ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Κατώτατος μισθός: «Μετρημένη» αύξηση 5% - 7,75% προτείνει το ΚΕΠΕ
Την Τρίτη 28/2 παραδίδει το ΚΕΠΕ και η Επιτροπή Σοφών το πόρισμα για την αύξηση του κατώτατου μισθού στον υπουργό Εργασίας, Κωστή Χατζηδάκη
Το τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο πριν από τη διάλυση της Βουλής, που θα συνεδριάσει στις 3 Μαρτίου, αναμένεται να εγκρίνει την πρόταση Χατζηδάκη για το ύψος του νέου κατώτατου μισθού, ο οποίος στη συνέχεια θα ανακοινωθεί από τον πρωθυπουργό προκειμένου να εφαρμοστεί από την 1η Απριλίου.
Πάντως το ΚΕΠΕ μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου και αφού λάβει υπόψη του όλα τα υπομνήματα θα πρέπει να παραδώσει το σχέδιο πορίσματος στον υπουργό Εργασίας. Σύμφωνα με πληροφορίες, θα εισηγηθεί αύξηση από 5% (εκτιμώμενος πληθωρισμός για το 2023) έως 7,75%, το ποσοστό αύξησης των συντάξεων. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, η κυβέρνηση που παίρνει την τελική απόφαση να αυξήσει κατά τι τα ποσοστά.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει με βάση τα σενάρια ότι ο νέος κατώτατος μισθός, που σήμερα είναι 713 ευρώ μικτές αποδοχές, θα αυξηθεί στα επίπεδα των 752 ευρώ (+ 5,5%), ή των 768 ευρώ (+7,75%), ή των 780 ευρώ (+9%), άρα η αύξηση θα είναι από 40 έως 70 ευρώ μικτά.
Υπενθυμίζουμε ότι οι εργοδοτικοί φορείς στα υπομνήματά τους πρότειναν αυξήσεις από 4% έως 10%, ενώ 15% (826 ευρώ) πρότεινε η ΓΣΕΕ.
Αύξηση 3%-5% εισηγήθηκε η ΤτΕ και 3%-4% το ΚΕΠΕ, επισημαίνοντας ότι οποιαδήποτε αύξηση του κατώτατου μισθού πάνω από αυτό το ποσοστό θα αυξήσει το μοναδιαίο κόστος εργασίας και θα παγιδεύσει στο δόκανο της εφορίας μισθωτούς που μέχρι σήμερα ήταν εντός του αφορολόγητου ορίου.
Σενάρια για μείωση εισφορών
Η ανακοίνωση του νέου κατώτατου μισθού δεν αποκλείεται να συνδυαστεί με την εξαγγελία για περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, ακόμα και αν το μέτρο εφαρμοστεί αργότερα, αλλά εντός του 2023.
Συγκεκριμένα, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η κυβέρνηση κλειδώνει μέσα στο προσεχές διάστημα μια νέα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών εντός του 2023 κατά 0,60%, ενώ σε βάθος τετραετίας θα εξεταστεί και περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους.
Το οικονομικό επιτελείο βλέπει πολύ θετικά τη μείωση των εισφορών, η οποία θα ευνοήσει νέες προσλήψεις, θα ελαφρύνει το κόστος των επιχειρήσεων και θα αυξήσει το καθαρό εισόδημα των μισθωτών.
Βέβαια, επειδή πρόκειται για μέτρο μόνιμου χαρακτήρα, στελέχη του οικονομικού επιτελείου επισημαίνουν την ανάγκη προσεκτικών χειρισμών, καθώς δεν πρέπει να τεθεί σε κίνδυνο η δημοσιονομική σταθερότητα.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει ακόμα ένα μικρό περιθώριο για μείωση εισφορών που αντιστοιχούν στις παρακρατήσεις υπέρ ΔΥΠΑ, όπως για παράδειγμα της κατάρτισης η οποία πλέον χρηματοδοτείται από το ταμείο ανάκαμψης.
Ομως από 'κει και πέρα, τα περιθώρια στενεύουν, καθώς ο «σκληρός πυρήνας» των εισφορών αντιστοιχεί στον κλάδο υγείας και σύνταξης, δύο κλάδοι που είναι ελλειμματικοί αν δεν χρηματοδοτηθούν από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Τι ζητούν οι εργοδότες
Πάντως, οι εργοδοτικοί φορείς έδωσαν έμφαση στα υπομνήματά τους για τον κατώτατο μισθό στην μείωση των εισφορών, πιέζοντας για τη συρρίκνωση του μη μισθολογικού κόστους.
Ειδικότερα ο ΣΕΒ προτείνει αύξηση 5% με 6%, υπό την προϋπόθεση ότι θα μειωθεί και το μη μισθολογικό κόστος κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες άμεσα και κατά επιπλέον 3 μονάδες το διάστημα 2024-2025, προκειμένου η Ελλάδα να αρχίσει να προσεγγίζει τον μέσο όρο μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.
Υπενθυμίζουμε ότι έως τώρα οι εισφορές μειώθηκαν κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες τον Ιούνιο του 2020 (0,42 π.μ. για τον εργαζόμενο και 0,48 π.μ. για τον εργοδότη) και κατά 3,0 π.μ. τον Ιανουάριο του 2021 (1,21 π.μ. για τον εργαζόμενο και 1,79 π.μ.), ενώ κατά 0.50% μειώθηκαν οι εισφορές προς την επικουρική ασφάλιση από την 1η Ιουνίου 2022. Υπολείπεται, λοιπόν, η μείωση κατά 0.60% από τη συνολική μείωση των πέντε ποσοστιαίων μονάδων για την οποία έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση.
Ομως, η συγκεκριμένη διαδικασία ενδέχεται να έχει και συνέχεια κατά τα επόμενα έτη. Συγκεκριμένα το οικονομικό επιτελείο μελετά το ενδεχόμενο να υπάρξει πρόταση για περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών έως τρεις ποσοστιαίες μονάδες από το 2024 και μετά.