ΑΠΟΨΕΙΣ
Από τους «Σκλάβους Πολιορκημένους» σήμερα στους τότε «Ελεύθερους Πολιορκημένους»
Το ολοκαύτωμα αυτών των γενναίων θα συνοδεύεται πάντα από αίγλη και από ανέσπερο φως.
του ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΠΙΤΖΑΚΗ
Καθώς βλέπετε, ο τίτλος είναι δανεισμένος από δυο γνωστά ποιητικά δημιουργήματα.
Όμως, είναι φανερό ότι ο Βάρναλης πήρε την ονομασία του δικού του έργου από την κορυφαία σύλληψη του Σολωμού. Όπως επίσης είναι φανερό για ποιό λόγο αντιπαραβάλω την εποχή τη δικιά μας που είμαστε πολιορκημένοι από τον Κορωνοϊό αλλά και από τον Φόβο με την εποχή του Εικοσιένα και του «Ελευθερία ή Θάνατος».
Ευθύς εξαρχής στην Νέα Ελληνική Λογοτεχνία στέκει τραγικό μετέωρο η ποιητική σύνθεση του Διονυσίου Σολωμού, που σκόπιμα έχει τον οξύμωρο τίτλο «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι». Οι επαΐοντες συμφωνούν στην άποψη ότι το τραγικό - στη βαθύτερη έννοιά του - είναι αδήριτη σύγκρουση αντίθετων δυνάμεων, που η μία ενσαρκώνει την τυφλή νομοτέλεια και η άλλη την ανθρώπινη θέληση, αλλά και την πίστη στην εσωτερική αυτονομία.
«Το τραγικό» έλεγε ο Γάλλος Λαλώ «υποβάλλει την ιδέα του αγώνα ενάντια στο μοιραίο. Είναι η πάλη του ανθρώπου που θεωρεί τον εαυτό του ελεύθερο απέναντι σε μια εξωτερική, ακατανόητη αναγκαιότητα, όπου - ωστόσο - αιωρείται η πίστη στην αρμονία του Κόσμου, που αδυνατούμε να γνωρίσουμε».
Στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους», που με αυτούς διάλεξα να θυμίσω το αλλοτινό 21 στο τωρινό 21, η τραγική σύγκρουση συντελείται ανάμεσα στο χρέος και στην σκληρή πραγματικότητα. Από τη μια μεριά, το χρέος στις καρδιές των πολεμιστών του Μεσολογγίου αποτελεί την ανώτερη εκείνη έξαρση των ψυχικών και των πνευματικών δυνάμεων του ανθρώπου, που είναι αποφασισμένος και να πεθάνει ακόμα, για την πραγματοποίηση των στόχων του και των ιδανικών του. Κι από την άλλη μεριά, η αδυσώπητη αναγκαιότητα. Αυτή εκπροσωπείται από τις συνασπισμένες δυνάμεις της εχθρικής βίας, κι επιπλέον από τις δυνάμεις του εξωτερικού και του εσωτερικού πειρασμού.
Δεν περιζώνουν τους μαχητές μόνο οι βάρβαροι με τα κανόνια τους και με τους αποτρόπαιους καγχασμούς τους, δεν τους περισφίγγει μόνο το ανελέητο φάσμα της πείνας και των ασθενειών τους, κι ούτε τους πολιορκεί μονάχα η Φύση με την ακαταγώνιστη σαγήνη της. Τους προκαλεί ακαταμάχητα κι ο πειρασμός της ίδιας της ζωής.
Κι όμως, το πανίσχυρο αυτό τρίδυμο των δυνάμεων που παλεύει να εκπορθήσει το Μεσολόγγι, θα αποδειχθεί τελικά αδύναμο να καταλύσει την δύναμη του χρέους των πολιορκημένων, που με την ακροτελεύτια πράξη τους επισφραγίζεται η ηθική τους νίκη. Κι αυτό παρουσιάστηκε από τον εθνικό μας ποιητή, συγκλονίζοντάς μας συθέμελα με το τραγικό βάθος του και με το επικό του μεγαλείο.
Η ιδέα του χρέους, βέβαια, είναι κάτι το εντελώς εσωτερικό. Γεννιέται και μεγαλώνει μόνο μέσα σε μια ελεύθερη ανθρώπινη συνείδηση, χωρίς ποτέ να αποτελεί εξαναγκασμό - πάντα έχει αυταναγκασμό. Γι’ αυτό, μόνο ο ηθικός νόμος βοηθάει τον άνθρωπο ν’ ανέβει σε δυσθεώρητα ύψη αξιοπρέπειας και πνευματικού μεγαλείου. Θυμηθείτε την περίπτωση της Αντιγόνης.
Το ολοκαύτωμα αυτών των γενναίων θα συνοδεύεται πάντα από αίγλη και από ανέσπερο φως. Και το Μεσολόγγι θα αποτελεί αιώνιο σύμβολο της θέλησης και του θριάμβου της εσωτερικής αυτονομίας του ανθρώπου.
«Το χάραμα πήρα του ήλιου τον δρόμο, κρεμώντας τη λύρα τη δίκαιη στον ώμο κι απ’ όπου χαράζει ως όπου βυθά δεν είδα άλλον τόπον ενδοξότερον από τούτο το αλωνάκι» λέει ο Σολωμός στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» του. Οι εγκλωβισμένοι μέσα στο ταπεινό αυτό «αλωνάκι» Μεσολογγίτες και Σουλιώτες θα παραμείνουν εσαεί σύμβολο νίκης των πνευματικών δυνάμεων του ανθρώπου ενάντια στην αναπόδραστη νομοτέλεια. Η αξία και η ελευθερία του ανθρώπου βεβαιώνεται, στο θέμα τους, με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο. Γιατί οι Πολιορκημένοι δεν οδεύουν στη θυσία αναγκασμένοι από κάποια εξωτερική αιτία - είτε νόμος λέγεται αυτή η αιτία, είτε φόβος, είτε άγνοια του επικείμενου σωματικού χαλασμού. Στο σημείο ακριβώς τούτο έγκειται και - πώς να το πω; - το δυσπρόσιτο κάλλος της τραγικής ουσίας της πράξης τους. Εδώ, πρόκειται για ανθρώπους με απόλυτη αυτογνωσία και της θέσης και του χρέους τους.
Στο όγδοο κεφάλαιο του τρίτου σχεδιάσματος στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» αναφέρεται ένα χαροκαμένο κοριτσάκι. Άγγελος του ουρανού προσφέρει τα φτερά του στη Μεσολογγιτοπούλα, για να πετάξει και να γλυτώσει. Όμως εκείνη λέει στις άλλες γυναίκες ότι «αυτή θέλει τα φτερά, όχι για να φύγει, αλλά για να τα κρατάει κλεισμένα εκεί κοντά τους και να περιμένει μαζί τους την ώρα του θανάτου»!
Ο άνθρωπος του χρέους έχει ωριμάσει, είναι αξία ο ίδιος. Η θυσία του δεν είναι άγνοια, δεν είναι μια πρόσκαιρη παράλογη μέθη, αλλά γέννημα πάλης κι αγώνας αρετής. Λένε ότι η συγκίνηση που έχει το τραγικό, είναι ένα ανάμεικτο συναίσθημα οδύνης και ηδονής. Κι εκείνο που έλκει κι ευφραίνει τον άνθρωπο στην περίπτωση αυτή, είναι ο συγκλονισμός της ψυχής. Οι άνθρωποι του χρέους σπαράζονται ανήλεα κάτω από τις αδυσώπητες εχθρικές λόγχες και σπάθες. Ο θάνατός τους, η μοίρα τους, βυθίζει την συνειδησιακή μας ύπαρξη. Και μας καταθλίβει. Αλλά μετά, θα αναβλύσει μια ακαταμάχητη αυτοσυναίσθηση δύναμης και σφρίγους, πολύ πιο ισχυρή από τις ζοφερές δυνάμεις που θερίζουν τους μαχητές. Οι Μεσολογγίτες έχουν υψωθεί πια μέσα στην ηθική τους φωτοχυσία και ακτινοβολούν οι ίδιοι δύναμη και μεγαλείο. Έτσι υψώνεται κι ανανεώνεται και η δική μας προσωπικότητα, η δική μας ανθρώπινη αξία μέσα στο μαρτύριο εκείνων των ηρώων. Η πράξη τους θα έρχεται να υπενθυμίζει πάντα ποιό αβάσταχτο βάρος κάθεται στους ώμους όσων ασμενίζονται να αυτοκαλούνται άνθρωποι.
Οι πολιορκημένοι του Μεσολογγίου, ήρωες μιας μεγαλειώδους τραγικής πράξης, αναδείχθηκαν ελεύθεροι περισσότερο από κάθε άλλη φορά στη ζωή τους. Ένας κατοπινός Μεσολογγίτης, ο Κωστής Παλαμάς, ο δεύτερος εθνικός μας ποιητής μετά τον Διονύσιο Σολωμό, έγραψε: «Η μεγαλοσύνη των εθνών δεν μετριέται με το στρέμμα. Με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα».
Και ερχόμαστε στη δικιά μας εποχή, των Σκλάβων Πολιορκημένων. Των σκλάβων, των μέτριων και των δειλών, που αποσυρόμαστε ηττοπαθείς από την αναπόφευκτη αυτή πάλη για αρετή, με ανυπόστατες δικαιολογίες και προσχήματα, αρκεί να έχουμε την ησυχία μας. Εμείς, που γιορτάζουμε τα διακόσια χρόνια της όποιας ελευθερίας μας χάρη στην ηθική υπόσταση των λίγων απέναντι στους πολλούς τότε, στην Επανάσταση του 21.