ΑΠΟΨΕΙΣ
Τα πάνινα παπούτσια: όταν το σύστημα έχει …αλλεργία στη φτώχεια
Την άκουσα την ιστορία από τα χείλη ενός γέροντα πια ανθρώπου, όμως στα μάτια του διέκρινα ολοζώντανα εκείνο το αγοράκι...
της Ευαγγελίας Καρεκλάκη
Μόνο χαρούμενη δεν τη λες την ιστορία που θα σας αφηγηθώ. Και τότε, θα μου πείτε, γιατί τη διάλεξα χρονιάρες ημέρες. Την άκουσα και πάλι από τα χείλη εκείνου που την έζησε πριν από 72 χρόνια στο μεταπολεμικό Ηράκλειο και ένιωσα την ανάγκη να τη μοιραστώ μαζί σας με μία μόνο ευχή: να υπερασπιζόμαστε όλα τα παιδιά του κόσμου από προσβολές, αδικίες και διακρίσεις, να τα προστατεύουμε από καταστάσεις που πληγώνουν και χαντακώνουν τα όνειρα τους.
Ήταν το 1952 όταν ελήφθη απόφαση μετακίνησης 17-18 μαθητών από το δημοτικό σχολείο της Χρυσοπηγής στο σχολείο του Αγίου Τίτου, στο σχολείο του αστικού Ηράκλειου. Ανάμεσα στους μαθητές που έπρεπε να μετακινηθούν ήταν και τρία αδέρφια, το μεγαλύτερο μαθητής της έκτης τάξης. Ήταν παιδιά μιας 8μελούς, πολύ φτωχής, οικογένειας. Η μητέρα ασχολούνταν με το μεγάλωμα των έξι παιδιών και τις δουλειές του σπιτιού και ο πατέρας με τα ζώα.
Εκείνο το πρωί τα τρία αδερφάκια μαζί με τ’ άλλα παιδιά περπάτησαν μέχρι το νέο τους σχολείο. Μόλις πέρασαν την πόρτα της αυλής, τους πλησίασε ένας κουστουμαρισμένος κύριος. «Ποιοι είστε εσείς;» ρώτησε τα παιδιά με αυστηρό ύφος. «Από το σχολείο της Χρυσοπηγής, κύριε», απάντησαν. «Ναι, ξέρω» αποκρίθηκε. Τα σκάναρε από τις πατούσες μέχρι το κεφάλι. Τα ρούχα τους ήταν καθαρά αλλά φτωχικά. Πάνινα παπούτσια, πάνινες σάκες.
«Τους βλέπετε αυτούς;» είπε, δείχνοντας μία παρέα μαθητών του σχολείου που περνούσε μπροστά τους. Όλα φορούσαν μαθητική στολή, ωραία παπούτσια και κρατούσαν δερμάτινες τσάντες. «Έτσι, θα έρθετε αύριο σχολείο» τους παρήγγειλε.
Το μεγαλύτερο από τα αδέρφια πήρε το θάρρος να μιλήσει. «Μα κύριε, εμείς είμαστε τρία αδέρφια και στο σπίτι είναι άλλα τρία. Με το ζόρι τα φέρνει βόλτα ο πατέρας μου…».
Εκείνος, όμως, ήταν ανένδοτος. «Όπως είπα», γύρισε την πλάτη και απομακρύνθηκε.
Τα παιδιά αποχώρησαν με μαύρη ψυχή. Ήξεραν πώς ήταν αδύνατον να βρει ο πατέρας τους χρήματα για όλους. Το επόμενο πρωί ο μεγάλος αδερφός πήγε και βρήκε τον διευθυντή του παλιού σχολείου, να του ζητήσει βοήθεια καθώς ήθελε να τελειώσει το δημοτικό. Μάταια. «Δεν είναι πλέον δική μου αρμοδιότητα» του είπε. Τα τρία αδερφάκια και τέσσερα-πέντε ακόμα παιδιά από τους 17-18 μαθητές, παράτησαν τελικά το σχολείο λόγω …φτώχειας. Ουδείς τα αναζήτησε, ουδείς βρέθηκε να τα βοηθήσει. Κατά τ’ άλλα «δάσκαλοι παλιάς κοπής», σου λέει. Έτσι ήταν το σύστημα. Είχε αλλεργία στα …πάνινα παπούτσια και στα μπαλώματα. Ήταν και θέμα αισθητικής…
Την άκουσα την ιστορία από τα χείλη ενός γέροντα πια ανθρώπου, όμως στα μάτια του διέκρινα ολοζώντανα το αγοράκι με τα πάνινα παπούτσια που στην πραγματικότητα το ξαπόστειλαν από το σχολείο επειδή ήταν φτωχό. Το ίδιο παράπονο είχαν στο βλέμμα.