ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Οι διεθνείς οίκοι δεν ανησυχούν για τις ευρωπαϊκές τράπεζες
Jefferies: Ούτε κραχ ούτε φούσκα – Bullish για την Ελλάδα
"Κάθε κρίση είναι διαφορετική, αλλά οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι σε πολύ καλύτερη θέση από ό,τι ήταν το 2008", απάντησε η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, στη "βροχή" ερωτήσεων από τους δημοσιογράφους κατά τη συνέντευξη Τύπου της Πέμπτης σχετικά με το εάν βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα συστημική κρίση. Την ίδια άποψη μοιράζονται και οι μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι, τονίζοντας πως ο κλάδος, έπειτα και από το μεγάλο μάθημα του παρελθόντος, είναι πολύ πιο υγιής, ενώ η Ευρωζώνη έχει ενισχύσει σημαντικά το πλαίσιο τραπεζικής εποπτείας και εξυγίανσης και έχει πλέον σημαντική δύναμη πυρός για να αντιμετωπίσει ακόμα και μια σοβαρή συστημική κρίση.
Όπως τόνισε η ΕΚΤ σε ανακοίνωσή της, ο τραπεζικός τομέας της ζώνης του ευρώ είναι ανθεκτικός, διαθέτοντας ισχυρές θέσεις κεφαλαίου και ρευστότητας. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, η εργαλειοθήκη πολιτικής που διαθέτει η ΕΚΤ είναι πλήρως εξοπλισμένη για την παροχή στήριξης σε ρευστότητα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αν χρειαστεί, και για τη διαφύλαξη της ομαλής μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Άλλωστε, η Λαγκάρντ έσπευσε να θυμίσει πως το 2008 η ίδια ήταν υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας και γνωρίζει πώς συνέβη το κραχ, όπως γνωρίζει και τις μεταρρυθμίσεις που έχουν εφαρμοστεί από εκείνες τις δραματικές μέρες. "Δεν βλέπουμε κρίση ρευστότητας", σημείωσε χαρακτηριστικά.
Τα ερωτήματα για τις αγορές και το Χ.Α.
Το τραπεζικό επεισόδιο με την Credit Suisse αποτέλεσε ακόμα ένα χτύπημα εμπιστοσύνης στον τραπεζικό κλάδο, το οποίο ήρθε μετά την κατάρρευση των Silicon Valley Bank, Silvergate Capital και Signature Bank, πυροδοτώντας σημαντικές πωλήσεις από τους επενδυτές τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Η Credit Suisse είναι η πρώτη μεγάλη παγκόσμια τράπεζα που έλαβε έκτακτη βοήθεια από την οικονομική κρίση του 2008 και τα προβλήματά της έχουν εγείρει σοβαρές ανησυχίες για τις προοπτικές του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου. Εκεί που οι μετοχές των τραπεζών ήταν το πιο "καυτό" επενδυτικό στοίχημα, έχοντας σημειώσει ισχυρό ράλι τούς τελευταίους μήνες, που ξεπερνούσε το 30%, ξαφνικά βρέθηκαν στο επίκεντρο ενός τυφώνα και κλήθηκαν να αποτιμήσουν και το κόστος της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής. Το Χρηματιστήριο Αθηνών ευθυγραμμίστηκε πλήρως με τις ευρωπαϊκές αγορές, τη στιγμή που βρισκόταν ήδη σε δύσκολη θέση εν όψει και της αβεβαιότητας και μεταβλητότητας που μπορεί να προκαλέσουν οι εκλογές στη χώρα.
"Το εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι αν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι επαρκώς θωρακισμένο ώστε να μείνει αλώβητο από την παγκόσμια αναταραχή", σχολιάζει μιλώντας στο "Κ" ο Δημήτρης Τζάνας, σύμβουλος Διοίκησης της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ. Τα ποιοτικά δεδομένα των ελληνικών τραπεζών (κεφαλαιακή επάρκεια και χαμηλό ύψος κόκκινων δανείων), σε συνδυασμό με τον χαμηλό δείκτη δανείων προς καταθέσεις (στο 61,12% στο γ’ τρίμηνο, με τις καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα στα 184,1 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο 2023 και τα δάνεια στα 113,5 δισ. ευρώ), δίνουν καθαρή απάντηση: Οι ελληνικές τράπεζες είναι ασφαλείς και μπορούν να συνεχίσουν να σχεδιάζουν την πιστωτική τους επέκταση, συμβάλλοντας στην υλοποίηση των επιχειρηματικών σχεδίων αξιόχρεων δανειοληπτών, όπως τονίζει.
Με τα νέα δεδομένα, η νευρικότητα και οι πλαγιοκαθοδικές κινήσεις επανήλθαν στο Ελληνικό Χρηματιστήριο έπειτα από 11 συνεχόμενες εβδομάδες ανόδου, καθώς οι διεθνείς επενδυτές που κυριαρχούν στο Χ.Α. δεν εξαιρούν τους ελληνικούς τίτλους από την επενδυτική στρατηγική "μείωσης κινδύνου" που υλοποιούν, επισημαίνει ο κ. Τζάνας. Παρά δε το γεγονός ότι ο αυξημένος τουρισμός μπορεί να συντηρήσει τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας, τα αυξημένα επιτόκια είναι πιθανό να φρενάρουν την υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων καθώς η Κριστίν Λαγκάρντ παραμένει στοχοπροσηλωμένη στην πολιτική τιθάσευσης του πληθωρισμού. Οι 1.000 μονάδες συνιστούν ισχυρό οχυρό στήριξης για τον Γενικό Δείκτη, ωστόσο δύσκολα θα υπερβεί στην παρούσα φάση τις 1.100 μονάδες ενόσω ο πολιτικός κίνδυνος παραμένει και το διεθνές περιβάλλον έχει χαμηλή ορατότητα, με την αυξημένη μεταβλητότητα να είναι το επικρατέστερο σενάριο βραχυπρόθεσμα, καταλήγει ο κ. Τζάνας.
Jefferies: Ούτε κραχ ούτε φούσκα – Bullish για την Ελλάδα
Δεν βλέπει την έλευση ενός νέου κραχ στις ευρωπαϊκές τράπεζες ή την οικονομία η Jefferies, η οποία σε νέα της έκθεση δηλώνει overweight στα χρηματιστήρια της περιφέρειας της Ευρωζώνης, διατηρώντας έτσι την bullish στάση της στις ελληνικές μετοχές παρά το πρόσφατο sell-off. Ο οίκος δεν θεωρεί πως υπάρχει κάποια φούσκα έτοιμη να σκάσει στην Ευρώπη, τη στιγμή μάλιστα που όχι μόνο οι οικονομίες επεκτείνονται εκ νέου, αλλά η κερδοφορία και οι αναθεωρήσεις των τιμών-στόχων για τις ευρωπαϊκές μετοχές και τράπεζες είναι από τις καλύτερες στον κόσμο – με επικεφαλής την περιφέρεια
Οι χρηματοοικονομικές καταιγίδες των τελευταίων ημερών έχουν αποκαλύψει ορισμένα σφάλματα στα πιο αμφισβητούμενα οικονομικά επιχειρηματικά μοντέλα που ήταν εμφανή πριν από μήνες, όπως επισημαίνει. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες δεν είναι αντιμέτωπες ούτε με τον απόηχο μιας κερδοσκοπικής φούσκας που σκάει ούτε με μια κρίση ρευστότητας που προκύπτει από τις πιέσεις στις απαιτήσεις του παθητικού, τονίζει η Jefferies. Επιπλέον, η πορεία των αγορών εργασίας της Ευρωζώνης θα υποδηλώνει ότι η ΕΚΤ έχει πολύ περισσότερη δουλειά να κάνει για τον περιορισμό των μισθών και του ονομαστικού πληθωρισμού. Παράλληλα, όπως παρατηρεί ο οίκος, οι προσδοκίες για την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη αλλάζουν και βελτιώνονται, με "οδηγό" μάλιστα τις οικονομίες της Νότιας Ευρώπης – τις ίδιες τις οικονομίες που οι επενδυτές θεωρούσαν στο παρελθόν ως πιο εύθραυστες.
Wood: Δεν υπάρχει ανησυχία για τις ευρωπαϊκές τράπεζες
Οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες της αγοράς έχουν επιδεινωθεί σημαντικά μετά τη χρεοκοπία της Silicon Valley Bank στις ΗΠΑ, την ισχυρή πίεση στην τιμή της μετοχής της Credit Suisse και τις εξελίξεις που ακολούθησαν για την ελβετική τράπεζα, επισημαίνει η Wood. "Πιστεύουμε ότι αυτά τα γεγονότα συνηγορούν έντονα υπέρ της ολοκλήρωσης του κύκλου νομισματικής σύσφιξης στις ΗΠΑ και την Ευρωζώνη νωρίτερα από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως", όπως σημειώνει.
Σε ό,τι αφορά τα κανάλι μετάδοσης της τρέχουσας κρίσης σε ΗΠΑ και Ελβετία, όπως τονίζει, το πιο σημαντικό για τις ευρωπαϊκές αγορές είναι εκείνοι οι τραπεζικοί κλάδοι που είναι υπερβολικά μοχλευμένοι, από την άποψη του δείκτη δανείων προς καταθέσεις, καθώς θα μπορούσαν να φαίνονται πιο ευάλωτοι στη μετάδοση, και οι τράπεζες που είναι υπερβολικά εκτεθειμένες στην αγορά ακινήτων. Ωστόσο, καμία από τις χώρες που καλύπτει η Wood, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, δεν τοποθετείται στις παραπάνω κατηγορίες, εκτός ίσως από την Τουρκία, όπου οι τιμές των ακινήτων σε όρους λίρας έχουν εκτοξευθεί στα ύψη, καθώς τα νοικοκυριά έχουν μετακινήσει αποταμιεύσεις για να αντισταθμίσουν τον υπερπληθωρισμό. Στη ζώνη του ευρώ, η Γαλλία και ορισμένες από τις μικρότερες χώρες της Βαλτικής θα μπορούσαν να εγείρουν κάποια ερωτηματικά, αν και τίποτα που, κατά την άποψη της Wood, δεν αποτελεί γνήσια διαρθρωτική ανησυχία, δεδομένης της ευρύτερης τροχιάς της νομισματικής ένωσης. "Κατά την άποψή μας, εάν η ΕΚΤ είναι σε θέση να προσφέρει μια σταθερή και σαφή μεσοπρόθεσμη επικοινωνιακή στρατηγική, οποιαδήποτε μετάδοση από τον ελβετικό τραπεζικό τομέα θα πρέπει να είναι καθαρά παροδική", τονίζει η Wood.
Goldman Sachs: Παραμένει εποικοδομητική για τις ευρωπαϊκές τράπεζες
"Παραμένουμε εποικοδομητικοί σχετικά με τις προοπτικές για τις ευρωπαϊκές τράπεζες συνολικά, αλλά σημειώνουμε ότι είναι δύσκολο να προβλεφθούν μεμονωμένες περιπτώσεις", σημειώνει από την πλευρά της η Goldman Sachs σε σχόλιό της μετά την τραπεζική αναταραχή σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Όπως τονίζει, ο κλάδος συνεχίζει να επωφελείται από αυξημένα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας, σταθερή δυναμική χρηματοδότησης και άφθονη ρευστότητα.
Όσον αφορά τη ρευστότητα, οι τράπεζες που καλύπτει, μεταξύ των οποίων και οι ελληνικές, έχουν μέσο δείκτη κάλυψης ρευστότητας 153%, έναντι απαίτησης >100%. Και το πλαίσιο χρηματοδότησης παραμένει υποστηρικτικό, με τον δείκτη χρηματοδότησης NSFR του κλάδου να κινείται στο 128%.
Όσον αφορά τα κεφάλαια, οι τράπεζες έχουν μέσο όρο δείκτη CET1 για το 2022 στο 14,9%, το οποίο είναι σημαντικά υψηλότερο από τα ελάχιστα εποπτικά επίπεδα: 265 δισ. ευρώ συνολικά και 406 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο.
Η ανάλυση της Goldman δείχνει ότι οι μη πραγματοποιηθείσες απώλειες σε τίτλους είναι διαχειρίσιμες, ίσες με το 2% της ενσώματης λογιστικής αξίας TBV κατά μέσο όρο σε ολόκληρο τον κλάδο ή με μια μέση πτώση 30 μ.β. στον δείκτη κεφαλαίου CET1. Πρόσφατες δηλώσεις των CEOs ευρωπαϊκών τραπεζών ήταν ενθαρρυντικές σχετικά με τη ρευστότητα, όπως σημειώνει η Goldman, ενώ σε συνέδριο την εβδομάδα που πέρασε αρκετοί CEOs ανέφεραν ότι είχαν δει εισροές καταθέσεων τις τελευταίες ημέρες και είναι σίγουροι για την ανθεκτικότητα του μείγματος χρηματοδότησής τους. Από εποπτική σκοπιά, η G.S. σημειώνει ότι η ΕΚΤ ενέκρινε πρόσφατα πολυάριθμα προγράμματα επαναγοράς ευρωπαϊκών τραπεζικών μετοχών. Αυτή η διαδικασία έγκρισης περιλαμβάνει μια δοκιμασία stress tests σε ορίζοντα 3 ετών, στην οποία οι τράπεζες καλούνται να αποδείξουν την ανθεκτικότητα του επιχειρηματικού τους σχεδίου έναντι μιας σειράς δυσμενών συνθηκών.
Citi: Παραμένει overweight στις ευρωπαϊκές τράπεζες
"Παρά την επιδείνωση του κλίματος βραχυπρόθεσμα, εμμένουμε στην overweight στάση μας στις ευρωπαϊκές τράπεζες, καθώς και στην προτίμησή τους έναντι των τραπεζών των ΗΠΑ", σημειώνει η Citigroup.
Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank χτύπησε τις ευρωπαϊκές μετοχές, όπως σημειώνει, ωστόσο, έπειτα από ένα ράλι ύψους 32% από τα τέλη Σεπτεμβρίου του περασμένου έτους, οι συνθήκες είχαν ήδη δημιουργηθεί για μια διόρθωση, με τις αναταραχές που ξεκίνησαν στις ΗΠΑ να αποτελούν έτσι την ευκαιρία για κατοχύρωση κερδών. Ωστόσο υπάρχουν πολλοί λόγοι που υποστηρίζουν το ριμπάουντ, ειδικά των τραπεζικών μέτοχών στην Ευρώπη, υποστηρίζει η Citi.
Πρώτον, οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την αμερικανική SVB θα περιοριστούν, αν και μικρότερες τράπεζες των ΗΠΑ θα μπορούσαν να παραμείνουν σε κίνδυνο. Οι αμερικανικές Αρχές ενήργησαν άμεσα για να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στο συνολικό τραπεζικό σύστημα. Επίσης, μετά και το ξέσπασμα της κρίσης στην Credit Suisse, η παρέμβαση της Κεντρικής Τράπεζας της Ελβετίας (SNB) κατάφερε να πετύχει μια σημαντική ισορροπία, κατά τη Citi: Έλαβε υπόψη τη σοβαρότητα της αναταραχής της αγοράς χωρίς να υποδηλώνει ότι τα προβλήματα είναι σοβαρά. Ωστόσο, μόνο οι επόμενες μέρες να δείξουν εάν αυτά είναι αρκετά για να ηρεμήσουν τις αγορές. Μπορεί να απαιτηθεί περισσότερη υποστήριξη και διαφάνεια, για παράδειγμα ένα stress test. Σαφώς, η αστάθεια έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει μια απότομη σύσφιξη των χρηματοπιστωτικών συνθηκών και συνεπώς των συνθηκών χρηματοδότησης στην πραγματική οικονομία, επισημαίνει η Citi.
Δεύτερον, οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι ιδιαίτερα ανθεκτικές. Οι αναλυτές της Citi σημειώνουν ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες εξακολουθούν να βλέπουν σχετικά υγιείς καταθετικές ροές και παραμένουν καλά κεφαλαιοποιημένες. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες αντιμετωπίζουν επίσης ένα αυστηρότερο ρυθμιστικό καθεστώς, που ισχύει μόνο για τις μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ. Έτσι, και πάλι, τα θεμελιώδη μεγέθη των ευρωπαϊκών τραπεζών εξακολουθούν να φαίνονται σχετικά υγιή.
Εν τω μεταξύ, οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν δει μερικές από τις ισχυρότερες αναβαθμίσεις κερδοφορίας από οποιονδήποτε κλάδο διεθνώς και οι αποτιμήσεις τους φαίνονται επίσης ελκυστικές. Ακόμα και μετά το sell-off της περασμένης εβδομάδας, συνεχίζουν να διαπραγματεύονται με discount ύψους 15% έναντι των τραπεζών των ΗΠΑ. "Ο συνδυασμός κερδοφορίας, αποτίμησης και μικρότερου κινδύνου μετάδοσης συνεπάγεται συνεχιζόμενη υπεραπόδοση για τις ευρωπαϊκές τράπεζες", καταλήγει η Citi.
UBS: Υπερβολικοί οι φόβοι
Οι φόβοι για τη φερεγγυότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών είναι υπερβολικοί, σημειώνει η UBS, με τις περισσότερες τράπεζες στην Ευρώπη να έχουν ισχυρή θέση ρευστότητας. Επομένως, οι καταθέτες είναι καλά προστατευμένοι. Πάντως, κατά την ελβετική τράπεζα, ένας μικρός αριθμός μεμονωμένων τραπεζών ίσως χρειαστεί στήριξη ρευστότητας, εάν οι συνθήκες χρηματοδότησης παραμείνουν δύσκολες για μεγάλο διάστημα.
Η τραπεζική φερεγγυότητα, όπως σημειώνει, ο βαθμός δηλαδή στον οποίο τα assets μιας τράπεζας ξεπερνούν τις υποχρεώσεις της, είναι ένας βασικός δείκτης τον οποίο κοιτάζουν οι καταθέτες και οι Αρχές, καθώς δείχνει τη θεμελιώδη ικανότητα μιας τράπεζας να επιστρέψει τις καταθέσεις. Όμως η UBS δεν πιστεύει ότι η φερεγγυότητα αποτελεί ζήτημα για τη μεγάλη πλειονότητα των τραπεζών και κυρίως για τις συστημικές τράπεζες, οι οποίες εποπτεύονται στενά μετά το 2008 και έχουν περισσότερο από επαρκή assets σε σχέση με τις υποχρεώσεις τους, ακόμα και σε σενάρια οικονομικών πιέσεων.
Σε ό,τι αφορά τη ρευστότητα, ούτε εκεί υπάρχουν ανησυχίες, καθώς οι κινήσεις για την εγγύηση των καταθέσεων στις ΗΠΑ από τις Αρχές απαντούν στους όποιους φόβους της αγοράς, προσθέτει η UBS.
Όπως τονίζει, άλλωστε, η διόρθωση ήρθε έπειτα από ένα πολύ ισχυρό ράλι. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες είχαν "τρέξει" πάνω από 20% από τις αρχές του έτους, λόγω των ελπίδων ότι τα υψηλότερα επιτόκια θα ενισχύσουν την κερδοφορία τους μέσω της αύξησης των καθαρών επιτοκιακών περιθωρίων. Ακόμα και μετά την πτώση της περασμένης εβδομάδας, ο κλάδος σημειώνει οριακή άνοδο από τις αρχές του έτους, άρα το sell-off μπορεί και να θεωρηθεί ως μια διάψευση των προσδοκιών.
Δείτε επίσης:
FT: Η UBS προσφέρεται να εξαγοράσει την Credit Suisse για έως και ένα δισ δολάρια
Η Τράπεζα της Αγγλίας θα στηρίξει την εξαγορά της Credit Suisse από την UBS