ΠΟΛΙΤΕΣ

Γεγονότα, Ιστορικός και Ιστορία

Δεν έχει σημασία ο τύπος αλλά η ουσία και εν προκειμένω η μέθοδος και η ερμηνεία για να εξαχθεί ένα αποτέλεσμα, μια ιστορική διήγηση.

Γεγονότα, Ιστορικός και Ιστορία

Γράφει ο Δρ Γιώργος Κορναράκης

Θα ήθελα να καταθέσω κάποιες απόψεις σχετικά με το πλέγμα γεγονός-ιστορικός και Ιστορία, γιατί οψίμως ενεφανίσθησαν κάποιοι που έχουν σπουδάσει, ως λέγουν ιστορικοί, και δεν δέχονται ούτε παραδέχονται κανένα άλλο να γράψει ιστορία, αν δεν έχει, ισχυρίζονται, πτυχίο από τμήμα ιστορκό-αρχαιολογικό. Βεβαίως εδώ θα πρέπει να ενθυμηθούμε την ελληνική παροιμία πόσο εύστοχα σημειώνει ότι «δεν κάνουν τα ράσα τον παπά αλλά ο παπάς τα ράσα». Συνεπώς δεν έχει σημασία ο τύπος αλλά η ουσία και εν προκειμένω η μέθοδος και η ερμηνεία για να εξαχθεί ένα αποτέλεσμα, μια ιστορική διήγηση. Δεν μπορώ όμως να λησμονήσω να μην αναφέρω το περιστατικό που μετά την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα (1864), ο Kερκυραίος δικαστής Δαρέζης έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία της Ελλάδας και διορίστηκε έπαρχος στην Πελοπόννησο. O διορισμός του δίνει την ευκαιρία στον Ξενόπουλο να σκιαγραφήσει τις αντιλήψεις και το ήθος των Eπτανησίων αριστοκρατών, οι οποίοι, επηρεασμένοι από τα αγγλικά κυρίως πρότυπα, επέμεναν στην τήρηση των τύπων, που δεν απασχολούσαν βέβαια καθόλου το νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και με την επιστήμη της ιστορίας και την ιστοριογραφία. Δεν σημαίνει ότι ιστορικός είναι μόνο εκείνος που έχει αποφοιτήσει από ένα τμήμα, αλλά ιστορικός μπορεί να είναι ο καθένας που γράφει ιστορία. Για παράδειγμα ο Θουκυδίδης, ο Ξενοφώντας, ο Πολύβιος, ο Προκόπιος, η Άννα η Κομνηνή, ο Δούκας ο Σφραντζής, ο Παραρρηγόπουλος, η καταγραφή των απομνημονευμάτων των αγωνιστών του 1821 και τόσοι άλλοι στην σύγχρονη εποχή για να αναφέρω ως παράδειγμα τον κ. Καμπουράκη που έγραψε το βιβλίο «Μια σταγόνα Ιστορία», κανείς ακόμα και από τους μεγάλους ιστορικούς δεν βγήκε να τους ή τον κατακρίνει ότι δεν είναι ιστορικός και με ποιο δικαίωμα γράφουν/γράφει ιστορία. Δεν σημαίνει ότι όσοι δεν έχουν αποφοιτήσει από κάποιο τμήμα Ιστορικό δεν έχουν δικαίωμα να γράψουν Ιστορία ή κάποιος που δεν σπούδασε Λογοτεχνία δεν έχει δικαίωμα να γράψει ποίηση ή πεζό, αλλά μόνο εκείνος που τελείωσε Νεοελληνικό τμήμα. Σαν να λέμε ότι ένας ιατρός παθολόγος δεν έχει δικαίωμα να επιδέσει ένα τραύμα και θα πρέπει να περιμένουμε τον χειρουργό οπωσδήποτε για να το ράψει.

Αν τα παραπάνω φαίνονται τόσο αστεία, άλλο τόσο αστείο είναι να ισχυριζόμαστε ότι δικαίωμα να ερμηνεύουν ή να γράφουν ιστορία έχουν μόνο αυτοί που είναι «τύποις» ιστορικοί. Δηλαδή όσοι ιστορικοί χωρίς κάποιο δίπλωμα ιστορικού έγραψαν και παρέδωσαν για τα γεγονότα του παρελθόντος και έχουμε εμείς την δυνατότητα να μελετάμε αρχικά και αφού εντρυφήσουμε κάπως, να προσπαθήσουμε μέσω των πηγών να κάνουμε την δική μας ιστορική ερμηνεία, να τους ψέξουμε με ποιο δικαίωμα έγραψαν ιστορία αφού δεν είναι ιστορικοί. Η ιστορία ως έρευνα, ως τρόπος εξέτασης ή θεώρησης και συνεπώς και η ιστοριογραφία ως αποτύπωση ιστορικού λόγου, η οποία εξετάζει το σύνολο των όψεων της κοινωνικής πραγματικότητας των περασμένων χρόνων της καθημερινής δράσης, ονομάζεται «Συνολική Ιστορία» ή «Νέα Ιστορία» και αποτελεί πραγματικά τη συμβολή πολλών επιστημών. Ως τέτοια η Ιστορία έχει ανάγκη όλες τις υπόλοιπες επιστήμες για να κατανοηθεί και να αποτυπωθεί ως ιστορικός λόγος και δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει τους στατιστικολόγους, τους κοινωνιολόγους, τους οικονομολόγους, τους ψυχολόγους, τους θρησκειολόγους, τους επιγραφολόγους, τους αρχιτέκτονες, τους ζωγράφους, τους ψηφιδογράφους κ. ά. κλάδους να ασχολούνται με την ιστορία, αφού είναι τομείς που από μόνοι τους δημιουργούν Ιστορία. Συνελόντι ειπείν, η ιστορία έχει ανάγκη όλους που μπορούν να ρίξουν μια αχτίδα φωτός στα περασμένα με σκοπό την ορθότερη ερμηνεία τους. Φαίνεται εκ τούτου ότι η Ιστορία και κατ’ επέκταση η ιστοριογραφία είναι ένα τεράστιο σύνολο γεγονότων από το οποίο, βέβαια, απουσιάζουν πολλά κομμάτια, όπως παρατηρεί ο Καρ (Carr Edward), το οποίο προσπαθεί να συμπληρώσει ο ιστορικός. Το κύριο πρόβλημα βεβαίως της Ιστορίας δε βρίσκεται μόνο στα κενά των γεγονότων, αφού αργά ή γρήγορα ενδεχομένως θα συμπληρωθούν, αλλά και στην ερμηνεία των διαφόρων γεγονότων που υπάρχουν στη διάθεσή μας.

Ο Άκτον (Acton 1907) έγραφε προς τους εκδότες του έργου «Μοντέρνα Ιστορία» ότι οριστική ιστορία μπορεί να μην έχουμε στη γενιά μας, αλλά μπορούμε να απαλλαγούμε από τη συμβατική ιστορία και θα υπάρξει στο μέλλον μια οριστική ιστορία. Αντίθετα, επικρίνοντας τον Άκτον, έγραφε ο Κλαρκ (Clark 1957) πως οι ιστορικοί θεωρούν αναμενόμενο ότι το έργο τους θα ξεπεραστεί ξανά και ξανά. Και αυτό, γιατί πιστεύεται ότι η γνώση του παρελθόντος έχει φτάσει σε εμάς με τη μεσολάβηση και άλλων ανθρώπινων σκέψεων, επεξεργασμένο ήδη. Όταν όμως οι ίδιοι οι ιστορικοί και οι ειδήμονες περί τα ιστορικά διαφωνούν τόσο ριζικά μεταξύ τους, γίνεται κατανοητό ότι ανοίγεται πεδίο λαμπρό για περαιτέρω εμβάθυνση στη σχέση των γεγονότων με τον ιστορικό. Σύμφωνα με τους εμπειριστές πρώτα πρέπει να εξακριβωθούν τα γεγονότα και έπειτα να γίνει η ερμηνεία τους. Σύμφωνα με τον Clark κανείς ιστορικός να μην καυχάται ότι κατέχει την αλήθεια, καθώς νέα ευρήματα δίνουν την ευκαιρία για αναθεώρηση παλαιών απόψεων ή αναθεωρούνται ιστορικές αναθεωρήσεις.

Πώς όμως θα μπορούσε να οριστεί η υποχρέωση του ιστορικού απέναντι στα γεγονότα; Καθήκον του ιστορικού δεν είναι μόνο η εξάντληση του σεβασμού στα γεγονότα. Έχει υποχρέωση επίσης να βεβαιώνεται για την ακρίβειά τους διασταυρώνοντάς τα από πολλές πλευρές και πολλές πτυχές τους, κρίνοντάς τα παράλληλα. Πολύ περισσότερο, οφείλει να φέρνει στην επιφάνεια όλα τα γεγονότα που είναι ή που θα μπορούσαν να γίνουν γνωστά και σχετίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με το προς διαπραγμάτευση θέμα και την ερμηνεία του. Το παραθέτει άλλωστε και ο Ξενοφών: «παρά τῶν γεγενημένων μανθάνετε∙ αὓτη γάρ ἀρίστη διδασκαλία»

Από όλα τα παραπάνω είναι φανερό ότι η διαδικασία της ιστορικής συγγραφής είναι μια πολύπλοκη εργασία. Όταν ξεκινήσει την έρευνα των πηγών ο ιστορικός, έχει ερεθίσματα από τα οποία αρχίζει το γράψιμο, χωρίς να είναι απαραίτητο να ακολουθεί μια ευθύγραμμη πορεία. Είναι όμως ανάγκη έρευνα-μελέτη και γραφή να προχωρούν παράλληλα, διότι το ένα θα τροφοδοτεί το άλλο. Καθώς προχωρεί αυτή η διαδικασία, γίνονται στο συγγραφέν ιστορικό κείμενο προσθαφαιρέσεις, διαγραφές ή επαναδιατυπώσεις. Δεν ξεχωρίζονται ούτε δίνεται προτεραιότητα σε καμία από τις δυο διαδικασίες. Αν δεν γίνει αυτό, γίνεται απλά συρραφή γεγονότων χωρίς νόημα ή γράφεται ιστορική προπαγάνδα ή ιστορική μυθοπλασία, όπου τα γεγονότα θα είναι απλά διακοσμητικά στοιχεία.

Αυτό βέβαια δεν το αγνοεί κάθε αντικειμενικός - «πραγματικός ιστορικός» και δεν μπορεί να αναγνωρίσει μια προτεραιότητα στη μια ή την άλλη διαδικασία. Ξεκινά έτσι με μια προσωρινή επιλογή γεγονότων, στα οποία δίνει μια προσωρινή ερμηνεία. Καθώς όμως προχωρεί η εργασία του, τόσο η επιλογή όσο και η ερμηνεία, υπόκεινται σε συνειδητές ή και ασύνειδες αλλαγές. Το παραπάνω συμβαίνει, γιατί υπάρχουν αλληλεπιδράσεις των γεγονότων με το γνωστικό και ψυχικό κόσμο του συγγραφέα - ιστορικού. Ο ιστορικός και τα γεγονότα βρίσκονται σε μια συνεχή διαλεκτική σχέση μεταξύ τους. Χωρίς τον ιστορικό τα γεγονότα είναι νεκρά και δίχως νόημα, αλλά και χωρίς τα γεγονότα ο ιστορικός είναι μετέωρος και αυθαίρετος. Αυτό επομένως συνεπάγεται μια διαρκή αλληλεπίδραση, ένα διαρκή διάλογο μεταξύ παρόντος – παρελθόντος ή ιστορικού και γεγονότων. Αυτή ακριβώς η διαλεκτική σχέση ιστορικού και γεγονότων είναι η ουσία της ιστοριογραφίας. Είναι το πλέγμα εκείνο με το οποίο παρουσιάζεται ιστοριογραφία  και όχι συρραφή, που κάνει να διαιωνίζονται τα ίδια ιστορικά σφάλματα. Δηλαδή, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν κοπιάζουν για την αναζήτηση της αλήθειας και στρέφονται περισσότερο σε ό,τι ευρίσκουν έτοιμο. Μαρτυρείται εξάλλου και από τον ιστορικό Θουκυδίδη «οὓτως ἀταλαίπωρος τοῖς πολλοῖς ἡ ζήτησις τῆς ἀληθείας, καί ἐπί τά ἑτοῖμα μᾶλλον τρέπονται».

Ένα γεγονός μπορεί να οφείλεται σε πολλαπλές αιτίες ή παράγοντες γένεσης. Για παράδειγμα, η σημερινή οικονομική ύφεση η οποία βιώνεται στην Ελλάδα ως γεγονός, είναι πολυπαραγοντική συνισταμένη αιτίων. Σε αυτά μπορεί κανείς να αναφέρει τα εξής: Τις ανοικτές δανειοδοτήσεις των τραπεζών που οδήγησαν τον εγκλωβισμό των πολιτών σε μια μακροχρόνια οικονομική υποχρέωση, ώστε να μη μπορούν ακόμη και εάν θέλουν να αντιδράσουν εργασιακά∙ την ακραία κερδοσκοπία ορισμένων παγκόσμιων οικονομικών ομίλων (π.χ. τραπεζών), την κακοδιαχείριση και σπατάλη του δημόσιου χρήματος από μη ηθικούς πολιτικούς ή και πολίτες «λειτουργούς», τον ηθικο-κοινωνικό ξεπεσμό, αφού όλα είναι ρευστά αναφορικά με τις κοινωνικές σχέσεις των ατόμων, την μη εφαρμογή των νόμων, αφού κατά κανόνα οι παραβάτες δεν τιμωρούνται, το πελατειακό πολιτικό σύστημα που δίνει ευκαιρία για πολλαπλές διαπλοκές, τους επίορκους δημόσιους υπαλλήλους, που δεν φυλάσσουν πίστη στην Πατρίδα, τους νόμους και τα ψηφίσματα του κράτους, τη λανθασμένη άποψη των νέων για τη χειρωνακτική εργασία ή την καθημερινή διαβίωση και ότι οι νέοι στην πλειοψηφία τους δεν γνωρίζουν τη φύση και δεν διδάσκονται από αυτήν καθώς δεν έρχονται σε επαφή με αυτήν. Τη διάλυση/δοκιμασία του θεσμού της οικογένειας που οφείλεται σε μια γενική ηθική και κοινωνική κάμψη, τους νέους που επιζητούν μόνο δικαιώματα, χωρίς παράλληλα να αισθάνονται την ανάγκη να εκπληρώνουν όλες τις υποχρεώσεις τους κ.λπ.

Από μόνη της, επομένως, η δήλωση που έγινε ανωτέρω για το παρελθόν εμπεριέχει το στοιχείο της αβεβαιότητας ως προς την καθολική σύλληψη του όρου Ιστορία. Η γνώση του παρελθόντος, για να θεωρείται κατά το δυνατόν πλήρης, χρειάζεται να περιλαμβάνει την ανίχνευση των συνιστωσών που δημιουργούν ένα γεγονός. Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο, αφού δεν έχουμε διαθέσιμα όλα τα κατάλοιπα του παρελθόντος τα οποία συνιστούν ένα γεγονός. 

Βεβαίως τα γεγονότα του παρελθόντος έχουν συμβεί πριν από πολλά χρόνια ή πολλούς αιώνες και η γνώση τους στον νεότερο άνθρωπο γίνεται μέσω όσων καταλοίπων τους έχουν ανευρεθεί. Είναι βέβαιο ότι τα ανευρεθέντα κατάλοιπα απεικονίζουν μόνο μια όψη του παρελθόντος και ενδεχομένως μια άλλη όψη του να αποσιωπάται, ελλείψει άλλων συγκεκριμένων στοιχείων. Από το πλήθος των στοιχείων του παρελθόντος ο ιστορικός επιλέγει συνήθως να ασχοληθεί με ορισμένα που θεωρεί ενδεικτικά, παραλείποντας έτσι άλλα. Παραλείποντας όμως γεγονότα είτε από άγνοια είτε σκοπιμότητα, ή για να διατυπώσουμε διαφορετικά, από βιασύνη, δημιουργούνται παρανοήσεις! Τέτοιες παρανοήσεις έχουν συμβεί  και μάλιστα από ιστορικούς! Ας θυμηθούμε το συνωστισμό στη Σμύρνη ή ότι οι Έλληνες άφησαν ελεύθερους τους Ιταλούς το 1940 να περάσουν στη χώρα, ότι δεν έγινε χορός του Ζαλόγγου ή ποιος ο πυρπολητής του Αρκαδίου κ. ά. Αν μεν δεχτούμε ότι για την πρώτη περίπτωση υπήρξε μια ατυχής έκφραση που θα μπορούσε να διορθωθεί δεν έγινε διόρθωσε με 4-5 λέξεις, για την υπόθεση το ότι άφησαν του Ιταλούς να περάσουν είναι πέρα για πέρα κατασκευή ιστορικών συμβάντων που ανερυθρίαστα θέλησαν να περάσουν ορισμένοι κύκλοι, αμαυρώνοντας τον αγώνα των Ελλήνων. Αν λοιπόν υπάρχουν τέτοιοι ιστορικοί που στρευλώνουν την Ιστορία, καλύτερα να σιωπούν και να μη διεκδικούν το μοναδικό δικαίωμα ερεύνης και συγγραφής της Ιστορίας.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση