Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι βαθιά διχασμένες αναφορικά με το σχέδιο ανάκαμψης που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ύψους 750 δισ. ευρώ, και οι προοπτικές μίας συμφωνίας στην επικείμενη σύνοδο κορυφής στις 17-18 Ιουλίου είναι αβέβαιες, σύμφωνα με υψηλόβαθμο αξιωματούχο.
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, θα παρουσιάσει μία συμβιβαστική πρόταση την επόμενη εβδομάδα, σε μία προσπάθεια να γεφυρώσει τις διαφορές, δήλωσε ο αξιωματούχος. Ο Μισέλ, ο οποίος προεδρεύει στις συνόδους κορυφής της ΕΕ, θα προτείνει να διατηρηθεί το ύψος του πακέτου που πρότεινε η Κομισιόν, αλλά ο αξιωματούχος δεν απάντησε αν θα αλλάξει η αναλογία επιχορηγήσεων και δανείων – 500 δισ. ευρώ έναντι 250 δισ. ευρώ, αντίστοιχα.
Ο Μισέλ θα προτείνει στην ομάδα των πλουσιότερων χωρών της ΕΕ, με επικεφαλής την Ολλανδία – που θέλουν να μειώσουν ή να εξαλείψουν τις επιχορηγήσεις – επιστροφές που θα μειώσουν τα ποσά που συνεισφέρουν στον προϋπολογισμό της ΕΕ, σε μία προσπάθεια να αποσπάσει την έγκρισή τους για τη συμφωνία.
Ο Μισέλ, σύμφωνα με το δημοσίευμα, θα προτείνει την επόμενη εβδομάδα όπως το 70% του πακέτου κατανεμηθεί σύμφωνα με την πρόταση της Κομισιόν και το υπόλοιπο 30% να χορηγηθεί από το 2023, ανάλογα με το βάθος της ύφεσης κάθε χώρας τα επόμενα δύο χρόνια. Συνολικά, ο Μισέλ θα προτείνει όπως οι χώρες έχουν συνολικά τρία χρόνια για να δεσμεύσουν πόρους για τα σχέδιά τους και άλλα τρία χρόνια για να τους δαπανήσουν, σύμφωνα με τον αξιωματούχο.
Οι όροι που θα συνδέονται με την εκταμίευση των πόρων θα ενισχυθούν, επίσης, ώστε να διασφαλιστεί ότι θα χρησιμοποιηθούν για να βοηθήσουν στην κλιματική και ψηφιακή μετάβαση της ΕΕ, είπε ο αξιωματούχος. Θα υπάρχουν, επίσης, ασφαλιστικές δικλείδες κατά της διολίσθησης από τους δημοκρατικούς κανόνες σε κράτη – μέλη, όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία, σύμφωνα με το δημοσίευμα.
Κάνοντας μία ακόμη παραχώρηση στον πλούσιο ευρωπαϊκό Βορρά, ο Μισέλ θα προτείνει περικοπές στον τακτικό προϋπολογισμό της ΕΕ, ο οποίος ανέρχεται σε πάνω από 1 τρισ. ευρώ για επτά έτη. H πρόταση αυτή είναι πιθανόν να προκαλέσει την αντίδραση χωρών της Ανατολικής Ευρώπης που ωφελούνται περισσότερο από τις αγροτικές επιδοτήσεις του προϋπολογισμού.