ΕΙΔΑ-ΑΚΟΥΣΑ
Κούφια λόγια για υποδομές και ενέργεια
Γοητεύονται από τους Πράσινους, αλλά αντιδρούν στα έργα
SHARE:
Φαίνεται πως τα κακά μαντάτα των δημοσκοπήσεων στην Κρήτη τους κινητοποιούν. Όπως αποκαλύπτεται, οι ηγεσίες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ προβληματίζονται εντόνως για την υποχώρησή τους. Και τούτο διότι, ιδιαίτερα το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είχε αναμφισβήτητη κυριαρχία στο άλλοτε πράσινο νησί. Το σίγουρο πάντως είναι πως στα επιτελεία τους επικρατεί ανησυχία.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως ο Αλέξης Τσίπρας προγραμματίζει την κάθοδό του εντός του Ιουνίου. Το ενδιαφέρον του εστιάζεται στην Ανατολική Κρήτη. Θα επιχειρήσει να εκμεταλλευθεί τα ερωτηματικά που υπάρχουν ως προς την επέκταση του ΒΟΑΚ στη Σητεία.
Αν και η πρώτη αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ στις πρωθυπουργικές εξαγγελίες απέπνεε αμηχανία και επικεντρώθηκε στα διόδια, στην πορεία ανέβασε τους αντιπολιτευτικούς τόνους. Στη μεταστροφή του έπαιξαν ρόλο και οι αμφισβητήσεις των σητειακών φορέων, οι οποίοι μιλούν για εγκατάλειψη της περιοχής τους. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και το ΚΙΝΑΛ. Η κριτική που ασκούν στην κυβέρνηση δεν περιορίζεται στον ΒΟΑΚ.
Ξεχωριστή αναφορά κάνουν στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, χρησιμοποιώντας κοινή γλώσσα, ότι δηλαδή οι κερδισμένοι θα είναι τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα. Είτε αναφέρονται στις υποδομές είτε σε ενεργειακά έργα. Υποστηρίζουν δε ότι τη μερίδα του λέοντος θα έχουν οι άνθρωποι του Μητσοτάκη, όπως δήλωσε, επισκεπτόμενη την Κρήτη πριν από λίγες μέρες η Κατερίνα Νοτοπούλου. Ταυτόσημα είναι τα επιχειρήματα των δύο κομμάτων και ως προς τον πληττόμενο λόγω της πανδημίας τουριστικό τομέα.
Δεν αντιλαμβάνονται πως η εφ’ όλης της ύλης κριτική, όταν είναι ισοπεδωτική και καταγγελτική, στερείται αξιοπιστίας. Μάλιστα, με αφορμή την Ημέρα του Περιβάλλοντος, Τσίπρας και Γεννηματά προσπάθησαν να εμφανιστούν ως αυθεντικοί υπερασπιστές των πράσινων πολιτικών. Εκτόξευσαν γενικόλογες κατηγορίες, χωρίς να τις θεμελιώνουν. Απέφυγαν να πάρουν καθαρή θέση για τις προτεραιότητες του Ταμείου Ανάκαμψης. Η δε ψηφιακή και ενεργειακή αναβάθμιση είναι για εκείνους ψιλά γράμματα. Το μόνο που επικαλούνται είναι ο Ενεργειακές Κοινότητες φορέων και ευρείας κοινωνικής βάσης, όπως χαρακτηριστικά δηλώνει η κυρία Γεννηματά.
Κι όλα τούτα την ώρα που ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ καταψήφισαν το πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης, επειδή όπως ισχυρίστηκαν δεν προωθεί την ενεργειακή δημοκρατία. Ταυτόχρονα εγκαλούσαν την κυβέρνηση για εγκατάλειψη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των επαγγελματιών και των αδυνάμων. Αγνοούν πως ενοχοποιώντας την επιχειρηματικότητα, εκείνο που καταφέρνουν είναι να συντηρούν την υστέρηση της χώρας.
Η απουσία συγκεκριμένων προτάσεων για την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων του τόπου μας είναι πασιφανής. Εξακολουθούν να σκέφτονται την ανάπτυξη με εργαλεία του παρελθόντος. Νομίζουν ότι διατάσσεται και επιτυγχάνεται με κρατικούς φορείς.
Δεν παρακολουθούν στοιχειωδώς τις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Αν το έπρατταν θα καταλάβαιναν ότι οι προηγμένες κοινωνίες της Ευρώπης υιοθέτησαν προ πολλού τη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Κάτι που έπραξε κι η Ελλάδα τις προηγούμενες δεκαετίες, αποκτώντας νέες υποδομές, αλλά και ισχυρή και ανταγωνιστική οικονομία.
Αντί, λοιπόν, να πυροβολούν την κυβέρνηση για το μοντέλο που επέλεξε στον ΒΟΑΚ χρήσιμο θα ήταν να κατανοήσουν ότι στη νέα εποχή δεν θα πάμε με ξεπερασμένα και ακατάλληλα όπλα. Και πολύ περισσότερο με συνταγές κρατισμού.
Επειδή την τελευταία περίοδο ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ επιχειρούν το «πρασίνισμά» τους, οφείλουν να αντιληφθούν ότι αυτό δεν είναι συμβατό με την αποστροφή που δείχνουν στην αξιοποίηση της ηλιακής και αιολικής ενέργειας, στην αντλησιοταμίευση και στην αποθήκευση ενέργειας.
Μιας και ξαφνικά γοητεύτηκαν από τους Πρασίνους της Γερμανίας καλό θα ήταν να εντρυφήσουν στις πολιτικές που αυτοί υποστηρίζουν και έκαναν πράξη εδώ και δεκαετίες στη χώρα τους, είτε σε κεντρικό είτε σε επίπεδο κρατιδίων.
Οι κακές δημοσκοπήσεις δεν αντιμετωπίζονται με ξόρκια. Και πολύ περισσότερο δεν εξωραΐζονται με υπερφίαλες θεωρίες πως η κυριαρχία του αντιπάλου οφείλεται στον έλεγχο των μιντιακών συστημάτων.
Με τέτοια μυαλά κινδυνεύουν να μείνουν θεατές των εξελίξεων.