ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Τα σενάρια για τους αγωγούς και τα κοιτάσματα σε Κρήτη και Ιόνιο
Ολα τα σχέδια που θα βρεθούν στο τραπέζι το επόμενο διάστημα έχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, οικονομικά, γεωπολιτικά και τεχνικά.
SHARE:
H απόφαση για απεξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο κατέστησε αναγκαία την όσο το δυνατόν ταχύτερη μεταφορά αερίου από τα κοιτάσματα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, ενώ ταυτόχρονα αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον για τους υδρογονάνθρακες της Κρήτης και του Ιονίου.
Η Αγκυρα δήλωσε θορυβωδώς «παρούσα» για τη μεταφορά του ισραηλινού αερίου στην Ε.Ε. μέσω Τουρκίας. Πιο αθόρυβα, η Αθήνα επεξεργάζεται σχέδιο ενός «εναλλακτικού» EastMed, που θα μεταφέρει αέριο από το Ισραήλ μέσω Αιγύπτου και Ελλάδας στην Ιταλία και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Ολα τα σχέδια που θα βρεθούν στο τραπέζι το επόμενο διάστημα έχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, οικονομικά, γεωπολιτικά και τεχνικά. Επιπλέον, η Αθήνα προχωρεί με ταχείες διαδικασίες την επανεκκίνηση των ερευνών σε τρία «οικόπεδα» με πιθανά μεγάλα κοιτάσματα υδρογονανθράκων
Πόλεμος αγωγών για το αέριο της Μεσογείου
Η ταχεία απεξάρτηση της Ε.Ε. από το ρωσικό αέριο σημαίνει ότι θα πρέπει να φτάσει το ταχύτερο δυνατό στις ευρωπαϊκές αγορές και το αέριο από τα κοιτάσματα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Ενδεικτικό της σημασίας που αποκτούν πλέον τα κοιτάσματα αυτά είναι ότι η Τουρκία, αμέσως μετά την επίσκεψη του Ισραηλινού προέδρου και του Γερμανού καγκελαρίου στην Κωνσταντινούπολη, έσπευσε να «πλασάρει» διά του Τύπου σχέδια για έναν αγωγό που θα μεταφέρει τα ισραηλινά κοιτάσματα στην Τουρκία και θα φτάνει στην Ευρώπη μέσω των υφιστάμενων αγωγών ΤΑΝAP και ΤAP.
Ωστόσο, ρόλο διαμετακομιστή διεκδικούν κι άλλες χώρες, έστω και λιγότερο θορυβωδώς, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, η οποία, αξιοποιώντας και τις υφιστάμενες και νέες υποδομές επί των εδαφών της (αγωγοί ΤΑΡ και ΙGB, FSRU Ρεβυθούσας, τα δύο νέα FSRU Αλεξανδρούπολης και της Κορίνθου), μπορεί να μετατραπεί σε hub στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Μέσω της Ελλάδας μπορεί να φτάσει στην Ευρώπη αέριο από την Κασπία, την Ανατολική Μεσόγειο και LNG από διάφορες πηγές, καλύπτοντας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αρμόδιων παραγόντων, το 20% των ποσοτήτων που εισάγει σήμερα η Ευρώπη από τη Ρωσία (160 δισ. κ.μ. το 2021). Οι ειδικοί «βλέπουν» τέσσερις διαφορετικές διαδρομές, με τα δικά της η καθεμία οικονομικά, τεχνικά και γεωπολιτικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα.
Εναλλακτικός EastMed. Μια υποθαλάσσια διαδρομή θα συνδέει τα κοιτάσματα του Ισραήλ και της Κύπρου με την Αίγυπτο. Από εκεί, με έναν υποθαλάσσιο αγωγό 380 χιλιομέτρων που θα ακολουθεί τη διαδρομή του ηλεκτρικού καλωδίου θα φτάνουν στην Κρήτη και στη συνέχεια στην Πελοπόννησο και από εκεί στην Ιταλία και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Πλεονεκτήματα: Η εναλλακτική αυτή όδευση του EastMed δεν εµπίπτει σε γεωπολιτικές συµπληγάδες, γεγονός που εγγυάται την ταχεία ολοκλήρωσή της.
Μειονεκτήματα: Αφήνει εκτός διαδροµής την Κύπρο, καθιστώντας το όλο ζήτηµα δύσκολα διαχειρίσιµο για την ελληνική κυβέρνηση σε πολιτικό επίπεδο. Επιπλέον, η λύση αυτή απαιτεί μεγάλες ποσότητες αερίου για να υποστηρίξουν οικονομικά τις απαιτούμενες υποδομές.
Αγωγός Ισραήλ – Τουρκίας: Το σχέδιο που επαναφέρει η Τουρκία, παράλληλα με τη βελτίωση των σχέσεών της με το Ισραήλ, προβλέπει τη μεταφορά των κοιτασμάτων του Ισραήλ μέσω ενός υποθαλάσσιου αγωγού στην Τουρκία μήκους 500 χιλιομέτρων, που θα παρακάμπτει τις ΑΟΖ της Συρίας και του Λιβάνου και θα φτάνει στον κόλπο της Αλεξανδρέττας. Από εκεί, μέσω του δικτύου αγωγών ΤΑΝΑP και ΤΑP θα φτάνει μέσω της Ελλάδας στην Ευρώπη.
Πλεονεκτήματα: Είναι η οικονοµικότερη λύση σε σχέση µε τις άλλες εναλλακτικές οδεύσεις. Το κόστος συντηρητικά υπολογίστηκε το 2016, που η Τουρκία εμφάνισε για πρώτη φορά αυτό το σχέδιο, σε 2 δισ. δολάρια (τιμές 2014).
Μειονεκτήματα: Είναι η πλέον επισφαλής γεωπολιτικά λύση, καθώς ενισχύει σηµαντικά την εξάρτηση της Ευρώπης από την Τουρκία ως διαμετακομιστή αερίου. Σήμερα, μέσω της Τουρκίας και των αγωγών TurkStream και TΑΡ φτάνει στη Νοτιοανατολική Ευρώπη τόσο το ρωσικό αέριο όσο και το αζερικό. Μετά το «πάθημα» της εξάρτησης από τη Ρωσία, η Ευρώπη θα πρέπει να σκεφτεί πολύ για το εάν θα παραδώσει τις στρόφιγγες του αερίου της Ανατολικής Μεσογείου στην Τουρκία.
Ισραήλ – Αίγυπτος και µε πλοία LNG στην Ε.Ε. Mέσω μιας υποθαλάσσιας όδευσης το αέριο από τα κοιτάσματα του Ισραήλ θα φτάνει στους τερματικούς σταθμούς LNG της Αιγύπτου και από εκεί θα μεταφέρεται με πλοία στην Ευρώπη.
Πλεονεκτήματα: Η λύση αυτή αξιοποιεί πλήρως τη δυναµικότητα των τερµατικών σταθμών της Αιγύπτου, Νταμιέτα και Ιντκου, προσφέροντας µια οικονοµικά αποδοτική λύση για την εξαγωγή του αερίου από την Ανατολική Μεσόγειο. Ηδη εισάγειαέριο από τα κοιτάσματα του Ισραήλ και το 2021 εξήγαγε ένα μέρος αυτών στις αγορές της Ασίας και της Ευρώπης.
Μειονεκτήματα: Η εξαγωγή αερίου από την ανακάλυψη νέων κοιτασµάτων στο Ισραήλ, στην Κύπρο αλλά και στην Αίγυπτο δεν μπορεί να καλυφθεί από την υφιστάμενη δυναμικότητα των τερματικών σταθμών LNG της Αιγύπτου. Οι πρόσθετες υποδομές ανεβάζουν σημαντικά το κόστος της συγκεκριμένης διαδρομής.
Ο αρχικός EastMed: Ο αγωγός σχεδιάστηκε για να μεταφέρει αρχικά 10 δισ. κ.μ. αερίου ετησίως –ποσότητες που θα διπλασιαστούν σταδιακά– κατά μήκος 1.872 χιλιομέτρων, εκ των οποίων περίπου 1335 χλμ. υποθαλάσσιο τμήμα και 537 χλμ. χερσαίο. Θα συνδέει τα κοιτάσματα του Ισραήλ και της Κύπρου μέσω μιας υποθαλάσσιας διαδρομής που θα επεκτείνεται υποθαλάσσια στην Κρήτη και από εκεί στην Πελοπόννησο για να διασχίσει στη συνέχεια τη Δυτική Ελλάδα και να συναντήσει στη Θεσπρωτία τον υποθαλάσσιο αγωγό Ελλάδας – Ιταλίας (Ποσειδών).
Πλεονεκτήματα: Ενισχύει τη γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας και της Κύπρου στην ευρύτερη περιοχή και φέρνει πιο κοντά χώρες με κοινά συμφέροντα, όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, το Ισραήλ και η Ιταλία, και περιορίζει τον ρόλο της Τουρκίας.
Μειονεκτήματα: Το υψηλό κόστος ύψους 6 δισ. δολαρίων, σύµφωνα µε τις µελέτες της κοινοπραξίας των ∆ΕΠΑ – Εdison που είναι και οι φορείς υλοποίησής του.
Οι τεχνικές δυσκολίες, καθώς ο αγωγός διέρχεται από πολύ μεγάλα βάθη που φτάνουν σε κάποια σημεία ακόμη και στα 3.200 μέτρα. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο σε μήκος και βάθος αγωγό παγκοσμίως. Οι αντιδράσεις της Τουρκίας, καθώς θα διέρχεται τις κυπριακής ΑΟΖ, στις οποίες προστέθηκαν προσφάτως και οι αμερικανικές ενστάσεις με τη μορφή non paper.
Μεγάλες προσδοκίες για τα κοιτάσματα αερίου
Στο προσκήνιο επαναφέρει τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες η στρατηγική απεξάρτησης της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο, που επισπεύδεται μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και παράλληλα η παράταση ζωής που πήρε το φυσικό αέριο ως καύσιμο – γέφυρα για την ενεργειακή μετάβαση, με την αναγνώρισή του ως πράσινη επένδυση.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε σαφή από το βήμα της Βουλής την απόφαση της κυβέρνησης να διερευνήσει τις υποθαλάσσιες περιοχές της Κρήτης (νότια και νοτιοδυτικά) και του Ιονίου ώστε να υπάρξει για πρώτη φορά μια ολοκληρωμένη εικόνα των πιθανολογούμενων κοιτασμάτων φυσικού αερίου και να προχωρήσει στη συνέχεια η εκμετάλλευσή τους, εφόσον αξιολογηθεί ότι η δυναμικότητά τους μπορεί να έχει ένα ισχυρό αποτύπωμα στην ελληνική οικονομία και να τη μετασχηματίσει. Μέσα στην εβδομάδα μάλιστα, όπως ο ίδιος ο πρωθυπουργός προανήγγειλε, αναμένονται σχετικές ανακοινώσεις, οι οποίες σύμφωνα με πληροφορίες θα αφορούν αποφάσεις και συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα για την εκκίνηση των ερευνητικών εργασιών στις δύο περιοχές της Κρήτης που έχουν παραχωρηθεί σε κοινοπραξία των Τotal – ExxonΜobil – EΛΠΕ και του Ιονίου που έχει παραχωρηθεί στα ΕΛΠΕ.
Οι σεισμικές έρευνες και οι ερευνητικές γεωτρήσεις που θα ακολουθήσουν θα δείξουν εάν επιβεβαιώνονται οι ενδείξεις βάσει γεωφυσικών – γεωλογικών δεδομένων για περισσότερους από 30 στόχους στις τρεις περιοχές. Μελέτη της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) που έγινε για την περιοχή νοτίως της Κρήτης, με τα πιο σύγχρονα γεωφυσικά δεδομένα, έχει αναδείξει νέες δομές οι οποίες μοιάζουν με τα δύο γνωστά γεωλογικά μοντέλα της Ανατολικής Μεσογείου, δηλαδή τύπου Λεβιάθαν (Ισραήλ) και Ζορ (Αίγυπτος). Πρόκειται για τα μεγάλα κοιτάσματα φυσικού αερίου που ανακαλύφθηκαν στις ΑΟΖ Ισραήλ και Αιγύπτου αντίστοιχα και άλλαξαν τα γεωπολιτικά δεδομένα στην περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Σύμφωνα με στοιχεία που είχε παρουσιάσει το 2019 στέλεχος των ΕΛΠΕ σε κλειστή συνάντηση για τους υδρογονάνθρακες, η ανάλυση των σεισμικών δεδομένων της περιοχής της Κρήτης δείχνει κοίτασμα 280 δισ. κ.μ. αερίου, το οποίο εάν επιβεβαιωθεί θα μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς για σχεδόν 50 χρόνια. Η συνολική αξία των ελληνικών κοιτασμάτων υπολογίζεται από την ΕΔΕΥ στα 250 δισ. ευρώ.
Οι πιθανοί στόχοι στην Κρήτη βρίσκονται σε πετρώματα θαμμένα βαθιά κάτω από τον βυθό της θάλασσας, σε βάθη που ξεπερνούν κατά πολύ τα 1.500 μέτρα.
Τα δύο «οικόπεδα» δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης, που έχουν παραχωρηθεί στην κοινοπραξία των Τotal – ExxonΜobil – EΛΠΕ έπειτα από διεθνή διαγωνισμό το 2017 που προκάλεσαν οι ίδιες, εκτείνονται σε μία έκταση 40.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων (όσο περίπου η έκταση της Πελοποννήσου). Αντίστοιχα το οικόπεδο βορειοδυτικά του Ιονίου που παραχωρήθηκε στα ΕΛΠΕ εκτείνεται σε 6.671 τετραγωνικά χιλιόμετρα και οι γεωλογικές δομές του προσομοιάζουν με αυτές στην περιοχή της Αδριατικής όπου έχουν εντοπιστεί εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα.
Για την περαιτέρω διερεύνηση των τριών υποθαλάσσιων περιοχών απαιτούνται σεισμικές έρευνες και ερευνητικές γεωτρήσεις, ένα πρόγραμμα διάρκειας 2,5 ετών τουλάχιστον. Από απόψεως επενδύσεων θα απαιτηθούν περί τα 3 εκατ. δολάρια ανά περιοχή για τις γεωφυσικές έρευνες και περί τα 80-120 εκατ. δολάρια για κάθε ερευνητική γεώτρηση, που για κάποιες δύσκολες τεχνικά περιπτώσεις –που επιβάλλουν λόγοι περιβαλλοντικής προστασίας– μπορεί να φτάσει και τα 150 εκατ. δολάρια. Οι πιθανοί στόχοι στην περιοχή της Κρήτης, σύμφωνα με την ΕΔΕΥ βρίσκονται σε πετρώματα θαμμένα βαθιά κάτω από τον βυθό της θάλασσας, σε βάθη που ξεπερνούν κατά πολύ τα 1.500 μέτρα. Ο μέσος όρος βάθους νερού σε αυτές τις περιοχές ξεπερνάει τα 2.500 μέτρα και σε πολλές περιπτώσεις φτάνει τα 3.500 μέτρα, παράγοντας που ανεβάζει το κόστος των επενδύσεων. Μια πλήρης διερεύνηση των τριών περιοχών προϋποθέτει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αρμοδίων παραγόντων, πέντε με έξι ερευνητικές γεωτρήσεις.
Η κυβέρνηση αναμένεται να δώσει το επόμενο διάστημα ένα ισχυρό σήμα αποφασιστικότητας προς τις ανάδοχες εταιρείες, που δεν το είχαν το προηγούμενο διάστημα, απόρροια του γενικότερου αρνητικού περιβάλλοντος που διαμόρφωσε η κατρακύλα των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου τη διετία 2019 και 2020 και η στρατηγική αποεπένδυσης των πετρελαϊκών εταιρειών. Στην περίπτωση που οι ανάδοχες εταιρείες δεν κινητοποιηθούν, πληροφορίες φέρουν την κυβέρνηση να τις αντικαθιστά με εταιρείες που μάλιστα έχει βρει ήδη. Για να κερδηθεί το στοίχημα απαιτείται σε κάθε περίπτωση ισχυρή πολιτική βούληση και σταθερό και μακροχρόνιο θεσμικό πλαίσιο που να καλύπτει τον μακρύ ορίζοντα ανάπτυξης επενδύσεων σε έρευνα και εκμετάλλευση (πάνω από δεκαετία).
Mε τη μόνιμη αγκυροβόληση στον προβλήτα της Ρεβυθούσας ενός ειδικά διαμορφωμένου δεξαμενόπλοιου, η χωρητικότητα των 225.000 κ.μ. αερίου των υφιστάμενων τριών δεξαμενών του νησιού θα αυξηθεί κατά 100.000 κ.μ. Φωτ. SHUTTERSTOCK
Το σχέδιο για να έχουμε αέριο τον επόμενο χειμώνα
Σχέδιο για να εξασφαλίσει επάρκεια φυσικού αερίου τον χειμώνα του 2022-2023, ακόμη κι αν η Ρωσία διακόψει την παροχή προς τη χώρα μας, επεξεργάζονται οι αρμόδιες ελληνικές αρχές. Το σχέδιο προβλέπει τα εξής:
Πρώτον, την προσθήκη μιας τέταρτης δεξαμενής αποθήκευσης LNG στη Ρεβυθούσα, με την αγκυροβόληση μόνιμα στον προβλήτα του νησιού ενός ειδικά διαμορφωμένου δεξαμενόπλοιου. Ετσι, η χωρητικότητα 225.000 κ.μ. αερίου των υφιστάμενων τριών δεξαμενών θα αυξηθεί κατά 100.000 κυβικά μέτρα. Με τον τρόπο αυτό η αποθηκευτική δυναμικότητα της Ρεβυθούσας θα αυξηθεί από τις 19-21 ημέρες στον 1,5 μήνα. Βάσει των σεναρίων που επεξεργάζεται ο Διαχειριστής Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ), για την πλήρη υποκατάσταση του ρωσικού αερίου θα πρέπει η Ρεβυθούσα να δουλεύει στο φουλ, αεριοποιώντας ένα φορτίο LNG ανά τρεις ημέρες.
Αυτό σημαίνει και έναν εξαιρετικά ακριβή προγραμματισμό των φορτίων που θα καταφθάνουν στη Ρεβυθούσα, άσκηση με την οποία καταπιάνεται από τώρα ο ΔΕΣΦΑ σε συνεργασία με το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και τις εταιρείες εισαγωγής, ενώ βρίσκεται ήδη στην αναζήτηση του πλοίου που θα αγκυροβολήσει στο λιμάνι. «Είναι μια πολύ δύσκολη άσκηση, που θα δοκιμάσει το σύστημα», τονίζουν στην «Κ» κύκλοι του ΔΕΣΦΑ. Η κατάσταση πάντως θα εξομαλυνθεί πλήρως μετά το 2023, καθώς θα αρχίσουν να λειτουργούν οι νέοι τερματικοί σταθμοί LNG, με πρώτο της Αλεξανδρούπολης.
Δεύτερον, η διοίκηση του ΔΕΣΦΑ διερευνά τις δυνατότητες χρήσης αποθηκών της Ιταλίας για λογαριασμό της Ελλάδας. Σε πρώτη φάση εξετάζεται η αποθήκευση 0,5 δισ. κ.μ. αερίου, ποσότητα που θα αποδεσμεύσει η Ιταλία από τον ΤAP (προμηθεύεται σήμερα 8 δισ. κ.μ.) και θα μπει στο ελληνικό σύστημα από το σημείο εισόδου Ν. Μεσημβρίας, μέσω του οποίου εισέρχονται ήδη ποσότητες 1 δισ. αζέρικου αερίου ετησίως. Δευτερευόντως εξετάζει ένα αντίστοιχο σενάριο με δέσμευση αποθηκευτικού χώρου στη Βουλγαρία. Η συμφωνία της Ευρώπης με τις ΗΠΑ για επιπλέον προμήθειες 15 δισ. κ.μ. αμερικανικού LNG φέτος, σε υποκατάσταση αντίστοιχων ποσοτήτων που εισάγονται από την Gazprom, δεν αφορά άμεσα την Ελλάδα. Η σύμβαση της ΔΕΠΑ με την Gazprom για την προμήθεια αερίου λήγει το 2026, ενώ το 2030 λήγει η σύμβαση για μικρότερες ποσότητες της «Μυτιληναίος». Οπότε μέχρι τότε δεν τίθεται ζήτημα υποκατάστασης ρωσικού αερίου. Επιπλέον, η Ελλάδα δεν διαθέτει εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου οι οποίες θα μπορούσαν να υποδεχθούν μέρος των επιπλέον ποσοτήτων αμερικανικού LNG.
Η αξιοποίηση του εξαντλημένου κοιτάσματος φυσικού αερίου στη Ν. Καβάλα, αν και σχεδιάστηκε από το 2011, αφού έμεινε για πολλά χρόνια στα χαρτιά, βρίσκεται σήμερα στη δεύτερη φάση του διαγωνισμού παραχώρησης από το ΤΑΙΠΕΔ, με διεκδικητές την Energean και κοινοπραξία των ΤΕΡΝΑ – ΔΕΣΦΑ. Θεωρητικά η συμφωνία Ε.Ε. – ΗΠΑ θα μπορούσε να συμβάλει στην ασφάλεια εφοδιασμού της Ελλάδας σε περίπτωση διακοπής ροών ρωσικού αερίου και υπό την προϋπόθεση ότι κάποιες από αυτές τις πρόσθετες ποσότητες θα καταλήξουν σε αποθήκες της Ιταλίας και της Βουλγαρίας.
Βεβαίως η Ελλάδα θα συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν για την οριστικοποίηση της συμφωνίας ΗΠΑ – Ε.Ε., καθώς προβλέπεται ότι θα επεκταθεί μέχρι το 2030 και οι ποσότητες αμερικανικού LNG θα φτάσουν στα 50 δισ. ετησίως, σύμφωνα με την κοινή δήλωση Μπάιντεν – Φον ντερ Λάιεν.
Δείτε επίσης:
Έρχονται ανακοινώσεις για τις έρευνες υδρογονανθράκων στην Κρήτη