ΑΠΟΨΕΙΣ
Ο δικός μας Άγιος Βασίλης
Ο δικός μας Άγιος Βασίλειος, που εορτάζει την 1 Ιανουαρίου, είναι ιστορικό πρόσωπο, όχι διαφημιστική φιγούρα
Στις μέρες της Πρωτοχρονιάς και γενικότερα του Δωδεκαημέρου (όπως λέμε την περίοδο των εορτών από 25 Δεκεμβρίου έως 5 Ιανουαρίου) το κυρίαρχο πρόσωπο, κυρίως για τα παιδιά, είναι αυτό του Αϊ-Βασίλη. Πρόκειται για μια φιγούρα, «μια μορφή με κόκκινη στολή, λευκή γενειάδα, τα γυαλιά του, πάντα χαμογελαστός με το σάκο με τα δώρα, πάνω σε έλκηθρο που το σέρνουν ζωηρά ελάφια ή τάρανδοι αποτελεί σήμερα σε παγκόσμια κλίμακα τον πλέον αγαπημένο ήρωα των παιδιών τις ημέρες των εορτών, ακόμη και σε χώρες μη χριστιανικές.» (Wikipedia). Όπως διαβάζουμε στο λήμμα της Wikipedia, η συγκεκριμένη μορφή του Αϊ- Βασίλη προήλθε από μια διαφήμιση, είναι δηλαδή δημιούργημα ενός σχεδιαστή που έφτιαξε αυτό το πρόσωπο, προκειμένου να προωθήσει τα προϊόντα της αμερικάνικης εταιρείας White Rock Beverages, που πουλούσε μεταλλικό νερό. Έκτοτε, η μορφή αυτή κυριάρχησε σ’ όλο τον κόσμο κι έγινε η αγαπημένη μορφή των παιδιών, που περιμένουν από αυτόν τα χριστουγεννιάτικα και πρωτοχρονιάτικα δώρα. Έτσι, η μορφή ενός αγίου έχει μεταλλαχθεί στη συνείδηση των ορθοδόξων σε όχημα και μέσον για την προώθηση προϊόντων, έχει δηλαδή απογυμνωθεί από κάθε έννοια αγιότητας και ασκητισμού κι έχει υποταχθεί πλήρως στις απαιτήσεις της αγοράς, που στοχεύει να δελεάσει παιδιά και μεγάλους (κυρίως τα πρώτα), ώστε να υποκύψουν στις επιταγές του καταναλωτισμού.
Στην Ορθόδοξη Ανατολή η μορφή του Αγίου Βασιλείου είναι παντελώς διαφορετική. Ο δικός μας Άγιος Βασίλειος, που εορτάζει την 1 Ιανουαρίου, είναι ιστορικό πρόσωπο, όχι διαφημιστική φιγούρα. Πρόκειται για μια υψηλή χριστιανική φυσιογνωμία, ένα υπέροχο άνθρωπο, ιεράρχη και συγγραφέα, που γεννήθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας το 330 μ.Χ. Σπούδασε στην ιδιαίτερη πατρίδα του και αργότερα ήλθε για ανώτερες σπουδές στην Αθήνα, όπου σπούδασε επί τέσσερα έτη, με εξαιρετική επιμέλεια, όχι μόνο ελληνική φιλολογία, φιλοσοφία και ρητορική αλλά και γεωμετρία, ιατρική και αστρονομία. Πρόκειται δηλαδή για ένα βαθιά μορφωμένο άνθρωπο, ο οποίος, αφού βαπτίστηκε και θέλοντας να ζήσει σε βάθος την χριστιανική του πίστη, περιηγήθηκε στην Αίγυπτο, στη Συρία, την Παλαιστίνη και τη Μεσοποταμία, για να γνωρίσει τους πλέον περίφημους ασκητές της εποχής του. Στο τέλος της περιοδείας του αυτής, ήλθε στην περιοχή του Πόντου, κοντά στον ποταμό Ίρι, όπου διέμεινε στην έρημο επί πέντε ολόκληρα έτη (357-362). Όταν επανήλθε στην Καισάρεια, χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και μετά το θάνατο του οικείου επισκόπου τον διαδέχτηκε στη θέση του αρχιερέα, μια θέση στην οποία έμεινε για βραχύ χρονικό διάστημα (370-379), διότι απεδήμησε προς Κύριον σε ηλικία μόλις 49 ετών. Η περίοδος της αρχιερωσύνης του υπήρξε υποδειγματική. Καταπολέμησε την αίρεση του Αρείου, στερέωσε την πίστη των χριστιανών, έδειξε παροιμιώδη φιλανθρωπία, ιδρύοντας την περίφημη «Βασιλειάδα», δηλαδή ένα σύνολο ιδρυμάτων όπου περιθάλπονταν όλοι οι έχοντες ανάγκη, έγραψε πληθώρα έργων και πραγματειών (δογματικών, ασκητικών, ρητορικών, ηθικών κ.ά.) καθώς και πολλές επιστολές. Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι ο Μέγας Βασίλειος ήταν όντως μια εξέχουσα φυσιογνωμία (γι’ αυτό και του δόθηκε από την Εκκλησία η επωνυμία « Μέγας» ). Ήδη οι σύγχρονοί του τον σέβονταν και τον τιμούσαν βαθύτατα. Τόσο ήταν το γόητρό του στους συγχρόνους του, ώστε, όπως μαρτυρεί ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος (που υπήρξε φίλος και συμφοιτητής του Βασιλείου στην Αθήνα), πολλοί τον μιμούνταν όχι μόνο στον τρόπο ζωής αλλά και στην εξωτερική του εμφάνιση.
Για να κατανοήσουμε το υψηλό και ανδρείο φρόνημα του Μ. Βασιλείου, θα αναφερθώ στην απάντηση που έδωσε στον ύπαρχο Μόδεστο, ο οποίος πίεζε με απειλές τους επισκόπους να αποδεχτούν την αρειανική κακοδοξία, που αποδεχόταν ο αρειανίζων αυτοκράτορας Ουάλης: «Εμείς, ύπαρχε», του είπε, «στα άλλα ζητήματα είμαστε επιεικείς και πιο ταπεινοί από όλους, διότι αυτό μας επιβάλλει η θρησκεία μας όχι μόνο απέναντι στους ισχυρούς αλλά και έναντι οιουδήποτε ανθρώπου. Όταν όμως κινδυνεύει η πίστη μας, περιφρονούμε όλα τα άλλα και αποβλέπουμε μόνο προς το Θεό. Φωτιά και ξίφος και θηρία και τα νύχια τους που κατασπαράσσουν τις σάρκες, προξενούν σε μας μάλλον χαρά παρά φόβο. Βρίζε, λοιπόν, εκτόξευε απειλές, κάνε ό, τι θέλεις, απολάμβανε την εξουσία σου. Ας μάθει, όμως, και ο βασιλιάς ότι δεν θα μας αναγκάσει ούτε θα μας πείσει να συνθηκολογήσουμε με την ασέβεια, έστω κι αν απειλεί με τα πιο φοβερά βασανιστήρια».
Η θέση του Μ. Βασιλείου στο εορτολόγιο της Εκκλησίας τού έχει δώσει κεντρικό ρόλο στα έθιμα του Δωδεκαημέρου. Όπως γράφει ο Γ. Μέγας, ο Μ. Βασίλειος «γίνεται φορεύς και χορηγός των ευχών και της ευλογίας, την οποίαν ο άνθρωπος ευρισκόμενος εις την αρχήν μιας νέας του χρόνου περιόδου, προσδοκά και ελπίζει από τον δοτήρα των αγαθών, τον Θεόν.» (Γ.Α. Μέγα, Ελληνικά εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας, Αθήναι 1963, σ.55-56). Έτσι, με τον Μ. Βασίλειο συνδέθηκαν η βασιλόπιτα, τα κάλαντα καθώς και τα δώρα, αν και τα έθιμα αυτά έχουν προέλευση ρωμαϊκή. Συνεχίστηκαν, όμως, στο χριστιανικό Βυζάντιο και συνδέθηκαν με το πρόσωπο του μεγάλου Αγίου της Εκκλησίας, λαμβάνοντας έτσι ένα νέο, πνευματικό περιεχόμενο (όπως συνέβη και με άλλα παγανιστικά έθιμα).
Είναι σαφές από όσα σύντομα αναφέρθηκαν ότι ο ξενόφερτος Αϊ- Βασίλης των διαφημίσεων και της κατανάλωσης ουδεμία σχέση έχει με τον άγιο των πτωχών, τον σοφό διδάσκαλο, τον αυστηρό ασκητή, τον δεινό ρήτορα, τον βαθυνούστατο φιλόσοφο, τον άριστο χειριστή της γλώσσας, τον ατρόμητο ιεράρχη Μέγα Βασίλειο. Καλά είναι τα παραμύθια για τα παιδιά, καλύτερο όμως είναι να γνωρίζουν φυσιογνωμίες σαν κι αυτήν του Μεγάλου Βασιλείου. Αν δεν θέλουμε τα παιδιά μας να γίνουν θύματα της άκριτης κατανάλωσης, αν θέλουμε να τους δώσουμε υψηλά πρότυπα από την παράδοσή μας, τότε πρέπει να γίνει στη συνείδησή τους η μεγάλη ανατροπή και η μορφή του παχουλού Αϊ-Βασίλη να αντικατασταθεί σταδιακά από τη μορφή του Μεγάλου Βασιλείου. Ας δώσουμε στα παιδιά και κάτι μεγάλο, κάτι υψηλό στο πνεύμα, στο ήθος, στο φρόνημα.
Θα κλείσω τούτο το κείμενο με ένα μικρό απόσπασμα από τον επιτάφιο λόγο που εκφώνησε ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στην κηδεία του Μεγάλου Βασιλείου, το οποίο δείχνει συμπυκνωμένο το μεγαλείο του και το χριστιανικό του ήθος: «Ελάτε, κυκλώστε με όλοι εσείς οι φίλοι του, όσοι μιλήσατε από το βήμα και όσοι είστε από κάτω, όσοι είστε χριστιανοί και όσοι δεν είστε, επαινέστε τον μαζί μου, διηγούμενοι ο καθένας μια διαφορετική ευεργεσία που δέχτηκε από εκείνον και αναζητώντας οι βασιλείς τον νομοθέτη, οι πολίτες την ευταξία, οι ρήτορες το δάσκαλο, οι παρθένες αυτόν που θα τις καθοδηγήσει στο γάμο, οι παντρεμένοι εκείνον που θα τους σωφρονίσει, οι ερημίτες ασκητές εκείνον που θα τους δώσει φτερά, όσοι έχουν διαφορές το δικαστή, οι απλόχεροι τον οδηγό, οι θεωρητικοί το θεολόγο, αυτοί που βρίσκονται σε ευθυμία το χαλινάρι, όσοι είναι πεσμένοι σε συμφορές την παρηγοριά, τα γερατειά το στήριγμα, η νεότητα την παιδαγωγία, η φτώχεια τον δωρητή, ο πλούτος τον οικονόμο. Νομίζω πως και οι χήρες θα επαινέσουν τον προστάτη τους, και τα ορφανά τον πατέρα, και οι ξένοι τον φιλόξενο, και τα αδέλφια τον φιλάδελφο, οι άρρωστοι τον γιατρό, όποια αρρώστια και θεραπεία θέλεις, οι υγιείς το φύλακα της υγείας, οι πάντες αυτόν που έγινε τα πάντα, για να κερδίσει τους πάντες» (Επιτάφιος εις τον Μέγαν Βασίλειον, 81,1-7).