ΑΠΟΨΕΙΣ
Οι Κεντρικοί Τραπεζίτες και οι ευρωεκλογές
Ασφαλώς οι Κεντρικοί Τραπεζίτες έχουν θεσμική ανεξαρτησία. Και αυτή η θεσμική ανεξαρτησία σαφώς πρέπει να προστατεύεται. Επουδενί όμως σημαίνει ότι ο Κεντρικός Τραπεζίτης δεν πρέπει να ελέγχεται για τις πολιτικές του
του Πέτρου Μηλιαράκη*
Οι πρόσφατες δηλώσεις του Έλληνα Κεντρικού Τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα, που «θεωρητικώς» αντιτίθεται στις πρόσφατες υπέρ του κοινωνικού συνόλου αποφάσεις της Κυβέρνησης, θέτουν για μια ακόμη φορά το ζήτημα: «τι εστί Κεντρικός Τραπεζίτης».
Ασφαλώς οι Κεντρικοί Τραπεζίτες έχουν θεσμική ανεξαρτησία. Και αυτή η θεσμική ανεξαρτησία σαφώς πρέπει να προστατεύεται. Επουδενί όμως σημαίνει ότι ο Κεντρικός Τραπεζίτης δεν πρέπει να ελέγχεται για τις πολιτικές του, υπό την έννοια ότι δεν πρέπει να τίθεται σε δημόσια κριτική και βάσανο.
Με την ευκαιρία αυτή και ενόψει ευρωεκλογών, όπου οι Λαοί τελικώς πρέπει να τοποθετούνται και κυριαρχικώς να αποφασίζουν στα ειδικότερα και γενικότερα ζητήματα ελέγχου των κεντρικών πολιτικών, επιβάλλεται ιδιαίτερη αναφορά στο ρόλο του Κεντρικού Τραπεζίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ας μη λησμονούμε δε «τι» κατά καιρούς έχει λάβει χώρα ως προς την Ελλάδα. Ας εστιάσουμε στα παρακάτω:
- το «άτυπο Grexit» και οι προϋποθέσεις ευθύνης της ΕΚΤ
1) Με το κείμενό μου αυτό υποστηρίζω ότι στο νομικό πρόσωπο της ΕΚΤ συντρέχουν συγκεκριμένες ευθύνες σε βάρος της ελληνικής οικονομίας και των Ελλήνων πολιτών και ως εκ τούτου η ΕΚΤ πρέπει να απολογηθεί γι’ αυτές. Όχι μόνο γιατί αποφασίζει κατά κανόνα και κατά το δοκούν να δημιουργεί ένα «άτυπο Grexit» αρνούμενη την παροχή ρευστότητας στην ελληνική οικονομία, αλλά και γιατί επέτρεψε μέσω της αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημοσίου χρέους να πλήξει στον πυρήνα τους περιουσιακά δικαιώματα του ελληνικού δημόσιου τομέα.
2) Προκειμένου να υπάρξει ευθύνη στο νομικό πρόσωπο της ΕΚΤ θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικώς οι εξής προϋποθέσεις: α) ο παράνομος χαρακτήρας της προσαπτώμενης συμπεριφοράς, β) το υποστατό της ζημίας και γ) η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου που να αφορά στην προσαπτώμενη συμπεριφορά και στην προβαλλόμενη και επικαλούμενη ζημία. Αυτές οι προϋποθέσεις σωρευτικώς συντρέχουν στο νομικό πρόσωπο της ΕΚΤ κατά το μέρος που η αναδιάρθρωση του ελληνικού δημοσίου χρέους προσέβαλε ευθέως το δημόσιο τομέα και έθιξε στον πυρήνα τους περιουσιακά του δικαιώματα και στοιχεία. Στο παρόν δε κείμενο εστιάζω επιλεκτικώς στα παρακάτω, καθόσον δεν είναι δυνατόν στο συγκεκριμένο περίγραμμα να αναπτυχθούν οι συνολικές ευθύνες της ΕΚΤ. Ωστόσο, είναι αρκετές για να αποδείξουν την εξωσυμβατική της ευθύνη. Με βάση τα προαναφερόμενα υπ’ όψιν τα εξής:
- ενδεικτικώς μέρος των ευθυνών της ΕΚΤ
1) Εξ αρχής διευκρινίζεται πως πρωταρχική ευθύνη της ΕΚΤ αφορά ότι επέτρεψε να απομειωθούν περιουσιακά στοιχεία Δημοσίων Νοσοκομείων, Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων και Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης. Ωςεκτούτουδενέλαβεχώραμόνο Private Sector Involvement (PSI), αλλάκαι Official Sector Involvement (OSI). Έτσι κατά παράβαση τόσο της Αρχής της Δικαιολογημένης Εμπιστοσύνης, όσο και των συμπεφωνημένων, η ΕΚΤ ανέχθηκε τη δημιουργία OSI ακόμη και επί δημοσιονομικών θεσμών. Ειδικότερα δε, σύμφωνα και με τον τότε Κεντρικό Τραπεζίτη, ο δημόσιος τομέας επλήγει επί δημοσιονομικών θεσμών, εφόσον έλαβε χώρα απομείωση περιουσιακών στοιχείων στο χώρο των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (βλ. Γεώργιος Αθ. Προβόπουλος, Ελληνικοί Δημοσιονομικοί Θεσμοί, Εκδόσεις Αντ.Ν.Σάκουλας 1983, σελ. 227 και επ.). Συνεπώς:
2) Βάσιμη είναι η αιτίαση για τις ευθύνες της ΕΚΤ ως προς το OSI καθόσον επετράπη δια του Κεντρικού Τραπεζίτη της Ελλάδος, ο οποίος είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), να διενεργηθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος που είχε τη διαχείριση, η περιτομή («haircut»-κούρεμα) ομολόγων – περιουσιακών στοιχείων ιδιαιτέρως των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης και ως εκ τούτου η απώλεια περιουσιακών στοιχείων δημοσιονομικών θεσμών. Η ευθύνη δε αυτή δεν αναιρείται από το ότι εσωτερικοί κανόνες δικαίου είχαν αναθέσει τη διαχείριση των επενδύσεων των ομολόγων στην Τράπεζα της Ελλάδος (βλ. ενδεικτικώς Ν.2216/1994, Ν.2469/1997, Ν.3863/2010). Και τούτο γιατί ως προεκτέθηκε η Τράπεζα της Ελλάδος ανήκει ευθέως στο ΕΣΚΤ, το οποίο συνδέεται αιτιωδώς με τις πολιτικές της ΕΚΤ.
3.α) Από το OSI όμως εξαιρέθηκε η ΕΚΤ και με παρέμβασή της εξαιρέθηκαν και οι Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες. Η εξαίρεση όμως αυτή της ΕΚΤ και των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών, βάση της έχει τη «μυστική» συμφωνία της 15ης Φεβρουαρίου 2012 με την Ελληνική Κυβέρνηση. Ως εκ τούτου η ΕΚΤ εκμεταλλευόμενη την κυριαρχική θέση της επί του Ευρωσυστήματος επεδίωξε και πέτυχε τη σύναψη μυστικής συμφωνίας και εμπεριέχουσα δυσμενείς διακρίσεις, σε καθεστώς σύγκρουσης συμφερόντων, με σκοπό την αποφυγή της αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημοσίου χρέους κατά το μέρος που η αναδιάρθρωση αυτή έπληττε τα περιουσιακά της στοιχεία καθώς και τα περιουσιακά στοιχεία των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών.
3.β) Η ΕΚΤ επίσης δέχθηκε την ενεργοποίηση των λεγόμενων ρητρών συλλογικής δράσης (CollectiveActionClauses -CACs), οι οποίες κυριολεκτικώς, λόγω του ύψους του «haircut» στο ποσοστό του 53,5%, αφορούσαν πλήγμα στον πυρήνα των περιουσιακών δικαιωμάτων όλων των προσβαλλόμενων και ειδικότερα όλων όσων ανήκαν στο δημόσιο τομέα, ενώ κατ’ ουσίαν αναίρεσαν τα συμπεφωνημένα και την Αρχή της Δικαιολογημένης Εμπιστοσύνης.
- σημαντικές οι δια παραλείψεως ευθύνες της ΕΚΤ
1. Την ΕΚΤ όμως βαραίνουν, και θα πρέπει να απολογηθεί γι’ αυτά, και τα παρακάτω εξόχως σοβαρά. Υπ’ όψιν ότι στις 6 Μαΐου 2010 εκδόθηκε από την ΕΚΤ η υπ’ αριθμ. ΕΚΤ 2010/3 - 2010/268/ΕΕ πράξη που φέρει την υπογραφή του Jean-ClaudeTrichet. Η ΕΚΤ τότε τοποθετήθηκε ευθέως υπέρ των ελληνικών ομολόγων που εκδίδει και εγγυάται η Ελληνική Δημοκρατία. Μάλιστα, ευθέως με την πράξη της αυτή διακήρυξε δημοσίως ότι για την παραδοχή των ελληνικών ομολόγων δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν «αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας» (sic) οι όποιες κατά κανόνα αφορούν εκτιμητικές θέσεις των γνωστών Οίκων Standard & Poor’s, Fitchκαι Moody’s. Άλλωστε, η ΕΚΤ λειτουργεί αυτοβούλως και ως πλήρως ανεξάρτητο Όργανο, το οποίο πολιτεύεται χωρίς δεσμεύσεις (βλ. άρθρο 130 ΣΛΕΕ). Στο πλαίσιο δε της απόλυτης λειτουργικής ανεξαρτησίας της, έχει δεσμία υποχρέωση να προστατεύει το όλο σύστημα και συνεπώς η πράξη της 6ης Μαΐου 2010 δεν της επεβλήθη, ούτε και μπορούσε να της έχει επιβληθεί.
2. Υπ’ όψιν ότι η ΕΚΤ για το πρόγραμμα διάσωσης της ελληνικής οικονομίας ήταν πάντοτε μέλος της «Τρόικα». Τούτο δε είναι πασίδηλο γεγονός. Συνεπώς ουδεμία αμφιβολία καταλείπεται, ότι η ΕΚΤ και υπό την ιδιότητά της ως μέλους της «Τρόικα», ήδη από την 21η Ιουλίου 2011, οπότε δημοσίως ανέκυψαν τα ζητήματα για την αναδιάρθρωση του ελληνικού δημοσίου χρέους, δεν μετέβαλε πολιτική, αλλά εξακολουθούσε να διατηρεί σε ισχύ την προαναφερόμενη πράξη της 6ης Μαΐου 2010, παρά που επιδεινώνονταν τα δεδομένα της ελληνικής οικονομίας. Έτσι δημιούργησε δια παραλείψεως, την πεποίθηση ασφάλειας των ελληνικών ομολόγων και εμπέδωσε δικαιολογημένη εμπιστοσύνη σ’ αυτά.
3.α) Η ΕΚΤ εξακολουθούσε να εγγυάται τα ελληνικά ομόλογα, οπότε την 27η Φεβρουαρίου 2012, με ημερομηνία ισχύος την 28η Φεβρουαρίου 2012 εξέδωσε την υπ’ αριθμόν 2012/2 (2012/133/ΕΕ) πράξη της η οποία υπογράφεται από τον MarioDraghi. Έτσι η ΕΚΤ με υπαιτιότητα των προστηθέντων –διοικούντων αυτήν Οργάνων, ακόμη και με καθυστέρηση ημερών από τη δημοσίευση στο οικείο ΦΕΚ της 14ης Φεβρουαρίου 2012 του Ν.4046/2012 (ΦΕΚ 28/τΑ/14.2.2012), δεν παρενέβη για την προστασία των ομολογιούχων. Περαιτέρω:
3.β) Την 5η Μαρτίου 2012 εξέδωσε και νέα πράξη ήτοι την 2012/153/ΕΕ σχετικώς με την καταλληλότητα των εμπορεύσιμων χρεογράφων εκδόσεως ή πλήρους εγγυήσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας, στο πλαίσιο της προσφοράς για την ανταλλαγή χρέους (EKT/2012/3) (ΕΕ L 77, σ. 19), της οποίας η ισχύς άρχιζε με καθυστέρηση και πάλι στις 8 Μαρτίου 2012. Έτσι:
3.γ) Στις 9 Μαρτίου 2012 (ήτοι την επομένη ακριβώς) το Υπουργικό Συμβούλιο και ο αρμόδιος Υπουργός προχώρησαν στην οριστικοποίηση της διαδικασίας της προαναφερόμενης περιτομής περιουσιακών στοιχείων μέσω των ρητρών συλλογικής δράσης (Collective Action Clauses -CACs) και μάλιστα στο ακραίο επίπεδο περιτομής, ήτοι στο ποσοστό του 53,5%. Το ποσοστό αυτό προδήλως θίγει τον πυρήνα του περιουσιακού δικαιώματος.
- ως κατακλείδα
Με τούτα τα δεδομένα, το έννομο αγαθό του «περιουσιακού δικαιώματος», που κατά τα άλλα ο ελεύθερος κόσμος το έχει αναγάγει σε υπέρτατη αξία, καλό θα είναι να σέβονται οι Κεντρικοί Τραπεζίτες, με πρώτο τον Ευρωπαίο Κεντρικό Τραπεζίτη. Και τούτο γιατί βασική αξίωση του πρωτογενούς Ευρωπαϊκού Ενωσιακού Δικαίου, και αναφέρομαι στη Συνθήκη της Λισαβόνας, δεν είναι μόνο η ελεύθερη αγορά και η περιοριστική νομισματική πολιτική καθώς και η δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά ασφαλώς βασική αξία του ευρωπαϊκού νομικού και πολιτικού πολιτισμού είναι τόσο η κοινωνική συνοχή όσο και η ευημερία των Λαών.
Ενόψει των ευρωεκλογών της 26ης Μαΐου 2019, ειδικότερα ο Ελληνικός Λαός ενώπιον της κάλπης θα πρέπει να έχει λάβει υπ’ όψιν τα προαναφερόμενα. Καλή ψήφο!
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU).