ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Αυξήσεις στα επιτόκια καταθέσεων
Κατά 0,5% για μικρά ποσά και θα κλιμακώνονται έως και 1% για μεγαλύτερα
Αυξήσεις στα επιτόκια καταθέσεων ανακοινώνουν από την προσεχή εβδομάδα οι τράπεζες, οι οποίες σύμφωνα με πληροφορίες της Καθημερινής θα εφαρμοστούν κλιμακωτά και θα αφορούν τις προθεσμιακές καταθέσεις που διατηρούν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις.
Οι αυξήσεις θα είναι της τάξης της μισής μονάδας περίπου και θα εφαρμοστούν οριζόντια ακόμη και για μικρές καταθέσεις, π.χ. των 5.000 ευρώ, αλλά θα κλιμακώνονται έως και 1% για μεγαλύτερα ποσά με στόχο να πριμοδοτηθούν οι προθεσμιακές καταθέσεις που έχουν υποχωρήσει σε ιστορικά χαμηλά. Με αυτόν τον τρόπο οι τράπεζες θα περάσουν ένα μέρος της ανόδου του euribor, που σήμερα βρίσκεται στο 1,8%, στα επιτόκια καταθέσεων των πελατών τους, δίνοντας κίνητρο ακόμη και για μικρές αποταμιεύσεις προκειμένου να μετακινηθούν από τους λογαριασμούς ταμιευτηρίου σε κλειστούς λογαριασμούς μεγαλύτερης διάρκειας, 6 ή 12 μηνών.
Το «σύνθημα» για την αύξηση στα επιτόκια καταθέσεων έδωσε την περασμένη εβδομάδα η διοίκηση της Eurobank στο πλαίσιο της ενημέρωσης των αναλυτών για τα αποτελέσματα του 9μήνου, εκτιμώντας ότι σταδιακά οι τράπεζες θα περάσουν το 60%-70% της αύξησης του euribor στα επιτόκια καταθέσεων των πελατών τους. Αυτή η τάση θα αρχίσει να αποτυπώνεται άμεσα, με τις πρώτες αυξήσεις να ανακοινώνονται από την προσεχή εβδομάδα, και σταδιακά θα κλιμακωθούν έως τα τέλη του χρόνου και τις αρχές του 2023, προεξοφλώντας την περαιτέρω άνοδο του euribor, που σύμφωνα με τις προβλέψεις θα ξεπεράσει το 3% στα τέλη του 2023 και θα αρχίσει να αποκλιμακώνεται από τα τέλη του 2024.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, δεν αποκλείεται να υπάρξουν σταδιακά και μεγαλύτερες αυξήσεις από το 1%, αλλά θα αφορούν μεγάλα ποσά, άνω των 5 εκατ. ευρώ. Να σημειωθεί ότι στη χώρα μας η άνοδος των επιτοκίων είχε συνδυαστεί με περιόδους «οικονομικής ανωμαλίας» όταν οι τράπεζες αντιμετώπιζαν την εκροή καταθέσεων στο εξωτερικό, και όπως εξηγούν τραπεζικές πηγές οι αυξήσεις που θα ανακοινωθούν θα είναι λελογισμένες και δεν θα παραπέμπουν στον πόλεμο επιτοκίων που είχε παρατηρηθεί, π.χ., το 2012. Θα στοχεύουν ωστόσο στην ενίσχυση της μεσοπρόθεσμης αποταμίευσης, πριμοδοτώντας κυρίως τις μεγάλες διάρκειες.
Τα υπόλοιπα των προθεσμιακών καταθέσεων που διατηρούν επιχειρήσεις και νοικοκυριά στις τράπεζες έχουν υποχωρήσει σήμερα στο ναδίρ, αφού η άφθονη και φθηνή ρευστότητα που διοχέτευσε η ΕΚΤ τα τελευταία χρόνια διατήρησε τα επιτόκια σε αρνητικό έδαφος, συμπαρασύροντας τις αποδόσεις στις προθεσμιακές καταθέσεις σε ιστορικά χαμηλά της τάξης του 0,10%. Ετσι, τα επιτόκια στις προθεσμιακές καταθέσεις είχαν εξομοιωθεί με αυτά των λογαριασμών ταμιευτηρίου, αφού οι καταθέτες δεν είχαν κανένα όφελος να κρατούν τα χρήματά τους σε κλειστούς λογαριασμούς. Γι’ αυτόν τον λόγο από τα 138,8 δισ. των καταθέσεων που έχουν τα νοικοκυριά στις τράπεζες, μόλις τα 23,9 δισ. είναι σε προθεσμιακούς λογαριασμούς, όταν, π.χ., το 2019 η αναλογία καταθέσεων ταμιευτηρίου και προθεσμιακών ήταν 1 προς 1. Ανάλογη είναι η εικόνα και στις καταθέσεις των επιχειρήσεων που ανέρχονται σε 46,7 δισ. και από τις οποίες τα 40,3 δισ. είναι καταθέσεις μίας ημέρας, δηλαδή σε λογαριασμούς όψεως.
Η πριμοδότηση των καταθέσεων έρχεται ως απάντηση όχι μόνο στην άνοδο του euribor που έχει ωθήσει προ τα πάνω το κόστος δανεισμού για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, χωρίς μέχρι σήμερα να έχει υπάρξει αντιστάθμισμα στις καταθέσεις. Αποτελεί αναγκαιότητα και για τη διατήρηση σε υψηλά επίπεδα της ρευστότητας που διαθέτουν οι τράπεζες προκειμένου να χρηματοδοτούν την οικονομία, μετά τη λήξη του προγράμματος TLTRO της ΕΚΤ και τις σταδιακές αποπληρωμές που ξεκινούν από τα τέλη του χρόνου και θα κορυφωθούν σταδιακά το 2023 έως και το 2024. Οι τράπεζες θα πρέπει να υποκαταστήσουν μέρος αυτής της ρευστότητας με άλλες πηγές και όχι από τον φθηνό μηχανισμό της ΕΚΤ, όπως, π.χ., η διατραπεζική, και γι’ αυτό στρέφονται εκ νέου στους καταθέτες τους που αποτελούν τη βασική πηγή άντλησης ρευστότητας.