Μ. Σαριδάκης: Η ματιά του ζωγράφου στέκεται δίπλα στον δέκτη

Αντώνης Παντινάκης
Αντώνης Παντινάκης

Μια ξεχωριστή συζήτηση για μια έκθεση ζωγραφικής, στην οποία "κυρίαρχος ήχος είναι το θρόισμα"

Του Αντώνη Παντινάκη

Χειμωνιάτικο απόγευμα καθημερινής. Έχει βραδιάσει νωρίς. Τα μαγαζιά είναι κλειστά. Ο καιρός είναι παγωμένος. Δεν βρέχει. Φυσάει μονάχα λίγο. Στη βορινή πλευρά του Πόρου, στις μισοσκότεινες πλευρές του, το ελαφρύ θρόισμα των φύλλων έρχεται να «προϋπαντήσει» τις σκέψεις και τα βήματά μας. «Ακουμπά» πάνω και σε άλλα φευγαλέα ηχητικά ερεθίσματα: Των λίγων οχημάτων που κινούνται και των βημάτων των ελάχιστων πεζών που βγήκαν να περπατήσουν στο κρύο, δίπλα απ' το μακρύ «μπαλκόνι» του λιμανιού...

Δημιουργούνται... «Αντιστίξεις»...

Κινούμαστε για το Μουσείο Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου και την έκθεση ζωγραφικής του Μανώλη Σαριδάκη, η οποία... συμπτωματικά φέρει αυτόν τον τίτλο. Πάμε να βρούμε προσωπικά τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Νυμφών 3, η διεύθυνση. Ψάχνουμε την οδό. Την βρίσκουμε με φυσικό τρόπο, χωρίς την τεχνολογική συνδρομή.

Όλη η διαδρομή είναι φιλοτεχνημένη απ' τον αδιόρατο «φάρο» των επιρροών του χαρισματικού ζωγράφου. Τούτο το διαπιστώσαμε εκ των υστέρων, βγαίνοντας από την έκθεση. Ο δρόμος τώρα είναι ανάποδα - σε σχέση με πριν. Αντίθετες κινήσεις, πιο ίσιοι συλλογισμοί. Και τα στενά και τα πνεύματα «φωτισμένα» πλέον ευκρινώς από ένα εύρος χρωμάτων και συναισθημάτων, που πλεονάζουν και δεν ανακυκλώνονται βασανιστικά σ' έναν κλειστό χώρο. Αλλά βγαίνουν κι έξω, αναζητώντας σημεία ταύτισης, στους προηγούμενους ή και τους... επόμενους πίνακες του Μανώλη Σαριδάκη, που διατηρούν ατόφια τη φρεσκάδα τους στις παλέτες με τις οποίες «ζωγραφίζουμε» οπτικά και ψυχικά την καθημερινότητά μας...

Η έκθεσή σας ξεκίνησε την 1η του Δεκέμβρη και ολοκληρώνεται ανήμερα των Χριστουγέννων...

Ναι, ανήμερα της γιορτής μου!

Όλες όμως αυτές οι μέρες, και όχι μονάχα μία, δεν είναι γιορτινές για έναν καλλιτέχνη;

Ναι, είναι, γιατί είμαι της άποψης ότι το έργο βγαίνει μέσα από το πλεόνασμα και όχι μία διερεύνηση του χάους. Γίνεται ένα φιλτράρισμα, κι όλα αυτά τα στοιχεία που θα μπορούσαν να προσφέρουν ενεργά στο γενικό συνειδητό και υποσυνείδητο, θα μπορούσαν να επανενεργοποιηθούν, να κατατεθούν, ώστε να ανασυρθούν με τη ματιά του δέκτη.

Ένας καλλιτέχνης, δηλαδή, είναι απαραίτητο να μπει και στην πλευρά του δέκτη...

Βέβαια, βέβαια. Είναι θέμα στάσης, όμως. Γιατί πολλοί καλλιτέχνες έχουν ως ζητούμενο το να εκφράσουν το περιεχόμενό τους, και αυτό να αποκτήσει τη διάστασή του και ενεργοποιηθεί από την κοινοποίησή του.

Εσείς τι προτιμάτε;

Εγώ προσωπικά θα προτιμούσα το περιεχόμενο ενός έργου να έχει την αυτονομία του. Να έχει δηλαδή αυτό το θετικό στοιχείο και εκ προοιμίου να έχει μία διάθεση προσφοράς στον δέκτη.

Ανεπιτήδευτη προσφορά...

Ναι, και να είναι ενεργητικό απέναντι στη ματιά. Να έχει μία ενεργητική θέση, να προσφέρει στον θεατή. Να έχει τη δική μου εκμυστήρευση. Να είναι κάτι που θα τον αφορά (τον θεατή).

Οι οπτικές γύρω από τα έργα, ποικίλλουν ανάλογα με τον δέκτη ή υπάρχει κάτι ενιαίο,κάτι σταθερό, κι από εκεί και πέρα καθένας αυτό που βλέπει το ερμηνεύει διαφορετικά;

Συμβαίνει αυτό που λέτε, να ενεργοποιείται με διαφορετικό τρόπο κάθε φορά το έργο απέναντι στον κάθε δέκτη ξεχωριστά. Και ως προς το γενικό και ως προς το ειδικό του. Αλλά αυτό είναι και το ζητούμενο: Η ματιά του ζωγράφου έρχεται και στέκεται δίπλα στον δέκτη. Η κατάθεση του ζωγράφου φεύγει από το έργο και το περιεχόμενο που κατέθεσε και έρχεται και στέκεται δίπλα στους θεατές. Το έργο τότε γίνεται η συγκοινωνία, η επικοινωνία των δύο οπτικών. Του ζωγράφου που κατέθεσε και του δέκτη που ερμηνεύει. Το ότι κατέθεσε ο ζωγράφος είναι το δεδομένο. Φαίνεται ως πρώτη μορφή στο έργο. Η ματιά η ερμηνεύουσα του δέκτη βαραίνει, είναι το δεύτερο μέρος της διπλής ματιάς, του ζωγράφου και του θεατή, οι οποίοι στέκονται δίπλα πλέον και εποπτεύουν το έργο.

«Μία εκκρεμότητα χρόνων» 

Η έκθεσή σας ονομάζεται «Αντιστίξεις». Τι θέλει να «πει» αυτός ο τίτλος;

Ο τίτλος είναι μουσικός. Στη μουσική αντιστίξεις λέγονται όλα αυτά που συνθέτουν το τελικό ηχόχρωμα. Το κάθε όργανο, με τη δική του ποιότητα, όπως συμβαίνει στην ορχήστρα. Εδώ συνέβη κάτι ανάλογο: Διαφορετικές επεμβάσεις, επάλληλες, με χαρακτηριστικά διαφορετικά. Άλλοτε πιο πλαστικά, όπως είναι η ανίχνευση στο μορφότυπο του πουλιού, άλλοτε λιγότερο πλαστικά - εννοώ ζωγραφικά, που να αναδεικνύουν τον όγκο, όπως είναι οι κηλίδες που κατατίθενται με αταξία και τυχαιότητα. Κάθε πίνακας καταγράφει μία χρονική στιγμή, την ώρα.  Εκτός από τους τίτλους, θα μπορούσε καθένας να αναγράφει την ώρα που καταγράφουν χρωματικά. Είναι μια μουσική αποτύπωση του έργου, το οποίο προσπαθεί να καταγράψει μία χρονική στιγμή. Και μέσα από τα φυλλώματα, που ενδεχομένως λειτουργούν σαν διαφράγματα στο διάχυτο φως...

Ο κυρίαρχος ήχος των έργων σας είναι το θρόισμα, όπως γράφει ο κ. Σχιζάκης;

Ναι, απόλυτα!

Βλέπουμε ότι στους περισσότερους πίνακες κυριαρχεί το μπλε χρώμα...

Θα μπορούσαν να υπάρχουν κι άλλες χρωματικές γκάμες. Δεν υπάρχει μία χρωματική ιδιαιτερότητα. Ίσως να κυριαρχεί εδώ το μπλε επειδή αντιστοιχείται στον ουρανό, στη θάλασσα. Το ζητούμενο ήταν να δημιουργηθούν χρωματικές ενότητες, σε κάθε έργο, που θα κάλυπταν με ένα ευρύ τρόπο το χρωματικό φάσμα, αποτυπώνοντας μία χρωματική στιγμή.

Διαβάζουμε ότι η έκθεσή σας ήταν «μία εκκρεμότητα χρόνων»...

Η αλήθεια είναι ότι εγώ είχα ασχοληθεί με άλλες ενότητες, που είχαν να κάνουν και πάλι με την ποιητικότητα της στιγμής, με αφορμή τη θάλασσα. Αυτό λοιπόν ήταν μία εκκρεμότητα που υπομονετικά περίμενε. Πατούσε πάνω σε ζητήματα που ενέσκυψαν από την σπουδαστική περίοδο, από πολύ παλιά δηλαδή. Και τώρα βρέθηκαν οι λύσεις της αυτοέκφρασης, μέσα από τις προηγούμενες ζωγραφικές ενότητες , όπου η πρόθεση του ζωγράφου συναντούσε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτές λοιπόν τις λύσεις τις επανέλαβα σε αυτή την εκκρεμούσα ενότητα, η οποία είχε να δώσει απαντήσεις. 

Τι είδους απαντήσεις; 

Πόσο είναι συνειδητό, και πόσο είναι τυχαίο -και ποιο είναι αυτό - στη ζωγραφική διαδικασία. Πόσο το συνειδητό εκφράζει απόλυτα, και πόσο η τυχαιότητα ανασύρει το βαθύτερο υποσυνείδητο, ίσως και την πυκνότητα της έκφρασης. Δηλαδή, από αυτό το δίπολο, ποιο μπορεί να είναι πιο ουσιαστικό: Αυτό που παρακολουθείται διαρκώς και ελέγχεται από το συνειδητό ή αυτό που αναδύεται από το βάθος και έρχεται και ξεχειλίζει σαν ένα καζάνι που βράζει, φθάνοντας στην επιφάνεια πράγματα του βάθους

Καταλήξατε σε κάποια απάντηση;

Αυτή η ενότητα σε αυτό επιχειρούσε να απαντήσει, με την ζωγραφική πρόφαση των φυλλωμάτων και του αφηγήματος των πτηνών. 

Όταν ολοκληρώνετε ένα έργο ή μία έκθεση, αισθάνεστε μία πληρότητα ή μία εγρήγορση για να παράξετε κάτι νέο;

Και τα δύο θα έλεγα. Αισθάνομαι μία δημιουργικότητα, η οποία σε οδηγεί επί ξυρού ακμής. Το ένα σαν να είναι σαν απόρροια του δεύτερου. Αλληλοσυμπληρώνονται. Υπό αυτή την έννοια, βλέπω και μία συνέχεια, προεκτάσεις, πάνω σε αυτή την ενότητα. Από την άλλη, θα μπορούσαν να διερευνηθούν τα πλείστα όσα ζωγραφικά θέματα. Αλλά κι όσα εκκρεμούν, καθώς μπαίνουν σε μία σειρά οι συναισθηματικές εκκρεμότητες. Όλες αυτές που οδηγούνται από την εγρήγορση σε διάθεση προβολής. Ακόμα κι αυτές που δεν είναι βαθιά συνειδητοποιημένες.

Εμπειρία, οπτική αντίληψη και προτεραιότητα στο «ουσιαστικότερο»

Γεννιέται ένας άνθρωπος με έναν καλλιτέχνη μέσα του ή τον βρίσκει, αν θέλει να τον βρει, στην πορεία του χρόνου;

Το δεύτερο σκέλος του ερωτήματός σας είναι το ουσιαστικό. Το πρώτο, ακόμα κι αν είναι αναγκαία συνθήκη, δεν φτάνει. Το ταλέντο μπορεί να είναι απλά προαπαιτούμενο. Το λέω αυτό, γιατί έχω δει ανθρώπους να είναι πολύ μεγάλα ταλέντα και δεν το ήξεραν ούτε και οι ίδιοι. Δεν το έμαθαν ποτέ τους για την ακρίβεια! Γιατί το ταλέντο, αν δεν το εξασκήσεις μέχρι μια ηλικία, αυτό ατροφεί και  παύει να υπάρχει ως δωρεά.

Υπάρχει ή δεν υπάρχει καλύτερη ηλικία για έναν καλλιτέχνη;

Νομίζω ότι όσο περνάει ο καιρός, έρχομαι πιο κοντά στα λόγια του Φράνσις Μπέικον: «Η ζωγραφική είναι για τους ηλικιωμένους». Αυτό βέβαια εξαρτάται από τις επιταγές των καιρών. Ο Μπέικον το είπε αυτό τη δεκαετία του '80, σε μία συνέντευξή του, θεωρώντας ότι η οπτική μνήμη κατασταλάζει με την ηλικία και η οπτική αντίληψη βαραίνει σε αυτά που έχουν ίσως μεγαλύτερη σημασία. Προσωπικά το υποστηρίζω κι εγώ αυτό. Η εμπειρία μαζί με την οπτική αντίληψη δίδουν προτεραιότητες στο ουσιαστικότερο...

Επηρεαστήκατε από κάπου;

Θα έλεγα ότι «πατάω» πάνω στην μεταπολεμική αφαίρεση, που ουσιαστικά είναι απότοκος της γενιάς του '30. Όπως επίσης, και σε παγκόσμιο επίπεδο η λυρική αφαίρεση, από την άλλη μεριά του Ατλαντικού, που έπαιξε ουσιαστικό ρόλο και επηρέασε τον διαμορφωμένο καμβά της Σχολής Καλών Τεχνών, η οποία είχε ιδιαίτερο βάρος. Γιατί αξιολογούνταν θετικά για μεγάλο χρονικό διάστημα από ομόλογες μεγάλες σχολές στην Νέα Υόρκη και στην Ευρώπη.
Αυτοί ήταν ουσιαστικά οι φάροι. Δηλαδή, οι επιρροές από τη Σχολή Καλών Τεχνών και επιρροές από την λυρική αφαίρεση, τον αφηρημένο αμερικάνικο εξπρεσιονισμό. Πάντα προς την κατεύθυνση της διανοητικής επεξεργασίας και της αμεσότητας στην εκτέλεση του έργου - -σε καμία περίπτωση της αποτύπωσης.

Είστε ζωγράφος δεύτερης γενιάς. Τι επίδραση είχε «επάνω» σας ο πατέρας σας;

Ο πατέρας μου με επηράσε ως στάση ζωής. Πρακτικά, δεν θα το έλεγα, γιατί τον έχασα όταν ήμουν σχετικά μικρός. Κι αυτό έπαιξε και ρόλο, ουσιαστικό, να εμπλακώ εγώ με τη ζωγραφική. Την επέλαξα σαν μία συνέχεια του ίδιου του έργου και της στάσης του πατέρα μου. Ήταν κάτι το φυσικό, μία φυσική συνέχεια και συνέπεια. 

Το φυσικό σας περιβάλλον, τι ρόλο έπαιξε στην έκφραση και την τοποθέτησή σας;

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Κρήτη. Ο τόπος της καταγωγής είναι πάντα ενεργός. Σου ανοίγει τις πόρτες για να δεις τα πράγματα. Παραμερίζει τις αυλές για να φανεί το οπτικό πεδίο, με όλα τα στοιχεία, θετικά και ελλειμματικά που έχει. Είναι η προέκταση του εαυτού σου. Τον συναντάς καθημερινά, με τα ελλείμματά του, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Τον διερευνείς στα ταξίδια που κάνεις, στις ζωγραφικές επιλογές που επιχειρείς. 

Το κοινό που έρχεται εδώ και παρακολουθεί την έκθεσή σας, πώς θέλετε να φεύγει;

Θα ήθελα τα έργα μου να προσφέρουν στον θεατή, χωρίς να οικειοποιείται την δεκτικότητα. Εγώ προσωπικά όταν δουλεύω θέλω να μην κατατίθεται κόπος πάνω στο έργο. Το έργο δηλαδή να βγαίνει με έναν τρόπο άμεσο, γρήγορο, να κατατίθενται ενεργά τα στοιχεία, με παρρησία του πλεονάσματος. Θα ήθελα να συνεισφέρει και όχι να δανείζεται από τον δέκτη, λαμβάνοντας την υπόστασή του. Να προσφέρει θετικά στον δέκτη. Αυτό είναι και το ζητούμενο.

*Τους τίτλους των εικαστικών έργων τους επιμελήθηκε ο Νίκος Ψιλάκης. Η έκθεση είναι ανοιχτή καθημερινά  18:00 – 20:00 εκτός Σαββάτου και Κυριακής. Επίσης επισκέψεις μπορούν να γίνουν με ραντεβού κατόπιν συνεννοήσεως στο τηλ : 281 022 6683 ή στο mail: [email protected]

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ