ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Το κόστος του πολέμου για την Ευρώπη

Oι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να επωμιστούν το βάρος της οικονομικής αντίδρασης στον πόλεμο στην Ουκρανία

Το κόστος του πολέμου για την Ευρώπη

Oι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να επωμιστούν το βάρος της οικονομικής αντίδρασης στον πόλεμο στην Ουκρανία. Και αυτό θα τις επιφορτίσει με περαιτέρω χρέος από αυτό που σώρευσαν στη διάρκεια της πανδημίας, σε μια περίοδο κατά την οποία η ΕΚΤ αυξάνει το κόστος δανεισμού. Εντούτοις, οι κυβερνήσεις έχουν το περιθώριο να είναι τολμηρές.

Υπό κανονικές συνθήκες η κλασική αντίδραση σε μια άνοδο των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου θα ήταν να αφεθούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις να απορροφήσουν τους κραδασμούς. Οι κυβερνήσεις από πλευράς τους δεν θα μετρίαζαν τις επιπτώσεις με έλεγχο των τιμών, ούτε και οι κεντρικές τράπεζες θα ανησυχούσαν πολύ για τον πρόσκαιρο πληθωρισμό. Ωστόσο, σήμερα το να αγνοηθεί η απειλή του πληθωρισμού, θα σήμαινε πως θα υποχρεωνόταν η ΕΚΤ αργότερα να λάβει σκληρότερα μέτρα. Τον Ιανουάριο ήδη, οι τιμές έδειξαν να ανέρχονται 5% σε ετήσια βάση. Ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι το ενεργειακό σοκ θα αυξήσει περαιτέρω τον πληθωρισμό κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες το τρέχον έτος.

Στη διάρκεια της πανδημίας, το χρέος των ευρωπαϊκών χωρών αυξήθηκε – Η ρωσική εισβολή θα εντείνει τις πιέσεις.

Και αυτός είναι ο λόγος που η ΕΚΤ έχει οργανώσει την ολοκλήρωση του προγράμματος αγοράς ομολόγων και ενδεχομένως ακόμη και να οδηγηθεί σε αύξηση του κόστους δανεισμού μέσα στο 2022. Η αυστηρότερη νομισματική πολιτική έρχεται σε μια κακή στιγμή για τις κυβερνήσεις, οι οποίες ακόμη θα πρέπει να συνδράμουν τις οικονομίες τους, ώστε αφενός να απορροφήσουν το υψηλότερο κόστος από τις τιμές φυσικού αερίου και πετρελαίου, αφετέρου τις ροές προσφύγων. Επιπλέον, θα χρειαστεί να τονώσουν τις αμυντικές δαπάνες τους. Το Ινστιτούτο Μπρίγκελ εκτιμά πως το δημοσιονομικό κόστος πιθανώς και να φθάσει έως το 4% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη.

Το χρέος της, εν τω μεταξύ, έχει ήδη αυξηθεί σε επίπεδα κατά τι χαμηλότερα από τα επίπεδα του 100% του ΑΕΠ, ενώ της Ιταλίας διαμορφώνεται στο 150%. Οι δε δράσεις της ΕΚΤ αυξάνουν το κόστος χρηματοδότησης και οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων της Ιταλίας διπλασιάστηκαν από τον Οκτώβριο στο 2%.

Το διαφαινόμενο πλήγμα στον προϋπολογισμό έχει κάνει ορισμένους να ζητούν ένα κοινό ευρωπαϊκό ταμείο, αλλά μάλλον κάτι τέτοιο φαίνεται απίθανο. Ευτυχώς προς το παρόν τα επιτόκια είναι χαμηλότερα του πληθωρισμού, οπότε ο αντίκτυπος από τον επιπλέον δανεισμό στην αναλογία χρέους περιορίζεται. Εξάλλου, ο μέσος όρος διάρκειας των ομολόγων της Ευρωζώνης έχει παραταθεί τα τελευταία 15 χρόνια, από τα έξι στα επτά έτη στην Ιταλία και από τα επτά στα οκτώ στη Γαλλία. Και, τέλος, η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ διατηρείται σχετικά χαλαρή. Αντιθέτως με τη Fed δεν αφορά την περιστολή του ισολογισμού. Το δε κόστος δανεισμού αναμένεται να παραμείνει συγκρατημένο.

Πηγή:Καθημερινή

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση