ΚΡΗΤΗ
Οι Κρητικές Επαναστάσεις στο 19ον αιώνα. Από το 1821 ως την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα (1913)
Ολοκληρώθηκαν οι εργασίες του συνεδρίου.
SHARE:
Ολοκληρώθηκε με επιτυχία το Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο Οι Κρητικές Επαναστάσεις στο 19ον αιώνα. Από το 1821 ως την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα (1913), αφιερωμένο στην Επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, που οργάνωσε η Εταιρεία Κρητικών Σπουδών – Ίδρυμα Γεωργίου και Αρτεμισίας Καψωμένου, με τη συνεργασία του Δήμου Πλατανιά και της Περιφέρειας Κρήτης – Περιφερειακής Ενότητας Χανίων. Το Συνέδριο πραγματοποιήθηκε στην έδρα του Ιδρύματος, στον Πύργο Αλικιανού, 27 και 28 Οκτωβρίου 2021, κι έγινε εν μέρει με φυσική παρουσία συνέδρων και κοινού και εν μέρει μέσω διαδικτύου. Το Πρόγραμμα περιελάμβανε τρεις Τακτικές Συνεδρίες με 16 εισηγήσεις, πλαισιωμένες με απαγγελίες και αναγνώσεις κειμένων συναφούς περιεχομένου από τη λαϊκή ποιητική και αφηγηματική παράδοση (τραγούδια, ρίμες και προφορικές παραδόσεις) και από τη λόγια λογοτεχνία ( αφηγηματικά και ποιητικά κείμενα), τα οποία παρουσίασαν η Θεατρική Ομάδα της Εταιρείας Κρητικών Σπουδών και οι Παραμυθάδες των Χανίων. Την εκδήλωση λάμπρυνε με τη συμμετοχή του ο Ιστορικός, Λαογραφικός και Καλλιτεχνικός Σύλλογος «Κρητικές Μαδάρες», που άνοιξε και έκλεισε την Εναρκτήρια Πανηγυρική Συνεδρία με ριζίτικα τραγούδια και μαντινάδες.
Προκειμένου να υπάρξει μια κατά το δυνατόν πλήρης εικόνα των επαναστατικών δράσεων σε κάθε περιοχή, η Οργανωτική Επιτροπή μερίμνησε ώστε στο Συνέδριο να μετέχουν εισηγητές απ’ όλα τα διαμερίσματα της Κρήτης. Οι ανακοινώσεις των Συνέδρων εκάλυψαν την πολιτική προετοιμασία και οργάνωση των επαναστάσεων στη Δυτική, Κεντρική και Ανατολική Κρήτη (εισηγήσεις Στρατή Παπαμανουσάκη, Ελπινίκης Νικολουδάκη, Αντώνη Σανουδάκη, Νίκου Δερεδάκη), τη διεθνή διπλωματία (Στρατής Παπαμανουσάκης, Νίκος Παπαδογιαννάκης, Polyvia Parara), κορυφαίες στιγμές της Επανάστασης του ’21, όπως ο Σηκωμός και το Σύνταγμα της Επανάστασης, η Μάχη του Θερίσου, 1822 (Α. Σανουδάκης, Ν. Δερεδάκης, Θεατρικό αναλόγιο), η επαναστατική δράση στην περιοχή Λασιθίου και το Ολοκαύτωμα του σπηλαίου της Μιλάτου, 1823 (Μαρία Σεργάκη), η κατάληψη της Γραμπούσας 1825 (Κώστας Φουρναράκης), η επανάσταση του 1866-69 και οι κυριότεροι σταθμοί της (Δημ. Νικολακάκης), η απόφαση του Σηκωμού: διακήρυξη «Ένωση ή Θάνατος» και η ανταπόκριση των ομογενών (Θεατρικό αναλόγιο), το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου (Ε.Γ. Καψωμένος), οι επαναστάσεις του 1889 και του 1897 (Ελπινίκη Νικολουδάκη, Θεατρικό αναλόγιο), κατά τόπους αρχηγοί και προσωπικότητες του αγώνα (Ν. Παπαδογιαννάκης: Γεώργιος Σακκόραφος, Δημ. Νικολακάκης: Κωσταντίνος Κριάρης, Polyvia Parara: Ελισάβετ Κονταξάκη εξ Αλικιανού, Ελπινίκη Νικολουδάκη: Χατζη-Μιχάλης Γιάνναρης και Αντώνιος Γιάνναρης, Θεατρικό αναλόγιο: Παρθένιος Περίδης – Κριάρης, Μάντακας, Σκαλίδης, Σήφακας, Ζουρίδης, κ.ά.), ηρωικές πράξεις απλών αγωνιστών (Ε.Γ. Καψωμένος: Γιαμπουδής, Θεατρικό αναλόγιο: Καγιαλές), οι Κρητικές επαναστάσεις στα δημοτικά τραγούδια, τις ρίμες και τις λαϊκές παραδόσεις (Αντρέας Λενακάκης, Γεώρ. Μαυροτσουπάκης, Θεατρικό αναλόγιο), οι Κρητικές Επαναστάσεις και η παιδαγωγική αξιοποίησή τους (Ιωάννα Ραμουτσάκη: Διαθεματικό εργαστήρι Ιστορίας), το νόημα της Επανάστασης του 1821 (Γιώργος Φρυγανάκης) [πρβλ. το Αναλυτικό Πρόγραμμα του Συνεδρίου που ακολουθεί].
Η προοπτική του Συνεδρίου, σύμφωνα με την προγραμματική επιλογή της Οργανωτικής Επιτροπής, ήταν να ερευνήσει και να ερμηνεύσει όλες τις εκφάνσεις του επαναστατικού πνεύματος των Κρητικών στη διάρκεια του 19ου αιώνα (όχι μόνο τις πολεμικές εκδηλώσεις του), θέτοντας δύο ενδεικτικά ορόσημα, τη μεγάλη πανελλήνια Επανάσταση του 1821, ως εμβληματική αφετηρία, και την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα (1913), ως ιστορική δικαίωση του αγώνα. Αυτή ήταν μια συνειδητή επιλογή, που είχε στόχο να δώσει στο φαινόμενο τις σωστές του διαστάσεις, υπενθυμίζοντας πράγματα που δεν είναι πλέον αυτονόητα, ότι μια Επανάσταση είναι κατ’ εξοχήν πολιτισμικό φαινόμενο, έκφραση συγκεκριμένων αξιακών προτύπων, που εκκολάπτονται και ωριμάζουν πρώτα στο πνευματικό επίπεδο· και για να εκδηλωθούν σε πράξη, χρειάζεται να γίνουν κοινή συνείδηση μέσα από σκληρές δοκιμασίες και σε μακρές διάρκειες χρόνου· κι έτσι ν’ αποτελέσουν συλλογικό ιδεώδες που θα εκφραστεί σε πολεμική δράση. Και ως πολιτισμικό φαινόμενο ανιχνεύεται σε όλα τα επίπεδα, στην πνευματική και στην εθιμική ζωή, στις τοπικές παραδόσεις και μυθοπλασίες, στη λαϊκή και λόγια ποίηση και τέχνη, στους κοινοτικούς θεσμούς και στο άγραφο δίκαιο, τέλος, στους επαναστατικούς αγώνες (δεν είναι μια σειρά από πολεμικές συγκρούσεις και παρασκηνιακές ίντριγκες, όπως υπονοούν ορισμένες ερασιτεχνικές απόπειρες αναθεώρησης της ιστορίας, ανάξιες δημόσιου διαλόγου). Η κρητική επαναστατική παράδοση είναι η υποδειγματική περίπτωση που επαληθεύει αυτή την αρχή. Από το 1821 ως το 1913 ήταν σε κατάσταση διαρκούς εξέγερσης: 1821-24, 1825, 1827-30, 1833, 1841, 1858, 1866-69, 1878, 1889, 1897, 1905. Τί είδους πολεμική εμπειρία, ρασιοναλιστική ή ρεαλιστική στρατηγική και τακτική έσπρωχνε τους Κρητικούς να ξεκινούν κάθε δεκαετία και μια καινούρια επανάσταση, με μηδαμινά μέσα και περιστασιακή εξωτερική υποστήριξη; Τί ωθούσε κάθε γενιά να χύνει «αλόγιστα» το αίμα της, χωρίς προοπτική επιτυχίας; Για να το επαναλαμβάνουν αυτό επί εννέα δεκαετίες, με τεράστιο κόστος σε ζωές και υλικές αξίες (τα Εφτάνησα και τα νησιά του Νότιου Αιγαίου πλημμύριζαν κάθε τόσο από στρατιές κυνηγημένα γυναικόπαιδα), είναι προφανές ότι είχαν συνείδηση πως αυτό που πετύχαιναν ήταν ανώτερο από τις όποιες απώλειες: να επαναβεβαιώσουν, κι αυτοί με τη σειρά τους, τις αξίες του πατροπαράδοτου πολιτισμού κι έτσι να τις κληροδοτήσουν ζωντανές και ενεργές στην επόμενη γενιά: Ζωή χωρίς Λευτεριά είναι μια ζωή μισερή, ανάξια της αξιοπρέπειας του ανθρώπου, ένας ζωντανός θάνατος. Η θυσία μιας τέτοιας ζωής ισοδυναμούσε με τη διακήρυξη ότι ο μόνος δυνατός τρόπος ύπαρξης είναι η ζωή εν ελευθερία. Αλλά, για να επανέρχεται αυτό επαναληπτικά ως συλλογική στάση, προϋποθέτει κάθε ατομική συνείδηση να έχει ταυτιστεί μ’ αυτές τις αξίες· και με την αυτόβουλη θυσία της να εκφράζει αβίαστα τον εαυτό της, όχι κάποια άνωθεν εντολή. Αυτή είναι η περίφημη ελληνική αντίληψη του Προσώπου, μια κορυφαία πολιτισμική κατάκτηση του υπόδουλου ελληνισμού, που εξουδετερώνει την εκβιαστική ισχύ του όγκου και του αριθμού και κάνει πραγματικότητα το θαύμα!
Μ’ αυτό τον ερμηνευτικό κώδικα διαβάζουν και σημασιοδοτούν την ιστορία των κρητικών επαναστάσεων του 19ου αιώνα οι λαϊκοί ποιητές και ριμαδόροι της εποχής, διερμηνεύοντας τη συλλογική συνείδηση των κοινωνικών στρωμάτων που πρωταγωνίστησαν σ’ αυτούς τους αγώνες. Καμιά επαναστατική πράξη της υπό μελέτη περιόδου δεν έμεινε που να μην απομνημειωθεί και αξιολογηθεί από τους τοπικούς λαϊκούς ποιητές και ριμαδόρους (: Αντρέας Λενακάκης, «Οι κρητικές επαναστάσεις το 19ον αιώνα μέσα από το κρητικό δημοτικό τραγούδι», Γεώργιος Μαυροτσουπάκης, «Ποιητικοί απόηχοι από την Επανάσταση του 1821 στην Επαρχία Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης», Ε.Γ. Καψωμένος, «Το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου και η ερμηνεία του με τους κώδικες του δημοτικού τραγουδιού»). Στο πρόγραμμα του Συνεδρίου, οι ανακοινώσεις των συνέδρων πλαισιώνονται, μέσω του Θεατρικού αναλογίου, με τραγούδια, ρίμες και τοπικές προφορικές παραδόσεις, που αναφέρονται στα ίδια επαναστατικά γεγονότα και συνιστούν αξιόπιστα ιστορικά τεκμήρια, καθώς προέρχονται από λαϊκούς ποιητές της εποχής, που καταγράφουν ζωντανές ακόμα μνήμες των γεγονότων, οι οποίες, όπως φαίνεται από τις λεπτομέρειες που διασώζουν, προέρχονται από αυτόπτες ή και συμμετόχους στους αγώνες που περιγράφονται. Οι συλλογές από τις οποίες αντλήθηκαν αυτά τα τραγούδια και οι ρίμες είναι κατά το πλείστον του 19ου ή των αρχών του 20ού αιώνα (Fauriel 1824-25, Kind 1827 και 1861, Tommaseo 1842, Sanders 1844, M. de Marcellus 1851, Passow 1860, Legrand 1874, Γιάνναρης 1876, Βαρδίδης 1888, Φαφουτάκης 1889, Βλαστός 1893, Βουτετάκης 1904, Κριάρης 1909, Ν.Γ. Πολίτης 1914, κ.ά.), ώστε οι καταγραφές από τους συλλογείς και εκδότες δεν απέχουν πολύ από την πρώτη σύνθεση των τραγουδιών.
Μια δεύτερη κατηγορία κειμένων που παρουσιάστηκαν στο Θεατρικό αναλόγιο είναι προσωπικά δημιουργήματα λόγιων ποιητών και πεζογράφων, αφενός σύγχρονων, όπως ο Σολωμός (Σχεδίασμα Η Κρήτη, 1833, Ο Κρητικός, 1833-34) και ο Μαβίλης, ο ποιητής–αγωνιστής που έλαβε μέρος ως εθελοντής στην Επανάσταση του 1897 (Κρήτη, Excelsior), αφετέρου μεταγενέστερων (Κωστής Παλαμάς, Ι. Πολέμης, Νίκος Καζαντζάκης, Παντελής Πρεβελάκης, Αρτεμισία Χαριτάκη, Αλέξης Μινωτής, Κωστής Φραγκούλης, κ.π.ά.), τα έργα των οποίων μαρτυρούν την απήχηση που εξακολουθούσαν να έχουν τα γεγονότα στον επόμενο αιώνα ως πηγή έμπνευσης και παράγοντας συντήρησης της συλλογικής μνήμης.
Ο επίσημος εορτασμός της επετείου των 200 χρόνων από την Επανάσταση προσφέρει τo κατάλληλο πλαίσιο για να αντιμετωπίσομε, στο μέτρο που μας αναλογεί, ορισμένες στρεβλώσεις, που από έλλειψη αντιλόγου κινδυνεύει να υποκαταστήσουν την ιστορική αλήθεια. Ο λόγος είναι για την εσφαλμένη εντύπωση που φαίνεται να έχει επικρατήσει σε τμήμα της ελληνικής κοινής γνώμης, ότι οι Κρητικοί δεν έλαβαν μέρος στην Επανάσταση του 1821. Κι αυτό όχι επειδή δεν έχει γίνει σοβαρή και αξιόπιστη έρευνα – το αντίθετο ισχύει – αλλά εξ αιτίας ενός εκ των υστέρων ατυχούς συσχετισμού ανάμεσα στη «ρήτρα» που υιοθετήθηκε στο προκαταρκτικό στάδιο των διαπραγματεύσεων για το «Κρητικό ζήτημα», ότι στο υπό σύσταση ελληνικό κράτος δε θα μπορούσαν να μετέχουν περιοχές που δεν είχαν επαναστατήσει, και στο γεγονός ότι στα όρια του νέου ελληνικού κράτους που ιδρύθηκε με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 22.11.1830 – το οποίο, σημειωτέον, συνέταξαν οι εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων με γνώμονα δικές τους σκοπιμότητες – δεν είχε συμπεριληφθεί η Κρήτη. Έτσι επικράτησε η εντύπωση μεταξύ των αδαών ότι η Κρήτη, για να μην συμπεριληφθεί στο ελληνικό κράτος, ανήκε στις περιοχές που δεν είχαν επαναστατήσει. Εδώ το ζήτημα περιορίζεται στην έλλειψη ενημέρωσης. Αλλού όμως το πρόβλημα είναι σοβαρότερο και δεν δικαιούμαστε να το αποσιωπήσομε.
Υπάρχει ένα αξίωμα στη θεωρία του πολιτισμού: Πολιτισμικά στοιχεία και φαινόμενα που δεν ανήκουν στην κουλτούρα ενός συγκεκριμένου παρατηρητή είναι δυνατό να μην μπορούν να γίνουν αντιληπτά απ’ αυτόν ως πολιτισμικές εκφράσεις. Ένας εξωτερικός ερευνητής, λ.χ., στο μέτρο που είναι φορέας μιας κουλτούρας διαφορετικού τύπου απ' αυτήν που επιχειρεί να μελετήσει, είναι θεωρητικά πιθανό να μην είναι σε θέση να αναγνωρίσει ορισμένα συστατικά στοιχεία του υπό μελέτη συστήματος ως δομές πολιτισμού και να τα αντιμετωπίζει ακόμη και ως εκφράσεις βαρβαρότητας. Αυτό πρέπει να συμβαίνει, κατά την επιεικέστερη ερμηνεία, με την «εκσυγχρονιστική» λεγόμενη ιστοριογραφία, που αδυνατεί να συλλάβει και να κατανοήσει, με τον εμπειρικό ρασιοναλισμό της, ηθικά μεγέθη που υπερβαίνουν το κοινό ανθρώπινο μέτρο της σημερινής δυτικής κοινωνίας, σε μια φάση που χαρακτηρίζεται από κρίση ταυτότητας. Δεν είναι τυχαίο που οι εν λόγω «διορθωτικές» παρεμβάσεις επιχειρούν να εκλογικεύσουν και να «απομυθοποιήσουν» μεγάλες πράξεις ηρωισμού και αυτοθυσίας, που αποτέλεσαν διαχρονικά πρότυπα ηθικής συμπεριφοράς και πηγή έμπνευσης και συσπείρωσης των λαών. Μια κριτική απάντηση σε τέτοιες στρεβλώσεις – μιλούμε για φαινόμενα όχι για πρόσωπα – αποτελεί το Συνέδριό μας.
Κι αυτός είναι ένας λόγος που το Συνέδριο βιντεοσκοπήθηκε και θα αναρτηθεί στο Διαδίκτυο με ελεύθερη πρόσβαση για κάθε ενδιαφερόμενο.
Διαβάστε περισσότερες ειδήσεις από την Κρήτη και τα Χανιά