ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Έρευνα ΙΟΒΕ: Ανησυχούν τα νοικοκυριά για την επόμενη ημέρα
Θεωρούν δεδομένη την αύξηση των τιμών
Η ακρίβεια αποτελεί τον μόνιμο φόβο για τα ελληνικά νοικοκυριά και αυτό φαίνεται και από τα αποτελέσματα έρευνας Οικονομικής Συγκυρίας από το Ινστιτούτου Οικονομικών Μελετών για τον μήνα Απρίλιο.
Μέσα από αυτή φαίνεται ότι από την μία τα νοικοκυριά εμφανίζονται λιγότερα απαισιόδοξα για την επόμενη ημέρα και από την άλλη δείχνουν σχεδόν βέβαια ότι το επόμενο 12μηνο οι τιμές στα βασικά αγαθά θα συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η θετική τάση που επικρατεί στις προβλέψεις για την οικονομική πορεία της χώρας.
Να σημειωθεί και η αύξηση στην πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου και κατοικίας, ενώ παράλληλα παρατηρείται αισιοδοξία σχετικά με τη μείωση της ανεργίας.
Αναλυτικότερα, το 51% των νοικοκυριών προβλέπει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της προσωπικής τους οικονομικής κατάστασης, ενώ το 6% προβλέπει μικρή βελτίωση. Ωστόσο, η πρόβλεψη για την οικονομική κατάσταση της χώρας συνολικά ενισχύθηκε, με το 59% των νοικοκυριών να προβλέπει επιδείνωση και το 22% σταθερότητα.
Σημαντική είναι επίσης η ανάλυση των προθέσεων αγοράς, όπου παρατηρείται ελαφρά υποχώρηση στην πρόθεση για μεγάλες αγορές, ενώ η πρόθεση για αποταμίευση εμφανίζει οριακή βελτίωση. Ωστόσο, οι φόβοι για αύξηση των τιμών ενισχύονται.
Παράλληλα, παρατηρείται μία μικρή μείωση στο ποσοστό των νοικοκυριών που αντιμετωπίζουν αβεβαιότητα σχετικά με την μελλοντική τους οικονομική κατάσταση.
Αναλυτικά τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας είναι τα εξής:
Η έρευνα που παρουσιάζεις παρέχει μια ενδιαφέρουσα εικόνα της οικονομικής κατάστασης και των προσδοκιών των νοικοκυριών στην Ελλάδα. Ας εξετάσουμε μερικά από τα βασικά ευρήματα:
- Αισιόδοξες προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας: Παρατηρείται μια μικρή υποχώρηση στον αρνητικό δείκτη προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους τον Απρίλιο. Ωστόσο, το 59% των νοικοκυριών προβλέπει ακόμα ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση, ενώ μόλις το 22% προβλέπει σταθερότητα.
- Πρόθεση για μείζονες αγορές: Παρατηρείται μια ελαφρά υποχώρηση στην πρόθεση αγοράς σημαντικών αγαθών, όπως έπιπλα και ηλεκτρικές συσκευές. Το 55% των νοικοκυριών προβλέπει λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες σε αυτούς τους τομείς.
- Πρόθεση για αποταμίευση: Υπάρχει μια οριακή βελτίωση στην πρόθεση για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες. Παρόλα αυτά, το 83% των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο έτος.
- Προβλέψεις για ανεργία: Παρατηρείται σημαντική μείωση στις προβλέψεις για αύξηση της ανεργίας. Το ποσοστό των νοικοκυριών που προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας υποχώρησε στο 33%.
- Προβλέψεις για άνοδο των τιμών: Παρατηρείται αύξηση των προβλέψεων για άνοδο των τιμών. Το 56% των νοικοκυριών προβλέπει άνοδο τιμών, ενώ το 17% αναμένει σταθερότητα.
- Αβεβαιότητα για τη μελλοντική οικονομική κατάσταση: Υπάρχει μια υποχώρηση στο ποσοστό των νοικοκυριών που είναι αβέβαια για τη μελλοντική οικονομική κατάστασή τους, με το 48% να αναφέρει αβεβαιότητα τον Απρίλιο.
Πρόθεση για αγορές ΙΧ και κατοικίας
Τον Απρίλιο, εξετάζονται σε τριμηνιαία βάση στην έρευνα καταναλωτών, τρία πρόσθετα ζητήματα, τα οποία εξειδικεύουν περισσότερο την πρόθεση για μείζονες αγορές διαρκών καταναλωτικών αγαθών (αυτοκίνητο, κατοικία) και έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως πρόδρομοι δείκτες για την ιδιωτική κατανάλωση.
Η πρόθεση αγοράς αυτοκινήτου σημείωσε μια μικρή βελτίωση τον Απρίλιο, αλλά παραμένει αισθητά χαμηλότερη από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς δείκτες, καθώς το 96%, από 97,6% των καταναλωτών στην Ελλάδα δηλώνει ότι δεν σκοπεύει να αγοράσει αυτοκίνητο εντός του επόμενου έτους. Αυτό μπορεί να αντικατοπτρίζει την οικονομική αβεβαιότητα και την περιορισμένη διαθεσιμότητα κεφαλαίου για μεγάλες αγορές.
Αντίθετα, η πρόθεση αγοράς ή κατασκευής κατοικίας εντός του επόμενου έτους ενισχύθηκε, με το 4,5%, από 2,4%, των νοικοκυριών να δηλώνει ότι ίσως προβεί σε αυτήν την ενέργεια. Αυτή η τάση μπορεί να ερμηνευθεί ως ένδειξη εμπιστοσύνης στην αγορά ακινήτων ή ως απόκριση σε αλλαγές στις ανάγκες στέγασης λόγω της πανδημίας ή άλλων κοινωνικοοικονομικών παραγόντων.
Τέλος, η πρόθεση για σημαντικές δαπάνες για τη βελτίωση ή ανανέωση της κατοικίας έχει επίσης καταγράψει οριακή βελτίωση, αν και το ποσοστό των νοικοκυριών που εκφράζει αυτήν την πρόθεση παραμένει χαμηλό στο 10,6% από 11%.
Αυτό μπορεί να αντικατοπτρίζει την προτίμηση για επενδύσεις σε ανακαινίσεις του υφιστάμενου κτηριακού αποθέματος αντί για την αγορά νέων κατοικιών ή αυτοκινήτων.