ΑΠΟΨΕΙΣ
Αστέρια στην καταιγίδα τα παιδιά με αναπηρία
Ατελείωτο το κομπολόι των λέξεων. Καταιγισμός. Ασταμάτητη επανάληψη των ίδιων φράσεων, ασυγκράτητη από το κέντρο νόησης. Σταθμευμένο, κολλημένο το μυαλό σε κάτι που της έκανε εντύπωση πολύ.
της Μαρίας Λιονάκη
Στο μπακάλικο της γειτονιάς ώρα μεσημεριού. Ο ήλιος, ολόλαμπρος, φρεσκοπλυμένος μετά από βροχή βρήκε πάλι τη θέση που του αξίζει στον ουρανό. Η Βικτωρία ως γυναίκα και ως καιρικό φαινόμενο ταλαιπώρησε τον κόσμο τις προηγούμενες ώρες. Από τη λέξη victory σηματοδότησε τη νίκη της πολυπόθητης, μετά από μακραίωνη ξηρασία βροχής. Ένα κομπολόι από αστραπές φωτογράφιζε αλλεπάλληλα τον κόσμο την προηγούμενη μέρα. Φύση, ανθρώπους, αντικείμενα. Οι βρύσες του ουρανού άνοιξαν κι οι καταρράχτες αποτέλεσαν της πόλης μας ατραξιόν. Ένα κομπολόι από βροντές τρόμαζε πετούμενα και μη, βρυχιόταν σαν λιοντάρι που άνοιγε το στόμα του τη γη να καταπιεί. Έφερε προβλήματα η βασιλική κακοκαιρία. Για πλημμύρες στις καλλιέργειες λένε τα ραδιόφωνα από το πρωί. Για ατυχήματα εξαιτίας της ολισθηρότητας των δρόμων. Λες και περιμέναμε τη βροχή να τρακάρουμε. Αυτό το κάνουμε πολύ καλά, με ταλέντο όλες τις εποχές. Φιλιόμαστε οδηγικά, μιας κι αλλιώς το αποφεύγουμε. Θέλει και το φιλί τον τρόπο του. Δεν προλαβαίνουμε εμείς, έχουμε υποχρεώσεις, κινητό και υπολογιστή. Κανέλα και γαρίφαλο ήθελα να πάρω. Από το μπακάλικο καλέ. Μια μηλόπιτα να φτιάξω. Στη δουλειά να την κρατώ. Όχι δε γιορτάζω.
Μικρό το μπακάλικο αυτό της γειτονιάς, μα πάντα ανοιχτό, ως αργά. Καλύπτει συνήθως, δυστυχώς, τα λίγα ψώνια, τα ξεχασμένα. Τα δυο τρία πράγματα που δε θυμήθηκα στη μεγάλη εξόρμηση στα γνωστά μάρκετ. Κι όμως πάντα ευγενική κι αξιοπρεπέστατη η κυρία εκεί. Που δεν ξέρω πως ζει με τα δυο τρία ψώνια τα δικά μου, τα δικά σου. Με διάπλατο χαμόγελο κι ευχαριστώ. Ιδιοκτήτρια, υπάλληλος και ταμίας μαζί. Πολυσυσκευασία. Δε βγαίνουν οι μικρές επιχειρήσεις , οι οικογενειακές, αλλιώς.
« Την κρατούσαν κρυμμένη την κοπέλα Αλβανοί. Αλβανοί την κρατούσαν την κοπέλα, είπε η τηλεόραση. Την είχαν κρυμμένη την κοπέλα. Αλβανοί την κρατούσαν. Το άκουσα. Η μαμά μου, αυτά μου είπε να πάρω. Να πάρω αυτά μου είπε η μαμά μου. Μέρες την κρατούσαν την κοπέλα. Αλβανοί, την είχαν κρυμμένη, το είπε η τηλεόραση, αυτά θέλω, αυτά μου είπε η μαμά μου να πάρω, την είχαν κρυμμένη την κοπέλα…»
Ατελείωτο το κομπολόι των λέξεων. Καταιγισμός. Ασταμάτητη επανάληψη των ίδιων φράσεων, ασυγκράτητη από το κέντρο νόησης. Σταθμευμένο, κολλημένο το μυαλό σε κάτι που της έκανε εντύπωση πολύ. Τωρινό ή παρελθοντικό. Πολυβόλο με οβίδες τις λέξεις, χείμαρρος, καταρράχτης από το στόμα της νεαρής κοπέλας. Παραλήρημα λόγου. Φέρνει αμηχανία και ταραχή, ψυχική αναστάτωση. Που σημαδεύει την ευμάρεια, τον εφησυχασμό, την καλοπέραση που δεν έχει εκτιμηθεί. Που θεωρείται δεδομένη κι αδιαπραγμάτευτη. Λες κι έχει κάνει κανείς συμβόλαιο με τον Πανάγαθο. Να μην αρρωστήσει, τέτοια προβλήματα να μη συναντήσει. Τέτοιο Γολγοθά να μην τον ανεβεί. Αυτός και κανείς δικός του. Λες κι έχει η υγεία τιμή. Λες κι αγοράζεται. Σημάδευε με οικειότητα το ατελείωτο λογύδριο, στην επίσκεψη στο μπακάλικο, συνήθεια προφανώς σα διέξοδος, επαναλαμβανόμενη, καθημερινή την κυρία με το ευχαριστώ και το παρακαλώ. Την αξιοπρεπή, την υπομονετική. Σημάδευε εμένα που έψαχνα το γαρίφαλο και την κανέλα να βρω. Για τη μηλόπιτα.
Σημάδευε τον ήλιο που έσπρωχνε τις αχτίδες του στο χώρο. Που βγήκε και σήμερα, αδιάφορος για τις νύχτες της ζωής. Έφερε στο χώρο μια άλλη οπτική της ζωής η γλυκιά αυτή μεγαλόσωμη μορφή. Θύμισε ποιος είναι ο πραγματικός χειμώνας της ζωής, η πιο εκκωφαντική αστραπή, ο πιο σαρωτικός κεραυνός. Θύμισε ποιοι είναι οι ήρωες της ζωής. Είναι οι γονείς , οι δικοί των παιδιών με αναπηρία. Μα σπουδαίοι είναι και όσοι στηρίζουν τέτοια παιδιά. Εκεί που ο κρατικός μηχανισμός υστερεί. Ανθάκια αφημένα στο δυνατό βοριά οι υπάρξεις αυτές. Αστεράκια σε ουρανό γεμάτο σύννεφα, με δυνατή βροχή. Θα τις φτιάξουμε τις πλημμύρες στη γεωργική παραγωγή. Μην ανησυχείς. Μαζί με το ρατσισμό και τα τροχαία… Μηλόπιτα να φτιάξεις με μπόλικη άχνη. Κι ομπρέλα να πάρεις. Μην επαναπαύεσαι, Βικτωρία είναι αυτή. Μη βραχείς…