ΚΟΣΜΟΣ
Ένα-ένα τα αραβικά κράτη εγκαταλείπουν τους Παλαιστινίους
Η ανακοίνωση ότι και το Μπαχρέιν θα προχωρήσει σε «εξομάλυνση» των σχέσεών του με τα αραβικά κράτη διαμορφώνει ακόμη πιο δυσμενές τοπίο για τους Παλαιστινίους
SHARE:
Για χρόνια το Παλαιστινιακό ήταν ένα σημείο αναφοράς για ολόκληρο τον αραβικό κόσμο. Ακόμη και καθεστώτα διεφθαρμένα και αυταρχικά, πάντα υπογράμμιζαν ότι στηρίζουν το αίτημα των Παλαιστινίων να αποκτήσουν το δικό τους κράτους.
Δεν ήταν μόνο η πικρή ανάμνηση των δύο ηττών, του 1948 και του 1967 που μετρούσαν σε αυτό. Κυρίως ήταν ο τρόπος που το ίδιο το Παλαιστινιακό κίνημα, οι οργανώσεις οι προσωπικότητές του παρέπεμπαν σε μια πιο ριζοσπαστική και δημοκρατική εκδοχή του αραβικού εθνικισμού που τους έδινε ένα ευρύτερο κύρος. Συντελούσε και το ίδιο το γεγονός ότι η παλαιστινιακή εθνική ταυτότητα συγκροτήθηκε ακριβώς μέσα σε έναν αγώνα που αφορούσε και ένα αίτημα αυτοδιάθεσης και απελευθέρωσης και τη δυνατότητα ενός άλλου πολιτικού δρόμου συνολικά για τον αραβικό κόσμο.
Όμως, εδώ και χρόνια τα πράγματα έχουν αλλάξει. Σταδιακά τα αραβικά κράτη, προσπαθούν να εξομαλύνουν τις σχέσεις τους με το Ισραήλ. Δεν μιλάμε απλώς για την προσπάθεια αποφυγής εντάσεων και μι α συμβολή σε μια δυνητική ειρηνευτική διαδικασία, κατά τα πρότυπα του διαλόγου Αιγύπτου και Ισραήλ ήδη από το 1979. Ούτε απλώς για την αποτύπωση κάποιων σχετικά καλύτερων ή λιγότερο εχθρικών σχέσεων, όπως σταδιακά έγινε μετά τη συμφωνία του Όσλο. Αντίθετα, μιλάμε για την προοπτική μιας συνεργασίας που αλλάζει ουσιαστικά τις διαχωριστικές γραμμές στην περιοχή και πλέον δεν θεωρεί το Παλαιστινιακό ένα ζήτημα που μπορεί να έχει προτεραιότητα απέναντι σε άλλες γεωπολιτικές και οικονομικές προτεραιότητες.
«Εξομάλυνση» την ώρα που το Ισραήλ επιμένει σε επιθετικές κινήσεις στο Παλαιστινιακό
Το εντυπωσιακό είναι ότι όλα αυτά δεν συνδυάζονται με κάποιου τύπου υποχωρήσεις από τη μεριά του Ισραήλ που θα μπορούσαν να δώσουν την προοπτική μιας βελτίωσης της κατάστασης για τους ίδιους τους Παλαιστινίους. Αντίθετα, το τελευταίο διάστημα το Ισραήλ των κυβερνήσεων Νετανιάχου έχει υιοθετήσει μια πιο επιθετική στάση, που αποτυπώνεται και στην ένταση του κατακερματισμού των εκτάσεων που υποτίθεται ότι ανήκουν στη δικαιοδοσία της Παλαιστινιακής Αρχής και στην ένταση του αποκλεισμού στη Γάζα και βεβαίως πρόσφατα στις ανακοινώσεις για την προοπτική προσάρτησης ενός σημαντικού τμήματος της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης, στο πλαίσιο του τρόπου με τον οποίο αντιμετώπισε και το λεγόμενο «Σχέδιο Τραμπ».
Το γεγονός ότι η προσάρτηση, που είχε ανακοινωθεί για το καλοκαίρι δεν προωθήθηκε τελικά, πιθανότητα γιατί το Ισραήλ θεωρεί πιο σημαντικές τις συμφωνίες «εξομάλυνσης» με αραβικά κράτη, δεν αναιρεί τον πυρήνα της κατεύθυνσης, που είναι πρακτικά η άρνηση οποιασδήποτε λύσης «δύο κρατών» και η παράταση στο διηνεκές μιας συνθήκης όπου οι Παλαιστίνιοι θα είναι «λαός χωρίς πατριδα».
Το Ιράν ως ο κοινός εχθρός
Κομβική πλευρά αυτής της αλλαγής πολιτικής ο τρόπος που από διάφορες πλευρές μεθοδεύεται ένας νέος ορισμός των διαχωριστικών γραμμών στην Αραβική Χερσόνησο, όπου το κομβικό θέμα θα είναι η αντιπαράθεση με το Ιράν.
Εδώ έχουμε και μια σύμπτωση ανάμεσα σε δύο συγκρούσεις. Από τη μια για το Ισραήλ, το Ιράν είναι η μεγαλύτερη απειλή στην ευρύτερη περιοχή. Και αυτό γιατί η Ισλαμική Δημοκρατία εξακολουθεί να έχει ρητά εχθρική τοποθέτηση κατά του Ισραήλ, ενώ επιπλέον έχει οικοδομήσει συστηματικά εδώ και χρόνια τον «άξονα της αντίστασης», όπως φαίνεται από την υποστήριξη που προσφέρει στη Χεζμπολάχ στο Λίβανο (αλλά και στις δυνάμεις της οργάνωσης στη Συρία), στους αντάρτες στην Υεμένη και φυσικά στην κυβέρνηση Άσαντ στη Συρία, δηλαδή διαμορφώνει ένα συσχετισμό που για το Ισραήλ συνιστά δυσμενή συνθήκη.
Από την άλλη, το σιιτικό Ιράν εδώ και χρόνια διεκδικεί να είναι πολιτικό σημείο αναφοράς στον ευρύτερο ισλαμικό κόσμο, με βάση και την έμπρακτη εκδοχή «πολιτικού Ισλάμ» που προσφέρει η δική του πρόσφατη πολιτική ιστορία, κάτι που το φέρνει σε άμεση σύγκρουση με τη Σαουδική Αραβία και τη δική της εκδοχή σουνιτικού συντηρητικού Ισλάμ, ενώ ο εμφύλιος στην Υεμένη φέρνει τις δύο χώρες σε μια σχεδόν άμεση αντιπαράθεση, όπως φάνηκε στην πιθανότατη ιρανική τεχνική υποστήριξε στις επιθέσεις εναντίον σαουδαραβικών εγκαταστάσεων πετρελαίου.
Σε αυτή την προσπάθεια να αξιοποιηθεί η κοινή αντιπαλότητα με το Ιράν ως ένα στοιχείο που μπορεί να φέρει πιο κοντά το Ισραήλ και συντηρητικά αραβικά καθεστώτα του Κόλπου, σημαντικό ρόλο έχει παίξει και η αμερικανική εξωτερική πολιτική που όπως έδειξε και η μονομερής έξοδος από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν έχει επενδύσει ιδιαίτερα στη στοχοποίηση της Τεχεράνης ως του βασικού πολιτικού αντίπαλου των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή.
Η σημασία των συμφωνιών «εξομάλυνσης»
Σε αυτό το φόντο είναι που μπορούμε να κατανοήσουμε την ευρύτερη σημασία που είχε η συμφωνία των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων με το Ισραήλ και οι έντονες αντιδράσεις που προκάλεσε, πρώτα και κύρια μεταξύ των Παλαιστινίων που τη θεώρησαν μια κίνηση που υπονομεύει τις ελπίδες τους για μια δίκαιη λύση.
Αντίστοιχα, αυτό δείχνει και τη σημασία που είχε η πρόσφατη ανακοίνωση ότι και το Μπαχρέιν προχωρά σε μια εξομάλυνση των σχέσεών του με το Ισραήλ. Άλλωστε, ήταν σαφές ότι αφού τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα «έσπασαν το ταμπού» και προχώρησαν σε συμφωνία με το Ισραήλ, θα ακολουθούσε και το μικρό νησιωτικό αραβικό κράτος και το οποίο είναι ταυτόχρονα και η έδρα του τοπικού αρχηγείου του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού.
Στην απόφαση αυτή είναι προφανής και η επιρροή της Σαουδικής Αραβίας. Παρότι το Ριάντ έχει αποφύγει σε αυτή τη φάση να προχωρήσει σε μια ανάλογη συμφωνία με το Ισραήλ, κάτι που έχει να κάνει και με τον συνολικότερο ηγετικό ρόλο που διεκδικεί, εντούτοις είναι σαφές ότι είναι υποστηρίζει αυτές τις κινήσεις κρατών που βρίσκονται υπό την ευρύτερη επιρροή της. Αυτό το συμβολισμό είχε και η ανακοίνωση ότι θα επιτρέπει να περνούν από τον εναέριο χώρο της οι πτήσεις ανάμεσα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ισραήλ.
Την ίδια στιγμή το Μπαχρέιν όπως και τα ΗΑΕ αλλά και η Σαουδική Αραβία εκτιμούν ότι με αυτό τον τρόπο εδραιώνουν τη θέση τους και εξασφαλίζουν και την αναγκαία αμερικανική υποστήριξη και με αυτό τον τρόπο μπορούν να αντιμετωπίσουν καλύτερα και τις όποιες αμφισβητήσεις μπορεί να δέχονται για τον ιδιαίτερα αυταρχικό τρόπο συγκρότησής τους.
Ταυτόχρονα, αυτή η αίσθηση καλύτερου γεωπολιτικού συσχετισμού τους επιτρέπει να αναμετρηθούν και με την άλλη πρόκληση που είναι μπροστά τους που είναι οι μεγάλες ανακατατάξεις που μεσοπρόθεσμα θα φέρει η σταδιακά απεξάρτηση της παγκόσμιας οικονομίας από τα ορυκτά καύσιμα.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έδειξαν τη στήριξή τους σε αυτές τις συμφωνίες «εξομάλυνσης» με τον πιο σαφή τρόπο, οργανώνοντας την υπογραφή τους στον Λευκό Οίκο και με την παρουσία του Προέδρου Τραμπ που τις παρουσίασε ως βασικό βήμα για την ειρήνη, ενώ υπογράμμισε παράλληλα και το μέγεθος της ιρανικής απειλής.
Βέβαια, κανείς θα μπορούσε εδώ να παρατηρήσει την κρίσιμη πολιτική αλλά και συμβολική μετατόπιση. Ενώ μέχρι τώρα η έννοια της ειρήνης στη Μέση Ανατολή περιλάμβανε, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την επίλυση του Παλαιστινιακού, τώρα περιορίζεται στην απλή αποκατάσταση σχέσεων ανάμεσα στο Ισραήλ και τα άλλα αραβικά κράτη.
Η διαφορετική στάση του Κατάρ
Σε αυτό το φόντο το Κατάρ βρήκε την ευκαιρία να διαφοροποιηθεί κάνοντας σαφές ότι αυτή τη στιγμή δεν σκοπεύει να προχωρήσει σε κάποιου είδους εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ. Ας μην ξεχνάμε ότι το Κατάρ βρίσκεται σε μια έντονη αντιπαράθεση με τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν, κάτι που είχε φανεί από την εποχή της Αραβικής Άνοιξης όταν το Κατάρ, που εξακολουθεί να διατηρεί πολύ καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ, είχε στηρίξει τη γραμμή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας όπως και η Τουρκία. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι ενώ το Κατάρ με την Τουρκία στηρίζουν την κυβέρνηση της Τρίπολης στην εμφύλια σύγκρουση στη Λιβύη, τα ΗΑΕ με την Σαουδική Αραβία και την Αίγυπτο στηρίζουν το κοινοβούλιο στο Τομπρούκ και τις δυνάμεις του στρατάρχη Χαφτάρ.
Το νέο τοπίο
Το ερώτημα σε αυτό το φόντο είναι εάν η τακτική στροφή των συντηρητικών (και ιδιαίτερα αυταρχικών) μοναρχιών του Κόλπου προς την εξομάλυνση με το Ισραήλ και την ουσιαστική εγκατάλειψη των Παλαιστινίων θα περάσει και στην αραβική κοινή γνώμη. Προς το παρόν πάντως όλα δείχνουν ότι ένα σημαντικό μέρος αυτής εξακολουθεί να έχει αισθήματα αλληλεγγύης απέναντι στους Παλαιστινίους, παρά την κατά καιρούς εικόνα διαίρεσης της Παλαιστινιακής ηγεσίας.
Την ίδια στιγμή είναι αυτή η στροφή των άλλων αραβικών κρατών που μπορεί να εξηγήσει γιατί η Τουρκία έχει επενδύσει τόσο στις φραστικές δηλώσεις υποστήριξης προς τους Παλαιστινίους (παρότι η ιστορία της σύγχρονης Παλαιστίνης περιλαμβάνει και την αντίθεση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ως αφετηρία), διεκδικώντας να εκμεταλλευτεί πολιτικά την «προδοσία» των μοναρχιών του Κόλπου. Και βέβαια παρά την προσπάθεια να διαμορφωθεί ένας αρνητικός σε βάρος του συσχετισμός, το Ιράν αποκτά περισσότερα επιχειρήματα στην προσπάθειά του να δείξει ότι εκπροσωπεί τον πόλο της αντίστασης απέναντι στις ΗΠΑ και το Ισραήλ.