ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Μικρότερα, λιγότερα και ακριβότερα προϊόντα
Ποιοι και πώς ενορχηστρώνουν το κύμα ακρίβειας στην αγορά. Με ποια τρικ ξεγελούν το μάτι και την τσέπη των καταναλωτών. Πώς γίνεται οι συσκευασίες να συρρικνώνονται, ενώ οι τιμές διαστέλλονται
Σε δυσθεώρητα ύψη εξακολουθούν να παραμένουν οι τιμές στα ράφια των σουπερμάρκετ, δύο και πλέον χρόνια μετά την έναρξη της ατέρμονης κούρσας της ακρίβειας, το καλοκαίρι του 2021.
Με τον πληθωρισμό των τροφίμων να… πετά τον Αύγουστο με 10,7% σε ετήσια βάση, παρά την αποκλιμάκωση που παρατηρείται σε άλλες κατηγορίες αγαθών, εκπρόσωποι καταναλωτικών οργανώσεων εμφανίζονται ανήσυχοι για την κατάσταση που θα διαμορφωθεί στην αγορά τους φθινοπωρινούς και χειμερινούς μήνες, ύστερα και από την πρόσφατη καταστροφή στη Θεσσαλία, υπογραμμίζοντας ότι τα δύσκολα είναι μπροστά μας.
«Κάθε μήνα έχουμε νέες αυξήσεις» λέει στα «ΝΕΑ» ο Απόστολος Ραφτόπουλος, πρόεδρος της Ενωσης Εργαζόμενων Καταναλωτών Ελλάδος της ΓΣΕΕ. «Οι τιμές σε ελαιόλαδο και γαλακτοκομικά έχουν εκτοξευθεί. Αβγά, κασέρι, γραβιέρα και κεφαλοτύρι είναι πλέον απλησίαστα. Φέτα μετά βίας βρίσκεις κάτω από 12-13 ευρώ το κιλό».
«Ζούμε στην εποχή του τζόγου, της ρουλέτας των τιμών» αναφέρει από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΙΝΚΑ/Γενικής Ομοσπονδίας Καταναλωτών Ελλάδος, Γιώργος Λεχουρίτης. «Οι τιμές σπάσανε την μπάνκα» λέει χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι πρωταγωνιστές στις ανατιμήσεις είναι το λάδι, τα τυροκομικά, τα κηπευτικά, τα φρούτα, οι ξηροί καρποί και τα όσπρια.
«Δυστυχώς, οι προοπτικές είναι δυσοίωνες.
Εχει παγιωθεί μια κατάσταση η οποία είναι εξαιρετικά ανησυχητική» τονίζει η Παναγιώτα Καλαποθαράκου, γενική διευθύντρια της Ενωσης Καταναλωτών ΕΚΠΟΙΖΩ. «Η ακρίβεια ήρθε για να μείνει και κάθε μήνα υπάρχουν αυξήσεις σε πολλές κατηγορίες προϊόντων. Με αποκορύφωμα το ελαιόλαδο, του οποίου η τιμή τους τελευταίους δύο μήνες έχει απογειωθεί».
Ράλι τιμών δίχως τέλος
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, τον τελευταίο μήνα το ράλι στις τιμές των τροφίμων «οδήγησαν» προϊόντα όπως ψωμί και δημητριακά, κρέατα, ψάρια, γαλακτοκομικά και αβγά, έλαια και λίπη. Φρούτα, λαχανικά, ζάχαρη, σοκολάτες, γλυκά και παγωτά, καφές, κακάο, τσάι αλλά και το μεταλλικό νερό, τα αναψυκτικά και οι χυμοί φρούτων εξακολουθούν επίσης να κινούνται ανοδικά, ανεπηρέαστα από τη θεαματική υποχώρηση του ενεργειακού κόστους σε σχέση με το καλοκαίρι του 2022.
Η επιμονή της ακρίβειας στα τρόφιμα, παρά την αποκλιμάκωση άλλων δεικτών του πληθωρισμού, αποτελεί παράγοντα ανησυχίας «που δεν αφορά μόνο τη χώρα μας, αλλά το σύνολο του δυτικού κόσμου», σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο γενικός γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του υπουργείου Ανάπτυξης, Σωτήρης Αναγνωστόπουλος.
Τονίζει, μάλιστα, ότι οι ανατιμήσεις δεν μπορούν να αποφευχθούν, αφενός επειδή έχουν αυξηθεί τα κόστη παραγωγής, αφετέρου λόγω του ενεργειακού κόστους που παραμένει σχετικά υψηλό, αλλά χαμηλότερο σε σχέση με πέρυσι.
Υπογραμμίζει, δε, ότι η ισχύς των μεγάλων πολυεθνικών των τροφίμων είναι τέτοια που τους επιτρέπει σε μεγάλο βαθμό να διαμορφώνουν τις τιμές σε συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων.
Πάντως, οι εκπρόσωποι καταναλωτικών οργανώσεων αποδίδουν το σαρωτικό κύμα ακρίβειας και στη στρεβλή λειτουργία της εγχώριας αγοράς, καταγγέλλοντας παράλληλα ελλιπείς ελέγχους. «Στην αγορά υπάρχει ασυδοσία και έλλειψη λειτουργίας του ανταγωνισμού, με αποτέλεσμα οι τιμές να είναι στα ύψη, πάνω από τις ευρωπαϊκές χώρες, με αγοραστική δύναμη που υπολείπεται κατά το ήμισυ ή και περισσότερο αυτής που εξασφαλίζουν οι ευρωπαϊκοί μισθοί.
Το αποτέλεσμα είναι να φτωχοποιούνται διαρκώς τα ελληνικά νοικοκυριά» περιγράφει η Παναγιώτα Καλαποθαράκου, κάνοντας λόγο για ανεπαρκείς ρυθμιστικούς-ελεγκτικούς μηχανισμούς. Για ολιγοπώλιο στον χώρο του λιανεμπορίου κάνει λόγο και ο Απόστολος Ραφτόπουλος, ενώ ο Γιώργος Λεχουρίτης καταγγέλλει ότι οι κρατικοί μηχανισμοί «αν λειτουργούν, λειτουργούν αποσπασματικά».
«Η φύση των ελέγχων αλλάζει, όπως αλλάζει η αγορά» απαντά ο γενικός γραμματέας Εμπορίου, ξεκαθαρίζοντας ότι «ο επί τόπου έλεγχος με τους λεγόμενους «ράμπο» της δεκαετίας του 1990 έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί». Οπως σημειώνει, πλέον γίνονται αυτοματοποιημένοι μαζικοί έλεγχοι μέσω ηλεκτρονικών συστημάτων, οι οποίοι δεν μπορούν να ποσοτικοποιηθούν. «Το εμπόριο σε πολύ μεγάλο βαθμό έχει ψηφιοποιηθεί, και έτσι υπάρχουν ηλεκτρονικά δεδομένα και αποτυπώματα που μας επιτρέπουν να βλέπουμε τι συμβαίνει» προσθέτει.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού
Ωστόσο, οι «ανορθογραφίες» στην ελληνική αγορά έχουν κινήσει το ενδιαφέρον και της Επιτροπής Ανταγωνισμού, που τον Φεβρουάριο ανακοίνωσε τη διεξαγωγή χαρτογράφησης των συνθηκών ανταγωνισμού στις αγορές των απορρυπαντικών πλυντηρίου ρούχων, του φρέσκου και βρεφικού γάλακτος, του τυριού και του γιαουρτιού αγελάδος.
Είχε προηγηθεί η «κόκκινη κάρτα» της Επιτροπής κατά των δύο πολυεθνικών που κατέχουν τα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς στην κατηγορία των απορρυπαντικών, καθώς τα προϊόντα τους πωλούνται στην Ελλάδα κατά 113,92% έως 361% ακριβότερα σε σχέση με την Ιρλανδία, που είναι η φθηνότερη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Σε πρόσφατο ενημερωτικό δελτίο της Επιτροπής, εξάλλου, επισημαίνεται μεταξύ άλλων πως η διατήρηση των υψηλών τιμών λιανικής πώλησης του γάλακτος «μάλλον φαίνεται ότι δεν είναι συμβατή ούτε με το κόστος πρώτων υλών ούτε με το κόστος ενέργειας».
Τα τερτίπια των βιομηχανιών και το φαινόμενο «shrinkflation»
Δεν περιορίζει μόνο η αύξηση των τιμών την ποσότητα προϊόντων που μπορούν να αγοράσουν οι καταναλωτές με ένα δεδομένο ποσό χρημάτων. Η μείωση των συσκευασιών ή του περιεχομένου τους με την τιμή να παραμένει σταθερή ή και να αυξάνεται, το φαινόμενο του «shrinkflation» (η τάση να μειώνεται η ποσότητα του προϊόντος ανά συσκευασία με διατήρηση ή και αύξηση της τιμής), όπως έχει ονομαστεί, αποτελεί πλέον, σύμφωνα με εκπροσώπους καταναλωτικών οργανώσεων, παγιωμένη τακτική.
«Το φαινόμενο της σμίκρυνσης των συσκευασιών συνεχίζεται, αν και όχι με την ένταση που παρατηρούνταν πριν από περίπου οκτώ-δέκα μήνες» λέει η Παναγιώτα Καλαποθαράκου από την ΕΚΠΟΙΖΩ.
«Εσχάτως το βλέπουμε σε προϊόντα όπως το ελαιόλαδο, με τις συσκευασίες των πέντε κιλών να έχουν περιοριστεί σε τέσσερα ή και τρία κιλά, με την ίδια τιμή» συμπληρώνει.
«Στα προϊόντα που παρατηρείται το φαινόμενο της σμίκρυνσης των συσκευασιών περιλαμβάνονται μαργαρίνες, γιαούρτια, βούτυρα, ψωμί, ακόμα και τα συσκευασμένα φρούτα που από το ένα κιλό περιορίζονται στα 800 γραμμάρια» λέει από την πλευρά του, επιβεβαιώνοντας την πρακτική, ο Γιώργος Λεχουρίτης του ΙΝΚΑ.
«Παξιμάδια, ζωοτροφές αλλά και χαρτιά υγείας, χαρτοπετσέτες και απορρυπαντικά εντάσσονται επίσης σε αυτή την κατηγορία» προσθέτει, κάνοντας λόγο για εξαπάτηση και παραπλάνηση των καταναλωτών.
«Φέτος οι αυξήσεις στην τιμή των παγωτών ξεπέρασαν το 85%, με μείωση περιεχομένου κατά 20%-30%.
Ενα παιδικό παγωτό που πέρυσι είχε μέγεθος 110 γραμμάρια, φέτος έχει περιοριστεί στα 90 γραμμάρια, με την τιμή του να έχει αυξηθεί κατά 80%» περιγράφει και ο Απόστολος Ραφτόπουλος της Ενωσης Εργαζόμενων Καταναλωτών Ελλάδος.
«Ενίοτε το βάρος του χαρτιού υγείας μειώνεται με την τοποθέτηση μεγαλύτερου ρολού στο εσωτερικό» συμπληρώνει ο Γιώργος Λεχουρίτης. «Υπάρχουν πάρα πολλά τερτίπια με τα οποία οι βιομηχανίες εξαπατούν τους καταναλωτές» σημειώνει, τονίζοντας ότι το γεγονός πως τα απορρυπαντικά βρίσκονται σχεδόν μονίμως σε προσφορά κινεί υποψίες για πλασματική έκπτωση.
Μια άλλη οπτική δίνει ωστόσο ο γενικός διευθυντής του ΙΕΛΚΑ, Λευτέρης Κιοσές.
«Η αλλαγή των συσκευασιών είναι κάτι που συνέβαινε και πριν από το κύμα πληθωρισμού, και θα συνεχίσει να συμβαίνει» αναφέρει στα «ΝΕΑ», υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για ένα φαινόμενο που δεν είναι όσο εκτεταμένο πιστεύεται. «Σε έναν βαθμό εξυπηρετεί και τους καταναλωτές» λέει, εξηγώντας ότι η ύπαρξη μικρότερων συσκευασιών επιτρέπει την απόκτησή τους από αγοραστές για τους οποίους το ίδιο προϊόν δεν θα ήταν προσβάσιμο σε μεγαλύτερη συσκευασία. «Η δουλειά που έχει γίνει από το αρμόδιο υπουργείο το προηγούμενο διάστημα, με τη μεγέθυνση της γραμματοσειράς της τιμής μονάδας μέτρησης, βοηθάει επίσης τους καταναλωτές» προσθέτει.
Πώς οι τιμές τραβάνε την ανηφόρα
Η… βουτιά στο παρελθόν μιας σειράς δημοφιλών προϊόντων αποκαλύπτει τις εκρηκτικές αυξήσεις που έχουν σημειωθεί την τελευταία διετία, οι οποίες ενίοτε συνοδεύονται από σμίκρυνση των συσκευασιών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως προκύπτει από δεδομένα που συγκέντρωσαν «ΤΑ ΝΕΑ», τον Ιούλιο του 2021, στην αρχή της πληθωριστικής κρίσης, επώνυμη μπάρα μαργαρίνης διατίθετο σε συσκευασία των 250 γραμμαρίων έναντι 4,72 ευρώ/κιλό.
Σήμερα, το ίδιο προϊόν πωλείται σε συσκευασία των 200 γρ. έναντι 7,15 ευρώ/κιλό. Συσκευασία επώνυμου κατεψυγμένου αρακά βάρους ενός κιλού πωλούνταν προς 3,57 ευρώ/κιλό. Σήμερα, η συσκευασία έχει «χάσει» 100 γρ., με την τιμή να έχει σκαρφαλώσει στα 4,42 ευρώ/κιλό. Επώνυμα πατατάκια στον φούρνο με αλάτι που στην αρχή της πληθωριστικής κρίσης πωλούνταν σε συσκευασία των 125 γρ. έναντι 14,24 ευρώ/κιλό, σήμερα βρίσκονται στο ράφι σε συσκευασίες των 105 γρ., με την τιμή να φτάνει τα 17,62 ευρώ/κιλό. Οσο για το λάδι, σήμερα το ένα λίτρο κοστίζει όσο προ διετίας στοίχιζε η διπλάσια ποσότητα.
Ετσι, επώνυμο ελαιόλαδο ενός λίτρου πωλείται προς 7,80 ευρώ, ενώ πριν από δύο χρόνια τα δύο λίτρα κόστιζαν 7,34 ευρώ.
Σχολιάζοντας το φαινόμενο του «shrinkflation», ο γενικός γραμματέας Εμπορίου, Σωτήρης Αναγνωστόπουλος, σημειώνει ότι πρόκειται για μια πρακτική που «δεν είναι παράνομη στον βαθμό που η ποσότητα επικοινωνείται στον καταναλωτή και δεν δημιουργείται η αίσθηση ότι αγοράζει την ποσότητα που αγόραζε παλιά».
Υπογραμμίζει, δε, ότι οι καταναλωτές πρέπει να βλέπουν στη συσκευασία ποια ποσότητα αγοράζουν και προς τούτο στις ετικέτες έχει μεγαλώσει η ένδειξη της τιμής ανά μονάδα μέτρησης. «Ζούμε σε μια ελεύθερη αγορά.
Ο καθένας μπορεί να βάζει όση ποσότητα θέλει σε όποια συσκευασία επιθυμεί» σημειώνει, ξακαθαρίζοντας πάντως ότι υπάρχουν και στοιχεία που παραπέμπουν σε παραπλάνηση του καταναλωτή. «Οταν υπάρχουν συσκευασίες ακριβώς ίδιες με τις προηγούμενες, είναι προφανές ότι το μάρκετινγκ προσπαθεί να δώσει την ψευδαίσθηση στον καταναλωτή ότι αγοράζει το ίδιο προϊόν».
Το παράδειγμα της Γαλλίας
Στη Γαλλία η αλυσίδα σουπερμάρκετ-κολοσσός Carrefour θα προειδοποιεί η ίδια πλέον τους πελάτες της για τη συρρίκνωση συσκευασιών προϊόντων από προμηθευτές – τις «κρυφές» συχνά μειώσεις σε βάρος και ποσότητα, οι οποίες συνεπάγονται αυτόματα μεγάλες αυξήσεις στις τιμές. Η Carrefour αποφάσισε να κολλάει πλέον αυτοκόλλητα πάνω στις συσκευασίες προϊόντων προμηθευτών, όπως οι Nestle, PepsiCo και Unilever, που προειδοποιούν για μείωση μεγέθους με συνεπακόλουθη αύξηση τιμής («shrinkflation»).
Και ξεπερασμένη και με «αρρυθμίες» η πλατφόρμα e-katanalotis
Σοβαρές δυσλειτουργίες παρουσιάζει η πλατφόρμα του e-katanalotis, η εφαρμογή που, σύμφωνα με την περιγραφή στη σχετική σελίδα του gov.gr, επιτρέπει στους καταναλωτές να βλέπουν την τιμή κάθε προϊόντος «σε κάθε διαφορετικό κατάστημα καθώς και την εξέλιξη της τιμής του από την προηγούμενη εβδομάδα».
Είναι ενδεικτικό ότι η αναζήτηση ενός προϊόντος μαργαρίνης γνωστής εταιρείας επιστρέφει ως αποτέλεσμα μια συσκευασία 250 γραμμαρίων, η οποία πλέον έχει καταργηθεί. Και όμως, εμφανίζεται σε δύο καταστήματα στην τιμή των 1,37 ευρώ και 1,42 ευρώ. Μία απλή διασταύρωση με το ηλεκτρονικό κατάστημα που διαθέτει η μία εκ των δύο αλυσίδων, αποκαλύπτει ότι στην πραγματικότητα πρόκειται τελικώς για προϊόν βάρους 200 γρ. που πωλείται στην τιμή των 1,15 ευρώ (με έκπτωση). Αντίστοιχα, αναζήτηση γνωστής μάρκας ελληνικού καφέ συσκευασίας 96 γρ. επιστρέφει αποτελέσματα από οκτώ σημεία πώλησης, όμως ίδια τιμή με αυτήν που δίνει το e-katanalotis εντοπίζεται μόνο σε έναν ιστότοπο σουπερμάρκετ, αφού στις υπόλοιπες περιπτώσεις διαπιστώνονται μικρότερες ή μεγαλύτερες αποκλίσεις.
Εξηγώντας τη δυσλειτουργία αυτή, ο γενικός γραμματέας Εμπορίου Σωτήρης Αναγνωστόπουλος επισημαίνει ότι οφείλεται στο γεγονός ότι η λογική με την οποίαν είχε δομηθεί η πλατφόρμα είναι πια ξεπερασμένη. «Οι γρήγορες αλλαγές σε επίπεδο barcodes δεν ήταν κάτι που είχε υπολογιστεί» όταν σχεδιαζόταν το e-katanalotis, σημειώνει, προαναγγέλλοντας αναμόρφωση της πλατφόρμας, ώστε να μην αντλεί πλέον πληροφορίες από τα barcodes αλλά από τα e-shops των μεγάλων αλυσίδων σουπερμάρκετ. Φιλοδοξία είναι η νέα μορφή της πλατφόρμας να τεθεί σε λειτουργία μέσα στους επόμενους μήνες.