Κλονίζεται το κύρος της Δικαιοσύνης και κατά συνέπεια ο σεβασμός προς το Κράτος Δικαίου

No profile pic

Του Γεωργίου Χ. Κουμάκη

Σφοδρή πολιτική αντιπαράθεση με έντονους διαξιφισμούς και ανάρμοστες εκφράσεις- όπως π.χ. «έπεσαν οι μάσκες»- μεταξύ των κομμάτων ,αλλά κυρίως μεταξύ Κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, σημειώνεται αυτές τις μέρες. Η Κυβέρνηση ζητά συναίνεση από την αντιπολίτευση, η οποία όμως δεν δίδεται, φανερά μεν επειδή θεωρεί την εκλογή αυτή θεσμικά παράνομη και αντισυνταγματική, ενδομύχως δε, επειδή ως φαίνεται η συμμετοχή δεν θα είναι ισότιμη και ισοβαρής, αφού το πάνω χέρι στη διαδικασία αυτήν θα έχει η Κυβέρνηση.

Κυβέρνηση και αντιπολίτευση αλληλοκατηγορούνται, με το ταυτόσημο αιτιολογικό ότι η κάθε μία θέλει να εκλέξει μόνη της την ηγεσία, για να αποκτήσει την εύνοιά της ηγεσίας και συνακόλουθα ολόκληρης της δικαιοσύνης, αφού υφίσταται ιεραρχική εξάρτηση όλων των δικαστών από την ηγεσία, τους οποίους και επηρεάζει. Δεν είναι σκόπιμο να αναφερθούν παραδείγματα του παρελθόντος. Η αντιπολίτευση υποστηρίζει ότι η Κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται να εκλέξει μόνη της την ηγεσία, λόγω της υφιστάμενης προεκλογικής περιόδου και χαρακτηρίζεται, πολιτικά και ηθικά απαράδεκτη, παραπέμπει δε σε άρθρα κορυφαίων συνταγματολόγων της χώρας μας, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι τυχόν εκλογή ενδεχομένως θα ακυρωθεί από το ΣτΕ.

Αντίθετα, η Κυβέρνηση είναι πεπεισμένη ότι κινείται στα όρια του συντάγματος και των νόμων. Επίσης διαπρεπείς συνταγματολόγοι, όπως ο κ. Μιχάλης Σταθόπουλος Καθηγητής της Νομικής, πρώην Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκός ,υποστήριξε σήμερα σε τηλεοπτική του συνέντευξη ότι δεν υπάρχει συνταγματικό κώλυμα, αλλά μόνον δεοντολογικό και πολιτικό, λόγω της προεκλογικής περιόδου. Εξήρε δε παράλληλα τη θετική σημασία αποστολής της επιστολής, που απηύθυνε ο Υπουργός Δικαιοσύνης στην αξιωματική αντιπολίτευση. Έχω τη γνώμη ότι τη στάση που τήρησε η αξιωματική αντιπολίτευση, θα τηρούσε κάθε αντιπολίτευση, διότι κάθε κόμμα θέλει να κρίνεται από τον λαό για τις δικές της ενέργειες και όχι για τις κοινές, ώστε να εδραιώνει την πολιτική του υπόσταση και επιβίωση. Άλλωστε δεν υπάρχουν, νομίζω, παραδείγματα από το παρελθόν, που να έγιναν οι διορισμοί αυτοί με συναινετικές διαδικασίες, εκτός ίσως σε περιπτώσεις εθνικών κρίσεων.Το καθένα από τα δύο αυτά κόμματα καταλογίζει στο άλλο ότι θέλει να εκλέξει τη Δικαιοσύνη, για να την ελέγχει, πράγμα όμως που δεν παραδέχεται για τον εαυτόν του. Με τις αλληλοκατηγορίες όμως αυτές δημιουργείται αναπόφευκτα στον ελληνικό λαό η υπόνοια ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να αποκλεισθεί εντελώς, με αποτέλεσμα να κλονίζεται το κύρος της Δικαιοσύνης και κατά συνέπεια ο σεβασμός προς το Κράτος Δικαίου, πράγμα που επηρεάζει αρνητικά την έννομη τάξη και τη λειτουργία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.

Αν έτσι έχουν τα πράγματα και το μήλον της έριδος είναι ποιος θα διορίσει την ηγεσία επειδή ο καθένας εποφθαλμιά αυτό που υποκρύπτεται στις περιστάσεις αυτές, τότε γεννάται θέμα ισότητας των κομμάτων, διότι τα μικρότερα κόμματα δεν λαμβάνουν καθόλου μέρος στη διαδικασία, ενώ σε άλλα θέματα η κάθε ψήφος των βουλευτών μετράει ισότιμα. Με δεδομένο ότι η Δικαιοσύνη δεν αφορά μόνον τους πολλούς - πέραν του γεγονότος ότι συνήθως έχομε Κυβερνήσεις μειοψηφίας, λόγω του εκλογικού νόμου, αλλά όλους τους Έλληνες - μπορούν να θεωρηθούν μάλλον δικαιολογημένες οι αιτιάσεις της Προέδρου του ΚΙΝΑΛ ότι με τον δικομματισμό τα μικρότερα κόμματα αποκλείονται από τη συμμετοχή αυτή.

Με το ίδιο σκεπτικό βλέπομε ότι με τον τρόπο αυτόν εκλέγονται και οι Πρυτάνεις από όλη την Πανεπιστημιακή κοινότητα, δηλαδή από μέλη ΔΕΠ, φοιτητές κ.ά., έστω και αν δεν υπάρχει ισότητα ανάμεσά τους. Και όχι από μια μόνον ορισμένη ομάδα, δηλαδή τους Καθηγητές, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Ορθότερη και δικαιότερη ίσως φαίνεται να είναι η γνώμη του Γ.Γ. του ΚΚΕ, ο οποίος τάσσεται γενικά εναντίον του διορισμού της ηγεσίας της δικαιοσύνης από την πολιτική εξουσία. Η ορθότητα της πρότασης αυτής στηρίζεται στις συνέπειες αυτής της ενέργειας. Στην περίπτωση δηλαδή αυτή εκμηδενίζεται η πολυπόθητη και συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, καθώς και η ισότητα των βουλευτών. Είναι αυτονόητο και δεν χρήζει περαιτέρω απόδειξης ότι έτσι δημιουργείται σχέση εξάρτησης, δηλαδή ο διοριζόμενος εξαρτάται από τον διορίζοντα, διότι η θέση του οφείλεται σε αυτόν, αφού τα κριτήρια επιλογής δεν είναι εντελώς αντικειμενικά και μετρήσιμα, όπως π.χ. με τον ΑΣΕΠ. Άλλωστε δημιουργείται και η σχέση του ευεργετηθέντος προς τον ευεργετήσαντα.

Στην περίπτωση δε, που ο δικαστής θέλει να ενεργεί απροκατάληπτα και αδέκαστα τηρώντας τον όρκον του, τότε ισχύει γι αυτόν η λαϊκή ρήση: «Ουδείς αχαριστότερος του ευεργετηθέντος». Θυμόμαστε την αυταρχική, αντιδημοκρατική και αλαζονική Διοίκηση των Πανεπιστημίων από διορισμένους Πρυτάνεις την περίοδο της δικτατορίας. Όταν οι ταγοί της Δικαιοσύνης διορίζονται από το κράτος, εκ των πραγμάτων δεν είναι δυνατόν η δικαστική εξουσία να είναι ισότιμη με τις άλλες δύο εξουσίες, ούτε διασφαλίζεται η ανεξαρτησία της. Στην Αθήνα της κλασικής αρχαιότητας οι δικαστές εκλέγονταν από τον λαό. Είναι ευθύνη της Βουλής να εξεύρει κάποιον τρόπο απεξάρτησης της Δικαιοσύνης από τις άλλες δύο εξουσίες. Τελικά η Κυβέρνηση προχώρησε σήμερα μόνη στην εκλογή Προέδρου και Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, έστω και με ενστάσεις από Υπουργούς της Κυβέρνησης.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση