ΠΟΛΙΤΕΣ
Σίγουρα κάτι συμβαίνει, τον τελευταίο καιρό, στην Κρήτη...
Κριτική για την παραγωγή Κάρμεν στο Πολιτιστικό Συνεδριακό Κέντρο Ηρακλείου
Από τον Jean Gouzi*
Σίγουρα κάτι συμβαίνει, τον τελευταίο καιρό, στην Κρήτη... Είναι πλέον ένα καθιερωμένο γεγονός: το Ηράκλειο έχει γίνει η δεύτερη Λυρική Σκηνή στην Ελλάδα! Μια περιπέτεια ξεκίνησε, ένας θρύλος ξετυλίγεται...
Οι (επαν)ενωμένες δυνάμεις ενός οραματιστή καλλιτεχνικού διευθυντή και μαέστρου (Μύρων Μιχαηλίδης), μιας εξαίσιας ορχήστρας (Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών), μιας καταπληκτικής χορωδίας (Χορωδιακό Σύνολο Ηρακλείου), ενός ουσιαστικού σκηνοθέτη (Στέφανου Κορωναίου, τι σκηνοθεσία!), μιας πρώτης τάξεως ομάδας λυρικών πρωταγωνιστών (Ελλήνων και ξένων), μιας διοίκησης, μιας ομάδας υποστήριξης και των τοπικών αρχών (Δήμος Ηρακλείου και Περιφέρεια Κρήτης), με υψηλές φιλοδοξίες και τεχνογνωσία και ενός σαγηνευμένου και οξυδερκούς κοινού, όλοι μαζί σήμερα δημιουργούν καθαρή μαγεία. Ή απλά... ένα θαύμα!
Μετά από μια περίοδο μακράς πλήξης, η οποία αναπτύχθηκε σταδιακά, ύστερα από δεκαπενταετείς συστηματικές επισκέψεις στα Λυρικά Θέατρα του Παρισιού, είχα αρχίσει να αμφιβάλλω για το νόημα της λυρικής τέχνης: διεθνή καστ τραγουδιστών, αποτελούμενα από παγκοσμίου φήμης καλλιτέχνες, που γνωρίζονται ελάχιστα, λίγο πριν από την πρεμιέρα - και πώς να συνεργαστούν έτσι μαζί;- ορχήστρες σε λήθαργο, μουδιασμένες από τη ρουτίνα, άψυχες και άγευστες παραγωγές, σχεδιασμένες μόνο για να υπηρετούν τη νέα τάση αλλά και πεπειραμένους σκηνοθέτες, οι οποίοι κάνουν πειράματα σε βάρος τόσο του λιμπρετίστα όσο και του συνθέτη: τίποτα που να αξίζει να θυμάσαι παρά μόνο το κενό.
Κι όμως, το περασμένο Σαββατοκύριακο, μια Κρητική Κάρμεν με ξύπνησε από τον λήθαργο μου με ένα παθιασμένο φιλί... Τέσσερεις παραστάσεις σε αυτή τη συμπαραγωγή του ΠΣΚΗ με το Τεάτρο Γρατατσέλο της Νέας Υόρκης, όλες με εξαντλημένα εισιτήρια μια εβδομάδα πριν την πρεμιέρα. Μήπως θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να έχουν προγραμματιστεί περισσότερες παραστάσεις; Βεβαίως, όταν ακούσαμε τόσους πολλούς ανθρώπους που συναντήσαμε στον δρόμο, πριν και μετά την εκδήλωση, να μας ρωτούν, με τόση ζήλια, πώς καταφέραμε να βρούμε εισιτήρια και αν υπάρχει περίπτωση να δοθούν περισσότερες παραστάσεις. Το αποτέλεσμα: μια σπάνια ένταση ήταν αντιληπτή στο φουαγέ και μέσα στην Αίθουσα, αποκαλύπτοντας μια έντονη ανυπομονησία πριν από αυτή την ιστορική στιγμή. Το ΠΣΚΗ ήταν σίγουρα το μέρος για να βρεθείς στην Ελλάδα την εβδομάδα που πέρασε!
Οι πρώτες νότες της εισαγωγής προμήνυαν τα υπόλοιπα: μια τελειότητα στην εργασία, μια λεπτομέρεια στην υλοποίηση. Και τα δύο είναι στοιχεία της μουσικής πινελιάς του Μαέστρου Μιχαηλίδη, τα οποία έφερναν στην μνήμη μου την ερμηνεία του στον μαγευτικό Λόενγκριν του Βάγκνερ, που είχε ανέβει πριν από μερικά χρόνια στην Εθνική Λυρική Σκηνή (τι αξιομνημόνευτο πρελούδιο...). Ήταν το ακριβώς αντίθετο μιας τετριμμένης, χοντροκομμένης προσέγγισης που συχνά χαρακτηρίζει τις περισσότερες εκτελέσεις αυτής της πολυπαιγμένης παρτιτούρας: εδώ η λαγνεία ξεγλιστράει σαν σταγόνες νερού στα φτερά των κύκνων... Πόσο τυχερό είναι το εξαιρετικό κοινό της Κρήτης που του προσφέρεται ένα θέαμα σε τόσο κορυφαίο και απαιτητικό καλλιτεχνικό επίπεδο! Η Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών, πράγματι ακολουθεί τις λεπτές και άκρως απαιτητικές προθέσεις του μαέστρου της, με μεγάλη πιστότητα και ακρίβεια.
Πρώτη φορά που κάποιες λεπτομέρειες της παρτιτούρας εμφανίζονται με τόση σαφήνεια, όπως στα τόσο ποιητικά ιντερμέτζι, φιλοτεχνημένα ως αυθεντικές διακοσμητικές μεσαιωνικές μινιατούρες. Και όλα αυτά, χωρίς να χαθεί το πάθος και η ένταση! Μία μόνιμη κατάσταση εγρήγορσης, λες και οι ζωές των μουσικών κρέμονταν εξ ολοκλήρου από την επιτυχία κάθε μουσικής φράσης! Το Χορωδιακό Σύνολο Ηρακλείου: ένα θαύμα. Σαν δαντελωτός καμβάς, που συνδυάζει μια πολύπλοκη σύνδεση της μίας φωνής με την άλλη, που αρθρώνει το γαλλικό ποίημα σαν να προέρχονταν όλοι από τη Γαλλία, είχε ως αποτέλεσμα συγκλονιστικές στιγμές, όπως το δυνατό χορωδιακό μέρος που τελειώνει την Τρίτη Πράξη με τον ύμνο στην ελευθερία και πυροδοτεί μια έκρηξη παθιασμένου και αλυσιδωτού χειροκροτήματος από το κοινό, που καλύπτει απόλυτα τις τελευταίες συγχορδίες...
Μια Κάρμεν (Λουκρέτσια Βεντουριέλλο) με πάθος, όπως θα έπρεπε να είναι αλλά γεμάτη αξιοπρέπεια, που βγάζει την ενδόμυχη φλόγα από μέσα της, χωρίς καμία καρικατούρα ή υπερβολική εξωστρέφεια (τι μάθημα τραγουδιού στο «τρίο των χαρτιών», τι θεσπέσια και λεπτή φράση...), ένας νεαρός και ταλαντούχος Δον Χοσέ (Μάθιου Τσερίλο), με λαμπερές ψηλές νότες, οι οποίες αντηχούσαν σε όλο το θέατρο σαν εκρήξεις από ασήμι σε σύντηξη· μια Μικαέλα (Μάικε Χούπερετς) υψηλής αρχοντιάς και αξιοπρέπειας, με μεγάλη ικανότητα στον έλεγχο της φωνητικής γραμμής και στον έλεγχο της αναπνοής της: μια διεθνής παρουσία, με κάποιες στιγμές που θύμιζαν (και από τις πιο μακρινές θέσεις) μία νεαρή Ρενέ Φλέμιγκ, τα ζευγάρια Μερθέντες/Φρασκίτα (Κλερ Γκίγκο/Σάσα Γκουτιέρες) και Ντανκαΐρο/Ρεμεντάδο (Ντανιέλε Αντριάνι/Αλέξανδρος Σταυρόπουλος) μοιάζουν σαν να έρχονται κατευθείαν από το Λυρικό Ατελιέ της Όπερας του Παρισιού, όπως θα πρότεινε (παραπλανητικά) η δεξιοτεχνία τους στο γαλλικό λεξιλόγιο. Αυθεντικές αποδόσεις πραγματικών «ρόλων χαρακτήρα», με όλη τη φωνητική και υποκριτική(!) ζωντάνια που απαιτείται!
Συγχαρητήρια στον εξαιρετικό σκηνοθέτη, που -μέσω μιας υπέροχα νηφάλιας, καθαρά εκλεπτυσμένης, οικονομίας μέσων και επανεστίασης στους χαρακτήρες (που θυμίζει προσεγγίσεις του Στρέλερ και του Σερώ)- καταφέρνει να δώσει έμφαση στην βαθιά ανθρωπιά που κρύβεται σε καθέναν από αυτούς...
Συγχαρητήρια επίσης και στην εξαιρετική επιλογή να μην χρησιμοποιηθεί η έκδοση του Ερνέστ Γκιρώ (ρετσιτατίβι συνοδευόμενα με την ορχήστρα) αλλά η αυθεντική έκδοση με τους διαλόγους του 1875, καθώς αποδίδονται με τη μορφή πρόζας (ο ορισμός της “Οπερά Κομίκ”), τόσο όμορφη και κομψή, παρά την ακραία πρόκληση στο υποκριτικό σκέλος της ερμηνείας των τραγουδιστών! Ωστόσο, στο τέλος, η αυθεντικότητα πάντα αποδίδει: το έργο ήταν ένας πραγματικός φόρος τιμής στον αρχικό μύθο της Μεριμέ και το δράμα των Μεϊγιάκ και Χαλεβύ, που προσαρμόστηκε από τον Μπιζέ.
Το κοινό προφανώς αναγνώρισε την πρόκληση, όπως μαρτυρούν κάποια σχόλια που ακούστηκαν στους διαδρόμους του θεάτρου.
Την περασμένη εβδομάδα, η ψυχή μας αγαλλίασε στο ΠΣΚΗ. Η Όπερα, επιτέλους, έβρισκε πίσω την ουσία της, τον λόγο ύπαρξης της: ένα ιδανικά ενοποιημένο 'Gesamtkunstwerk' (έργο που χρησιμοποιεί όλες τις μορφές τέχνης) φτιαγμένο για να ανάψει τις καρδιές και το μυαλό μας με φλογερό πάθος. Μια Όπερα με Ψυχή! Ακολουθώντας τον Ιδομενέα και τον Οθέλλο, αυτή η Κάρμεν είναι μια υπόσχεση για περαιτέρω ένδοξες και ουράνιες ημέρες...
«Φοβού Αθηναίοι: οι ευγενείς Κρητικοί έρχονται!»
*Ο κ. Jean Gouzi είναι Διδάκτορας Νευροφυσιολογίας του Πανεπιστημίου της Σορβόνης,
Ερευνητής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ
Απόφοιτος του Κονσερβατουάρ Σοπέν, στο Παρίσι