ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Αισιόδοξη και η S&P για τις ελληνικές τράπεζες
Διπλή ψήφο εμπιστοσύνης από τους οίκους αξιολόγησης δέχθηκαν οι ελληνικές τράπεζες μέσα σε ένα 24ωρο
Διπλή ψήφο εμπιστοσύνης από τους οίκους αξιολόγησης δέχθηκαν οι ελληνικές τράπεζες μέσα σε ένα 24ωρο. Eπειτα από την αναβάθμιση στην οποία προχώρησε η Moody’s τη Δευτέρα, στη συνέχεια και η S&P τόνισε πως οι ελληνικές τράπεζες είναι οι μόνες στην Ευρώπη για τις οποίες δίνει θετικές προοπτικές –υποδηλώνοντας αναβάθμιση προσεχώς–, τη στιγμή που το περιβάλλον για το σύνολο των ευρωπαϊκών τραπεζών αναμένεται δύσκολο το 2023, παρά τον θετικό άνεμο που προσφέρουν οι αυξήσεις επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Οπως σημείωσε η Moody’s, η σημαντική μείωση των ΝPEs κάνει τις ελληνικές τράπεζες καλύτερα προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν νέους αντίθετους ανέμους και προκλήσεις, που προκύπτουν από τις πληθωριστικές πιέσεις και την αύξηση των επιτοκίων που πιθανότατα θα επηρεάσουν την προσιτότητα και την ικανότητα αποπληρωμής του χρέους των ευάλωτων δανειοληπτών, εκτιμώντας πως η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα επιβραδυνθεί σημαντικά το 2023 στο 1,8% από 5,3% φέτος, ωστόσο θα είναι σημαντικά υψηλότερη από άλλες χώρες της Ε.Ε.
Στο 1,8% τοποθετεί και η S&P την ανάπτυξη της Ελλάδας το 2023, από 5,6% φέτος, ενώ εκτιμά ότι η ευρωπαϊκή οικονομία βρίσκεται στα πρόθυρα μιας απότομης επιβράδυνσης, σε σημείο που δεν μπορεί να αποκλειστεί μια πλήρης ύφεση. Γι’ αυτόν τον λόγο ο οίκος θεωρεί ότι ο οικονομικός κίνδυνος για την Ελλάδα είναι μειωμένος, κάτι που στηρίζει τον τραπεζικό κλάδο. Οπως αναφέρει, οι ελληνικές τράπεζες έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο από το 2018, μειώνοντας σημαντικά τα μη εξυπηρετούμενα περιουσιακά στοιχεία. Επειτα από τρία και πλέον χρόνια πωλήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων και τιτλοποιήσεων, με τη βοήθεια του «Ηρακλή», τα NPLs σε όλο το σύστημα μειώθηκαν σημαντικά, με αποτέλεσμα ο σχετικός δείκτης να αναμένεται να «κλείσει» το 2022 σε μονοψήφια επίπεδα. Η ανθεκτικότητα της ποιότητας του ενεργητικού στις επιπτώσεις της COVID-19 υποστήριξε αυτή τη βελτίωση, όπως σημειώνει η S&P. Ως αποτέλεσμα, το κόστος του κινδύνου θα είναι λιγότερο επιβαρυντικό για τις τράπεζες τους επόμενους 12-18 μήνες. Επιπλέον, οι εγχώριες τιμές των ακινήτων συνέχισαν να αυξάνονται σταθερά, ακόμη και κατά τη διάρκεια της πανδημίας, γεγονός που υποστηρίζει τις προοπτικές ανάκαμψης των υπόλοιπων NPLs.
Παράλληλα, ο ισχυρός σχηματισμός καταθέσεων από το 2018, σε συνδυασμό με τη μαζική εκκαθάριση των ισολογισμών, υποστηρίζει την άποψη του οίκου ότι οι ελληνικές τράπεζες συνέχισαν να εξισορροπούν τα προφίλ χρηματοδότησής τους, χάρη στη βελτίωση της εμπιστοσύνης των εγχώριων καταθετών. Πάντως, αν και οι προοπτικές για περαιτέρω αναβάθμιση της αξιολόγησής τους παραμένουν σημαντικές, οι προκλήσεις υφίστανται μεσοπρόθεσμα.
Αυτό κυρίως οφείλεται στην επιδείνωση των προοπτικών για το σύνολο της ευρωπαϊκής οικονομίας, σημειώνει η S&P. Η επιστροφή σε ένα περιβάλλον αυξανόμενων επιτοκίων αποτελεί πολύ καλά νέα για τις ευρωπαϊκές τράπεζες συνολικά. Ο κλάδος σημείωσε ισχυρές επιδόσεις τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2022, υποστηριζόμενες από τα ισχυρά προφίλ κεφαλαίου και χρηματοδότησης και από την ακόμα καλή ποιότητα του ενεργητικού, ενώ τα περιθώρια κερδοφορίας ενισχύθηκαν από την αύξηση των επιτοκίων. Ωστόσο, οι πιο ζοφερές οικονομικές προοπτικές της Ευρώπης θα μπορούσαν να εξουδετερώσουν αυτή τη θετική επίδραση, επιδεινώνοντας τις προοπτικές των τραπεζών, επιβαρύνοντας την ποιότητα του ενεργητικού και αυξάνοντας το λειτουργικό κόστος το 2023 και πιθανόν πέραν αυτού. «Μέσα στα επόμενα ένα έως δύο χρόνια αναμένουμε ότι το μακροοικονομικό περιβάλλον της Ευρώπης θα γίνει πιο δύσκολο», όπως τονίζει η S&P, προσθέτοντας πως μια παρατεταμένη περίοδος αυξανόμενου πληθωρισμού και χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης θα αυξήσει τους κινδύνους για τις τράπεζες, με επιπτώσεις στην ποιότητα ενεργητικού, στις προοπτικές κερδοφορίας καθώς και στην πρόσβασή τους στις αγορές.