ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Ερευνα ΕΣΑ: Συγκρατημένη αισιοδοξία για την πορεία της αγοράς
Στ. Καφούνης: Το εμπόριο δείχνει να βρίσκει τον βηματισμό του
Συγκρατημένη αισιοδοξία καταγράφεται για την πορεία της αγοράς, το επόμενο διάστημα, καθώς περισσότεροι από έξι στους δέκα εμπόρους εκφράζουν την προσδοκία ότι οι πωλήσεις τους θα αυξηθούν το επόμενο εξάμηνο, στην έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών, η οποία πραγματοποιείται με το πέρας των χειμερινών εκπτώσεων.
H έρευνα πραγματοποιήθηκε σε 350 επιχειρήσεις και καταστήματα της Αθήνας και των περιφερειακών αγορών στο πλαίσιο της συμφωνίας συνεργασίας του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών και του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και τέθηκε υπό την αιγίδα του ΟΠΑ με την επιστημονική επιμέλεια του καθηγητή Γ. Μπάλτα, διευθυντή του Ερευνητικού Εργαστηρίου Μάρκετινγκ.
Σκοπός ήταν, αφενός, η σύγκριση του τζίρου των χειμερινών εκπτώσεων του 2023 με το αντίστοιχο διάστημα του 2022, αφετέρου η καταγραφή των προσδοκιών του εμπορικού κόσμου για το επόμενο εξάμηνο και η διερεύνηση του σημαντικότερου παράγοντα ο οποίος τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή επηρεάζει τη λειτουργία των εμπορικών επιχειρήσεων.
Τα αποτελέσματα δείχνουν σημάδια συγκρατημένης αισιοδοξίας, χωρίς να υποστηρίζουμε ότι η αγορά επανήλθε άμεσα σε τροχιά ανάπτυξης. Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων μας επισήμανε πως μπορεί τα ταμεία να είναι καλύτερα από το 2022, αλλά εάν αφαιρέσουμε τον πληθωρισμό και εάν προσθέσουμε την αύξηση του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων λόγω της ενέργειας και του κόστους δανεισμού, δεν περισσεύουν τα χαμόγελα στον εμπορικό κόσμο.
Αξιοσημείωτη είναι η παρατήρηση των ερωτηθέντων ότι ο Ιανουάριος κατέγραψε πωλήσεις πολύ μεγαλύτερες του Φεβρουαρίου.
Συμπερασματικά, σχεδόν 7 στους 10 μπορεί να δήλωσαν καλύτερο ή ίδιο τζίρο με το 2022, όμως, ποσοστό 31,4 % κατέγραψε χειρότερα αποτελέσματα.
Η πλειοψηφία των καταστημάτων του δείγματος 6 στα 10, ανήκουν στην κατηγορία Ένδυση - Υπόδηση - Αξεσουάρ που έχουν πρωτεύοντα ρόλο στην εκπτωτική περίοδο.
Περισσότερα από 6 στα 10 σημεία πώλησης του δείγματος, λειτουργού στα όρια του Δ. Αθηναίων.
Η ελπίδα για αλλαγή του κλίματος και η επιστροφή στην ανάπτυξη, καταγράφεται από την προσδοκία περισσότερων από 6 στους 10 ερωτηθέντων, ότι οι πωλήσεις τους θα αυξηθούν το επόμενο εξάμηνο.
Φαίνεται ότι στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, η αβεβαιότητα των επερχόμενων εκλογών και η δύσκολα προβλέψιμη συμπεριφορά του καταναλωτικού κοινού το επόμενο τρίμηνο, έχει αναδείξει ως σημαντικότερο παράγοντα που επηρεάζει τη λειτουργία των εμπορικών επιχειρήσεων την πολιτική σταθερότητα. Ακολουθεί το διαχρονικό πρόβλημα της χρηματοδότησης/ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που ταλανίζει τον εμπορικό κόσμο την τελευταία δεκαετία.
Στο σημείο αυτό, πρέπει να σημειώσουμε ότι η μείωση του κόστους ενέργειας που ήταν σε πρώτο πλάνο για αρκετό χρονικό διάστημα, δεν θεωρείται πλέον ο σημαντικότερος παράγοντας και επηρεάζει λιγότερους από 2 στους 10 εμπόρους και συγκεκριμένα τις μεγαλύτερες και πιο ενεργοβόρες μονάδες.
Η ασφάλεια έναντι της παραβατικότητας, παρατηρείται έντονα μόνο στα καταστήματα που λειτουργούν στις επιβαρυμένες περιοχές του κέντρου της Αθήνας και πιο συγκεκριμένα στις περιοχές γύρω από την Ομόνοια, τα Εξάρχεια και την εμπορική περιοχή στον άξονα των οδών Πατησίων και Αχαρνών καθώς και στην τουριστική περιοχή γύρω από την Ακρόπολη.
Τέλος, η μετάβαση στη ψηφιακή εποχή, φαίνεται ότι δεν αποτελεί προτεραιότητα των εμπορικών επιχειρήσεων και αυτό είναι θέμα που πρέπει να απασχολήσει την κεντρική διοίκηση και τους επαγγελματικούς φορείς του κλάδου, γιατί η ανάπτυξη του εμπορίου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ψηφιακή αναβάθμιση των επιχειρήσεων.
Σχολιάζοντας την εξαμηνιαία έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών, ο πρόεδρος του ΕΣΑ Σταύρος Καφούνης δήλωσε:
«Μετά από πολλά χρόνια το εμπόριο δείχνει να βρίσκει τον βηματισμό του. Τόσο το γεγονός ότι οι μισές επιχειρήσεις δήλωσαν καλύτερα ταμεία από πέρυσι όσο και το ότι το 60% -επιτέλους- προβλέπει ένα καλύτερο αύριο για τις επιχειρήσεις του, είναι αδιαμφισβήτητα εξαιρετικά θετικά ευρήματα. Βλέπουμε επίσης την σημασία που δίνουν οι έμποροι, οι οποίοι αποτελούν τον κορμό της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, αφενός στην πολιτική σταθερότητα, αφετέρου στη χρηματοδότηση. Η πρώτη μπαίνει στο κάδρο λόγω της εκλογικής περιόδου και η δεύτερη συνεχίζει να αποτελεί τροχοπέδη για την επιβίωση τους με το τραπεζικό σύστημα ουσιαστικά ανύπαρκτο. Για αυτό και απαιτείται συνέχιση της στοχευμένη στήριξης με ουσιαστικά μέτρα ελάφρυνσης του κόστους λειτουργίας όλων των επιχειρήσεων, μείωση του μη μισθολογικού κόστους, συνολική κατάργηση του μνημονιακού τέλους επιτηδεύματος και -ταυτόχρονα- εγρήγορση για να εκσυγχρονίσουμε τις επιχειρήσεις με ταχύτερους ρυθμούς».