ΥΓΕΙΑ
Η νόσος που κόβει την ανάσα – Τα ανησυχητικά συμπτώματα
Η αυξητική τάση της ΧΑΠ στην Ελλάδα δημιουργεί την ανάγκη πρόληψης μέσω παρεμβάσεων στον τρόπο ζωής
Η ΧΑΠ είναι μια χρόνια νόσος που αφορά κατά κύριο λόγο τους πνεύμονες, αν και συνδυάζεται με την παρουσία συννοσηροτήτων (κατά κύριο λόγο τα καρδιαγγειακά), ενώ μπορεί να έχει και εκδηλώσεις εκτός των πνευμόνων, με πλέον χαρακτηριστική την απώλεια μυϊκής μάζας.
Πρόκειται για μια φλεγμονώδη ετερογενή νόσο, δηλαδή μπορεί να έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά ανά ασθενή.
«Χαρακτηρίζεται, όπως φαίνεται και από την ονομασία της, από κλείσιμο των αεραγωγών που καθορίζεται επιστημονικά ως απόφραξη -η οποία τεκμηριώνεται με την εξέταση της σπιρομέτρησης με την οποία επιβεβαιώνεται και η διάγνωση της νόσου-, καθώς και από την παρουσία συμπτωμάτων με κύριους εκπροσώπους τον βήχα, την απόχρεμψη και τη δυσκολία στην αναπνοή, δηλαδή δύσπνοια. Είναι νόσος με προϊούσα εξέλιξη», σημειώνει ο κ. Στέλιος Λουκίδης, Πνευμονολόγος – Φυματιολόγος, Καθηγητής της Ιατρικής Σχολής στο ΕΚΠΑ, Πρόεδρος Δ.Σ. της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας.
«Με την πάροδο των ετών, οι πνεύμονες “τραυματίζονται” και η αναπνοή γίνεται όλο και πιο δύσκολη και εργώδης μέσα από τους “στενωμένους” αεραγωγούς», προσθέτει η κυρία Μάτα Τσικρικά, Πνευμονολόγος του Νοσοκομείου «Σωτηρία», Γραμματέας της Ομάδας Διακοπής Καπνίσματος της Πανευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας και Πρόεδρος της Ένωσης Πνευμονολόγων Ελλάδας.
Ο επιπολασμός της ΧΑΠ στην Ελλάδα εκτιμάται στο 8,5%-10%. Τα ποσοστά αυτά αφορούν επιδημιολογικές μελέτες που έχουν γίνει στο παρελθόν, καθώς δεν υπάρχουν νεότερες επιδημιολογικές καταγραφές. Θεωρείται ότι το ποσοστό της ΧΑΠ στην Ελλάδα αγγίζει περίπου το 10% σε έναν όμως συγκεκριμένο πληθυσμό. Ο πληθυσμός αυτός αφορά κυρίως ενήλικες άνω των 40 ετών και καπνιστές τουλάχιστον 10 pack-years (τα αθροιστικά έτη καπνίσματος αποτελούν κλινική ποσοτικοποίηση του καπνίσματος τσιγάρων που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της έκθεσης ενός ατόμου στον καπνό). Αξίζει να σημειωθεί ότι τα τελευταία έτη η ΧΑΠ έχει σημαντική επίπτωση και στις γυναίκες.
Επικαλούμενος επιδημιολογικά στοιχεία από τον διεθνή χώρο, ο κ. Λουκίδης σημειώνει ότι το 2015 πέθαναν από ΧΑΠ παγκοσμίως 3,2 εκατομμύρια άνθρωποι, καταγράφοντας αύξηση κατά 11,6% σε σύγκριση με το 1990. Η ΧΑΠ παραμένει από τις κύριες αιτίες θανάτου παγκοσμίως. Στις Ηνωμένες Πολιτείες περίπου 16 εκατομμύρια ενήλικες πάσχουν από τη νόσο.
Αίτια και προδιαθεσικοί παράγοντες
Η βασική αιτία της νόσου είναι το κάπνισμα, σύμφωνα με τους δύο ειδικούς. Εκτιμάται ότι περίπου 40%-50% των διά βίου καπνιστών θα εμφανίσουν ΧΑΠ σε σύγκριση με το 10% αυτών που δεν έχουν καπνίσει ποτέ.
Επιπρόσθετα, έχουν αναγνωριστεί και άλλοι αιτιολογικοί παράγοντες, όπως είναι η έκθεση στην καύση της βιομάζας (αφορά κυρίως αναπτυσσόμενες χώρες), η ατμοσφαιρική ρύπανση, οι συχνές λοιμώξεις του αναπνευστικού στην παιδική ηλικία, η χαμηλή αναπνευστική λειτουργία στη γέννηση και την παιδική ηλικία, καθώς και γενετικοί παράγοντες που είτε αφορούν έκφραση γονιδίων ή/και έλλειψη ενζύμων όπως είναι η άλφα1-αντιθρυψίνη. Οι παραπάνω παράγοντες αφορούν ένα μικρότερο ποσοστό, 15%-20% των περιπτώσεων ΧΑΠ.
«Η διάγνωση της νόσου δύναται να εμφανιστεί σε διαφορετικό χρονικό σημείο στη ζωή κάθε ατόμου, απότοκη τόσο των γενετικών, των ιδιοσυγκρασιακών και των περιβαλλοντολογικών παραγόντων όσο και της έντασης, της συχνότητας, της χρονικής διάρκειας και των διάφορων τύπων των προϊόντων καπνού. Ο καπνιστής άνω των 40 ετών θα πρέπει να αξιολογείται και να εκτιμάται ως προς την αναπνευστική του λειτουργία από τον ειδικό πνευμονολόγο γιατί μπορεί να πάσχει από ΧΑΠ, αλλά να μην το έχει αντιληφθεί», εξηγεί η κυρία Τσικρικά και συμπληρώνει: «Η εμφάνιση πνευμονικού εμφυσήματος σε νεαρή ηλικία μπορεί να οφείλεται σε μια κληρονομική νόσο που ονομάζεται ανεπάρκεια της άλφα-1 αντιθρυψίνης. Αφορά άτομα τα οποία δεν διαθέτουν σε ικανοποιητικές ποσότητες τη συγκεκριμένη πρωτεΐνη, θα πρέπει να ελέγχονται γονιδιακά για την ταυτοποίησή της και τη λήψη της κατάλληλης αγωγής».
Τα ανησυχητικά συμπτώματα
Τα συμπτώματα της ΧΑΠ είναι η δύσπνοια, η οποία δύναται να εξελίσσεται αργά, ο συριγμός και ο χρόνιος παραγωγικός ή μη βήχας. Συνοδά συμπτώματα η κόπωση, η ανορεξία, η κατάθλιψη, οι διαταραχές του ύπνου, η αδυναμία και η καταβολή.
Δεν υπάρχει ασφαλής πρόβλεψη για τη χρονική στιγμή εκδήλωσης νόσου ΧΑΠ, αλλά ούτε και ασφαλές όριο έκθεσης στον καπνό τσιγάρου, αφού ο κάθε οργανισμός διαθέτει διαφορετικούς μηχανισμούς άμυνας. Παρ’ όλα αυτά, τα αθροιστικά έτη καπνίσματος και ο αυξημένος αριθμός των τσιγάρων αποτελούν από τους κυριότερους παράγοντες εκδήλωσης της νόσου. Ειδικότερα, όσο πιο νωρίς ξεκινήσει και όσο πιο πολλά τσιγάρα καπνίσει κάποιος τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να εμφανίσει τη νόσο, αλλά και έτερες νεοπλασίες και παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος.
Η κυρία Τσικρικά, βασιζόμενη σε δεδομένα της Πανευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας, αναφέρει ότι το 90% των θανάτων από ΧΑΠ προκαλείται από το κάπνισμα τσιγάρου, ενώ η πλήρης διακοπή επιβραδύνει σημαντικά την εξέλιξη της νόσου μειώνοντας αισθητά τη συστηματική φλεγμονή και βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής του πάσχοντος, ανεξαρτήτως ηλικίας ή φύλου. «Ο διαχωρισμός σε “θεριακλήδες” ή μη διατρέχει τον κίνδυνο να δημιουργήσει προσωποποιημένες παρερμηνείες και υποεκτίμηση των πρώιμων κλινικών συμπτωμάτων από τους ίδιους τους καπνιστές, με αποτέλεσμα την πιθανή καθυστερημένη προσέλευση στον πνευμονολόγο και την αργοπορημένη εκτίμηση και λήψη της κατάλληλης αγωγής», τονίζει η ειδικός.
Παρατηρείται αύξηση της ΧΑΠ στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια; Απαντώντας στο συγκεκριμένο ερώτημα ο κ. Λουκίδης επισημαίνει: «Για τον ελληνικό χώρο πρέπει να βασιστούμε στην κλινική μας πρακτική χωρίς να έχουμε σαφή επιδημιολογικά δεδομένα. Θεωρούμε λοιπόν ότι η ΧΑΠ έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια κυρίως από τον συνδυασμό των προδιαθεσικών παραγόντων της που φαίνεται να μην ελέγχονται κατασταλτικά σε επιδημιολογικό επίπεδο».
Πρόληψη, το κλειδί για υγιείς πνεύμονες
Η ΧΑΠ είναι μια νόσος που προλαμβάνεται. «Εντοπίζοντας τη διαδικασία της πρόληψης θα πρέπει να σκεφτούμε τρία πράγματα: την προσπάθεια απομείωσης των προδιαθεσικών παραγόντων ώστε να μην έχουμε ανάπτυξη της νόσου. Αυτό αφορά κατά κύριο λόγο την αποφυγή του καπνίσματος. Σε περίπτωση που η νόσος ξεκινήσει και αρχίζει μια συμπτωματολογία που δεν έχει ανάλογη σπιρομετρική εικόνα απόφραξης, είμαστε μπροστά σε μια μεγάλη πρόκληση πρόληψης. Την αναχαίτιση εξέλιξης της νόσου όπου και πάλι η διακοπή του καπνίσματος έχει σημαντικό ρόλο. Σημαντικό ρόλο επίσης παίζουν η φυσική άσκηση και η πρόληψη των λοιμώξεων μέσω των εμβολιασμών», εξηγεί ο κ. Λουκίδης.
Με τη σειρά της η κυρία Τσικρικά επισημαίνει πέντε στοχευμένες ενέργειες που προλαμβάνουν τη ΧΑΠ: α) Αποφυγή έκθεσης σε παθητικό κάπνισμα και ενθάρρυνση του καπνιστή να ενταχθεί σε πρόγραμμα διακοπής καπνίσματος με στόχο την πλήρη απεξάρτηση από τη νικοτίνη. β) Βελτίωση της ποιότητας του αέρα των εσωτερικών χώρων με παράλληλη μείωση της έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση από χημικούς ρύπους και σε καύσιμα βιομάζας. γ) Προγραμματισμό του ατομικού εμβολιασμού έναντι των εκάστοτε αναπνευστικών παθογόνων. δ) Εγκαιρη διάγνωση και θεραπεία της νόσου από τον πνευμονολόγο. ε) Υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής με ισορροπημένη διατροφή, συστηματική άσκηση και ποιοτικό ύπνο.
Η αντιμετώπιση της νόσου
Η αντιμετώπιση των συμπτωμάτων είναι η βασική γραμμή αντιμετώπισης της ΧΑΠ, αφού πρόκειται για μια νόσο που δεν μπορεί να θεραπευτεί με την έννοια της ίασης. Η πλέον κατάλληλη και πλήρως εξατομικευμένη θεραπεία μειώνει σημαντικά τα συμπτώματα, τη συχνότητα και τη βαρύτητα της ΧΑΠ, ενώ ταυτόχρονα αναστέλλει τις παροξύνσεις, βελτιώνοντας την ικανότητα του ασθενούς για άσκηση. Κορωνίδα της θεραπείας είναι η λήψη των βρογχοδιασταλτικών, τα οποία δύναται να χορηγηθούν μόνα τους ή σε συνδυασμό με τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή, ανάλογα με το στάδιο βαρύτητας σύμφωνα πάντα με τις οδηγίες του ειδικού πνευμονολόγου. Επιπρόσθετα, θεραπείες όπως η πνευμονική αποκατάσταση, η χορήγηση οξυγονοθεραπείας και η κατ’ οίκον μη επεμβατική μηχανική υποβοήθηση της αναπνοής κρίνονται εξίσου σημαντικές στην ολιστική αντιμετώπιση της πάθησης.
Ο ρόλος της κλιματικής αλλαγής
Οι ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες τις οποίες ζούμε τα τελευταία χρόνια δημιουργούν ή επιδεινώνουν προβλήματα υγείας. Δημιουργείται, λοιπόν, η εύλογη απορία αν οι αλλαγές στο κλίμα αυξάνουν τα περιστατικά ΧΑΠ ή εντάσσονται στους παράγοντες κινδύνου. «Το αναπνευστικό σύστημα είναι εκείνο που πλήττεται περισσότερο από τις κλιματικές μεταβολές και τις απότομες αλλαγές των καιρικών συνθηκών λόγω της συνεχούς επαφής με τον ατμοσφαιρικό αέρα. Η απότομη μεταβολή των μετεωρολογικών συνθηκών, καθώς και η καταγραφή ακραίων θερμοκρασιών σε συνδυασμό με τις εκάστοτε διακυμάνσεις των αντίστοιχων τιμών υγρασίας δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες ενός τοξικού νέφους ικανού να “κλέψει την ανάσα”. Οι πάσχοντες από ΧΑΠ δύναται να εμφανίσουν παρόξυνση της σταθερής πορείας της νόσου λόγω της φλεγμονής των αεραγωγών, απότοκη των μετεωρολογικών μεταβολών, και να χρειαστεί να αναζητήσουν επείγουσα ιατρική φροντίδα και θεραπεία», επισημαίνει η κυρία Τσικρικά.