ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η απόσυρση της στήριξης στα νοικοκυριά για την ενέργεια τροφοδοτεί τον πληθωρισμό
Τι προκύπτει από τα στοιχεία της Eurostat
Η απόσυρση των μέτρων από τις κυβερνήσεις για την στήριξη των καταναλωτών απέναντι στις αυξημένες τιμές ενέργειας και ειδικά του ρεύματος, τροφοδοτεί τον πληθωρισμό όπως δείχνουν τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Eurostat.
Το πρόβλημα δεν φαίνεται για την ώρα να επηρεάζει την Ελλάδα, ωστόσο αποτελεί εν δυνάμει μία σοβαρή εστία μελλοντικών πληθωριστικών πιέσεων, ειδικά στην περίπτωση που κάτι αλλάξει στην αγορά. Την ίδια στιγμή η εικόνα του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη απομακρύνει την προσδοκία για άμεση μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, αφού ο στόχος για πληθωρισμό 2% απέχει σημαντικά από τα τρέχοντα επίπεδα.
Αυτό σημαίνει ότι οι αγορές θα πρέπει να αναθεωρήσουν την στάση τους κάτι που αναμφίβολα θα επηρεάσει τόσο τις μετοχές, όσο και τα ομόλογα, αν και τις τελευταίες ημέρες είδαμε μερικά δείγματα γραφής προς αυτή την κατεύθυνση.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το γερμανικό 10ετές εκτοξεύθηκε πάνω από το 2,2% αν και πριν από λίγες ημέρες ήταν κάτω από το 2%. Και στην αγορά μετοχών όμως, υπάρχει σαφέστατος προβληματισμός, αφού είναι δύσκολη η πρόβλεψη για την πορεία των οικονομιών της Ευρωζώνης μέσα στο 2024. Οι αναλυτές πλέον θεωρούν ότι ναι μεν το τέρας του πληθωρισμού θα καμφθεί, αλλά όχι όσο γρήγορα κάποιοι αισιόδοξοι περίμεναν.
Και αυτή η τελευταία διαπίστωση ίσως και να στέλνει ένα μήνυμα, ότι μειώσεις επιτοκίων μην δούμε τελικά το πρώτο 6μηνο του 2024, αλλά αργότερα.
Η ανησυχία για τον πληθωρισμό επέστρεψε στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Η επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης των τιμών που κατέγραψε με βάση τα στοιχεία της η Eurostat για τον Δεκέμβριο, τόσο σε Ελλάδα όσο και σε Ευρώπη σημαίνουν ένα καμπανάκι που κάθε άλλο παρά θα πρέπει να το αγνοήσουν οι Αρχές. Επίσης αυτή η εξέλιξη ίσως και να σημαίνει ότι η εποχή της μείωσης των επιτοκίων ίσως θα αργήσει ακόμη περισσότερο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία στην Ευρωζώνη η νέα πηγή πληθωριστικών πιέσεων είναι και πάλι η ενέργεια. Οι παράγοντες που τροφοδοτούν τις ανατιμήσεις είναι οι τιμές του δείκτη ενέργειας και η αγορά ηλεκτρισμού. Όπως επισημαίνεται οι πιέσεις αυτές μπορεί να κρατήσουν έως τα μέσα του 2024 και εν συνεχεία θα υπάρχει μεν αποκλιμάκωση, αλλά αυτή σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να επιστρέψει τις τιμές στα προ κρίσης επίπεδα.
Στην Ελλάδα οι τιμές του γενικού δείκτη στην Ελλάδα, αυξήθηκαν κατά 3,7% από 2,9% που είχαν αυξηθεί τον Νοέμβριο, όταν και είχε καταγραφεί μία σημαντική επιβράδυνση σε σχέση με ρυθμό 3,8% τον προηγούμενο μήνα.
Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ανοδική τάση στις τιμές αντικατοπτρίζεται και από τον γεγονός ότι ο πληθωρισμός από 2,4% που ήταν τον Νοέμβριο αυξήθηκε στο 2,9%, αυξάνοντας την σχετική απόσταση που υπάρχει από το 2% σε μέσα επίπεδα, που έχει θέσει η ΕΚΤ ως
βασικό της στόχος, κάτι που σημαίνει ότι απομακρύνεται επί του παρόντος η στιγμή που η ΕΚΤ θα πατήσει το κουμπί για να ξεκινήσουν οι μειώσεις των επιτοκίων.
Ο τελευταίος μήνας του έτους, ουσιαστικά έδειξε ότι οι τιμές έχουν διάθεση να ανέβουν παρά να υποχωρήσουν και αυτό φαίνεται από την πορεία του πληθωρισμού στις μεγάλες οικονομίες. Ο πληθωρισμός στη Γερμανία επιταχύνθηκε στο 3,8% από 2,3%, στη Γαλλία στο 4,1% από 3,9%, στην Ισπανία έμεινε σταθερός σε ρυθμό 3,3%, ενώ στην Ιταλία σημειώθηκε ελαφρά επιβράδυνση στο 0,5% από 0,6%.
Η εξήγηση εν πολλοίς είναι απλή. Από το τέλος του περασμένου έτους οι κυβερνήσεις με παρότρυνση των αρχών της ΕΕ, αποσύρουν τα μέτρα στήριξης των κυβερνήσεων απέναντι στις αυξημένες τιμές της ενέργειας, κάτι που συγκρατούσε το επίπεδο τιμών.
Η εικόνα στην Ελλάδα για την ώρα είναι καλύτερη, ωστόσο το κόστος της ενέργειας διατηρείται με αρνητικό πρόσημο και για τον Δεκέμβριο, αν και αυτό έγινε με βραδύτερους ρυθμούς. Έτσι από το – 7,2% του Νοεμβρίου υποχώρησε στο – 4%. Αντίθετα στην Γερμανία από – 7,3% που ήταν το Νοέμβριο εκτινάχθηκε σε θετικό έδαφος και συγκεκριμένα στο 3,1% τον Δεκέμβριο. Ανάλογη ήταν η εικόνα και στην Γαλλία.
Το μεγάλο πρόβλημα για την Ελλάδα, ήταν και παραμένει το κόστος των τροφίμων, που διατηρείται σε πεισματικά υψηλά επίπεδα. Συνέχισε έτσι την γοργή αύξηση του σε σταθερό ρυθμό 7,6%, μία αύξηση που προστίθεται στις ήδη υπέρογκες τιμές που πληρώνουν τα νοικοκυριά για την διατροφή τους.
Οι αυξήσεις στα τρόφιμα στην Ελλάδα, επιπλέον, ας σημειωθεί πως ήταν μεγαλύτερες και από τις τρεις πρώτες οικονομίες της Ευρωζώνης, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία.
Από τους υπόλοιπους κλάδους, επιτάχυνση παρατηρήθηκε και στις υπηρεσίες κατά 3,6% από 2,4%. Στα βιομηχανικά αγαθά σημειώθηκε επιβράδυνση κατά 2,6% από 3,4%. Επιπλέον επιτάχυνση σημειώθηκε και στον δείκτη του δομικού πληθωρισμού, δηλαδή εξαιρουμένων ενέργειας, τροφίμων, αλκοόλ και καπνού, όπου ανήλθε σε 3,3% από 2,8%.