«Τα έμαθες για την προαγωγή της Γεωργίας; Εγώ άκουσα ότι…». Ας παραδεχτούμε ότι το κουτσομπολιό θεωρείται το αλατοπίπερο στο χώρο εργασίας, αποτελώντας μια ένοχη απόλαυση.
Αν και ο καθένας θα μπορούσε να δώσει τον δικό του ορισμό ή να το χαρακτηρίσει ως «κοινωνικό ενδιαφέρον», για τον κλινικό ψυχολόγο δρ. Michael Wiederman ως κουτσομπολιό ορίζονται τα αρνητικά σχόλια που λέγονται για ένα άτομο, όταν αυτό απουσιάζει.
Ένας λόγος που είναι μια τόσο διαδεδομένη πρακτική είναι και οι σκοποί που εξυπηρετεί: χρησιμοποιείται ως εργαλείο για να τονίσει όσα δεν μπορούν να ειπωθούν σε ένα εργασιακό περιβάλλον, ενώ παράλληλα φέρνει τα άτομα πιο κοντά, οικοδομώντας το αίσθημα της εμπιστοσύνης, εκτός από την περίπτωση που θα μας μπουν ιδέες ότι το κουτσομπολιό αφορά κι εμάς τους ίδιους.
Πόσο προβληματικό είναι το κουτσομπολιό;
Όπως σημειώνει ο ψυχολόγος, το πρόβλημα ξεκινά από την απουσία του ατόμου. Με αυτόν τον τρόπο, δεν μπορεί να απαντήσει ή να εξηγήσει τη θέση του. Ακόμα χειρότερα, ενδεχομένως να μη μάθει ποτέ για τα λόγια που λέγονται πίσω από την πλάτη του. Ως αποτέλεσμα, δημιουργείται μια στρεβλή εικόνα του ατόμου, επηρεάζοντας την εικόνα που έχουμε δημιουργήσει γι’ αυτό το άτομο, ειδικότερα εάν δεν υπάρχει η προσωπική εμπειρία με το εν λόγω πρόσωπο.
Ένα άλλο πιθανό πρόβλημα με το κουτσομπολιό είναι ότι εκτονώνονται τα αρνητικά συναισθήματα του ατόμου που κουτσομπολεύει, χωρίς όμως να συζητήσει όσα τον απασχολούν με το άτομο που θα πρέπει να τα συζητάει, για να λυθούν οι παρεξηγήσεις.
Ο κουτσομπόλης, όμως, θα μπορούσε να μπει επίσης στο στόχαστρο. Επιφανειακά, το κουτσομπολιό φαίνεται να στρέφει την προσοχή μακριά από τη συμπεριφορά ή την εργασιακή απόδοση του κουτσομπόλη. Ωστόσο, υπάρχει το φαινόμενο που είναι γνωστό στην ψυχολογία ως η αυτοεξυπηρετούμενη προκατάληψη: η τάση που έχουμε όλοι μας να δίνουμε στον εαυτό μας το πλεονέκτημα της αμφιβολίας και να βλέπουμε τον εαυτό μας γενικά πιο θετικά από ό,τι θα δικαιολογούσε μια αντικειμενική αξιολόγηση. Έτσι, αν κουτσομπολεύουμε για κάποια συμπεριφορά ή χαρακτηριστικό που οι ίδιοι παρουσιάζουμε, αλλά δεν αναγνωρίζουμε ή υποτιμούμε στον εαυτό μας, οι ακροατές μπορεί να δουν την υποκρισία.
Στην ψυχολογία υπάρχει, επίσης, το φαινόμενο της ψευδούς συναίνεσης, σύμφωνα με το οποίο τείνουμε να υποθέτουμε ή να υπερεκτιμούμε ότι οι άλλοι βλέπουν τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο που τα βλέπουμε εμείς. Έτσι, τα κουτσομπολίστικα σχόλιά μπορεί να φαίνονται σαν να μεταδίδουμε απλώς την αυτονόητη αλήθεια, αλλά αν οι ακροατές δεν το βλέπουν με τον ίδιο τρόπο, μπορεί να καταλήξουν να μας βλέπουν αρνητικά, χωρίς μάλιστα να το αποκαλύπτουν.
Υπάρχει υγιές κουτσομπολιό;
Σύμφωνα με τον ψυχολόγο, αρχικά θα μπορούσατε να έχετε μεγαλύτερη επίγνωση των λεγόμενων σας, όταν μιλάτε για ανθρώπους που δεν είναι παρόντες. Ποια είναι τα κίνητρά σας; Θα λέγατε τα ίδια πράγματα, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, αν το συγκεκριμένο άτομο μπορούσε να τα ακούσει;
Εάν από την άλλη καταλάβετε ότι σας κουτσομπολεύουν, το να μοιραστείτε τη διαφορετική σας εμπειρία ή γνώμη μπορεί να είναι απαραίτητο, αν είναι σημαντικό για εσάς να μην παρεξηγηθείτε.
Τέλος, σύμφωνα με τον ψυχολόγο, μια αυτόματη απάντηση, όπως «Λυπάμαι. Προσπαθώ να μη μιλάω για άλλους ανθρώπους όταν δεν είναι παρόντες» δίνει ξεκάθαρα τις προθέσεις σας, σπάζοντας τον κύκλο του κουτσομπολιού.
Πηγή: ygeiamou.gr Φωτογραφία από StockSnap από το Pixabay