Ο αντίκτυπος του δεύτερου κύματος του κορωνοϊού στην οικονομία της Ευρωζώνης είναι μικρότερος σε σχέση με αυτόν του πρώτου κύματος, όπως προκύπτει από τις επαφές που είχαν στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) με εκπροσώπους μεγάλων επιχειρήσεων της Ευρωζώνης στο διάστημα 4-11 Ιανουαρίου 2021.
Όπως προκύπτει, μάλιστα, από σχετική ανάρτηση της ΕΚΤ, σημαντικοί κλάδοι του μεταποιητικού τομέα - όπως της χαλυβουργίας, των χημικών, της αυτοκινητοβιομηχανίας και των ηλεκτρονικών - ανέφεραν αύξηση της παραγωγής τους προς τα προ κορωνοϊού επίπεδα, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν ξεπεράσει τα επίπεδα αυτά.
Στο τελευταίο τρίμηνο του 2020, όπως και στα προηγούμενα τρίμηνα, οι περιορισμοί από τα locκdown και οι αλλαγές που αυτά επιφέρουν στα καταναλωτικά πρότυπα μείωσαν τη ζήτηση για συγκεκριμένα προϊόντα και υπηρεσίες, ενώ την αύξησαν για άλλα. Αυτό δεν αφορούσε μόνο σε διαφορετικούς κλάδους δραστηριότητας, αλλά και σε επιχειρήσεις των ίδιων κλάδων, αρκετά συχνά και σε διάφορα τμήματα των ίδιων επιχειρήσεων. Σε όσες περιπτώσεις υπήρχε η δυνατότητα από τις Αρχές, οι επιχειρήσεις ήταν σε καλύτερη θέση να διατηρήσουν την παραγωγή τους (μέσω των τεστ και της εργασίας από το σπίτι), ενώ οι καταναλωτές εξοικειώθηκαν πολύ περισσότερο με τις ηλεκτρονικές αγορές. Οι εξαγωγικές βιομηχανίες επωφελήθηκαν από την ανάπτυξη σε περιοχές του κόσμου όπου το πρόβλημα του κορωνοϊού ήταν λιγότερο έντονο.
Σε αρκετές επαφές στελεχών της ΕΚΤ με εκπροσώπους μεταποιητικών βιομηχανιών, οι τελευταίοι ανέφεραν ότι οι επιχειρήσεις τους λειτουργούν τώρα με πλήρη ή σχεδόν πλήρη παραγωγική δυναμικότητα και ότι οι περιορισμοί (στην παραγωγή) βρίσκονται τώρα κυρίως στην πλευρά της προσφοράς.
Από την άλλη πλευρά, τα νέα lockdown προκάλεσαν περαιτέρω σημαντικές μειώσεις στις πωλήσεις προσωπικών αγαθών καθώς και υπηρεσιών ταξιδιών, τουρισμού και διασκέδασης. Για τις περισσότερες εταιρείες λιανικών πωλήσεων, η έκρηξη των διαδικτυακών πωλήσεων δεν ήταν ικανή να αντισταθμίσει τον αντίκτυπο από το κλείσιμο των καταστημάτων τους. Αυτό επηρέασε ιδιαίτερα την παραγωγή και το λιανικό εμπόριο ρούχων και άλλων προσωπικών αξεσουάρ, καθώς οι πωλήσεις τους εξαρτώνται από τη δυνατότητα των πελατών να δοκιμάσουν τα είδη αυτά.
Μετά από μία πολύ περιορισμένη ανάκαμψη το καλοκαίρι, ο τουριστικός και ταξιδιωτικός κλάδος συρρικνώθηκαν ξανά μετά την επιβολή ταξιδιωτικών περιορισμών από πολλές χώρες από τα τέλη Αυγούστου. Ο κλάδος της ψυχαγωγίας επλήγη ξανά από το κλείσιμο των θεάτρων τον Οκτώβριο. Αντίθετα, πολλές άλλες επιχειρήσεις και υπηρεσίες σε καταναλωτές κατέγραψαν πολύ κανονικά επίπεδα ή/και αύξηση της δραστηριότητάς τους.
Για το πρώτο τρίμηνο του 2021 αναμένονται μικρές αλλαγές, αλλά η υποβόσκουσα ζήτηση για υπηρεσίες θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία σημαντική ανάκαμψη και αλλαγές στα καταναλωτικά πρότυπα αργότερα στο έτος. Με τους εμβολιασμούς να προχωρούν, υπήρχε η ελπίδα για σημαντική άρση των περιορισμών για τον κορωνοϊό αλλά και η αβεβαιότητα αν αυτό θα συμβεί στο δεύτερο τρίμηνο ή αργότερα στο έτος. Οι εκπρόσωποι των ταξιδιωτικών εταιρειών πίστευαν σε μία αξιοσημείωτη ζήτηση μόλις καταργούνται οι περιορισμοί, ενώ και οι εκπρόσωποι των καταστημάτων πωλήσεων ρούχων και των παραγωγών τους ήλπιζαν επίσης σε αύξηση της ζήτησης μετά το Πάσχα.
Όπως προκύπτει, μάλιστα, από σχετική ανάρτηση της ΕΚΤ, σημαντικοί κλάδοι του μεταποιητικού τομέα - όπως της χαλυβουργίας, των χημικών, της αυτοκινητοβιομηχανίας και των ηλεκτρονικών - ανέφεραν αύξηση της παραγωγής τους προς τα προ κορωνοϊού επίπεδα, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν ξεπεράσει τα επίπεδα αυτά.
Στο τελευταίο τρίμηνο του 2020, όπως και στα προηγούμενα τρίμηνα, οι περιορισμοί από τα locκdown και οι αλλαγές που αυτά επιφέρουν στα καταναλωτικά πρότυπα μείωσαν τη ζήτηση για συγκεκριμένα προϊόντα και υπηρεσίες, ενώ την αύξησαν για άλλα. Αυτό δεν αφορούσε μόνο σε διαφορετικούς κλάδους δραστηριότητας, αλλά και σε επιχειρήσεις των ίδιων κλάδων, αρκετά συχνά και σε διάφορα τμήματα των ίδιων επιχειρήσεων. Σε όσες περιπτώσεις υπήρχε η δυνατότητα από τις Αρχές, οι επιχειρήσεις ήταν σε καλύτερη θέση να διατηρήσουν την παραγωγή τους (μέσω των τεστ και της εργασίας από το σπίτι), ενώ οι καταναλωτές εξοικειώθηκαν πολύ περισσότερο με τις ηλεκτρονικές αγορές. Οι εξαγωγικές βιομηχανίες επωφελήθηκαν από την ανάπτυξη σε περιοχές του κόσμου όπου το πρόβλημα του κορωνοϊού ήταν λιγότερο έντονο.
Σε αρκετές επαφές στελεχών της ΕΚΤ με εκπροσώπους μεταποιητικών βιομηχανιών, οι τελευταίοι ανέφεραν ότι οι επιχειρήσεις τους λειτουργούν τώρα με πλήρη ή σχεδόν πλήρη παραγωγική δυναμικότητα και ότι οι περιορισμοί (στην παραγωγή) βρίσκονται τώρα κυρίως στην πλευρά της προσφοράς.
Από την άλλη πλευρά, τα νέα lockdown προκάλεσαν περαιτέρω σημαντικές μειώσεις στις πωλήσεις προσωπικών αγαθών καθώς και υπηρεσιών ταξιδιών, τουρισμού και διασκέδασης. Για τις περισσότερες εταιρείες λιανικών πωλήσεων, η έκρηξη των διαδικτυακών πωλήσεων δεν ήταν ικανή να αντισταθμίσει τον αντίκτυπο από το κλείσιμο των καταστημάτων τους. Αυτό επηρέασε ιδιαίτερα την παραγωγή και το λιανικό εμπόριο ρούχων και άλλων προσωπικών αξεσουάρ, καθώς οι πωλήσεις τους εξαρτώνται από τη δυνατότητα των πελατών να δοκιμάσουν τα είδη αυτά.
Μετά από μία πολύ περιορισμένη ανάκαμψη το καλοκαίρι, ο τουριστικός και ταξιδιωτικός κλάδος συρρικνώθηκαν ξανά μετά την επιβολή ταξιδιωτικών περιορισμών από πολλές χώρες από τα τέλη Αυγούστου. Ο κλάδος της ψυχαγωγίας επλήγη ξανά από το κλείσιμο των θεάτρων τον Οκτώβριο. Αντίθετα, πολλές άλλες επιχειρήσεις και υπηρεσίες σε καταναλωτές κατέγραψαν πολύ κανονικά επίπεδα ή/και αύξηση της δραστηριότητάς τους.
Για το πρώτο τρίμηνο του 2021 αναμένονται μικρές αλλαγές, αλλά η υποβόσκουσα ζήτηση για υπηρεσίες θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία σημαντική ανάκαμψη και αλλαγές στα καταναλωτικά πρότυπα αργότερα στο έτος. Με τους εμβολιασμούς να προχωρούν, υπήρχε η ελπίδα για σημαντική άρση των περιορισμών για τον κορωνοϊό αλλά και η αβεβαιότητα αν αυτό θα συμβεί στο δεύτερο τρίμηνο ή αργότερα στο έτος. Οι εκπρόσωποι των ταξιδιωτικών εταιρειών πίστευαν σε μία αξιοσημείωτη ζήτηση μόλις καταργούνται οι περιορισμοί, ενώ και οι εκπρόσωποι των καταστημάτων πωλήσεων ρούχων και των παραγωγών τους ήλπιζαν επίσης σε αύξηση της ζήτησης μετά το Πάσχα.