ΥΓΕΙΑ
Γιατί νιώθετε συνεχώς κουρασμένοι; Τι μπορεί να συμβαίνει
Η κόπωση είναι ένα μη ειδικό σύμπτωμα με ευρύ φάσμα αιτιών και ποικίλη διάρκεια.
Ένας στους τρεις ανθρώπους που απευθύνονται στους γιατρούς παραπονούνται για έντονη κόπωση, η οποία μερικές φορές επιμένει για μήνες ή και χρόνια.
Η κόπωση (ή κούραση) είναι ένα μη ειδικό σύμπτωμα με ευρύ φάσμα αιτιών, που κυμαίνονται από οξείες και χρόνιες ιατρικές διαταραχές έως ψυχολογικά προβλήματα, τοξικότητα φαρμάκων και χρήση ουσιών.
Επιστημονικά η κόπωση περιγράφει διάφορες δυσκολίες μεμονωμένα ή σε συνδυασμό μεταξύ τους, όπως:
- Τη δυσκολία ή την αδυναμία έναρξης δραστηριότητας (υποκειμενική αίσθηση αδυναμίας)
- Τη μειωμένη ικανότητα διατήρησης της δραστηριότητας (εύκολη κόπωση)
- Την δυσκολία συγκέντρωσης, μνήμης και συναισθηματικής σταθερότητας (ψυχική κόπωση)
Ωστόσο πολλοί ασθενείς αναφέρονται σε μια ανεξέλεγκτη ανάγκη για ύπνο, αναφέρει ο παθολόγος Πολυχρόνης Παρασκευάς, διευθυντής της Ζ΄ Παθολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου Metropolitan General.
Η κόπωση μπορεί να είναι οξεία, υποξεία ή χρόνια. Ως οξεία ορίζεται αυτή με διάρκεια μικρότερη του ενός μήνα. Η υποξεία έχει διάρκεια από 1 έως 6 μήνες. Τέλος, η χρονία έχει διάρκεια μεγαλύτερη των 6 μηνών.
Ποσοστό 21-33% των ασθενών που επισκέπτονται χώρους πρωτοβάθμιας φροντίδας περιγράφουν την κούραση ως ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα.
Που οφείλεται η οξεία κόπωση
Η οξεία κόπωση αποδίδεται συχνότερα σε έναν πρόσφατο στρεσογόνο παράγοντα ή σε μια οξεία ιατρική κατάσταση, η οποία συχνά μπορεί να διαγνωστεί με βάση τις υπόλοιπες κλινικές εκδηλώσεις της.
Παραδείγματος χάριν, ένας ασθενής με γρίπη θα περιγράψει την κούραση που νιώθει σε συνδυασμό με πυρετό και συμπτώματα από το αναπνευστικό σύστημα. Οι ασθενείς που νιώθουν κουρασμένοι λόγω αναγνωρίσιμης ιατρικής ή ψυχοκοινωνικής πάθησης, απαιτούν ελάχιστη ή καθόλου αξιολόγηση.
Οι αιτίες της υποξείας και της χρόνιας κόπωσης
Οι πιθανές αιτίες της πιο επίμονης κόπωσης είναι πολλές και συμπεριλαμβάνουν:
- Καρδιοπνευμονικές παθήσεις (π.χ. καρδιακή ανεπάρκεια, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, υπνική άπνοια)
- Ενδοκρινολογικές/μεταβολικές παθήσεις (π.χ. υπο/υπερ-θυρεοειδισμός, χρόνια νεφρική ή ηπατική νόσος, ηλεκτρολυτικές διαταραχές όπως υποκαλιαιμία)
- Αιματολογικές παθήσεις (π.χ. αναιμία)
- Νεοπλασματικές νόσους
- Λοιμώδη νοσήματα (λ.χ. COVID-19, λοιμώδης μονοπυρήνωση, ιογενής ηπατίτιδα, λοίμωξη από HIV, φυματίωση)
- Ρευματολογικές καταστάσεις (π.χ. ινομυαλγία, ρευματική πολυμυαλγία, συστηματικός ερυθηματώδης λύκος)
- Ψυχολογικές καταστάσεις (λ.χ. κατάθλιψη, αγχώδης διαταραχή).
- Νευρολογικές καταστάσεις (λ.χ. σκλήρυνση κατά πλάκας)
- Παρενέργεια κάποιου φαρμάκου (π.χ. βενζοδιαζεπίνες, αντικαταθλιπτικά) ή χρήση ουσιών (π.χ. αλκοόλ, κάνναβης, κοκαΐνη)
Το σύνδρομο χρονίας κοπώσεως
«Η σαφής αιτία της χρόνιας κόπωσης μπορεί να εντοπιστεί στα περίπου δύο τρίτα των ασθενών», αναφέρει ο κ. Παρασκευάς. «Σε αρκετές περιπτώσεις το αίσθημα κακουχίας μπορεί απλώς να εξηγηθεί από υπερκόπωση (πολλές ώρες εργασίας, λίγες ώρες ύπνου). Σε πολύ μικρό ποσοστό μπορεί να εξηγηθεί από το σύνδρομο χρόνια κοπώσεως (CFS), μία διαταραχή άγνωστης αιτίας αλλά με ισχυρές ενδείξεις νευρολογικής δυσλειτουργίας και σαφή κριτήρια διάγνωσης».
Η νόσος χαρακτηρίζεται από εξουθενωτική κούραση με μη αναζωογονητικό ύπνο, νευρολογικές βλάβες, μυϊκή αδυναμία και πόνο, πονοκεφάλους, πονόλαιμο κ.ά. Η κόπωση και τα συνοδά συμπτώματα επιδεινώνονται δραματικά μετά από ελάχιστη σωματική ή και γνωστική δραστηριότητα. Το γεγονός αυτό αναφέρεται ως PEM (Post-Exertional Malaise, αδιαθεσία μετά την άσκηση).
Το PEM είναι το βασικό σύμπτωμα. Εμφανίζεται ως επί το πλείστον με καθυστέρηση 24 ωρών έπειτα από τη δραστηριότητα. Οδηγεί σε μείωση τουλάχιστον 50% του επιπέδου ενέργειας και δραστηριότητας του ασθενούς.
«Οι ασθενείς που δεν πληρούν τα κριτήρια για CFS, αλλά δεν υπάρχει άλλη εξήγηση για την επίμονη κόπωσή τους λέγεται ότι πάσχουν από ιδιοπαθή χρόνια κόπωση», αναφέρει ο κ. Παρασκευάς.
Διαχείριση του ασθενούς με χρόνια κόπωση
Η αρχική εκτίμηση του ασθενούς που παρουσιάζει υποξεία ή χρόνια κούραση συμπεριλαμβάνει:
- Λήψη πλήρους ιατρικού ιστορικού
- Κλινική εξέταση
- Βασικές εργαστηριακές εξετάσεις (γενική αίματος, ηλεκτρολύτες, νεφρική λειτουργία, ηπατική βιοχημεία, TKE, TSH, CPK, CRP).
Η περαιτέρω διαγνωστική αξιολόγηση καθορίζεται από την παρουσία ή απουσία ευρημάτων. «Οι ασθενείς με διαγνωσμένη αιτία χρόνιας κόπωσης με βάση την αρχική αξιολόγηση από έμπειρο γιατρό θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ειδικά για την πάθηση. Για την ιδιοπαθή κόπωση έχει προταθεί η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων, γνωσιακής συμπεριφορικής θεραπείας ή/και διαβαθμισμένης θεραπευτικής άσκησης», καταλήγει ο κ. Παρασκευάς.