ΥΓΕΙΑ
Ο θάνατος του Γερμανού καθηγητή στην Κρήτη και η μελέτη Ισραηλινού ερευνητή
Η μελέτη δείχνει πως η υπερβολική ποσότητα φερριτίνης προκαλεί μια αλυσιδωτή αντίδραση στον οργανισμό
SHARE:
«Φως» στα αίτια θανάτου του Γερμανού καθηγητή στην Κρήτη, έρχεται να ρίξει νέα μελέτη από τον παγκοσμίου φήμης πρωτοπόρο Ισραηλινό ερευνητή σε θέματα θεραπείας και πρόληψης αυτοάνοσων παθήσεων, Yehuda Shoenfeld.
Ο 42χρονος ενώ ήταν υγιής και πρόσεχε την υγεία του, νόσησε σοβαρά από τον ιό, παρουσίασε ραγδαία επιδείνωση και τελικά κατέληξε στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου στις 25 Μαρτίου.
Σε μια προσπάθεια να διευκρινιστούν οι αιτίες της τραγικής κατάληξης, γιατροί είχαν εκφράσει τους προβληματισμούς τους για τις υψηλές τιμές φερριτίνης, που παρουσίαζε ο άτυχος Γερμανός.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει το ΒΗΜΑ, σε έρευνα που ήρθε στο φως προ ημερών αναφέρεται πως τα υψηλά επίπεδα φερριτίνης ενδεχομένως να είναι ένδειξη σοβαρότερης νόσησης στην περίπτωση που ο ασθενής έχει προσβληθεί από τη νόσο COVID-19 που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός SARS-CoV-2, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις των γιατρών του ΠΑΓΝΗ.
Η μελέτη, δε, δείχνει πως η υπερβολική ποσότητα φερριτίνης προκαλεί μια αλυσιδωτή αντίδραση στον οργανισμό και το ανοσοιητικό σύστημα τελικά υπεραντιδρά και κάνει κακό στον ασθενή. Και πως πιθανά αντισώματα μπορούν να μειώσουν τα κυκλοφορούντα επίπεδα της φερριτίνης στο αίμα και να σωθούν ανθρώπινες ζωές.
Ο παγκοσμίου φήμης πρωτοπόρος Ισραηλινός ερευνητής σε θέματα θεραπείας και πρόληψης αυτοάνοσων παθήσεων Yehuda Shoenfeld, αναφέρει σε σχετικό άρθρο του στο επιστημονικό περιοδικό Autoimmunity Reviews ότι η υπερφερριτιναιμία έχει μελετηθεί ήδη επισταμένως και έχει διαπιστωθεί ότι «στο 50% των περιπτώσεων οι ασθενείς με υπερβολικά επίπεδα φερριτίνης πεθαίνουν. Στην πραγματικότητα, αυτό που βλέπουμε αυτήν τη στιγμή με τη νέα λοίμωξη από τον κορωνοϊό θυμίζει την κατάσταση με το σύνδρομο υπερφερριτιναιμίας».
Τι είναι η φερριτίνη
Η φερριτίνη είναι μια σημαντική ενδοκυτταρική πρωτεΐνη που αποθηκεύει τον σίδηρο σε όλους τους οργανισμούς. Συνδέει ελεύθερα ιόντα του ιχνοστοιχείου, εξουδετερώνοντας τις τοξικές του ιδιότητες και αυξάνοντας τη διαλυτότητά του. Στη διαλυτή μορφή, το σώμα είναι σε θέση να καταναλώνει σίδηρο ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες του, ιδίως για τη ρύθμιση του κυτταρικού μεταβολισμού του οξυγόνου.
Τα χαμηλά επίπεδα φερριτίνης οδηγούν σε χαμηλότερες συγκεντρώσεις σιδήρου στον οργανισμό και στην εκδήλωση αναιμίας.
Τα αυξημένα επίπεδα φερριτίνης ή υπερφερριτιναιμία υποδηλώνουν την παρουσία ιών και βακτηρίων στο σώμα. Η υπερπεριτριναιμία μπορεί επίσης να προκληθεί από γενετική μετάλλαξη. Σε αυτήν την περίπτωση, οδηγεί σε νευρολογικές διαταραχές και προβλήματα όρασης.