ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Γιαβόλ»: Το βιβλίο που παρουσιάζει τις φρικαλεότητες των Ναζί στην Κρήτη
Βιβλίο - ντοκουμέντο με τεκμηρίωση και φωτογραφίες
Επιμέλεια: Μαρία Αγαπάκη
«Το «Γιαβόλ» είναι μία έκφραση ευπείθειας και υποταγής που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί στρατιωτικοί σε διαταγές ανωτέρων τους. Αντίστοιχο με το "Διατάξτε!" ή το αγγλικό "Υes Sir". Και η γερμανική αυτή λέξη ταιριάζει γάντι στη "στάση υποταγής" των ελληνικών κυβερνήσεων απέναντι στην Γερμανία κατά την μεταπολεμική περίοδο, όταν δηλαδή απέφευγαν να θέσουν τις ελληνικές αξιώσεις για διεκδίκηση των επανορθώσεων. Αυτό αποτελεί ένα βασικό, αν όχι το βασικότερο κεφάλαιο του βιβλίου μου» εξηγεί στο Cretalive ο δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου «Γιαβόλ! Αίμα, Λήθη και Υποτέλεια», το οποίο παρουσιάζεται σήμερα Σάββατο 6 Απριλίου, ημέρα επετείου της ναζιστικής εισβολής στην Ελλάδα, στις 11:30 π.μ. στην αίθουσα «Μανώλης Καρέλλης» της Ανδρόγεω, στο Ηράκλειο.
Ο Γιώργος Χαρβαλιάς, είναι δημοσιογράφος και πολιτικός αναλυτής, εξειδικευμένος σε θέματα γεωστρατηγικής. Αποφοίτησε από το Οικονομικό Τμήμα της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνέχισε για μεταπτυχιακά στο Πανεπιστήμιο του Kent της Μεγάλης Βρετανίας (Master στον τομέα της Συγκριτικής Πολιτειολογίας) και στο Βασιλικό Κολέγιο του Λονδίνου (Master στον τομέα των Σπουδών Πολέμου).
Διετέλεσε διευθυντής της εφημερίδας Έθνος, απ’ όπου αποχώρησε το 2010, αρνούμενος να συναινέσει στην πολιτική μαζικών απολύσεων και συρρίκνωσης που είχε αποφασιστεί λόγω μνημονίου. Σήμερα εργάζεται ως σύμβουλος στρατηγικής για μεγάλους επενδυτές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Στο Cretalive παραχώρησε μία αποκλειστική προδημοσίευση της εμπλουτισμένης τέταρτης έκδοσης του βιβλίου, με 150 επιπλέον σελίδες πολύτιμης τεκμηρίωσης και φωτογραφίες. Το απόσπασμα που ακολουθεί αφορά στις φρικαλεότητες των Ναζί στην Κρήτη, από το Κοντομαρί μέχρι και την Βιάννο:
Αυτό που είχε ενοχλήσει τους Γερμανούς ήταν η παλλαϊκή διάσταση της αντίστασης. Που προήλθε όχι από τους στρατευμένους ή έστω από εφέδρους, αλλά από πολίτες κάθε ηλικίας, γέρους και παιδιά, αλλά και γυναίκες. Οι αμυνόμενοι χρησιμοποίησαν κάθε είδους όπλο ή εργαλείο που μπορούσε να μετατραπεί σε φονικό μέσο: Μαχαίρια, φτυάρια, αξίνες, τσουγκράνες, μαγκούρες, ακόμη και αυτοσχέδιες σφεντόνες.
Σύμφωνα με το πρωσικό στρατιωτικό πρωτόκολλο η μαζική συμμετοχή του λαού στη μάχη -και αργότερα στην αντίσταση-απείχε από την εγκεκριμένη «ηθική του πολέμου»! Επειδή οι μαχόμενοι Κρητικοί δεν φορούσαν στολές ούτε είχαν κάποιο στρατιωτικό διακριτικό, θα έπρεπε -κατά την γερμανική αντίληψη-να μην εμπλακούν στον αγώνα, αλλά να περιμένουν παθητικά την έκβαση του.
Αυτό βεβαίως δεν αποτελούσε πιθανότητα για τους Κρητικούς που πάλευαν για την εθνική τους ανεξαρτησία επί έναν και πλέον αιώνα.
Γι’ αυτό και μεμονωμένα αντίποινα ξεκίνησαν ακόμη και πριν παραδοθεί το νησί με εκτελέσεις αμάχων σε χωριά του Ρεθύμνου στις 23 και 24 Μαΐου 1941. Ωστόσο η κλιμάκωση των «τιμωρητικών μέτρων» έφτασε σε πρωτοφανείς διαστάσεις μετά το τέλος της Μάχης της Κρήτης.
Λίγο μετά την δύσκολη συζήτηση με τον Γκέριγκ, ο Στούντεντ, ως προσωρινός διοικητής των γερμανικών δυνάμεων στην Κρήτη, εξέδωσε ένα από τα γνωστά φιρμάνια, προσφέροντας «νομιμοποιητικό έδαφος» για τα αντίποινα: «Είναι βέβαιο ότι ο άμαχος πληθυσμός, στον οποίο περιλαμβάνονται γυναίκες και αγόρια, συμμετείχε στη μάχη, προέβη σε δολιοφθορές, ακρωτηρίασε και σκότωσε στρατιώτες. Ήρθε η ώρα της τιμωρίας για όλα αυτά τα περιστατικά με αντίποινα και εκστρατείες συνετισμού οι οποίες θα πρέπει να σπείρουν πραγματικό τρόμο», έγραφε μεταξύ άλλων η περιβόητη διαταγή.
Τα φριχτά αντίποινα έγιναν πράξη. Από τους ίδιους τους «ιπποτικούς» Γερμανούς αλεξιπτωτιστές. Περιέγραψα αναλυτικά σε προηγούμενες σελίδες την σφαγή στο Κοντομαρί που αποθανατίστηκε από Γερμανό στρατιωτικό φωτογράφο. Τα αποτρόπαια αυτά ντοκουμέντα εκτίθενται και στο φωτογραφικό αφιέρωμα αυτού του βιβλίου. Όπως ακριβώς η απόκοσμη επιγραφή που ορθώθηκε -εν είδει Άγριας Δύσης- έξω από την Κάνδανο για να δικαιολογήσει την ολοκληρωτική ισοπέδωση του χωριού αφού πρώτα εκτελέστηκαν 180 κάτοικοι του.
Δολοφονίες αμάχων έγιναν τις ημέρες εκείνες και στον Αλικιανό, τον Κυρτομάδο, το Πατελάρι τις Βρύσες και την Αγιά. Με τη γνωστή μέθοδο. Περικύκλωση του χωριού, εκκένωση των σπιτιών και μεταφορά του άμαχου πληθυσμού σε κεντρικό σημείο προς εκτέλεση.
Όπου οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές ανακάλυπταν πτώματα συναδέλφων τους ενεργούσαν χωρίς τον παραμικρό οίκτο. Στο χωριό Κυρτομάδο για παράδειγμα, σύμφωνα με διήγηση επιζώντα, ξεχώρισαν τέσσερις νεαρούς άνδρες που έμοιαζαν μεταξύ τους. Όταν οι γυναίκες υπέβαλαν παράκληση στον επικεφαλής αξιωματικό να αφήσει έστω τον έναν από αυτούς εξηγώντας ότι είναι αδέλφια, εκείνος απάντησε: «Τόσο το καλύτερο!» και διέταξε να εκτελεστούν με ριπή πολυβόλου.[…]
Ο αδίστακτος στρατιωτικός διοικητής Αντρέ (αυτός που αν θυμάστε γλύτωσε την εκτέλεση καθώς αφέθηκε ελεύθερος να επιστρέψει στην Γερμανία από την κυβέρνηση Πλαστήρα), επιστράτευε τις πιο χυδαίες διαιρετικές μεθόδους επιβάλλοντας σε επώνυμους πολίτες της Κρήτης να υπογράφουν κείμενα για να αποδοκιμάσουν τις ενέργειες των αντιστασιακών. Οι αντάρτες όμως απαντούσαν με επιλεκτικές εκτελέσεις δωσίλογων. Και συνέχιζαν τις επιθέσεις και τις δολιοφθορές με αποκορύφωμα το σαμποτάζ στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου τον Ιούνιο του 1942.
Ο Αντρέ απάντησε με εκτελέσεις σε δύο δόσεις 62 επώνυμων πολιτών του Ηρακλείου, μεταξύ των οποίων και του δημάρχου της πόλης, Μηνά Γεωργιάδη. Είχε την ελπίδα ότι εξοντώνοντας τους πιο γνωστούς Ηρακλειώτες, την πραγματική αφρόκρεμα της πόλης, θα τρομοκρατούσε τον πληθυσμό και θα ασκούσε πίεση στους καπετάνιους των ένοπλων σωμάτων του Ψηλορείτη για να σταματήσουν οι επιχειρήσεις.
Έσφαλε οικτρά. Το ηθικό των Κρητικών δεν κάμφθηκε. Οι επιθέσεις των ανταρτών συνεχίστηκαν και εξαπλώθηκαν σε ολόκληρο το νησί. Η Κρήτη υπήρξε ίσως η μοναδική γεωγραφική ενότητα της ελληνικής επικράτειας όπου οι στρατιωτικοί απεσταλμένοι του βρετανικού SOE αισθάνονταν σαν το…σπίτι τους. Οι Βρετανοί αξιωματικοί κινούνταν ελεύθερα και με σχετική ασφάλεια χάρις στην προστασία που τους παρείχαν οι αντάρτες και ο ντόπιος πληθυσμός. Γι’ αυτό και μπόρεσαν να οργανώσουν εντυπωσιακές επιχειρήσεις που θορύβησαν τους Γερμανούς[…]
Το καλοκαίρι του 1942 η κατάσταση στην Κρήτη φαινόταν ανεξέλεγκτη. Ο φρούραρχος Αντρέ είχε πραγματικά απελπιστεί κυρίως με την ανυποταγή της πλειονότητας του πληθυσμού. Στο τέλος ζήτησε και την συνδρομή του ίδιου του κατοχικού ηγέτη που κατέφθασε στην Κρήτη καταμεσής του Αυγούστου με την ελπίδα να ηρεμήσει τα πνεύματα. Στην διάρκεια της επίσκεψης του ο Τσολάκογλου εκφώνησε και έναν από τους πιο εμετικούς λόγους της θητείας του. Θα παραθέσω μικρό απόσπασμα αυτούσιο, κυρίως για όσους αναθεωρητές της ιστορίας επιμένουν σήμερα να του παρέχουν εύσημα «πατριωτικού ρεαλισμού».
Απευθυνόμενος στον κρητικό λαό ο Τσολάκογλου, εν μέσω της κατάμεστης από δημοσίους υπαλλήλους πλατείας των Χανίων (η παρακολούθηση της ομιλίας του ήταν υποχρεωτική) είπε μεταξύ άλλων τα εξής απίθανα:
«Χάρις εις την μεγαλοψυχίαν αυτήν του Φύρερ, δια την οποίαν είμαι βαθύτατα ευγνώμων, τα Κρητικόπουλα δεν ευρίσκονται εις τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, δεν τρώνε το πικρό ψωμί της εξορίας{…} Η Ελλάς εσύρθη εις τον πόλεμον διά λόγους τους οποίους εγνώριζον μόνον ο Βασιλεύς και ο τότε κυβερνήτης Μεταξάς{…} Ο χειρισμός των ελληνοϊταλικών σχέσεων υπό της τότε κυβερνήσεως υπήρξε κάκιστος{…} Ένας ιστορικός λαός όπως ο ελληνικός δεν είναι δυνατόν να αδικηθεί από πολιτικούς άνδρας ως ο Φύρερ και ο Ντούτσε. Διότι ο Χίτλερ και ο Μουσσολίνι δεν ανήκουν μόνον εις τα έθνη των. Ανήκουν εις ολόκληρον την ανθρωπότητα και εις την Παγκόσμιον Ιστορίαν της{…} Με τον Ντούτσε είχα την ευτυχίαν να συναντηθώ προσωπικώς κατά την εξ’ Αθηνών διέλευσιν του προ ημερών. Τούτο μόνο σας λέγω. Είναι ένας μεγάλος ανήρ με κατανόησιν και ανθρωπισμόν. Η πεποίθησις μου είναι ότι ο πόλεμος Ελλάδος-Ιταλίας δεν θα ελάμβανε χώρα αν η τότε κυβέρνησις δεν ηκολούθει αγγλόδουλον πολιτικήν και αν επεδίωκε μίαν απευθείας επαφήν με τον Ντούτσε…»
Ο «ρεαλιστής» Τσολάκογλου δηλαδή λιβάνιζε, όχι μόνο τους Γερμανούς στους οποίους παραδόθηκε, αλλά και τους Ιταλούς δηλώνοντας ούτε λίγο ούτε πολύ ότι ασκόπως τους πολέμησε!
Λίγες μέρες μετά την προδοτική ομιλία του Τσολάκογλου στα Χανιά κατέφθασε στο νησί ένας άλλος ανώτατος αξιωματικός, ο αιμοσταγής Φρίντριχ Μύλλερ ορίστηκε στρατιωτικός διοικητής Ηρακλείου με στόχο να καταστείλει τις επιχειρήσεις των ανταρτών που γίνονταν ιδιαίτερα αισθητές στον νόμο.[…]
Η σφαγή ξεκίνησε στις 14 Σεπτεμβρίου 1944, ημέρα εορτασμού του Τίμιου Σταυρού. Και το τι επακολούθησε δεν λέγεται. Περισσότερα από 20 χωριά της περιοχής κατεδαφίστηκαν με δυναμίτες, τα σπίτια πυρπολήθηκαν ολοσχερώς και όσοι άνδρες συνελήφθησαν, ανεξαρτήτως ηλικίας, εκτελέστηκαν. Ο Καζαντζάκης περιγράφει στην έκθεση του το λουτρό αίματος με τα πιο μελανά χρώματα: «Εκ των εκτελεστών, άλλοι μεν απεχώρησαν εις τον Κρεβαττάν και άλλοι έμειναν εις τον Αμιράν, εγκατασταθέντες δε εις μίαν αυλήν, ολίγον απέχουσα από του τόπου της εκτελέσεως ήρχισαν να τρώγουν και να διασκεδάζουν περιπαίζοντες και τας ολοφυρόμενας γυναίκας και μιμούμενοι τας κραυγάς απελπισίας των “Παναγία μου, Παναγία μου!“».
Από το ίδιο μαρτυρικό χωριό κατάγεται ο σημερινός εκπρόσωπος του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης Γερμανικών Οφειλών, Αριστομένης Συγγελάκης που μάχεται με κάθε μέσο για την δικαίωση των νεκρών προγόνων του. Ανάμεσα στους 117 αμάχους που εκτελέστηκαν στον Αμιρά ήταν ο παππούς του, οι τρεις αδελφοί του και ο πατέρας τους. Συνολικά πέντε άνδρες από το ίδιο σπίτι!
Σε αυτή την μαζική σφαγή που παρέπεμπε σε κόλαση του Δάντη ο Καζαντζάκης καταγράφει ακόμη τον βασανισμό και την εκτέλεση μικρών παιδιών: «Οι Γερμανοί εισελθόντες εις τον οικισμόν του κτήματος ευρόντες σακκίδια (βούργες), πολλά με τρόφιμα ανήκοντα εις τους φεύγοντας κατοίκους, υποψιάσθησαν ότι ταύτα προορίζονται δια τους αντάρτας. Τότε συνέλαβον τα εγκαταλελειμμένα παιδιά και ήρχισαν να τα βασανίζουν δια να προβούν εις αποκαλύψεις. Εχαράκωσαν με την ξιφολόγχην τα μάγουλα των και τας κνήμας των, τα εκέντησαν στα πέλματα και επειδή εκείνα δεν είχον τι να μαρτυρήσουν, τους απέσπασαν τα δόντια με την ξιφολόγχην και τέλος τα έσφαξαν δι’ αυτής, και έπειτα τα εξήπλωσαν επί του τοίχου του κτήματος με κρεμασμένας τας κεφαλάς…Μετά την εκτέλεσιν συνεκεντρώθησαν εις Κρεβαττάν και υπό τους ήχους φωνογράφου ήρχισαν να διασκεδάζουν επί του δώματος του Γ. Ζωάκη και έπειτα μεθυσμένοι κατελθόντες εχόρευαν επί των πτωμάτων των εκτελεσθέντων φωνάζοντας “Xάιλ Χίτλερ”…»
Σήμερα συναντά κανείς στην περιοχή μία επιτύμβια πλάκα που θυμίζει την θυσία του Στυλιανού, της Μαρίας και της Ευαγγελίας Βερβελάκη από το Κεφαλοβρύσι Βιάννου. Ήταν τρία αδελφάκια 13, 12 και 8 ετών αντίστοιχα, που βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν γιατί αρνήθηκαν να δείξουν που είχε κρυφτεί ο πατέρας τους. Τέτοιες σκηνές αγριότητας δυσκολεύεται πραγματικά να συλλάβει ο ανθρώπινος νους.
Ο επίλογος της γερμανικής θηριωδίας γράφτηκε περίπου εκεί που άρχισε. Στον μαρτυρικό Αλικιανό όπου εκτελέστηκε ίσως ο τελευταίος άμαχος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Ακόμη και μετά την άνευ όρων παράδοση του Γ’ Ράιχ τα τελευταία γερμανικά στρατεύματα στην Κρήτη παρέμεναν συγκεντρωμένα σε έναν στενό θύλακα πέριξ της πόλης των Χανίων γνωστό ως «οχυρή θέση Χανιά». Τυπικά είχαν παραδοθεί και δεν είχαν δικαίωμα εχθροπραξιών πόσο δε μάλλον εκτελέσεων. Διατηρούσαν όμως τον οπλισμό τους.
Στον Αλικιανό υπήρχε ένα μικρό φυλάκιο και λίγο πριν την οριστική αποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων κάτοικοι του χωριού πυροβόλησαν και σκότωσαν τον σκοπό. Οι Γερμανοί σε απάντηση εκτέλεσαν όποιον βρήκαν μπροστά τους. Έναν αγρότη που γύριζε από το χωράφι του αποκαμωμένος με την αξίνα στην πλάτη. Το ημερολόγιο έγραφε 26 Μαΐου 1945. Δεκαεπτά ολόκληρες μέρες μετά την επίσημη συνθηκολόγηση της Γερμανίας…
Αν τελικά έχει κάτι η Κρήτη να παρηγορείται από την μαρτυρική εμπειρία της γερμανικής κατοχής είναι ότι οι μόλις τρείς (3) Γερμανοί εγκληματίες πολέμου που εκτελέστηκαν από ελληνικά αποσπάσματα μεταπολεμικά ήταν υπεύθυνοι για σφαγές στο νησί: Οι δύο στρατιωτικοί διοικητές Μύλλερ και Μπρόγερ καθώς και ο παρανοϊκός «κυνηγός κεφαλών» Σούμπερτ που αργότερα έδρασε και στη Μακεδονία. Στην καταδίκη τους έπαιξε τεράστιο ρόλο η παρουσία αποφασισμένων μαρτύρων κατηγορίας, γεγονός που σε άλλες περιπτώσεις είτε Γερμανών, είτε Ελλήνων συνεργατών τους εξέλειψε. Οι Κρητικοί δεν ξέχασαν γρήγορα, αλλά αυτό δεν απέτρεψε την ατιμωρησία πολλών άλλων πρωταγωνιστών των εγκλημάτων που έμειναν μακριά από την τσιμπίδα της δικαιοσύνης.
Τέλος έχει αξία να σημειώσουμε ότι σε αντίθεση με κάποιες από τις ωμότητες στην κεντρική Ελλάδα, τα εγκλήματα στην Κρήτη έγιναν από «κανονικούς» στρατιώτες της Βέρμαχτ. Όχι από τμήματα μεραρχιών Ες-Ες που άλλωστε δεν πάτησαν το πόδι τους στο νησί. Αυτό για να μην υπάρχουν ψευδαισθήσεις περί Γερμανών στρατιωτών «δύο ταχυτήτων» ως προς τις ανθρωπιστικές τους ευαισθησίες…
Διαβάστε περισσότερες ειδήσεις από την Κρήτη και το Ηράκλειο